Από τα πιο αγαπημένα και πολυπαιγμένα έργα του συγγραφέα, το "Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι" είναι παράλληλα και από τα πιο ζόρικα ως προς τη σκηνοθεσία του, καθώς το σημαντικό δραματικό γεγονός έχει ήδη συντελεστεί, δηλαδή οι συνθήκες θανάτου του Σεμπάστιαν, που γίνονται πεδίο ανελέητης μάχης μεταξύ της μητέρας του και της ξαδέρφης του. Είναι επίσης ένα άγριο, σκοτεινό έργο, που όμως "περιορίζεται" σε μια ρεαλιστική φόρμα. Η ομοφυλοφιλία του ήρωα, την οποία αδυνατεί να αποδεχθεί η μητέρα του, η νοσηρή προσκόλλησή της πάνω του, η σκοτεινή πλευρά ενός άνδρα που "ψάρευε" νεαρούς εραστές στα θερινά θέρετρα, το μαρτυρικό του τέλος σε συνθήκες κανιβαλισμού, του οποίου υπήρξε μάρτυρας η Κάθριν, το στίγμα της "τρέλας" και η απειλή της λοβοτομής για τη νεαρή κοπέλα˙ όλα αυτά τα τρομερά γεγονότα διαμορφώνουν ένα πλούσιο υπέδαφος, όμως τελικά μεταφέρονται μέσω εκτενών αφηγήσεων σε ένα έργο σύγκρουσης που εστιάζει στους χαρακτήρες. Υπάρχουν σύμβολα που μπορεί να εκμεταλλευτεί σκηνοθεσία, όπως ο χώρος δράσης, δηλαδή το θερμοκήπιο με τα δηλητηριώδη φυτά που καλλιεργούσε ο Σεμπαστιάν, όπως και η αυτοβιογραφική ταυτότητα του έργου, καθώς σε αυτό αναγνωρίζονται γνωστά στοιχεία από τη ζωή του συγγραφέα (ο χαρακτήρας της Κάθριν ως αντικατοπτρισμός της αδερφής του, ο ίδιος πίσω από τη φιγούρα του ποιητή, η ευνουχιστική μητέρα του ως κύρια Βέναμπλ).
Υπάρχουν όμως και δύο ισχυροί χαρακτήρες, η κυρία Βέναμπλ και η Κάθριν, και σε αυτούς εστίασε επιτυχημένα η σκηνοθεσία της Λίλλυς Μελεμέ. Η σκηνοθέτρια διάβασε δυναμικά και εύγλωττα τις κυρίαρχες ηρωίδες του έργου και μέσω αυτών όσα διακυβεύονται: η σύγκρουση μεταξύ αλήθειας και ψέματος, φωτός και σκοταδιού, η μάχη με τους προσωπικούς δαίμονες, η αποδοχή της σεξουαλικότητας, οι οικογενειακοί δεσμοί που κάποτε γίνονται δεσμά. Η Φιλαρέτη Κομνηνού δίνει μια σημαντική ερμηνεία, φωτίζει τις διαφορετικές πλευρές της ηρωίδας και αποκαλύπτει τις σκοτεινές τις όψεις, κυρίως τον χειριστικό της χαρακτήρα. Η Αναστασία Παντούση αντεπεξέρχεται με τσαγανό και εσωτερική δυναμική στον κλονισμένο ρόλο της Κάθριν, μιας κοπέλας που επιμένει στην αλήθεια παρά το βαρύτατο τίμημα.
Ο Δημήτρης Τσίκλης στο ρόλο του Γιατρού Κούκροβιτς ισορροπεί ωραία μεταξύ της επιστημονικής αποστασιοποίησης και της ανθρώπινης ενσυναίσθησης, ενώ η Λίλλυ Μελεμέ (Κυρία Χόλι) και ο Πάρις Λεόντιος (Τζορτζ) αποδίδουν τους ρόλους τους τονισμένα, ίσως επειδή πρόκειται για ανθρώπους που η αξιοπρέπειά τους έχει γίνει υποχείριο των επιθυμιών της κυρίας Βέναμπλ. Η μουσική και οι ήχοι (Σταύρος Γασπαράτος), οι φωτισμοί (Μελίνα Μάσχα) και το σκηνικό (Μικαέλα Λιακατά) προσδίδουν στην παράσταση ωραία όψη, δημιουργούν ατμόσφαιρα και παραπέμπουν στο τροπικό θέρετρο όπου πέθανε ο Σεμπάστιαν, αν και δεν επιθυμούν να ανασυστήσουν με έναν επιδραστικότερο τρόπο τα φρικτά γεγονότα και νοήματα που κρύβονται κάτω από τα λόγια.
Περισσότερες πληροφορίες
Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι
Η πλούσια και αυταρχική κυρία Βέναμπλ λάτρευε παθολογικά τον ποιητή γιο της Σεμπάστιαν και κάθε καλοκαίρι ταξίδευε μαζί του. Το περσινό καλοκαίρι, όταν για πρώτη φορά δεν τον συνόδεψε εκείνη, αλλά η νεαρή ξαδέρφη του Κάθριν, έμελλε να είναι το τελευταίο του, καθώς πέθανε κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες. Όταν η Κάθριν αφηγείται την πραγματικότητα γύρω από τον θάνατό του, η κυρία Βέναμπλ δεν την πιστεύει και προσπαθεί να πείσει τον νευροχειρουργό Τζον Κούκροβιτς να της κάνει λοβοτομή. Ο γιατρός προσπαθεί να κατανοήσει τη θέση της Κάθριν, η οποία θα τον εμπιστευτεί, όσο εκείνος βυθίζεται στον σκιερό κόσμο της οικογένειας.