Πώς θα περιγράφατε στο κοινό τη δική σας "Δωδέκατη νύχτα" (που παρουσιάζεται από 7/10);
Η παράστασή μας εκφράζει αυτό που αναφέρει ο τίτλος, δηλαδή μια νύχτα γιορτής προερχόμενη από τα Σατουρνάλια. Σε αυτή την άγρια κατάσταση αποκριάς τα φύλα μπερδεύονται, οι ερωτικές επιθυμίες εκφράζονται χωρίς όριο, το αλκοόλ ρέει και οι άνθρωποι, με τη βοήθεια της μουσικής, βρίσκονται σε μια έκσταση χορού, έρωτα και ονείρου.
Και τι ήταν αυτό που σας παρακίνησε να ανεβάσετε το συγκεκριμένο έργο του Σαίξπηρ;
Καταρχάς, η ίδια η σαιξπηρική υπογραφή. Ο Σαίξπηρ είναι ο αγαπημένος μου συγγραφέας. Τα κείμενά του αναδεικνύουν πολύ ανάγλυφα την ανθρώπινη κατάσταση, τις αυταπάτες μας, τα πάθη, αλλά και την κωμωδία που είναι ο έρωτας, όπως στο έργο μας. Με τράβηξε πολύ και το γεγονός ότι πρόκειται για ένα παιχνίδι ρευστότητας των φύλων. Η επιθυμία δεν έχει συγκεκριμένη ταυτότητα φύλου, αλλά εκφράζεται με την απόλυτη μορφή της. Αυτό δημιουργεί ένα όμορφο μπλέξιμο και καθιστά την παράστασή μας ιδιαίτερα επίκαιρη, αφού τέτοια θέματα μας απασχολούν σημαντικά αυτόν τον καιρό.
Πράγματι, ολοένα περισσότερες παραστάσεις έχουν τέτοια θεματολογία, γεγονός που με φέρνει στην επόμενη ερώτηση: Πιστεύετε ότι μιλάμε για "μόδα" ή για κάτι που όντως απασχολεί δημιουργούς και κοινό;
-Υπάρχει κάποια συμβουλή από τους δασκάλους σας που την κρατάτε ακόμη;
Γιάννης Κακλέας: Να μην κάνω τους θεατές να πλήττουν.
Μόδα δεν είναι, γιατί το έργο γράφτηκε πριν πέντε αιώνες. Αυτό σημαίνει ότι η ρευστότητα του φύλου και της σεξουαλικότητας εξακολουθεί να υπάρχει και να απασχολεί την κοινωνία. Ορισμένες φορές, στα κοινωνικά σύνολα, κάποια ζητήματα λαμβάνουν περισσότερη ορατότητα και άλλα λιγότερη. Είναι αλήθεια, όμως, ότι σε αυτήν τη φάση το θέμα αυτό είναι ιδιαίτερα ορατό –και καλά κάνει– και έχει ένα ενδιαφέρον που ασχολούμαστε θεατρικά και ποιητικά μαζί του.
Παλιότερα είχατε δηλώσει: "Η ψυχή μου είναι στην πλευρά της ανατροπής". Υπάρχει κάτι που θα μας ξαφνιάσει στη δική σας "Δωδέκατη νύχτα";
Πιστεύω πως ναι. Εμείς βλέπουμε το έργο σαν ένα σκοτεινό παραμύθι με έντονα πάθη και μια απρόσμενη κωμικότητα. Υπάρχει ένα στοιχείο εξωφρενικό στον τρόπο με τον οποίο δουλεύουμε και αυτό θα το διαπιστώσετε όταν το δείτε.
Μιας και βρισκόμαστε στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης, δεν θα μπορούσα να μη σας ρωτήσω πώς αισθάνεστε που επιστρέφετε στον "τόπο του εγκλήματος", εδώ που ξεκινήσατε τις σπουδές σας ως ηθοποιός. Αλήθεια, γιατί διαλέξατε αυτόν το χώρο;
Τον διάλεξα προκειμένου να επαναφέρω στο μυαλό και το σώμα μου όλη την εμπειρία που πέρασα ως μαθητής. Βιώνω το σήμερα με μια έντονη αίσθηση του χθες και ξαναγεννιούνται στη μνήμη μου όλες οι εμπειρίες που είχα από τότε που, βλέποντας τον Κάρολο Κουν να σκηνοθετεί, ένιωθα ότι η μαγεία του θεάτρου με κατέκλυζε. Και, αλήθεια, αυτό νιώθω όταν υπάρχω εδώ: μαγεία.
Ερχόμενος από δύο πρόσφατες επιτυχημένες δουλειές (τον "Τυχαίο θάνατο ενός αναρχικού" και τον "Μισάνθρωπο") αισθάνεστε κάποια πίεση να παρουσιάσετε κάτι "αντάξιό τους";
Κάθε άλλο. Υπάρχει ένα παρελθόν που έχει σημαδέψει εμένα και τα άλλα παιδιά του Τεχνοχώρου. Είχαμε ανεβάσει, κάποτε, το "Καπέλο από ψάθα Ιταλίας" κι είχαμε ουρές. Το κατεβάσαμε και ανεβάσαμε το "Ρομπέρτο Τσούκο", που δεν είχε καθόλου τη διάθεση της επιτυχίας, όμως ήταν κάτι που έπρεπε να γίνει οπωσδήποτε, ώστε να αλλάξει το προηγούμενο κλίμα που πιστεύαμε ότι αλλοίωνε τη σύσταση του κοινού μας. Δεν με ενδιαφέρει, λοιπόν, η επιτυχία. Κάθε παράσταση είναι μια καινούργια περιπέτεια και το αν θα πετύχει δεν εξαρτάται μόνον από μένα. Ή μάλλον από κανέναν δεν εξαρτάται. Είναι μια περίεργη χημεία την οποία επιβεβαιώνει ο κόσμος.
Έχετε σκηνοθετήσει στην καριέρα σας πάνω από 120 παραστάσεις. Υπάρχει κάποιος συγγραφέας ή έργο με το οποίο δεν έχετε καταπιαστεί και θα το θέλατε;
Βεβαίως. Ο Τσέχοφ. Είναι ένας συγγραφέας που τον αφήνω μέχρι να μεγαλώσω λίγο ακόμη (γέλια) ώστε να μπορέσω να κάνω μια βουτιά στον γοητευτικό κόσμο του.
Και από την πείρα σας αυτή, έχετε καταλάβει τι είναι αυτό που τελικά "τραβάει" ένα θεατή;
Θεωρώ ότι όταν "παντρεύεται" η οποιαδήποτε προσωπική αναζήτηση με το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο που όλοι βιώνουμε (ένα πλαίσιο καταπιεστικό, σχεδόν βάρβαρο και επιθετικό στις ψυχές των ανθρώπων) και όταν, παράλληλα, αυτό γίνεται με την ανάδειξη χιουμοριστικών πλευρών, τότε ο θεατής ευφραίνεται. Και αυτό επειδή βλέπει μια παράσταση που σχετίζεται με το προσωπικό και το κοινωνικό χωρίς μιζέρια και θλίψη, αλλά με την ανατροπή που προσφέρει το γέλιο. Έτσι, αισθάνεται ανακούφιση και γίνεται δυνατότερος.
Ποιο είναι το σημαντικότερο πράγμα που έχετε αποκομίσει όλα αυτά τα χρόνια καλλιτεχνικής πορείας;
Αυτό το οποίο όλοι οι δάσκαλοί μας μας το ανέφεραν ως επιδίωξη: την αυτογνωσία. Να γνωρίσουμε, δηλαδή, περισσότερο τους εαυτούς μας, τον κόσμο, μήπως και καταλάβουμε περισσότερα πράγματα. Αυτός είναι ο στόχος αλλά και η δυσκολία του θεάτρου – και της ίδιας της ζωής.
Υπάρχει κάποια συμβουλή από τους δασκάλους σας που την κρατάτε ακόμη;
Να μην κάνω τους θεατές να πλήττουν.
Περισσότερες πληροφορίες
Δωδέκατη νύχτα ή ό,τι επιθυμείτε
Δύο δίδυμα αδέλφια, η Βιόλα και ο Σεμπάστιαν που μοιάζουν σαν δύο σταγόνες νερό, μετά από ένα ναυάγιο βρίσκονται σ΄έναν άγνωστο τόπο χωρίς να ξέρει ο ένας την τύχη του άλλου. Η Βιόλα για λόγους επιβίωσης ντύνεται άντρας και τότε ξεκινούν τα μπερδέματα. Τα πρόσωπα του έργου, στην αναζήτηση του ερωτικού τους συντρόφου, μπερδεύονται περίτεχνα με τα είδωλα τους, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια ρευστή εικόνα ερωτικής ταυτότητας και να εμφανιστούν οι πολλαπλές, πολύμορφες σεξουαλικές ταυτότητές τους. Το πάθος, η εναλλαγή φύλων, η τρέλα, η ερωτική παρεξήγηση συγκρούονται με τον πουριτανισμό και την αυστηρή ηθική δομή μιας κοινωνίας μη ερωτικής.