
Πώς είναι για εσάς η εμπειρία του να συμμετέχετε στην ομάδα του Στάθη Λιβαθινού, που φέτος συμπληρώνει 25 χρόνια πορείας; Ως νέο μέλος, πώς βιώνετε την ένταξή σας σε έναν τόσο δεμένο θεατρικό πυρήνα;
Είναι πολύ συγκινητικό. Υπάρχει μια φοβερή υποστήριξη προς τα νέα μέλη, καθώς τα παλαιότερα τα καθοδηγούν και τα βοηθούν. Είναι υπέροχο να παρατηρεί κανείς πώς δουλεύουν τη συγκέντρωσή τους, ο καθένας με τον δικό του, εντελώς διαφορετικό τρόπο. Θέλουν να σε κάνουν καλύτερο, και αυτό δεν είναι αυτονόητο. Είναι ένας πολύ στενός κύκλος, όπου υπάρχει φροντίδα από όλες τις πλευρές και με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Αυτή η καθοδήγηση που ανέφερα πριν δεν είναι απλώς θεατρική – είναι ουσιαστική, χωρίς όμως να γίνεται παρεμβατική. Είναι μια πολύ λεπτή ισορροπία. Σου δίνουν τον χώρο να εκτεθείς με την καλή έννοια, να δοκιμαστείς, να κάνεις λάθη, να αποτύχεις και να ξαναπροσπαθήσεις. Και όταν χρειαστείς στήριξη, όποιον από τους παλιούς κι αν προσεγγίσεις, θα είναι εκεί για σένα – και αυτό είναι φοβερό. Φυσικά, με τον δάσκαλό μας, Στάθη Λιβαθινό, η μέριμνα είναι ακόμα μεγαλύτερη.

Υπήρξε κάτι συγκεκριμένο στη ματιά του Λιβαθινού που σας βοήθησε να δείτε καλύτερα τον ρόλο της Τουραντό;
Ήταν ένας πολύ ιδιαίτερος χειμώνας, και ο χρόνος των προβών ήταν ελάχιστος – κάναμε περίπου έναν μήνα και κάτι πρόβες. Ο Στάθης Λιβαθινός πάντα καθοδηγεί εκ των έσω. Σε βοηθάει να συνδεθείς, να καταλάβεις σταδιακά. Σου πετάει το "μπαλάκι" σε κάτι που ποτέ δεν περίμενες, και ξαφνικά αναρωτιέσαι πώς γίνεται. Δική σου δουλειά είναι να ενώσεις αυτά τα στοιχεία, να ψάξεις τον ενδιάμεσο χώρο και να προτείνεις και εσύ κάτι. Σου δείχνει τεράστια εμπιστοσύνη, τόσο ξαφνικά που κάποιες φορές δεν ξέρεις τι να την κάνεις – αλλά εκεί βρίσκεται η ουσία. Προσπαθεί να κινητοποιήσει, να ενεργοποιήσει τον ηθοποιό. Ένα στοιχείο που μου άρεσε ιδιαίτερα ήταν η συνεχής ενασχόληση με τα κείμενα. Διαβάζαμε πολύ, κάτι που θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό. Τα βιβλία μάς συντρόφευαν, διαβάζαμε ποίηση, ακούγαμε πολλή όπερα, ψάχναμε θεατρολογικά στοιχεία, ακόμη και τα πιο "στεγνά" γεγονότα. Αυτό είναι ένα από τα πιο δημιουργικά κομμάτια αυτής της ομάδας: ό,τι μας εμπνέει σε σχέση με το έργο, το φέρνουμε ως υλικό, το διαβάζουμε, το μοιραζόμαστε στην πρόβα. Και αυτό δεν το κάνει μόνο ο καθένας για τον εαυτό του – όλοι φέρνουν υλικό για όλους. Όταν κάποιος βρίσκει κάτι που αφορά έναν άλλο ρόλο, το μοιράζεται. Αυτό είναι φοβερό. Είναι μια διαδικασία ολόκληρη, από την πρώτη στιγμή της πρόβας μέχρι την τελευταία παράσταση.
Και πώς βλέπετε την Τουραντό μέσα σε αυτό το πλαίσιο;
Μου αρέσει πολύ που το έργο έχει τη μορφή παραμυθιού, σαν να μη φοβάται να μας οδηγήσει σε σκοτεινές πτυχές των πραγμάτων – σε όλα αυτά τα πάθη, αλλά και στην τρυφερότητα. Και νομίζω πως μέσα σε αυτό βρίσκεται και η Τουραντό. Θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε νεαρή κοπέλα που γίνεται τρόπαιο για τους άλλους. Είναι κάτι πολύ αναγνωρίσιμο: μια νεαρή γυναίκα την οποία προσπαθούν να διεκδικήσουν με κάθε τρόπο. Εκείνη, όμως, εξαιτίας της ζωής της, αναγκάζεται να προτάξει αυτή τη σκληρότητα. Για την ίδια, είναι περισσότερο ζήτημα επιβίωσης. Νομίζω πως, όπως ο Καλάφ περιπλανάται χαμένος στον κόσμο, έτσι και εκείνη – αλλά μέσα σε ένα κλειστό κλουβί. Είναι εγκλωβισμένη. Κάνει μια εσωτερική περιπλάνηση, ψάχνοντας αυτό το "κάτι" που θα την συγκινήσει. Και το γεγονός ότι είναι ευθύς χαρακτήρας, νομίζω πως τελικά είναι ακόμα μεγαλύτερη ατυχία για εκείνη.

Η Τουραντό αντιστέκεται στην επιβολή, θέλει να ζήσει τη ζωή που η ίδια επιλέγει. Πιστεύετε ότι αυτό είναι ένα διαχρονικό ζήτημα που αφορά και τις γυναίκες σήμερα;
Οι γυναίκες πάντοτε διεκδικούν το δικαίωμα να επιλέγουν τον δικό τους δρόμο. Όμως, με διάφορους τρόπους, κάθε φορά κάτι επιβάλλεται πάνω τους. Μιλώντας από τη δική μου εμπειρία ως νεαρή κοπέλα, σίγουρα υπάρχει το ζήτημα της "ταμπέλας". Είναι κάτι που δεν μου αρέσει καν να αναφέρω, γιατί δεν πιστεύω σε αυτό. Μόλις αποδεχτούμε ότι υπάρχουν ταμπέλες, αρχίζουμε να νιώθουμε και το βάρος τους. Παρ' όλα αυτά, είναι πολύ εύκολο για κάποιον να προσπαθήσει να σε κατευθύνει, να σε κατατάξει κάπου, να σε ωθήσει σε έναν συγκεκριμένο δρόμο. Εδώ ακριβώς βρίσκεται και το ζήτημα της ευφυΐας της Τουραντό. Αντιστέκεται σε αυτό. Αντιστέκεται σθεναρά, με οποιοδήποτε κόστος. Είναι αποφασισμένη να το πάει μέχρι τέλους. Τη θεωρώ πολύ θαρραλέα και, με την καλή έννοια, θρασύτατη. Έχει αυτή τη στάση απέναντι στη ζωή: "Θα ζήσω ελεύθερη. Αυτή είναι η δική μου απόφαση". Κι όμως, ακούγεται εξωφρενικό – το να θέλει να ζήσει ελεύθερη, το να μη βρεθεί υπό τον ζυγό ενός άντρα. Και αυτό είναι κάτι που εξακολουθεί να μας αφορά.

Ψάχνοντας το ρόλο υπήρξε κάτι που σας δυσκόλεψε;
Δεν ξέρω αν έχω βρει απόλυτα την Τουραντό. Νομίζω πως είναι κάτι που διαμορφώνεται σταδιακά. Κάποιος είχε επισημάνει πρόσφατα ότι στις παραστάσεις με τον Στάθη Λιβαθινό, η πρεμιέρα δεν είναι το τέλος, δεν είναι απλώς η στιγμή που "δείχνουμε" κάτι – είναι η αρχή των πραγμάτων. Σίγουρα μαθαίνουμε και αλλάζουμε μέσα από τη διαδικασία, κατανοώντας καλύτερα τον ρόλο μας. Αυτό που με δυσκόλεψε ήταν ότι αρχικά την είχα στο μυαλό μου ως μια ποιήτρια βυθισμένη στη μοναξιά της, με έντονα ναρκισσιστικά στοιχεία. Δεν υπάρχει κάποιος ικανός να την προκαλέσει ώστε να αλλάξει. Αυτό το στοιχείο υπάρχει πολύ έντονα μέσα στο έργο, και δυσκολεύτηκα να το συνδέσω με την απόλυτη εξωτερική της σκληρότητα – ειδικά σε στιγμές που φτάνει στα βασανιστήρια. Καταλαβαίνω ότι ο πόνος και η μοναξιά την έχουν κάνει να νιώθει τρομακτικά μόνη. Δεν έχει κανέναν να στραφεί, αλλά ούτε και κάτι να της δώσει ελπίδα. Αυτό αναπόφευκτα δημιουργεί ένα σκληρό προσωπείο προς τα έξω. Δεν ήξερα, ωστόσο, πώς ακριβώς αυτά τα δύο συνδέονται. Στην παράσταση, δουλέψαμε βήμα-βήμα, κρίκο-κρίκο. Αφιερώσαμε μεγάλο μέρος στη μοναξιά της, γιατί η απόλυτη απομόνωση είναι, κατά κάποιον τρόπο, ένα σκληρό πρόσωπο απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό. Οπότε, είναι φυσικό να γεννήσει και μια σκληρότητα απέναντι στους άλλους.

Ποια είναι η ατμόσφαιρα και τα σκηνογραφικά στοιχεία που διαμορφώνουν τον κόσμο της Τουραντό;
Υπάρχουν πολλά στοιχεία στην παράσταση. Υπάρχουν τα στοιχεία του παλατιού, επηρεασμένα από την Commedia dell' Arte – οι ακόλουθοι του βασιλιά, του πατέρα της Τουραντό. Και μέσα από αυτόν τον κόσμο ξεπηδά ο Καλάφ, η ευγενική ψυχή. Στη σκηνή υπάρχει ο κόκκινος διάδρομος, που είναι ο διάδρομος του παλατιού με την κυριολεκτική του έννοια. Υπάρχει ο κεντρικός χώρος, λίγο πιο χαμηλά, ενώ ο εξωτερικός χώρος αποτελείται από διαδρόμους – τα πίσω μέρη του παλατιού. Υπάρχει, επίσης, ο χώρος του δωματίου, το κουβούκλιο, που μεταφέρεται μέσα στον κεντρικό χώρο. Η Ελένη Μανωλοπούλου έχει δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα σκοτεινού παραμυθιού, που αναδεικνύει αυτό το ακατόρθωτο. Στην παράσταση συμβαίνουν διάφορες συναντήσεις, όπως αυτή της Τουραντό και του Καλάφ, που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πού θα οδηγήσει. Νομίζουν πως εκείνος είναι απλώς ένας πρίγκιπας που θα λύσει τα αινίγματα και όλα θα εξελιχθούν αναμενόμενα. Όμως, υπάρχει μια άλλη, διαφορετική επικοινωνία μεταξύ τους. Εκείνος βλέπει κάτι άλλο σε εκείνη. Και εκείνη συγκινείται από αυτόν. Υπάρχει έντονα το στοιχείο της αναζήτησης της ταυτότητας: Ποιος είμαι; Ποιος είσαι εσύ; Ποια είμαι εγώ μέσα από τα δικά σου μάτια; Ο καθρέφτης. Η αντανάκλαση. Αυτή η υψηλή συνάντηση. Εμένα αυτό με συγκινεί πολύ.
Η Τουραντό βρήκε τον πρίγκιπά της. Πιστεύετε στους πρίγκιπες;
Δεν ξέρω αν η Τουραντό βρήκε τον πρίγκιπά της. Νομίζω πως αυτό που συμβαίνει είναι μια επικοινωνία, μια συνάντηση. Η αίσθηση ότι υπάρχει εκεί έξω ένας άνθρωπος που σε βλέπει. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει απαραίτητα μια ευτυχισμένη οικογενειακή ζωή. Στη στιγμή της πραγματικής τους συνάντησης, που είναι στο τέλος του έργου, μπορεί να συμβεί οτιδήποτε. Θα ενωθούν; Δεν θα ενωθούν; Θα τσακώνονται; Θα ζήσουν μαζί ή όχι; Το σημαντικό είναι πως αυτοί οι δύο πόλοι ήρθαν κοντά. Οι δύο νέοι κουβαλούν τελείως διαφορετικές δυσκολίες και διαδρομές, αλλά μοιάζει σαν από κοινού να ανακαλύπτουν μια αθωότητα. Και αυτό είναι κάτι που σπανίζει στην εποχή μας: η αθώα ματιά. Ο Καλάφ είναι μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση. Δεν είναι απλώς πρίγκιπας. Η ευγένειά του δεν προκύπτει από τον τίτλο του, αλλά από τον λόγο του, τις πράξεις του, την τόλμη του. Αυτά επιβεβαιώνουν διαρκώς ότι έχει μια ευγενική ψυχή. Και ναι, εγώ πιστεύω σε αυτό.

Μπορείτε να μας παρουσιάσετε τους χαρακτήρες του έργου;
Τον Καλάφ ερμηνεύει ο Βασίλης Ζαφειρόπουλος, ο οποίος μόλις ολοκλήρωσε τη σχολή του και συμμετέχει για πρώτη φορά στην ομάδα μας. Είναι υπέροχος. Η Βαλέρια Δημητριάδου υποδύεται την Αντέλμα, μια πρώην πριγκίπισσα που έχει δεινοπαθήσει – και, κατά κάποιον τρόπο, εξαιτίας της Τουραντό. Ο αδελφός της είχε έρθει να αναμετρηθεί μαζί της, αλλά έχασε τη ζωή του στα αινίγματα. Ως αποτέλεσμα, η Αντέλμα έχασε το βασίλειό της και κατέληξε υπηρέτρια του Αυτοκράτορα, πατέρα της Τουραντό. Ο Βασίλης Ανδρέου μαζί με τον Άρη Τρουπάκη είναι ακόλουθοι του Αυτοκράτορα Άλτουμ που υποδύεται ο Νίκος Καρδώνης. Η Αντέλμα έχει μια πολύ συγκινητική γραμμή μέσα στο έργο, μια καίρια και προσωπική στιγμή. Δεν υπάρχουν "δεύτεροι" και "πρώτοι" ρόλοι σε αυτή την παράσταση. Επιπλέον, ο Νίκος Καρδώνης παίζει και τον Τιμούρ, τον πατέρα του Καλάφ. Το γεγονός ότι υποδύεται και τους δύο πατεράδες έχει μεγάλο ενδιαφέρον – σαν να υπάρχει μια βαθύτερη συγγένεια μεταξύ των χαρακτήρων, ένας κοινός τόπος.

Η Ειρήνη Λαφαζάνη ερμηνεύει την Εζελίνα, μια γυναίκα από το Πεκίνο, η οποία βρίσκεται διαρκώς στο πλευρό της Τουραντό. Τη μητέρα της Τουραντό, τη Σκυρίνα, υποδύεται η Μαρία Σαββίδου. Ο λαός του Πεκίνου έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο μέσα στο έργο. Είναι μια φωνή που άλλοτε επιβιώνει και άλλοτε λειτουργεί ως καθρέφτης της Τουραντό. Η Μαρία Σαββίδου ερμηνεύει όχι μόνο τη Σκυρίνα, αλλά και τον Τρουφαλντίνο, τον ευνούχο και πειραχτήρι της αυλής. Ο Φοίβος Μαρκιανός υποδύεται τον Βαράχ Χασάν, έναν χαρακτήρα με ιδιαίτερη σημασία. Στο παρελθόν ήταν παιδαγωγός του Καλάφ στο βασίλειό του. Τώρα, στο Πεκίνο, έχει μια νέα ζωή στο πλευρό της Σκυρίνας ως Χασάν. Υπάρχει έντονο το παιχνίδι της μεταμφίεσης. Πολλοί χαρακτήρες δείχνουν κάτι άλλο από αυτό που είναι στην πραγματικότητα και έχουν τον δικό τους, κρυφό σκοπό. Αυτό, όμως, τονίζει ακόμα περισσότερο την καθαρότητα και την ειλικρίνεια των δύο νέων.
Περισσότερες πληροφορίες
Τουραντό – Η γυναίκα που μισούσε τους άντρες
Το έμμετρο ερωτικό παραμύθι, που ενέπνευσε την διάσημη όπερα του Τζάκομο Πουτσίνι, αφηγείται την ιστορία μιας γοητευτικής, σκληρής γυναίκας που δοκιμάζει τους επίδοξους μελλοντικούς συζύγους της, επιφυλάσσοντας θάνατο σε όποιον αποτυγχάνει. Το έργο γράφτηκε το 1762 και ανήκει στο είδος της fiabe teatrali (θεατρικά παραμύθια), ένα υβρίδιο φαντασίας και commedia dell’arte που εισήγαγε ο ίδιος ο συγγραφέας, μεγάλος ανταγωνιστής του Γκολντόνι. Η ιστορία είναι εμπνευσμένη από έναν κινέζικο θρύλο. Θα μπορούσε να ειδωθεί ως μια παράδοξη ελεγεία περί θυσίας, ένας σκοτεινός ύμνος στο ανθρώπινο πάθος ή μια αλληγορία για τη γυναικεία χειραφέτηση. Η παράσταση σηματοδοτεί την επέτειο των 25 χρόνων από την ίδρυση της ομάδας του Στάθη Λιβαθινού.