Βλουτής, Καραμπέτη και Παππά δίνουν αξιοσημείωτες ερμηνείες βάσει μιας λεπτοδουλεμένης σκηνοθεσίας, όμως το ίδιο το κείμενο είναι αδύναμο – ένα εξεζητημένο φιλοσοφικό παίγνιο και μια μόνο δυνάμει ευφάνταστη διανοητική κατασκευή χωρίς αξιοσημείωτη θεατρικότητα ή διαλεκτική.
«Μπορώ να έχω ένα ποτήρι νερό;» η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη εκφέρει αυτήν την τόσο κοινή φράση με μια εξπρεσιονιστική υπερπόζα, σχοινοβατώντας ανάμεσα στο κωμικά γκροτέσκο και το αυτοσαρκαστικά υποβλητικό, που της προσδίδει νέα, αδιερεύνητα νοήματα και προκαλεί το παραξένισμα του θεατή. Όλος ο ρόλος της είναι, εξάλλου, μια εξεζητημένη κατασκευή-μαγνήτης του αλλόκοτου. Διότι υποδύεται ταυτόχρονα την αλλοτινή βαμπ του σινεμά Γκλόρια Σουάνσον και τον τελευταίο μεγάλο ρόλο της, τη Νόρμα Ντέσμοντ από την ταινία η «Λεωφόρος της Δύσης» («Sunset Bullevard», 1950).
Η Σουάνσον ήταν μια ιέρεια του αμερικανικού βωβού κινηματογράφου που έπεσε στην αφάνεια με την εμφάνιση του ομιλούντος κι επανέκαμψε διθυραμβικά με το προαναφερθέν αριστουργηματικό φιλμ νουάρ του Μπίλι Ουάιλντερ, παίζοντας μια ξεχασμένη σταρ του σινεμά – ουσιαστικά μια μυθοπλαστική παραλλαγή του εαυτού της. Στο «Στροχάιμ» η Γκλόρια και η Νόρμα ταυτίζονται και ο ρόλος αποκτά μία ακόμη διάσταση, εκείνη του μετα-καρτεσιανού οντολογικού επιχειρήματος: γίνεται δηλαδή κάτι σαν το φάντασμα-οπτική απόδειξη του επέκεινα (τόσο της ταινίας όσο και της μεταθανάτιας ζωής), καθώς εμφανίζεται ως προπομπός θανάτου για τον βαριά καταβεβλημένο Έριχ φον Στροχάιμ (Άκις Βλουτής), αλλοτινό σκηνοθέτη της Σουάνσον και συμπρωταγωνιστή της στη «Λεωφόρο της Δύσης».
Ο Δημητριάδης εμφανίζει κι ένα τρίτο πρόσωπο, την αφοσιωμένη σύζυγο του Στροχάιμ Ντενίζ (Αγλαΐα Παππά), δημιουργώντας έτσι κάτι σαν παραλλαγή στο «Κεκλεισμένων των θυρών» του Ζαν Πολ Σαρτρ, με ένα λόγο όμως που αναδιπλώνεται αντιχαιρετώντας με όρους νεωτερικότητας το αισθητικό θέατρο σκηνικών φαντασιών του Ανδρέα Στάικου. Αν ζαλιστήκατε από το λαβυρινθώδες των πληροφοριών, μην ανησυχείτε. Η επεξηγηματική σκηνοθεσία του Σταμάτη Φασουλή μάλλον αποτρέπει τη σύγχυση.
Ο Δημητριάδης αξιοποιεί το μύθο όσο και τη μυθολογία της «Λεωφόρου της Δύσης» και συνθέτει ένα μάλλον αδύναμο φιλοσοφικό παίγνιο. Στο «Στροχάιμ» η ιδέα του σινεμά ενδοβάλλει την ιδέα του θεάτρου και ο συγγραφέας διερωτάται για την αξία της τέχνης, την επίπλαστη κατασκευή του εαυτού, την αφήγηση ως ιδεολόγημα, τη σχετικότητα της λογικής κ.ά. Το σκεπτικό του είναι ερεθιστικό, αλλά η διαλεκτική του –όπως και η διαλείπουσα θεατρικότητα του έργου– δεν έχει δουλευτεί επαρκώς. Σε αντίθεση, μάλιστα, με την ταινία-σημείο εκκίνησης, δεν απαντώνται καν οι μνημειώδεις ατάκες και στιχομυθίες.
Μολονότι οι ηθοποιοί παίζουν ικανοποιητικά και η παράσταση είναι σκηνοθετικά καλοκουρδισμένη, αναρωτιέμαι σε ποιον απευθύνεται το «Στροχάιμ». τι σημαντικό προτείνει που δεν το έχει ήδη προτείνει η αριστουργηματική «Λεωφόρος της Δύσης». γιατί έπρεπε να ανεβεί στην Αθήνα των εκατοντάδων παραστάσεων και της παρούσας ιστορικής και πολιτικοκοινωνικής συγκυρίας αυτό το έργο και όχι κάποιο από τα τόσα άλλα, πιο άρτια και σημαντικότερα του πολυγραφότατου συγγραφέα. Αν πάντως δεν έχετε δει την ταινία του Μπίλι Ουάιλντερ, το έργο του Δημητριάδη, ως σχόλιο ή υποσημείωσή της, ευελπιστώ πως θα εξιτάρει την περιέργειά σας και θα την αναζητήσετε. Αυτό ίσως είναι και το σημαντικότερο κέρδος από αυτήν τη θεατρική πρόταση.
ΑΠΟ ΜΗΧΑΝΗΣ ΘΕΑΤΡΟ Ακαδήμου 13, Μεταξουργείο, 2105231131. Διάρκεια: 70΄.
Περισσότερες πληροφορίες
Στροχάιμ
Ένας στοχασμός πάνω στη ζωή και στο θάνατο, στο αληθινό και στο φανταστικό, με αφορμή τη «συνάντηση» του ηθοποιού και σκηνοθέτη του βωβού κινηματογράφου Έριχ φον Στροχάιμ με την ηρωίδα της ταινίας «Η Λεωφόρος της Δύσης» Νόρμα Ντέσμοντ