Το "Σώσε" συναντάει την "Ποντικοπαγίδα" στο έργο του Αμερικανού Τσαρλ Λάντλαμ, που βλέπουμε για πρώτη φορά στην Ελλάδα και το οποίο αποτίνει φόρο τιμής σε μια σειρά κειμένων και θεατρικών ειδών, με πυρήνα και αφορμή τον "Άμλετ". Αφορά σε έναν παρηκμασμένο οικογενειακό θίασο που καταφτάνει σε μία φανταστική αμερικάνικη πόλη για να παίξει τη σαιξπηρική τραγωδία κι έτσι έχουμε μια τυπική κωμωδία πάνω στο μοτίβο του "θεάτρου μέσα στο θέατρο" με όλα τα ευτράπελα που χτίζονται πάνω στις προσωπικότητες των ηρώων και στις διάφορες καταστάσεις: π.χ., ο θίασος ξεμένει από Οφηλία και η παράσταση κινδυνεύει να τιναχτεί στον αέρα, ο διευθυντής σκηνής ονειρεύεται να ανεβεί το αβαντ-γκαρντ έργο του, έκτασης 1800 σελίδων, ο ψωνισμένος θιασάρχης Κάρλτον Στόουν, που άλλοτε ερμήνευε τον Άμλετ και τώρα περιορίζεται στο Φάντασμα, καταδυναστεύει τους πάντες με την εκκεντρική συμπεριφορά του, κ.ά. Έπειτα, ο συγγραφέας μπλέκει στην ιστορία το θεματικό μοτίβο του "Άμλετ", δηλαδή τη δολοφονία του Κάρλτον από τη σύζυγό του και τον εραστή της, όμως κλείνει το έργο του με ένα ανατρεπτικό φινάλε, παίζοντας έτσι με τους κώδικες των αστυνομικών μυθιστορημάτων τύπου Αγκάθα Κρίστι.
Σε αυτό το πληθωρικό κείμενο που κρυφοκοιτάζει από τα παρασκήνια τον κόσμο του θεάτρου, τον παρωδεί με αγάπη και έγνοια και παίζει με τόσες διακειμενικές αναφορές, ο Τάσος Πυργιέρης στήνει μια κεφάτη παράσταση και βρίσκει την ευκαιρία να προσθέσει ακόμη περισσότερες νύξεις από το εδώ και τώρα. Η αισθητική των 70’s κυριαρχεί μεγεθυμένη (σκηνικά-κοστούμια: Ελίνα Δράκου), προσθέτοντας στην κωμική υπερβολή που διακατέχει τις ερμηνείες και τη γενικότερη σκηνική φρενίτιδα, η οποία εντείνεται και από τη μουσική σύνθεση του Φοίβου Μαρκιανού. Υπάρχει κέφι και αγάπη πίσω από αυτή τη δουλειά όπως και σκηνική ενέργεια στα κόκκινα, ό,τι πρέπει για μια ψυχαγωγική βραδιά με μπόλικο, απροβλημάτιστο γέλιο. Μόνη αδυναμία της η ερμηνευτική ανισορροπία: καθώς οι ρόλοι επιτρέπουν την υπερβολή και τη διακωμώδηση, κάποιοι από τους ηθοποιούς μένουν σε μια εξωτερική, μεγαλόσχημη απόδοση. Απολαυστικότατοι αποδεικνύονται ο –αγνώριστος!- Θάνος Λέκκας στο διπλό (ή μήπως δεν είναι διπλός;) ρόλο του Κάρλτον Στόουν και του Γκίλμπερτ Φέι και ο Αλέξανδρος Βάρθης, ως Διευθυντής σκηνής.
Περισσότερες πληροφορίες
Αίμα στη σκηνή
Το έργο (με τίτλο που παραπέμπει στο ψεύτικο «αίμα» που χρησιμοποιείται στα θέατρα και στον κινηματογράφο) αφορά τη ζωή στο θέατρο ενός οικογενειακού θιάσου τρίτης κατηγορίας που βρίσκεται σε μία κάποια αμερικανική πόλη (Mudville, Λασπούπολη) και πρόκειται να παρουσιάσει «Άμλετ». Μόνο που για την δεδομένη παράσταση ο θίασος δεν έχει Οφηλία γιατί η ηθοποιός τους παράτησε. Ευτυχώς, μία γηγενής της Λασπούπολης, η Έλφι Φέι ξέρει τον ρόλο της σαιξπηρικής ηρωίδας κι έτσι αναλαμβάνει τον ρόλο. Επικεφαλής του θιάσου είναι ο Κάρλτον Στόουν ο πρεσβύτερος, κάποτε ένας σπουδαίος Άμλετ, περασμένης ηλικίας και πλέον εντελώς παραιτημένος. Τον Άμλετ παίζει πια ο γιος του, Κάρλτον Στόουν ο νεώτερος, που αν και διάδοχος της θεατρικής επιχείρησης, θα παραγκωνιστεί από την μητέρα του, Χέλγκα, και τον εραστή της, ηθοποιό του θιάσου, Έντμουντ. Oι αναφορές στην πλοκή του «Αμλετ» είναι σαφείς καθόλη την εξέλιξη του έργου. Βασικό ρόλο για την «επιτυχία» των παραστάσεων έχει ο Τζένκινς, ο διευθυντής σκηνής, ο οποίος κόλλησε το μικρόβιο του θεάτρου (αλλιώς, τρέχει στις φλέβες του stage blood) και θέλει να παρουσιάσει το δικό του avant-garde θεατρικό, τα «Ορυκτά καύσιμα».