«Τα Αξύριστα Πηγούνια είναι ένα λαϊκό έργο»
Ιεροκλής Μιχαηλίδης, Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος και Λαμπρινή Αγγελίδου. Τρεις άνδρες και μια νεκρή στριπτιζέζ στον προθάλαμο ενός νεκροτομείου. Ο πρωτοεμφανιζόμενος στο χώρο του θεάτρου συγγραφέας Γιάννης Τσίρος μας μιλά για το έργο του «Αξύριστα Πηγούνια» (Α΄ κρατικό βραβείο στο θεατρικό διαγωνισμό Υπουργείου Πολιτισμού 2004) που μόλις ανέβηκε στο θέατρο Πόρτα σε σκηνοθεσία του Θανάση Παπαγεωργίου.
Ας γνωριστούμε με μια ερώτηση-κλισέ: ο συγγραφέας γεννιέται ή γίνεται;
Κάθε άνθρωπος μπορεί να γίνει συγγραφέας. Το πιστεύω αυτό. Αυτό όμως που δεν μπορεί ο καθένας ν' αντέξει είναι η επίπονη διαδικασία απομόνωσης που η συγγραφή απαιτεί^ το ότι τελικά γίνεσαι ένα αγρίμι κλεισμένο σ' ένα δωμάτιο. Τι θα συνέβαινε αν ξαφνικά άρχιζαν να γράφουν όλα αυτά τα δισεκατομμύρια ανθρώπων που κατοικούν στον πλανήτη; Α, είμαι πολύ περίεργος! Πιθανότατα θα ανέτρεπαν αυτό που αποκαλούμε «συγγραφική τέχνη» και θα ξεπηδούσαν νέες, πρωτόγνωρες μορφές λογοτεχνίας που ούτε καν τις φανταζόμαστε. Πώς στο «Σφαίρες πάνω από το Μπρόντγουεϊ» του Γούντι Άλεν ένας μαφιόζος έλκεται από το θέατρο κι αρχινά να γράφει έργα; Ίσως τελικά τους μεγαλύτερους συγγραφείς να μην τους γνωρίσουμε ποτέ...
Ανατρέχοντας στο βιογραφικό σας, παρατηρεί κανείς πως έχετε ασχοληθεί επαγγελματικά με τη δημοσιογραφική φωτογραφία, το ραδιόφωνο, το σχεδιασμό κοσμημάτων, τη μουσική, τη στιχογραφία, τη θεατρολογία, το κινηματογραφικό σενάριο...Κι αυτά δεν είναι ούτε το ένα εκατοστό αυτών με τα οποία έχω κατά καιρούς καταπιαστεί! Αναμετρήθηκα στη ζωή μου με ένα πλήθος ασχολιών. Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του '80 άρχισα και τις πρώτες μου απόπειρες να γράψω για το θέατρο. Το ότι τώρα παίζονται τα «Αξύριστα Πηγούνια» το αντιμετωπίζω σαν ένα μέρος μιας πορείας, κατά τη διάρκεια της οποίας πολύ συχνά έχανα την πίστη στον εαυτό μου^ δεν είχα όμως και κάτι καλύτερο να κάνω, οπότε συνέχιζα να γράφω!
Πώς επιβιώνει λοιπόν ένας Έλληνας συγγραφέας;Δύσκολα! Αν δινόταν συχνότερα η ευκαιρία στους νέους Έλληνες συγγραφείς να παρουσιάσουν τα έργα τους, τότε -σας το εγγυώμαι- θα γίνονταν καλύτεροι. Το να γράφεις για το συρτάρι σου είναι βαθιά τραγικό, κάτι σαν ατελέσφορος έρωτας. Ακόμη όμως κι όταν τα έργα τους ανεβαίνουν, οι αναγνώσεις τους είναι συνήθως «βιαστικές», ίσως να φταίει το ότι κανείς δεν γίνεται προφήτης στον τόπο του. Όχι ότι πιστεύω πως υπάρχουν προφήτες, τρόπος του λέγειν. Απλώς διερωτάται κανείς: «Έχουν υπάρξει τόσοι μεγάλοι συγγραφείς στην ιστορία της ανθρωπότητας. Εγώ τώρα τι θέλω και γράφω;». Είναι όμως σαν να λες «έχουν υπάρξει τόσοι άνθρωποι στον κόσμο. Τι νόημα έχει η δική μου ύπαρξη ή γιατί να φέρω ένα παιδί στον κόσμο;» Οπότε συνεχίζεις να γράφεις...
Τι σημαίνει για εσάς η βράβευση του Υπουργείου Πολιτισμού;
Τη χάρηκα και τη γιόρτασα για λίγες μέρες. Η βράβευση όμως ξεχνιέται. Είναι μεγάλη η αγωνία και η αβεβαιότητα για το πώς θα «πατήσει» πάνω στη σκηνή αυτό που έχω γράψει^ φανταστείτε ότι κατά τη διάρκεια των προβών των «Αξύριστων Πηγουνιών» ξεκίνησα να γράφω το επόμενο θεατρικό μου έργο μήπως και ξεφύγω... Τα πιο σημαντικά εξάλλου είναι όσα έχουν συντελεστεί πριν από τη στιγμή της βράβευσης, όπως και όσα θ' ακολουθήσουν. Γενικότερα, τα γεγονότα καθαυτά δεν με ενδιαφέρουν τόσο όσο οι συνέπειές τους. Όσα έπονται. Εκεί στέκομαι εκστατικά.
Όπως δηλαδή στο έργο σας, όπου παρακολουθούμε τις συνέπειες της συνάντησης τριών ανδρών με μια μετανάστρια. Αλήθεια, κοιτώντας πίσω στις πρόσφατες εξεγέρσεις στα προάστια του Παρισιού, πιστεύετε πως θα μπορούσε να συμβεί κάτι αντίστοιχο στην Αθήνα;Η Ιστορία είναι γεμάτη εξεγέρσεις. Όπου υπάρχει αδικία, όπου υπάρχει ευμάρεια και μαζί αναισθησία, όπου δηλαδή οι θωρακισμένες δημοκρατίες δεν έχουν δημιουργήσει τη νοοτροπία που προτρέπει τους πολίτες να συντρέχουν το διπλανό τους, τότε το ενδεχόμενο μιας εξέγερσης φαντάζει ως πιθανό, σχεδόν ως δίκαιο, ως φυσική συνέπεια.
Η πρώτη σκηνή του έργου σας διαδραματίζεται σε στριπτιζάδικο. Κι αμέσως μετά μεταφερόμαστε στον προθάλαμο ενός νεκροτομείου. Ασυνήθιστο το περιβάλλον στο οποίο τοποθετείτε το έργο σας...Κι όμως. Τα «Αξύριστα Πηγούνια» είναι ένα απλοϊκό λαϊκό έργο, χωρίς ιδιαίτερα ευφυείς ήρωες, που όλοι τους όμως πάσχουν από κάποιου τύπου ενοχικά σύνδρομα. Και οι τρεις συχνάζουν σε στριπτιζάδικα. Μια παρένθεση εδώ: όταν φαντάζομαι τον εαυτό μου σε τέτοιους χώρους, νιώθω πως, για να το έκανα, θα σήμαινε ότι φέρω μέσα μου μια υπέρτατη δυστυχία και μια απίστευτη έλλειψη ερωτικής πληρότητας. Και οι τρεις τους λοιπόν, νοσοκόμοι βάρδιας, έχουν υπάρξει κατά κάποιον τρόπο «μνηστήρες» της νεκρής αλλοδαπής στριπτιζέζ της οποίας το γυμνό σώμα κείτεται μπροστά τους. Ήρθε λοιπόν η στιγμή, εν ώρα υπηρεσίας, να αναμετρηθούν με τις ευθύνες τους. Αλλά ποιες ευθύνες; Και τι είναι γυμνότερο; Η γύμνια του σώματος ή η γύμνια του βλέμματος; Το σώμα που χορεύει ή τα μάτια που το κοιτάζουν;
Ιλειάνα Δημάδηidimadi@athinorama.gr INFO
Θέατρο Πόρτα, Μεσογείων 59, Αμπελόκηποι, 2107711333.