Θα έπρεπε να το περιμένουμε, φυσικά: καθώς η καθημερινή ζωή όλων μας στηρίζεται όλο και πιο πολύ στην τεχνολογία - και η επικοινωνία, η ενημέρωση κι η διασκέδασή μας στηρίζεται εξ' ολοκλήρου σε συσκευές και στο Internet - η έννοια της "κατοχής" προϊόντων θα άρχιζε ν' απομακρύνεται ούτως ή άλλως από την έννοια του υλικού. Αυτό είχε αρχίσει να συμβαίνει εδώ και τρεις δεκαετίες σχεδόν και ολοκληρώθηκε ως διαδικασία στο τέλος της προηγούμενης. Όμως λίγοι από μας φανταζόμασταν π.χ. στην δεκαετία του 2000 πως θα ερχόταν μία στιγμή στην οποία τόσα πολλά από τα πράγματα που χρησιμοποιούμε καθημερινά δεν θα μπορούν ν' αγοράζονται με τον "παραδοσιακό" τρόπο. Μόνο να ενοικιάζονται. Γιατί αυτή είναι η ουσία του συνδρομητικού μοντέλου σε υπηρεσίες ή περιεχόμενο: πληρώνεις σταθερά, δεν κατέχεις τίποτε. Και το μοντέλο αυτό, όπως όλα δείχνουν, θα επιδιώξει να επικρατήσει ολοκληρωτικά τα επόμενα χρόνια.
Για του λόγου το αληθές δεν έχει κανείς παρά να ρίξει μια ματιά όχι μόνο στο τί ισχύει σήμερα, αλλά και στο πώς σκοπεύουν να κινηθούν πολλές από τις εταιρείες τεχνολογίας που έχουμε συνδέσει άρρηκτα με την καθημερινή μας ζωή. Ήδη η Apple, η Microsoft, η Sony, η Amazon, η Netflix κι ένας μικρός αριθμός από άλλες μεγάλες πολυεθνικές έχουν... εγκατασταθεί μόνιμα στην μηνιαία ή ετήσια ανάλυση των πιστωτικών μας καρτών - μία επιτυχία που οφείλουν είτε στην αξία είτε στην πρακτική αναγκαιότητα συγκεκριμένων υπηρεσιών που προσφέρουν. Το πρόβλημα είναι πως όχι μόνο αυτές οι εταιρείες τα επόμενα χρόνια θα προσπαθήσουν ν' αποσπάσουν από το εν δυνάμει συνδρομητικό κοινό πιο πολλά χρήματα με πιο πολλές υπηρεσίες, αλλά και πως σχεδόν κάθε εταιρεία που εισέρχεται τώρα στον χώρο των ψηφιακών υπηρεσιών επιλέγει ν' ακολουθήσει το ίδιο μοντέλο.
Η Apple, για παράδειγμα, πρόσφατα ανακοίνωσε την διάθεση μέσα στην χρονιά τριών διαφορετικών συνδρομητικών υπηρεσιών: μία για τηλεοπτικές σειρές, μία για games και μία για περιοδικά κι ενημερωτική ύλη. Η Microsoft θα διαθέσει εμπορικά μέσα στο επόμενο 12μηνο την υπηρεσία της με το προσωρινό όνομα xCloud, για διάθεση games που παίζονται μέσω Internet από ποικιλία συσκευών (streaming), διαφορετική από την υπάρχουσα Xbox Game Pass. Η nVidia φέτος θα οριστικοποιήσει την αντίστοιχη δική της υπηρεσία που λειτουργεί δοκιμαστικά ήδη, την GeForce Now, ενώ η Google θα προσφέρει την δική της παρόμοια πρόταση τους επόμενους μήνες με την υπηρεσία Stadia. Η Disney θα παρουσιάσει την δική της Δικτυακή υπηρεσία a la Netflix, την Disney Plus, αλλά και το ίδιο θα κάνει η Warner. Ακόμη και... συνδρομητικά Windows σκοπεύει, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, να προσφέρει η Microsoft μέσα στο 2020!
Πώς είναι δυνατόν, ωστόσο, όλες αυτές οι υπηρεσίες - που έρχονται να προστεθούν στις τουλάχιστον 10 ή 12 σημαντικότερες υπάρχουσες - να ξεκινήσουν ομαλά και να εξελιχθούν σε βάθος χρόνου, όταν... τα πορτοφόλια που θα τις αναλάβουν δεν έχουν στην πλειοψηφία των περιπτώσεων δυνατότητα να συντηρήσουν τόσες πολλές μαζί;
Απλό αλλά ίσως ενδεικτικό παράδειγμα είναι αυτό του γράφοντος. Τόσο για επαγγελματικούς όσο και για προσωπικούς λόγους... έχουμε και λέμε: συνδρομή στο Office 365, συνδρομή στην Netflix, συνδρομή στο iCloud, συνδρομή στο Flickr, συνδρομή στο PlayStation Network, συνδρομή στο Xbox Live. Είναι όσες συνδρομές παρέμειναν κατόπιν αποσταχυολόγησης, καθώς "κόπηκαν" οι συνδρομές σε COSMOTE TV, Eurosport, Spotify, PlayStation Now, Amazon Prime Video, Zinio και MUBI. Οι πρώτες, ωστόσο, δεν παύουν να έχουν συνολικό κόστος γύρω στα €550 ετησίως ή σχεδόν έναν βασικό μηνιαίο μισθό οκταώρου στην Ελλάδα. Και αυτό χωρίς φυσικά να συνυπολογίζεται το κόστος συνδρομής της απαραίτητης πρόσβασης στο Internet (άλλα €300-€400 από μόνο του), αλλά μόνο το κόστος περιεχομένου ή υπηρεσιών παραγωγικών.
Για άλλους καταναλωτές φυσικά το παραπάνω παράδειγμα μπορεί να διαφέρει ριζικά. Πολλοί π.χ. δεν ενδιαφέρονται για games, μα πολύ περισσότερο για μουσική, οπότε συνδρομές στο Spotify, στο Tidal ή το Apple Music είναι πρακτικά αναπόφευκτες. Άλλοι δεν χρειάζονται π.χ. το Office 365 της Microsoft αλλά το Creative Cloud της Adobe. Άλλοι δεν διαβάζουν περιοδικά σε ηλεκτρονική μορφή αλλά προτιμούν τα audio books, οπότε η συνδρομή στην Audible είναι "εκ των ουκ άνευ". Άλλοι χρειάζονται για την δουλειά τους εξειδικευμένη ενημέρωση που προσφέρεται μεν μέσω Web αλλά μόνο ως "κλειδωμένα" άρθρα (paywall), ενώ άλλοι θέλουν να έχουν πρόσβαση σε ευρύ αθλητικό περιεχόμενο με ποικιλία συσκευών ανά πάσα στιγμή. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις το κόστος είναι συνδρομητικό - και όλα αυτά τα μηνιαία κόστη των "10 ευρώ από δω, 15 ευρώ από κει" (το λιγότερο) τελικά συγκεντρώνονται σε διόλου ευκαταφρόνητα ποσά.
Εύκολα διακρίνει λοιπόν κανείς το... πρόβλημα που πλησιάζει με μεγάλη ταχύτητα όχι μόνο το καταναλωτικό κοινό μα και όλες αυτές τις εταιρείες που διεκδικούν να παγιωθούν στον ετήσιο οικιακό προϋπολογισμό του: είναι πολύ δύσκολο οι δεύτερες να βρουν αρκετά μεγάλο αριθμό συνδρομητών που να μην έχουν κανένα πρόβλημα κάλυψης του κόστους όλων των υπηρεσιών που θα ήθελαν να έχουν στην διάθεσή τους. Αντιστοίχως θα είναι δύσκολο έως αδύνατο για την πλειοψηφία των καταναλωτών να καλύψουν το κόστος όλων των υπηρεσιών που θα ήθελαν διαθέσιμες. Αυτοί εκ των πραγμάτων θα περιοριστούν (α) σ' εκείνες που απολύτως χρειάζονται και (β) σε μία ή δύο το πολύ από εκείνες που καλύπτουν τον ίδιο τομέα (π.χ. ταινίες και σειρές).
Με την υπερπροσφορά, ωστόσο, προτάσεων να βρίσκεται ήδη στον ορίζοντα, βάσει του "ταβανιού" στο ποσό που μπορεί να διαθέσει κάθε πορτοφόλι, δεν θα καταλήξει εν τέλει η αγορά να συγκεντρωθεί γύρω από 8, 10, το πολύ 12 Δικτυακές υπηρεσίες συνολικά; Ιδέα δεν έχουμε πόσο μεγάλο μπορεί να είναι αυτό το "ταβάνι" κατά μέσο όρο - και σίγουρα θα ποικίλλει από χώρα σε χώρα, από κοινωνική ομάδα σε κοινωνική ομάδα και φυσικά από καταναλωτή σε καταναλωτή βάσει προτιμήσεων κι αναγκών. Όμως αν φανταστούμε ως... "ψυχολογικό όριο", τρόπον τινά, για τα πιο πολλά νοικοκυριά τα π.χ. €75-€100 μηνιαίως για σταθερό τηλέφωνο, Internet και τις πρόσθετες συνδρομητικές υπηρεσίες (για τα ελληνικά νοικοκυριά αυτό το ψυχολογικό όριο έχει διαμορφωθεί και χαμηλότερα στα χρόνια της κρίσης), τότε το περιθώριο για πιο πολλές από 3 ή 4 το πολύ τέτοιες υπηρεσίες είναι... από μικρό έως ανύπαρκτο τελικά.
Με άλλα λόγια: ακόμη κι αν δεχθούμε πως η καταναλωτική δύναμη της χώρας μας βρίσκεται σ' ευδιάκριτα κατώτερο επίπεδο από αυτήν άλλων Δυτικών χωρών, δεν μπορούν όλες αυτές οι συνδρομητικές υπηρεσίες να ελπίζουν πως έχουν θέση στην καθημερινότητα των πιο πολλών καταναλωτών. Πόσοι συνδρομητές π.χ. της Netflix και του Amazon Prime Video θα εγγραφούν και στο Disney Plus, και στο Warner Plus, και σε όποια άλλη κινηματογραφική συνδρομητική υπηρεσία εμφανιστεί μέσα στο επόμενο 24μηνο; Πόσοι συνδρομητές π.χ. του PlayStation Network θα εγγραφούν και στο Stadia; Πόσοι του GeForce Now και στο xCloud; Πόσοι του Game Pass και στο Apple Arcade;
Δεν είναι, μάλιστα, μόνο οι αλληλοκαλύψεις το πρόβλημα - "τί να τις κάνω δύο υπηρεσίες παρόμοιες;" - γιατί αυτό ίσως θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με αποκλειστικότητες περιεχομένου ή λειτουργιών. Είναι κι ο διαθέσιμος χρόνος που συνυπολογίζεται στην εξίσωση. Τί νόημα έχει να πληρώνει κανείς για υπηρεσίες που δεν προλαβαίνει ν' αξιοποιήσει; Ακόμη, δε, κι αν όλα αυτά στο ατομικό επίπεδο του καθενός μας αντιμετωπίζονται διαφορετικά, ακόμη κι αν κάθε μία από αυτές τις συνδρομητικές υπηρεσίες βρει τελικά την δική της "κάθετη αγορά" (niche), το συνολικό διαθέσιμο χρηματικό ποσό παραμένει καθοριστικός παράγοντας απόφασης. Οπότε... επιστρέφουμε στον τίτλο του άρθρου: πόσες συνδρομές πια ν' αντέξει το πορτοφόλι μας; Η απάντηση σε αυτό ανήκει στον καθένα ξεχωριστά μα, στοιχηματίζουμε, μία κοινή απάντηση θα ήταν "σίγουρα όχι όσες ζητούν πρόσβαση σ' αυτό". Όχι;