
Περιμέναμε χθες όλη μέρα τη φημολογούμενη ανακοίνωση της Εθνικής Πινακοθήκης σχετικά με την επιστροφή ή μη των έργων του Χριστόφορου Κατσαδιώτη που βανδαλίστηκαν από τον βουλευτή του κόμματος "Νίκη", Νικόλαο Παπαδόπουλο και ένα ακόμη άτομο, στην έκθεση "Η Σαγήνη του Αλλόκοτου". Και όταν ήρθε το βράδυ της Δευτέρας δυστυχώς δεν μας είπε και πολλά:
Τα έργα τέχνης, που δέχτηκαν την επίθεση, υποβάλλονται στις απαραίτητες ενέργειες και στις διαδικασίες συντήρησης και αποκατάστασής τους, όπου παρουσιάζονται οι εκτεταμένες φθορές. Παράλληλα, εξετάζονται με τη συμβολή ειδικών, οι όροι και οι προϋποθέσεις της ασφαλούς επανέκθεσής τους.
Είχε προηγηθεί η αιφνιδιαστική απόφαση το Σάββατο να αποσυρθεί από την κοινή θέα το "Σύμπτωμα" (η ευφυής και σημαντική απόφαση της Τσιάρα να εκθέσει τον βανδαλισμό σε κοινή θέα ως μέρος της έκθεσης "Η Σαγήνη του Αλλόκοτου" ως τον Σεπτέμβριο, την οποία είχε παρουσιάσει σε ξενάγηση στους δημοσιογράφους μόλις την Πέμπτη). Μια απόφαση που "άδειασε” όλες εμάς που νιώσαμε μια μικρή νίκη της δημοκρατίας και της ελευθερίας έκφρασης έστω και με τον "ενοχλητικό” τρόπο που η επιμελητική απόφαση της Τσιάρα μας έφερνε αντιμέτωπες με το σύμπτωμα της λογοκρισίας και της ευρύτερης στάσης της κοινωνίας και της εποχής στην οποία ζούμε κρατώντας μας σε εγρήγορση όπως κάνει διαχρονικά η σημαντική, επιδραστική τέχνη.

Οι λόγοι που επικαλέστηκε η Εθνική Πινακοθήκη για την απόσυρση του "Συμπτώματος" ήταν και πάλι η ασφάλεια:
Σας ενημερώνουμε ότι με γνώμονα την ασφάλεια της Εθνικής Πινακοθήκης-Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου, των έργων τέχνης, των εργαζομένων και των επισκεπτών, καθώς και την αποκατάσταση της εύρυθμης θεσμικής λειτουργίας, τα έργα τέχνης του Χριστόφορου Κατσαδιώτη τα οποία παρουσιάζονταν στην έκθεση "Η Σαγήνη του Αλλόκοτου” απομακρύνθηκαν από το δάπεδο με τη σύμφωνη γνώμη του καλλιτέχνη.
Άλλωστε όπως είχε δηλώσει η Τσιάρα στην ξενάγηση οι απειλές και οι κατάρες προς την Εθνική Πινακοθήκη δεν σταμάτησαν και μετά τον βανδαλισμό. Με τη χθεσινοβραδινή ανακοίνωση ενημερωθήκαμε ακόμη ότι μελετάται η αναβάθμιση των μέτρων προστασίας της Εθνικής Πινακοθήκης και βέβαια ότι το μουσείο παραμένει απαρέγκλιτα αφοσιωμένο στο Σύνταγμα και την ελευθερία της καλλιτεχνικής έκφρασης που αυτό κατοχυρώνει:
Μετά το πρόσφατο βίαιο περιστατικό και των επιπτώσεων του και δεδομένων των συνεχιζόμενων απειλών εναντίον της Εθνικής Πινακοθήκης - Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου, των εκτεθειμένων έργων τέχνης, των εργαζομένων και της διοίκησης, αποφασίστηκε, κατόπιν συνεννόησης της Υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη με τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, η αναβάθμιση των μέτρων προστασίας της ΕΠΜΑΣ. Ήδη, έχει ξεκινήσει η συνεργασία ανάμεσα στην Εθνική Πινακοθήκη και το Κέντρο Μελετών Ασφαλείας (ΚΕ.ΜΕ.Α) με αντικείμενο την εκπόνηση σχετικής μελέτης ασφαλείας.
Η Εθνική Πινακοθήκη, στο πλαίσιο του θεσμικού της ρόλου και της αποστολής της, παραμένει απαρέγκλιτα αφοσιωμένη στο άρθρο 16 του Συντάγματος, το οποίο κατοχυρώνει ανεπιφύλακτα την ελευθερία της καλλιτεχνικής έκφρασης, στο άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και την πάγια Νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, καθώς και τη Νομολογία των Δικαστηρίων της χώρας.

Η απόφαση αυτή, δυστυχώς δεν καθησυχάζει ούτε και δικαιώνει τους πολίτες που βλέπουν εδώ και μέρες να παραβιάζονται θεμελιώδη δικαιώματά τους και ενισχύει την παραφιλολογία που έχει ξεκινήσει εδώ και μέρες στο μετιέ (τι μεσολάβησε από την Πέμπτη ως το Σάββατο; σε ποιά πίεση υποχώρησε η Πινακοθήκη; τι κάνει η πολιτική ηγεσία για να την προστατεύσει ή να την εποπτεύσει; ποιανού συμφέροντα εξυπηρετεί να μπει το Σύμπτωμα κάτω από το χαλί και να πάμε παρακάτω; κ.ό.κ.). Κυρίως όμως δεν μας προφυλάσει από τη συντονισμένη επίθεση που δέχεται η δημοκρατία και, ειδικότερα, οι θεσμοί που κατά κοινή ομολογία οφείλουμε να προστατεύσουμε και να θωρακίσουμε την εποχή του αντισυστημισμού και ειδικά σε μια θεσμικά ελλειμματική χώρα όπως η Ελλάδα.
Η τέχνη είναι μια κάποια λύση για όλες εμάς που νιώθουμε καθημερινά προδομένες από το κράτος αλλά και την παγκόσμια τάξη γενικότερα και τόσο οι ειδικοί όσο και οι φιλότεχνοι επισημαίνουν τη σημασία της για την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και της ανοχής, της έκθεσης στο "διαφορετικό”, τις μετατοπίσεις και την ενδυνάμωση που μπορεί να προσφέρει σε ιδιωτικό και συλλογικό επίπεδο, φτάνοντας πλέον στο σημείο μέχρι και να συνταγογραφείται επίσημα.
Ας μην ξεχνάμε ότι όπως είχε επισημάνει και η Τσιάρα όταν ανέλαβε τη διεύθυνση της Εθνικής Πινακοθήκης συντάσσεται με το νέο ορισμό των μουσείων από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (Icom) που έχει να κάνει με την επικοινωνία με την κοινότητα σε αναλογικό και ψηφιακό περιβάλλον και η προώθηση της κριτικής σκέψης, σε συνδυασμό με τον διαμοιρασμό της γνώσης και την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης. "Οι αρχές με τις οποίες η Πινακοθήκη στοχεύει να πορευτεί τα επόμενα έτη συνοψίζονται ως εξής: Συμπερίληψη - Βιωσιμότητα - Κοινωνική Διαπερατότητα - Δημόσια Λογοδοσία - Διάκριση - Συνέργεια - Πολυφωνία" είχε αναφέρει χαρακτηριστικά. Αυτή ακριβώς την κατεύθυνση της Πινακοθήκης οφείλει να προστατεύσει η πολιτεία και να υποστηρίξουμε όλες όσες ανησυχούμε για το μέλλον της δημοκρατίας στη χώρα μας.
Δεν μπορούμε που δεν μπορούμε να νιώσουμε ασφαλείς παίρνοντας το τρένο ή κυκλοφορώντας στους δρόμους στην Ελλάδα, δεν θα μπορούμε να δούμε και τις εκθέσεις που θέλουμε; Ούτε στα μουσεία και τις πινακοθήκες δεν θα μπορούμε να αισθανθούμε πλέον ασφαλείς; Να δούμε, να σκεφτούμε, να διαφωνήσουμε, να αλλάξουμε;

Ο Άγιος Χριστόφορος, 2020
Οξυγραφία, μονότυπο – χρώμα, 33,5 x 23,8 εκ.
Συλλογή Χριστόφορου Κατσαδιώτη
Ποιός προστατεύει τις ευαισθησίες της μειοψηφίας;
Η λογοκρισία στην τέχνη έχει, βέβαια, μεγάλη ιστορία και ειδικά στην Ελλάδα η Ορθόδοξη εκκλησία έχει πρωτοστατήσει στις περισσότερες απόπειρες λογοκρισίας έργων τέχνης με την επίκληση της προσβολής να είναι τις περισσότερες φορές προσχηματική, όπως εμβριθώς έχει αναλύσει ο αείμνηστος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών Σταύρος Τσακυράκης (μεταξύ άλλων στον συλλογικό τόμο-σημείο αναφοράς "Όψεις λογοκρισίας στην Ελλάδα”, επιμ. Ζιώγας, Γ. – Καραμπίνης, Λ. – Σταυρακάκης, Γ. – Χριστόπουλος, Δ. (2008). Αθήνα: Νεφέλη – PLATFORMES). Συνήθως όσοι λογοκρίνουν δηλώνουν οι ίδιοι βράχοι πίστης και ηθικής και δεν μπορούν να αποδείξουν την προσβολή που υφίστανται (συχνά, άλλωστε, δεν έχουν δει καν τα έργα που επιθυμούν να λογοκρίνουν) αλλά ανησυχούν για την υποτιθέμενη βλάβη άλλων. Δεν είναι σύμπτωση ότι τα αιτήματα για λογοκρισία βλάσφημων έργων τέχνης εκφράζονται πάντοτε από ισχυρές θρησκείες που είναι πλειοψηφικές σε μια κοινωνία, επισημαίνει ο Τσακυράκης:
"Όταν ζητώ από το κράτος να παρέμβει και να με απαλλάξει από το άγχος που δημιουργείται από τις δικές μου προτιμήσεις, ουσιαστικά ζητώ να παρέμβει υπέρ των δικών μου απόψεων και να ακυρώσει τις απόψεις άλλων. (...) Αν δεχθούμε ότι η εξουσία ή η πλειοψηφία μπορεί να παρεμβαίνει στις προσωπικές επιλογές κάποιου μόνο και μόνο για να διασκεδάσει τις προτιμήσεις των πολλών, τότε διαλύεται κάθε έννοια ελευθερίας και ισότητας.”(...) Μια "θρησκευτικά καθωσπρέπει” κοινωνία, όπου η συμπεριφορά των πολιτών θα εξαρτιόταν από τις θρησκευτικές ευαισθησίες των άλλων, δεν θα ήταν μόνο ανεπιθύμητη ή ανέφικτη αλλά θα αποτελούσε την καλύτερη πρόφαση για την επιβολή των πεποιθήσεων της πλειοψηφίας, Οι ευαισθησίες της μειοψηφίας, εκ των πραγμάτων, δεν θα μετρούσαν όσο οι ευαισθησίες της πλειοψηφίας και αυτό στην πράξη θα κατέληγε σε επιβολή των πεποιθήσεων της πλειοψηφίας.”
Αντίστοιχες επισημάνσεις είδαμε να προσπαθούν μάταια να εξηγήσουν νομικοί σε κατά τ’ άλλα ανοιχτές στο διαφορετικό παρουσιάστριες τηλεοπτικών εκπομπών που όμως όταν τίθεται θέμα θρησκείας δεν σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους και γυρίζουν την πλάτη στα δικαιώματα της μειοψηφίας προς υπεράσπιση ενός υποτιθέμενου κοινού αισθήματος που στην ελληνορθόδοξη Ελλάδα μας όπου όλοι όσοι έχουμε κάτι πηγαίνουμε να προσευχηθούμε στην εκκλησία είναι σαφές πώς ορίζεται.
Και εδώ πρέπει να έρθει να μας προστατέψει η πολιτεία και οι θεσμοί. Γιατί αν αρχίσουμε να βάζουμε βαρόμετρα στην προσβολή και το ποιόν θίγει ένα έργο τέχνης ανοίγει ο δρόμος για φαινόμενα όπως η νομοθέτηση για την απαγόρευση του Pride στην Ουγγαρία.
Παράλληλα, υποθάλπτεται η αυτολογοκρισία, ειδικότερα σε όσους και όσες εργάζονται σε δημόσιους θεσμούς, ενώ θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο και οι Εθνικές πινακοθήκες, τα Εθνικά θέατρα, τα Εθνικά μουσεία να θωρακίζονται ενάντια στον σκοταδισμό, τις διακρίσεις και τις εκδηλώσεις βίας, όσο αυτές ενορχηστρώνονται πολύ στοχευμένα τα τελευταία χρόνια από συγκεκριμένα πολιτικά κόμματα και εκφραστές του δημόσιους λόγου όπως έχουν εξηγήσει όσοι μελετούν τα φαινόμενα της λογοκρισίας.

Περιμένουμε τα μέτρα εκείνα και κυρίως την πολιτική στάση που θα επιτρέψει και στα δικά μας παιδιά να επισκέπτονται τα μουσεία που πληρώνουμε και με τα δικά μας λεφτά και να εκπαιδεύονται στην ανοχή, την κριτική και τον διάλογο και όχι στο να ξεκρεμάνε ότι δεν τους αρέσει. Γιατί διαφορετικά ας μην αναρωτιόμαστε γιατί μεθαύριο θα ακυρώνουν κάθε θεσμό.
Τις προάλλες παρακολουθήσαμε με θαυμασμό αλλά και ένα μούδιασμα τη Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης και επιμελήτρια της εν λόγω έκθεσης να αναγκάζεται να εξηγήσει επιστημονικά στα μέσα ενημέρωσης το γιατί η οικειοποίηση στοιχείων της εκκλησιαστικής εικονογραφίας από ένα σύγχρονο καλλιτέχνη δεν συνιστά παραγωγή λατρευτικών εικόνων και το πώς καλλιτέχνες που σήμερα θεωρούμε κλασικούς, όπως ο Γκόγια, με τα χαρακτικά του οποίου συνομιλεί η έκθεση, διώχθηκαν στην εποχή τους από την Ιερά Εξέταση γιατί έκαναν αιχμηρή κριτική στους θεσμούς. Η Τσιάρα επεσήμανε επίσης πώς στην εν λόγω έκθεση για λόγους χωροταξίας δεν οργανώνονται επισκέψεις σχολείων και ότι βρίσκεται στο υπόγειο. Αναγκαία μεν διευκρίνιση για όλους εκείνους που κάνουν κήρυγμα αυτές τις μέρες στις οθόνες ότι ναι μεν ελευθερία της έκφρασης αλλά τι γίνεται όταν θίγει τα πιστεύω της ελληνορθόδοξης Ελλάδας μας ή ότι εντάξει σε μια γκαλερί αλλά όχι και στην Εθνική μας Πινακοθήκη που πάνε τα παιδιά μας, με τα δικά μας χρήματα κ.ό.κ. Παρόλα αυτά όμως προβληματική επί της ουσίας, λες και σε μια έναν εθνικό θεσμό τέχνης αντί να εκπαιδεύσουμε το κοινό στην ανοχή, την κριτική σκέψη, να το φέρουμε σε επαφή με τις νέες ιδέες και με τις μετατοπίσεις που μπορεί να προκαλέσει η τέχνη και οι οποίες είναι ολοένα και πιο σημαντικές με την υποβάθμιση της ανθρωπιστικής παιδείας και της ενεργής πολιτειότητας στις μέρες μας, πρέπει να κρύψουμε από τα παιδιά και στα υπόγεια ό,τι δεν συνάδει με ένα υποτιθέμενο κοινό αίσθημα.
Παράλληλα, λοιπόν, με την ασφάλεια των έργων, των εργαζομένων και του κοινού που αποτελεί φυσικά προτεραιότητα και πολύ καλά κάνουν και γίνονται οι σχετικές κινήσεις από τους αρμόδιους υπουργούς, περιμένουμε να δούμε στην πράξη και τις κινήσεις εκείνες που θα φροντίζουν για την ασφάλεια της ελεύθερης σκέψης και έκφρασης. Περιμένουμε τα μέτρα εκείνα και κυρίως την πολιτική στάση που θα επιτρέψει και στα δικά μας παιδιά να επισκέπτονται τα μουσεία που πληρώνουμε και με τα δικά μας λεφτά και να εκπαιδεύονται στην ανοχή, την κριτική και τον διάλογο και όχι στο να ξεκρεμάνε ότι δεν τους αρέσει. Γιατί διαφορετικά ας μην αναρωτιόμαστε γιατί μεθαύριο θα ακυρώνουν κάθε θεσμό.