Παρά την κρίση, ανοίγουν διαρκώς καινούργια εστιατόρια και το πολύ ενθαρρυντικό είναι ότι, εκτός από το γευστικό πεδίο, παίζουν με δυνατά χαρτιά στο ντεκόρ, στην άποψη και την ατμόσφαιρα. Ο Δημήτρης Αντωνόπουλος σχολιάζει την αισθητική και το στιλ των νέων αφίξεων στην πόλη.
Τουλάχιστον 25 νέα, πανέμορφα εστιατόρια άνοιξαν τον τελευταίο χρόνο στην Αθήνα. Εκτός από το ψάξιμο για καινούργια concepts και γευστικές προτάσεις –αφού βέβαια γέμισε πρώτα η Αθήνα μαγαζιά γύρω από το σουβλάκι–, υπάρχει ψάξιμο και στο ντεκόρ, με αποτέλεσμα να βλέπουμε επιτυχημένες και μελετημένες προτάσεις που ακολουθούν εν πολλοίς συγκεκριμένα στιλιστικά μονοπάτια.
Αυτό που έχει σίγουρα μεγάλη πέραση είναι το στιλ «home sweet home». Μπαίνεις στο «Mentzelo’s Slow Food», στο «Caprice of Mykonos» και στο «Yellow» και νομίζεις ότι έχεις μπροστά σου φωτορεπορτάζ από σελίδες deco περιοδικών. Το ίδιο και στο «New Hotel Art Lounge» – με πολύ περισσότερη μοντέρνα τέχνη βέβαια και τη βεράντα με τα φερφορζέ να… σπιτίζει. έπειτα υπάρχει και το άλλο στιλ, που πολλοί το λένε industrial, αλλά εγώ προτιμώ να το περιγράφω ως «ο μάστορας μέσα τους».
Νομίζω ότι έτσι μπορείς να κατανοήσεις πιο παραστατικά αυτήν τη διάθεση να μένουν φανερά και να παίζουν σημαντικό ρόλο στην αύρα που εκπέμπει το μαγαζί πολλά κατασκευαστικά στοιχεία των επίπλων, να βγαίνουν φόρα παρτίδα πράγματα που συνήθως δεν τα βλέπει κανείς ή ακόμη να προβάλλονται δομικά στοιχεία ενός κτιρίου σε ένα Bauhaus λειτουργικό ντεκόρ, από αυτά που αρέσουν σε πολλούς αρχιτέκτονες.
Έτσι, λ.χ., στο «Stinking Bishop» τα τουβλάκια στους τοίχους μέσα κι έξω είναι βαμμένα λευκά και θυμίζουν μαγαζί στο Λονδίνο ή στη Νέα Υόρκη. στον «Ανθό» τα μεταλλικά τραπέζια προβάλλουν τα πριτσίνια στο σκελετό τους, τα πλακάκια διαμορφώνουν την ντεκό τάβλα τους, στο πατάρι φαίνονται τα σακιά με τα υλικά. στη «Stoffa» οι υπερμεγέθεις σωλήνες εξαερισμού κάνουν κοντράστ με τη νοσταλγική συλλογή παιχνιδιών σε ξύλινα «καφάσια» πίσω από κοτετσόσυρμα. στο «Bottega» τα διακοσμητικά παιχνίδια εναλλάσσουν τα εξάγωνα πλακάκια με το ξύλο στο πάτωμα, τα τούβλα φαίνονται αρκετά, τα σκαμπό και τα στουλ είναι «αρχιτεκτονημένα». στο «By the Glass» κεντρική θέση στο ντεκόρ κατέχουν η κάβα με τη σκάλα της που σκαρφαλώνεις και η συσκευή συντήρησης ανοιγμένων φιαλών. στο «Kabar» η νεο-νοσταλγική διάθεση της εμφανούς πέτρας παίζει μπάλα με pop tailormade λουλουδοκατασκευές στις καρέκλες και στα φωτιστικά.
Έγραψα προηγουμένως μια λέξη-κλειδί, που εμφανίζεται με πολλούς τρόπους στη διακόσμηση, η νοσταλγία… Στην «Μπεμπέκα» με τις παιδικές ζωγραφιές στους τοίχους ή με τις κρεμασμένες βαρκούλες όπως αυτές που φτιάχναμε πιτσιρικάδες. στο «Osterman» η μπάρα από ψευδάργυρο και ξύλο θυμίζει παλιό γαλλικό μπιστρό. το «Μπαρμπουνάκι» έχει κρεμασμένο σε ένα μεταλλικό κάναβο από ξυπνητήρια και φλιτζάνια μέχρι αρμαθιές από σκόρδα και πιπεριές και δίπλα κομπολόγια με fluxus διάθεση. στο «Yellow» εκφράζεται με συλλεκτική ρετρολατρία στην επίπλωση και παλιές αφίσες ελαστικών Michelin. στο «Tsipoutapas» με ένα σουρεαλισμό που αποπνέει δεκαετία του ’50 (το ζωγραφισμένο στον τοίχο βάζο που μοιάζει να ακουμπάει στο τραπέζι και δίπλα καδραρισμένη μια ασπρόμαυρη οικογενειακή φωτογραφία), περικυκλωμένο από γυμνή πέτρα και κατακόκκινη ξύλινη στέγη. στο «Para Siempre» με ένα κολάζ που παίζει από το ατημέλητο στιλ στους ξεφτισμένους τοίχους και τους καπιτονέ καναπέδες μέχρι το κεραμικό πλακάκι, το αρχοντικό old fashioned πάτωμα, τις μεταλλικές μπιστρό καρέκλες και τα ποδήλατα.
Και από εκεί αρχίζουν οι πιο ξεχωριστές διαδρομές. Η προσεγμένη υπερμοντέρνα ντιζαϊνιά του «Pablo T. Bar», η νεοϋορκέζικη αύρα του «Block 146», η αφαιρετική γεωμετρικότητα του «Harvest», με το σπανιόλικο πλακάκι να δηλώνει την tapas διάθεση του μαγαζιού. ο μπαρόκ σουρεαλισμός του «Matilde» (ταριχευμένο κεφάλι ελαφιού, ξυλόφουρνος για πίτσα, mix & match στις καρέκλες, αντικέ πολυέλαιοι). το arte povera ύφος του «Σπάγγου» με το κολάζ από ξύλα διαφόρων επίπλων και τα τραπέζια-κουβαρίστρες της ΔΕΗ. ο νεο-παραδοσιακός μοντερνισμός του «Ρακί Μεζέ». η ποπ, χιουμοριστική λαϊκή σοφία στους τοίχους-μαυροπίνακες του «Μαύρου Πρόβατου του Press Cafe». ο εντυπωσιακά θερμός και ορεκτικός αέρας που αναδύει το πράσινο χρώμα του «Fatto»... Ένα είναι σίγουρο: τα εστιατόρια της Αθήνας έχουν ομορφύνει πολύ.