Πώς δημιουργήθηκαν οι Elephas tiliensis;
Οι Elephas tiliensis γεννήθηκαν από την ανάγκη της Δέσποινας Αναστάσογλου και τη δική μου να επικοινωνήσουμε σκηνικά τον τρόπο που εμείς αντιλαμβανόμαστε το θέατρο. Η αρχή έγινε με το διήγημα της Ζυράννας Ζατέλη "Περσινή αρραβωνιαστικιά" και από τότε έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Έχουμε ασχοληθεί εκτενώς με τη μεταφορά λογοτεχνίας στο θέατρο, έχουμε κάνει κείμενα κλασικά και πολλά νεοελληνικά. Ο ελληνικός λόγος είναι κάτι που μας αφορά πολύ. Η ενασχόλησή μας με τη δραματουργία και το ενδιαφέρον μας για την παραγωγή λόγου γέννησε τη "Ζάχαρη".
Πώς είναι η εμπειρία του να λειτουργείτε σε ένα μοτίβο σκηνοθετικού διδύμου με την Δέσποινα Αναστάσογλου;
Η ομάδα ξεκίνησε με τους δυο μας ως δίδυμο, οπότε είναι για μας ο αυτονόητος τρόπος να δουλεύουμε, παρότι ο καθένας εργάζεται και ως μονάδα ανεξάρτητα. Έχουμε τα ίδια γούστα και κοινό σκεπτικό σε σχέση με τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τι έχει για μας νόημα στο θέατρο σήμερα. Επίσης, μας απασχολεί εξίσου για ποιο λόγο να έρθει κάποιος στο θέατρο αυτήν την εποχή, κάτι που πλέον είναι πολύ δύσκολο για τον θεατή. Είναι πάρα πολλές οι προσλαμβάνουσες και τα ερεθίσματα που έχει και είναι πολύ δύσκολο να καταφέρεις να τον συγκεντρώσεις και να τον συγκινήσεις σε ένα θέαμα ζωντανό, που απαιτεί την ενεργό του παρουσία, τη συγκέντρωσή του, τη ματιά του, την αναπνοή του. Φυσικά, δεν λείπουν μεταξύ μας οι εντάσεις και οι διαφωνίες, άλλα αυτό είναι μέρος της δημιουργικής διαδικασίας. Όλες οι διαφωνίες, όμως, συγκλίνουν πάντα στον ίδιο στόχο, δηλαδή στον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τα πράγματα. Η όποια διαφωνία πάντα προκύπτει από την ανάγκη να βρεθεί ο καλύτερος δυνατός τρόπος να επικοινωνήσει το περιεχόμενο της παράστασης που ετοιμάζουμε με τους θεατές. Έχουμε βρει την κατάλληλη ισορροπία για να προχωρά δημιουργικά ο ένας τον άλλον και να κάνουμε ένα βήμα παραπέρα σε κάθε καινούργια μας δουλειά.
Στις παραστάσεις σας μέχρι στιγμής βασίζεστε ως επί το πλείστον σε λογοτεχνικά κείμενα. Με ποια αφορμή γράψατε το πρώτο αμιγώς δικό σας θεατρικό έργο;
Όπως ανέφερα, μας ενδιαφέρει πολύ ο λόγος και επίσης στην επεξεργασία των παραστάσεών μας που βασίζονται στη λογοτεχνία, πάντα ψάχνουμε να βρούμε τον τρόπο που θα επικοινωνήσει το εκάστοτε κείμενο με την παράσταση γιατί μιλάμε για μια άλλη γλώσσα. Είναι άλλη η γλώσσα της λογοτεχνίας από τη γλώσσα του θεάτρου. Αυτό συνεπάγεται συστηματική ενασχόληση με τη δραματουργία και την παραγωγή κειμένου, όποτε με έναν τρόπο η διαδικασία της συγγραφής μου ήταν πολύ οικεία. Η διαφορά υπήρξε στο ότι πάντα υπήρχε ένα πρωτογενές υλικό στο οποίο βασιζόμασταν για να γεννηθεί και να προκύψει το κείμενο της εκάστοτε παράστασης, ενώ αυτή τη φορά η εκκίνηση ήταν προσωπική, το ίδιο και η ανάγκη. Δηλαδή, μια προσωπική ιστορία και πολλές σκέψεις γύρω από την επιρροή της οικογένειας στον ψυχισμό και την μετέπειτα εξέλιξη κάθε ανθρώπου με κέντρισαν στο να μπω στη διαδικασία της γραφής. Η σκέψη υπήρχε χρόνια, το ίδιο και το υλικό σκόρπια εδώ κι εκεί. Δεσμεύτηκα με τον εαυτό μου να το ολοκληρώσω για να κάνω την ιδέα και τη σκέψη μου σκηνική πράξη. Πέρυσι η "Ζάχαρη" πήρε την οριστική της μορφή και τολμώ να πω ότι είναι μια πολύ πρωτόγνωρη αίσθηση γιατί πρόκειται να πούμε λόγια και να αφηγηθούμε μια ιστορία που τα αυτιά των θεατών που θα έρθουν, θα την ακούσουν για πρώτη φορά, οπότε υπάρχει η αγωνία και η προσμονή της πρόσληψης, όχι μόνο της παράστασης πια, αλλά και του ίδιου του έργου.
Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης σας για τη "Ζάχαρη";
Αναρωτιόμουν, είναι δυνατόν κάποιος να ξεφύγει από αυτά τα οικογενειακά μοτίβα, τα οποία συναντάει από την πρώτη μέρα που έρχεται στον κόσμο ή είναι αναγκασμένος να ακολουθεί αυτή τη ροή σαν χαμστεράκι μέσα στο κλουβί; Έχοντας υπάρξει ο ίδιος παιδί και όντας τώρα ο ίδιος πατέρας δύο παιδιών αυτό το ερωτηματικό και αυτή η σκέψη με παρακίνησε στο να ψάξω μέσω μιας θεατρικής αφήγησης το πώς και αν μπορούμε να είμαστε ελεύθεροι από την πηγή μας, την πρώτη μας φωλιά, την οικογένεια.
"Ένας φοιτητής μιας δραματικής σχολής βρίσκεται στη σχολή από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ κάθε μέρα. Η τέχνη απαιτεί πάρα πολύ κόπο, δεν είναι καθόλου χόμπι, δεν είναι πάρεργο, είναι δουλειά. Επειδή τυχαίνει να είναι μια δουλειά που προκαλεί ευχαρίστηση σε αυτόν που την κάνει δε σημαίνει ούτε ότι δεν πρέπει να πληρώνεται, ούτε ότι πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένας τύπος που κάνει την πλάκα του”.
Ποια θέματα διαπραγματεύεται το έργο;
Η "Ζάχαρη" αποτελεί μια σύζευξη ρεαλιστικών και υπερρεαλιστικών στοιχείων. Χρησιμοποιεί τη σάτιρα, το γκροτέσκο και το μαύρο χιούμορ. Ως δραματουργικό εύρημα έχουμε το πλαίσιο μιας οικογενειακής θεραπείας, στην οποία συμμετέχουν ο νεκρός πατέρας, ο γιος, η κόρη και η μητέρα. Ασκεί κριτική στον καθωσπρεπισμό και στις παραδόσεις, στον μικροαστισμό που εμποδίζει την ψυχική επιθυμία να εκφραστεί ελεύθερα και τον άνθρωπο να ζήσει σύμφωνα με αυτήν. Τα πρόσωπα θέλουν να αποδράσουν αλλά δεν ξέρουν τον τρόπο. Συνυφαίνεται παράλληλα το ρηχό με το βαθύ και το σοβαρό με το γελοίο. Αντιμετωπίζουμε ισότιμα τα πρόσωπα που συμμετέχουν στην ιστορία. Κρίνεται ο θεσμός της οικογένειας αλλά προσπαθούμε να αποτυπώσουμε την αιτία της διαιώνισης αυτών των νοοτροπιών. Οι ήρωες συμπεριφέρονται και κάνουν πράγματα επειδή τα έχουν ήδη υποστεί, έτσι έχουν μάθει να λειτουργούν. Τα σχήματα αυτά κυριαρχούν στην ελληνική κοινωνία στο παρελθόν και στο παρόν. Αναπόφευκτα η οικογένεια είναι η ελληνική κοινωνία σε αναγωγή -το ασφυκτικό κλίμα, οι συμβάσεις, οι συμβιβασμοί, οι απόπειρες απελευθέρωσης, οι απειλές όταν κάποιος πάει να απελευθερωθεί, να αποδράσει. Το έργο μιλά για τη δυνατότητα αυτοδιάθεσης και αυτοπροσδιορισμού. Γεννιόμαστε και η πρώτη μας επαφή με την κοινωνία είναι η μικρή κοινωνία από την οποία προερχόμαστε και εκεί μέσα μαθαίνουμε να λειτουργούμε, να αντιλαμβανόμαστε και να ανταποκρινόμαστε στο περιβάλλον. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο υιοθετούμε τα μοτίβα τα οποία μετά διατηρούμε και στην ενήλικη ζωή μας, τα οποία μπορεί να λειτουργούν δημιουργικά αλλά μπορεί να λειτουργούν και απολύτως δεσμευτικά. Η ίδια αυτή η σκέψη με οδήγησε στο να αφηγηθώ αυτή την ιστορία την οποία θα την χαρακτήριζα κωμωδία μαύρη και πικρή, καθώς το χιούμορ είναι καταλυτικός παράγοντας πάντα στο πως αντιλαμβάνομαι και προσλαμβάνω όσα μου συμβαίνουν. Συγκεκριμένα η αγία ελληνική οικογένεια, η οποία έχει μελετηθεί ειδικά για τις ιδιαιτερότητές της είναι ένας πυρήνας ο οποίος μπορεί να τροφοδοτήσει με πολλή αγάπη τα παιδιά του αλλά ταυτόχρονα και να τα φορτώσει βαρίδια που δεν τα αφήσουν, να πετάξουν και να ελευθερωθούν. Αυτή είναι η βασική μου σκέψη για τη "Ζάχαρη".
Ποιο ρόλο ερμηνεύετε στην παράσταση και ποιους οι συμπρωταγωνίστριες σας;
Το έργο είναι έτσι γραμμένο ώστε όλοι αναλαμβάνουν διπλό ρόλο. Ο κάθε ρόλος από τους δύο που ερμηνεύει καθεμιά/καθένας μας είναι το αρνητικό του άλλου. Οι ρόλοι αναδιπλασιάζονται ώστε να είναι δυσδιάκριτο ποιο κομμάτι βλέμματος είναι ποιανού. Όπως λέει ο Ζενέ: "Μισούν ο ένας τον άλλον, αλλά με αγάπη". Εγώ ερμηνεύω τον πατέρα του έργου και τον γιο, η Τατιάνα Άννα Πίττα ερμηνεύει τη μητέρα και μία ψυχίατρο και η Ελίνα Ρίζου την κόρη της κρυφής οικογένειας του πατέρα, η οποία αποκαλύπτεται μετά τον αιφνίδιο θάνατό του και μια αδερφή νοσοκόμα. Όλα αυτά τα πρόσωπα συναντιούνται και οδηγούνται σε μία νέα εμπειρία.
"Το τρίπτυχο πατρίς - θρησκεία - οικογένεια είναι βαθιά ριζωμένο στη συνείδησή μας και οποιαδήποτε παρέκκλιση θεωρείται προβληματική. Αυτό έχει δημιουργήσει ένα ενοχικό σύνδρομο με αποτέλεσμα να μην μένει χώρος να αναπνεύσει κάποιος που δεν συμβαδίζει με τον μέσο όρο. Έτσι καταλήγουμε σε παραβατικές και κακοποιητικές συμπεριφορές, γιατί δεν μπορούμε να αντιληφθούμε τι είναι αυτό που μας τρώει μέσα μας”.
Τι πιστεύετε ότι έχουμε κληρονομήσει ως έθνος από τις προηγούμενες γενιές;
Το τρίπτυχο πατρίς - θρησκεία - οικογένεια είναι βαθιά ριζωμένο στη συνείδησή μας και οποιαδήποτε παρέκκλιση θεωρείται προβληματική. Αυτό νομίζω έχει δημιουργήσει ένα ενοχικό σύνδρομο, πολλά κρυφά πάθη και μυστικά, πνιγμένες προσωπικότητες και πνιγμένες ζωές και αντιλήψεις. Ως αποτέλεσμα δεν μένει χώρος να αναπνεύσει κάποιος που δεν συμβαδίζει με τον μέσο όρο. Έτσι καταλήγουμε στα φαινόμενα που έχουν εκτιναχθεί τον τελευταίο καιρό, όπως παραβατικές και κακοποιητικές συμπεριφορές, βιασμούς, αυτοκτονίες, κατάθλιψη, γιατί δεν μπορούμε να αντιληφθούμε τι είναι αυτό που μας τρώει μέσα μας και πόσο ο ίδιος ο περίγυρος δεν αφήνει τον ίδιο τον εαυτό μας να ανθίσει και να βρει τον δρόμο του, όποιος κι αν είναι αυτός. Και το βλέπουμε παντού, σε όλα τα πεδία, από το ότι έπρεπε να γίνουμε όλοι αναγκαστικά γιατροί ή δικηγόροι, μέχρι την αντίληψη ότι η ομοφυλοφιλία θεωρείται παρέκκλιση. Ακόμα και τώρα στη χώρα μας ένα ομοφυλόφιλο ζευγάρι δεν έχει την δυνατότητα να παντρευτεί ή να υιοθετήσει ένα παιδί, ό, τι για όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους θεωρείται αυτονόητο. Όλη αυτή η καταπίεση γεννά τη βία. Οπότε νομίζω χρειάζεται πραγματικά να καταφέρουμε να εκπαιδεύσουμε τελείως διαφορετικά τον εαυτό μας χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το παραδοσιακό μοτίβο πρέπει να το πετάξουμε. Είναι αναγκαίο, όμως, να προχωρήσουμε γιατί η παράδοση γεννήθηκε μες στον χρόνο, αλλά ο χρόνος προχωράει και οι άνθρωποι εξελίσσονται οπότε πρέπει να επανεφευρίσκουν την ταυτότητά τους.
Πώς σχολιάζετε το Προεδρικό διάταγμα 85 που εξισώνει τους απόφοιτους των δραματικών σχολών με απόφοιτους λυκείου;
Αυτό παραδείγματος χάριν είναι χαρακτηριστικό για το πως αντιμετωπίζει η πολιτεία τους καλλιτέχνες. Επιβεβαιώνει, δηλαδή, τη θέση της πολιτείας ότι οι καλλιτέχνες ακόμα κι αν έχουν εκπαιδευτεί σε μία σχολή -εποπτευόμενη από το ίδιο το κράτος μάλιστα-, αυτή η σπουδή δεν μετράει. Μετά από τρία χρόνια εντατικών σπουδών θεωρείσαι ανειδίκευτος εργάτης. Εγώ διδάσκω σε δραματική σχολή και όλοι οι σπουδαστές, κι εμείς οι ίδιοι, περνάμε μια ολόκληρη διαδικασία ελέγχου από το Υπουργείο Πολιτισμού. Και μετά από όλον αυτόν τον έλεγχο έρχεται ένα προεδρικό διάταγμα, το οποίο αποφαίνεται ότι αυτή η εκπαίδευση, αφού ολοκληρωθεί, είναι σα να μην έγινε, ότι θεωρούμαστε όλοι ανειδίκευτοι, απόφοιτοι Λυκείου. Αυτό πέρα από το οικονομικό σκέλος και τις συνέπειες που έχει στη μισθοδοτική κατάταξη και στη δυνατότητα κάποιος να διεκδικήσει μια θέση στο Δημόσιο εφόσον το επιθυμεί, δεν επιτρέπει σε κάποιον να μπορέσει να κάνει ένα μεταπτυχιακό στη χώρα μας ή στο εξωτερικό και γενικά απαξιώνει όλο αυτόν τον κόπο, ο οποίος σας διαβεβαιώνω ότι είναι πάρα πολύς. Ένας φοιτητής μιας δραματικής σχολής βρίσκεται στη σχολή από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ κάθε μέρα και τα σαββατοκύριακα. Γενικά η τέχνη απαιτεί πάρα πολύ κόπο, δεν είναι καθόλου χόμπι, δεν είναι πάρεργο, είναι δουλειά. Επειδή τυχαίνει να είναι μια δουλειά που προκαλεί ευχαρίστηση σε αυτόν που την κάνει δε σημαίνει ούτε ότι δεν πρέπει να πληρώνεται, ούτε ότι πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένας τύπος που κάνει την πλάκα του. Αυτές οι αντιλήψεις φέρνουν και όλα αυτά που συζητούσαμε νωρίτερα. Έχουμε συνεχώς τη νοοτροπία ότι είμαστε το λίκνο του πολιτισμού και απαξιώνουμε τον σύγχρονο πολιτισμό μας. Δε σταματάει ο πολιτισμός στον Παρθενώνα. Ο πολιτισμός είναι κάτι ζωντανό που επιβεβαιώνεται καθημερινά στη ζωή μας. Οπότε θεωρώ ότι η πολιτεία πραγματικά πρέπει να εξετάσει σε πολύ βάθος όλο αυτό το φαινόμενο και να υπάρξει ένας σχεδιασμός ουσιαστικός σε σχέση με την πολιτική διαχείριση σε όλους τους τομείς όλων των τεχνών, από την εκπαίδευση μέχρι την παραγωγή.
Περισσότερες πληροφορίες
Ζάχαρη
Στην πρώτη του συγγραφική απόπειρα, ο Δ. Αγαρτζίδης μιλάει για την αγία ελληνική οικογένεια σε μια μαύρη κωμωδία για την αποποίηση της κληρονομιάς της ενοχής.