Πρόκειται για παλιά ιστορία, με νέα, high definition ρούχα - όμως δεν παύει να είναι σημαντική και, καθώς έχουμε εξελίξεις στο θέμα, αξίζει και πάλι αναφοράς. Από την εποχή που τα DVD μεσουρανούσαν, στις αρχές της νέας χιλιετίας, οι εταιρείες, οι νομικοί σύμβουλοι και οι τελικοί καταναλωτές βρίσκονταν και βρίσκονται σε μία συζήτηση ή διαμάχη για το αν δικαιούται ο χρήστης να δημιουργήσει ένα αντίτυπο ταινίας που έχει νόμιμα αγοράσει, ως αντίγραφο ασφαλείας (backup). Διάφορα δικαστήρια σε όλο τον κόσμο εν τέλει αποφάνθηκαν πως ναι, ο νόμιμος κάτοχος μιας ταινίας σε DVD δικαιούται να κάνει ένα αντίτυπό της ώστε να προστατεύσει την επένδυση της αγοράς του, υπό τον όρο το αντίτυπο να μην ενοικιασθεί, δανειστεί ή πωληθεί και να χρησιμοποιείται μόνο εντός οικίας του ιδιοκτήτη της νομότυπης έκδοσης. Το έκαναν βέβαια με κωμική καθυστέρηση και αφού πρακτικά είχε ήδη γίνει θέμα "δύο κλικ" κάτι τέτοιο μέσα από τη χρήση δωρεάν προγραμμάτων, αλλά... πάμε παρακάτω.
Πρώτο fast forward στο 2005, όταν οι "δυνάμεις" του προτύπου Blu-ray συνέθεταν τις προδιαγραφές του και, ανάμεσα σε αυτές, τους τρόπους ψηφιακής προστασίας των δίσκων με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι πάρα πολύ δύσκολη ή αδύνατη η αντιγραφή τους και η δημιουργία κλεψίτυπων αντιγράφων. Οι εμπλεκόμενες εταιρείες ορθώς δεν ήθελαν να προκύψει παρόμοιο ζήτημα στα Blu-ray με αυτό των DVD, αποφάσισαν λοιπόν ότι στις προδιαγραφές αυτές θα περιλαμβάνεται και η δυνατότητα περιορισμένης δημιουργίας αντιγράφου (managed copy) της νόμιμα αγορασμένης ταινίας. Το αντίγραφο θα διατηρούσε την αρχική ποιότητα εικόνας και ήχου, θα είχε όμως δημιουργηθεί ένας μηχανισμός από τις εταιρείες τέτοιος, ώστε να εξασφαλίζεται ότι το αντίτυπο είναι μόνο ένα και αντιστοιχεί σε συγκεκριμένο, καταχωρήσιμο πρωτοτύπο. Ως εδώ, όλα καλά.
Δεύτερο fast forward στα μέσα του 2007 και (ενώ ακόμη ο πόλεμος ανάμεσα στα φορμά των HD-DVD και Blu-ray δεν έχει ακόμη τελειώσει) όλες οι εμπλεκόμενες εταιρείες δηλώνουν κατηγορηματικά ότι ναι, θα προσφέρουν την δυνατότητα περιορισμένης δημιουργίας αντιγράφου για τις ταινίες υψηλής ευκρίνειας ως το τέλος του έτους εκείνου. Η υπόσχεσή τους είχε στηριχθεί στην πεποίθηση ότι το σύστημα ψηφιακής προστασίας των δίσκων αυτών, το πολυσυζητημένο και εν πολλοίς αποτυχημένο AACS, θα είχε παγιώσει τις προδιαγραφές του εκείνη τη χρονιά, ώστε οι κινηματογραφικές εταιρείες να αποφασίσουν πώς θα προσφέρουν τη λειτουργία managed copy στους δίσκους τους. Κάτι τέτοιο βεβαίως δεν συνέβη (και δεν έχει... ακόμη συμβεί), το θέμα λοιπόν έμεινε για μία ακόμη φορά "στο ράφι".
Τρίτο και... τελευταίο fast forward, στις μέρες μας: μέσα προς τέλη του 2009 πια, το Blu-ray έχει μείνει μόνος νικητής στον πόλεμο των φορμά υψηλής ευκρίνειας και το σύστημα AACS επιτέλους παγιώνει τις προδιαγραφές του. Έρχεται, επιτέλους, η ώρα να μιλήσουμε και για τη λειτουργία περιορισμένης δημιουργίας αντιγράφων Blu-ray, όμως η κατάσταση δυστυχώς δεν αφήνει πολλά περιθώρια για πανηγυρισμούς. Οι αιτίες, δε, πρέπει να αναζητηθούν και πάλι στον τρόπο με τον οποίο σκέπτονται οι κινηματογραφικές και τις εταιρείες που συμμετέχουν στο Blu-ray consortium, καθώς οι όροι που επιθυμούν να επιβάλλουν για να παραχωρήσουν το managed copy δεν είναι σε καμία περίπτωση φιλικοί προς τον τελικό καταναλωτή.
Πρώτα απ' όλα οι αναπόφευκτοι περιορισμοί, για τους οποίους οι εταιρείες ακόμη κι αν το ήθελαν, δεν θα μπορούσαν να κάνουν κάτι. Το managed copy θα είναι εφικτό για τις ταινίες Blu-ray που θα κυκλοφορήσουν αφού όλες οι κινηματογραφικές και όλοι οι κατασκευαστές ενστερνιστούν επισήμως και πρακτικά το τελικά διαμορφωμένο πρότυπο ασφαλείας AACS. Αυτό σημαίνει πως καμία από τις ταινίες που έχουν κυκλοφορήσει σε Blu-ray μέχρι σήμερα ή θα κυκλοφορήσουν ως τις αρχές του 2010 δεν θα είναι σε θέση να παράσχουν αυτή τη λειτουργία περιορισμένης δημιουργίας αντιγράφων. Επίσης είναι εξαιρετικά πιθανό το ενδεχόμενο (θα εκπλαγούμε αν συμβαίνει το αντίθετο) τα παρόντα Blu-ray player να μην είναι σε θέση να αναπαράγουν το νόμιμο αντίγραφο του αρχικού Blu-ray, ακόμη και με αναβάθμιση firmware. Αυτό σημαίνει ότι εκατομμύρια καταναλωτές θα αναγκαστούν είτε να αγοράσουν συμβατό player εκ νέου είτε να μην αξιοποιήσουν το managed copy, ακόμη κι όταν διατεθούν συμβατά Blu-ray.
Στη συνέχεια, υπάρχουν οι αξιώσεις των κινηματογραφικών, οι οποίες απαιτούν κάποιου είδους χρηματικό αντίτιμο για να προσφέρουν τη λειτουργία αυτή. Θα είναι με τη μορφή χρέωσης στο μέσο εγγραφής; Με ετήσια συνδρομή; Ανά αντίτυπο; Κάπως αλλιώς; Δεν γνωρίζουμε, πάντως έχει γίνει σαφές πως δωρεάν δεν θα είναι. Απαραίτητη, επίσης, είναι η Δικτυακή σύνδεση της όποιας συσκευής διενεργήσει το managed copy (επικοινωνία με τον server αδειοδότησης), κάτι που επίσης κρίνεται ως περιοριστικό. Δεν προβλέπεται, επίσης, η δημιουργία αντιγράφου από το αντίγραφο: με άλλα λόγια, αν το αυθεντικό Blu-ray για οποιοδήποτε λόγο καταστραφεί, ο καταναλωτής θα κατέχει και πάλι ένα αντίτυπο της ταινίας. Για μια ακόμη φορά λοιπόν, από την οπτική γωνία τουλάχιστον της στήλης, η λειτουργία του managed copy κινδυνεύει να αποδειχθεί απλή πρόφαση για περαιτέρω έσοδα από την αγορά του Blu-ray (ενώ τα 25 και 30 ευρώ ανά ταινία θεωρούνται από πολλούς ήδη υπεραρκετά), κατώτερη των προσδοκιών του κοινού και σε καμία περίπτωση τόσο χρήσιμη όσο θα μπορούσε. Κριτική έντονη έχει ασκηθεί προς τις εμπλεκόμενες εταιρείες για το θέμα τις τελευταίες εβδομάδες από πολλά μέσα ενημέρωσης. Θα ληφθεί σοβαρά στα υπόψιν; Ίδωμεν.