Μοιάζει με πονηρό δημοσιογραφικό τρικ να αναρωτιέσαι αν μια τόσο λατρεμένη σταρ αγαπιέται περισσότερο τώρα που κοντεύουν, πια, 13 χρόνια απ' όταν έπαψε να βρίσκεται ανάμεσά μας. Είναι δυνατόν να ρωτάμε τέτοια πράγματα για τη Whitney Houston; Για μια τραγουδίστρια-φαινόμενο, η οποία κεραυνοβόλησε μαζικά το μουσικόφιλο κοινό με τις κρυσταλλοθραυστικές της δυνάμεις; Για μια ντίβα που συνέχισε να καταγράφει ρεκόρ ακόμα και νεκρή, αφού υπολογίζεται ότι ο πλανήτης αντάλλαξε περίπου 2.500.000 tweets μέσα σε μία ώρα, σοκαρισμένος από την είδηση ότι πνίγηκε στη μπανιέρα ενός ξενοδοχείου, μόλις στα 48 της, σε ένα ατύχημα με πολλούς φταίχτες (καρδιακή νόσος, συστηματική χρήση κοκαΐνης, κ.ά.);
Τα σύννεφα, βέβαια, είχαν φανεί καιρό πριν φτάσουμε σε αυτό το λυπηρό φινάλε (Φεβρουάριος 2012). Όμως, ο αναπάντεχος θάνατός της ξεσκέπασε μια ζωή με σκοτάδια και αγωνίες άγνωστες ακόμα και στους fans, που είχαν μείνει επιμελώς κρυμμένες πίσω από την αστραφτερή βιτρίνα της φήμης, των διαμαντένιων επιτυχιών, της ταινίας "Ο Σωματοφύλακας", της φοβερής διεθνούς καριέρας με τις πωλήσεις των 220.000.000 δίσκων. Ο πολύς κόσμος έμεινε στην αφήγηση ενός κακοποιητικού γάμου με τον Bobby Brown. Αλλά δεν αργήσαμε να μάθουμε ότι τα ναρκωτικά βρίσκονταν ήδη στη ζωή της, όταν τον πρωτοσυνάντησε. Και δεν ήταν τα μόνα προβλήματα.
Σιγά-σιγά, δηλαδή, φωτίστηκαν και οι απογοητευτικές της σχέσεις με μια οικογένεια που, ενώ έμοιαζε να στέκεται δίπλα της, λειτουργούσε πιο υπολογιστικά, παρά προστατευτικά· όπως κι ένα κύμα διαρκούς αμφισβήτησης σε ό,τι έκανε κι εκπροσωπούσε, το οποίο σταμάτησε μόνο αφότου πέθανε. Δεν είναι τυχαίο που ο συμπρωταγωνιστής της στον "Σωματοφύλακα", o Kevin Costner, μίλησε για το μόνιμο άγχος που την έτρωγε ("αν ήταν αρκετά καλή"), όταν πήγε στην κηδεία της και την αποχαιρέτησε μ' έναν εκπληκτικό λόγο. Για μένα, αυτός είναι ο καλύτερος Costner που έχω δει ποτέ, μαζί με τους "Αδιάφθορους" και το "Open Range".
Φυσικά, κομμάτι του να είσαι η Whitney Houston έχει να κάνει και με την ικανότητά σου να αποδέχεσαι πως δεν γίνεται ν' αρέσεις σε όλους, ακόμα κι αν κατέχεις μια τέτοια φωνή. Άλλωστε, ορισμένες επικρίσεις για το τι τραγουδούσε ήταν (και παραμένουν) ορθές: πόσες φορές δεν ξοδεύτηκε, αποτυπώνοντας τους ζαχαρωμένους έρωτες των λιγωτικών R'n'B μπαλάντων της "σχολής" Babyface, αντί να προβεί σε μια ισχυρή, προσωπική δήλωση μαζικών προδιαγραφών, με τον τρόπο λ.χ. του Michael και της Janet Jackson, του Prince ή της Madonna; Σίγουρα, επίσης, το παράκανε στήνοντας την εικόνα μιας κοπέλας που, αφού γαλουχήθηκε στη χριστιανική ευσέβεια, ερχόταν να γίνει η νέα λατρεμένη πριγκιπέσσα των Ηνωμένων Πολιτειών, έχοντας πίσω της τον Clive Davis –έναν από τους χαρισματικότερους, μα και πιο αδίστακτους ανθρώπους της παλιάς μουσικής βιομηχανίας.
Το "κουτάκι", βέβαια, ταίριαζε γάντι στη χαμογελαστή, κοριτσίστικη ανεμελιά του "How Will I Know", το βιντεοκλίπ του οποίου κατέκτησε το MTV σε καιρούς όπου δεν ήταν τόσο δεκτικό, όσο παρίστανε, σε μη λευκούς καλλιτέχνες. Ωστόσο, έλεγε μονάχα τη μισή αλήθεια για μια Whitney Houston που έβριζε όταν θύμωνε, που έκανε κοκαΐνη από τα 14, που διατηρούσε παράνομο δεσμό με τον Jermaine Jackson, που είχε αμφισεξουαλικά γούστα, μα διάλεξε να τελειώσει το ρομάντσο της με τη Robyn Crawford, ώστε να μη βλάψει την καριέρα της και να μη συγκρουστεί με τη θρησκευτική της πίστη. Η Crawford, παρ' όλα αυτά, έμεινε πιστά δίπλα της ως δεξί χέρι επί σειρά ετών, μέχρι που δεν άντεξε άλλο την κατρακύλα της φίλης της στις καταχρήσεις και παραιτήθηκε (2000). Στιγμή μάλλον καίρια για όσα θα έρχονταν 12 χρόνια αργότερα, αφού, έκτοτε, η Houston δεν ξαναμίλησε με έναν άνθρωπο που όλα δείχνουν ότι τη νοιαζόταν βαθιά. Είναι τόσο ειρωνικό ότι, λίγο μετά, μια άλλη Χριστιανοπούλα της Αμερικής, η Katy Perry, έγινε παγκόσμια ποπ σταρ διακηρύσσοντας ότι φίλησε ένα κορίτσι –και της άρεσε.
Πολύ πριν πνιγεί στη μπανιέρα, λοιπόν, η Whitney Houston είχε "πνιγεί" σε καταστάσεις που τελικά εκτροχιάστηκαν πέρα από τον έλεγχό της, όσο κι αν κουκουλώνονταν, για ένα διάστημα, πίσω από τεχνητές δικαιολογίες ή χάρη στις παρεμβάσεις της μητέρας της: της σημαντικής gospel τραγουδίστριας Cissy Houston, η οποία αγαπούσε μεν την κόρη της, μα με έναν τρόπο υπερβολικά δεσποτικό. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, εντωμεταξύ, είχε να αντιμετωπίσει και μια ηχηρή αντίδραση από την κοινότητά της, η οποία την έριξε στο σκληρό ρινγκ των φυλετικών πολιτικών της εποχής του Ρόναλντ Ρήγκαν. Πράγματα αρκετά ακατανόητα, για εμάς στην Ελλάδα, που όμως την κλυδώνισαν: δεν είναι λίγο να σε γιουχάρουν ως "Whitey" Houston και να σε κατηγορούν για ξεπούλημα στην αισθητική της λευκής Αμερικής, την ίδια στιγμή που το MTV ήταν απρόθυμο να παίζει μαύρους καλλιτέχνες και ο Kevin Costner χρειάστηκε να παλέψει με όσους είχαν αντιρρήσεις για το διαφυλετικό ρομάντσο του "Σωματοφύλακα".
Προς τιμήν της, η Houston την έδωσε αυτή τη μάχη. Και, στην πορεία, ενέπνευσε πολλά μαύρα κορίτσια, τα οποία, ενώ μεγάλωναν στην Αμερική με την επίγνωση του πόσο έπρεπε να αγωνιστούν για μια γωνιά εκεί, ευτύχησαν να δουν μια "δικιά τους" να κατακτά τον πλανήτη. Είναι αδύνατον, θεωρώ, να καταλάβει κανείς το R'n'B της Brandy, τη neo-soul της Alicia Keys, τους ερμηνευτικούς τρόπους της Adele ή το ηχητικό πλαίσιο όπου λειτουργούν επίκαιρες σταρ σαν τη Beyoncé και την Ariana Grande, δίχως την κομβική της παρακαταθήκη, που πρόσδεσε τη μαύρη μουσική στο άρμα της ποπ, όπως κατανοούμε τον όρο από τη δεκαετία του 1980 και μετά.
Ασφαλώς, δεν υπήρξε αμέτοχη στο δράμα της ζωής της· έκανε λάθη, και κάποια αποδείχθηκαν μοιραία. Σίγουρα, όμως, στα 48 χρόνια στα οποία περπάτησε στη Γη, της άξιζε να χαρεί περισσότερο το ότι έγινε η Whitney Houston που φυλάμε στις μνήμες και στη φαντασία μας. Γι' αυτό και φαίνεται ότι όντως την αγαπάμε πιο πολύ, τώρα που τη χάσαμε. Όχι γιατί δεν την αγαπούσαμε και πιο πριν. Αλλά γιατί, πλέον, γνωριζόμαστε καλύτερα, οπότε μπορούμε να κοιτάξουμε και πέρα από τον φανταχτερό ορίζοντα. Αντικρίζοντάς την όχι μόνο σαν μια μοντέρνα θεά του τραγουδιού, αλλά και σαν έναν άνθρωπο με αδυναμίες, που, στα παρασκήνια μιας απίθανης καριέρας, τσαλακώθηκε πιο συχνά απ' όσο πιστεύαμε.
Τώρα, λοιπόν, που αποκαλύφθηκαν όσα ήταν να αποκαλυφθούν και σίγασαν, πια, τα κουτσομπολιά, το διεθνές ενδιαφέρον για την κινηματογραφική-δισκογραφική έκδοση The Concert For A New South Africa (Durban) γίνεται ο πιο αδιάψευστος μάρτυρας για τη συνέχεια της σχέσης της με το κοινό. Σε αυτήν, περιέχεται η πρώτη από τις τρεις συναυλίες που έδωσε τον Νοέμβριο του 1994 στη Δημοκρατία της Νοτίου Αφρικής, στο στάδιο Kings Park του Ντέρμπαν, όντας στο ερμηνευτικό της απόγειο, αλλά και φορώντας μερικά από τα εντυπωσιακότερα ενδύματα της καριέρας της. Επιπλέον, προβαίνει και σε μια χειρονομία με σημασία, καθώς παρέχει στήριξη σε μια αφρικανική χώρα που, μετά από δεκαετίες αγώνων, είχε ξεφορτωθεί το ρατσιστικό της καθεστώς κι έβλεπε τον επί σειρά ετών φυλακισμένο ηγέτη των μαύρων εξεγερμένων, τον Νέλσον Μαντέλα, να εκλέγεται Πρόεδρος.
Η συναυλία του Ντέρμπαν προβλήθηκε ήδη στα αμερικάνικα σινεμά (στις 23 και 27 Οκτώβρη) και τώρα αναμένουμε, πια, την έκδοσή της σε CD, διπλό βινύλιο και DVD (8 Νοέμβρη). Μάλιστα, εάν τα περιεχόμενα σταθούν στο ύψος της εποχής και της περίστασης, θα καλύψουν κι ένα ευδιάκριτο κενό στην εργογραφία της Houston, αφού, έως σήμερα, δεν έχουμε κανένα ζωντανά ηχογραφημένο άλμπουμ αναφοράς.
Μια σύντομη περιήγηση στη δισκογραφία της Whitney Houston
Whitney Houston [Arista, 1985]
Παρά την πανεθνική εντύπωση που έκανε εμφανιζόμενη στο τηλεοπτικό σόου του Merv Griffin (1983), ο Clive Davis αποφάσισε υπέρ μιας αργής πορείας προς το ντεμπούτο, ώστε να μαζέψει κατάλληλο υλικό και να δώσει στη φωνή της περαιτέρω περιθώρια ωρίμανσης. Η στρατηγική δικαιώθηκε πλήρως, αφού ο δίσκος δημιούργησε μια "Γουιτνιμάνια" στην Αμερική, που σύντομα διαδόθηκε και στον υπόλοιπο κόσμο: ακόμα και όσοι διατήρησαν ενστάσεις για τη συντηρητική πλεύση των συνθέσεων και τη λεπτολόγα κοπτορραπτική για το τι θα ταίριαζε στα μαύρα ραδιόφωνα και τι στο λευκό ακροατήριο, θαύμασαν τις δυνάμεις και τις ερμηνείες της. Άλλωστε, εδώ εφάρμοσε με τον καλύτερο τρόπο όσα της έμαθε η μάνα της –να τραγουδά, δηλαδή, με καρδιά, νου και σωθικά– απογειώνοντας και ρυθμικά κομμάτια σαν το "How Will I Know", μα και μπαλάντες σαν το "Greatest Love Of All".
Whitney Dancin' Special [Arista, 1986]
Άλμπουμ γεμάτο με μέτρια remixes, το οποίο κυκλοφόρησε μόνο στην Ιαπωνία. Χρονικά επαυξημένες αναδιατάξεις των τραγουδιών του ντεμπούτου, σε δειλά ρυθμικότερες εκδοχές.
Whitney [Arista, 1987]
Η σαρωτική επιτυχία του "I Wanna Dance With Somedody" τσιμέντωσε το φαινόμενο Whitney Houston, αλλά σήκωσε ψηλά κι έναν δίσκο απογοητευτικά στεγνό και συνταγοποιημένο. Η ίδια, βέβαια, εξακολούθησε να αστράφτει σε τραγούδια σαν το "Didn't We Almost Have It All", όμως η πικρή αλήθεια είναι ότι τα "So Emotional", "Love Will Save The Day" ή "Where Do Broken Hearts Go" δεν θα τα πολυπροσέχαμε, εάν τα έλεγε μια άλλη φωνή. Παρέα με τη μητέρα της Cissy Houston, επίσης, ερμηνεύουν όμορφα το "I Know Him So Well" (από το μιούζικαλ Chess), μα δεν το κάνουν και καλύτερο κομμάτι.
I'm Your Baby Tonight [Arista, 1990]
Επιθυμώντας να δώσει μια απάντηση σε όσους τη χλεύαζαν ως ξεπουλημένη και κυρίως στον Trey Ellis, που το 1989 την κατονόμασε (μαζί με τον Lionel Richie) ως μεταλλαγμένο, αφομοιωτικό εφιάλτη της νέας μαύρης αισθητικής, η Whitney Houston βγάζει έναν δίσκο πιο συντονισμένο με τον new jack swing ήχο της εποχής. Ο οποίος, αν και άνισος, της πρόσφερε την καλλιτεχνική τόνωση που χρειαζόταν.
Οι καλοτραγουδισμένες δευτεράντζες, βέβαια, εξακολούθησαν να αποτελούν σημαίνον βαρίδι. Αλλά το ραδιοφωνικώς λατρεμένο (και στην Ελλάδα) "I'm Your Baby Tonight", όπου, επιτέλους, τραγουδούσε και για τον σεξουαλικό πόθο, όχι μονάχα για μελωμένους έρωτες, η α λα Michael Jackson επέλαση του "My Name Is Not Susan", το οποίο πάλι έχει να κάνει με έναν δεσμό –που πάει στραβά, όταν την αποκαλεί με άλλο όνομα στο κρεβάτι– κι ένα χαριτωμένο ντουέτο με τον Stevie Wonder ("We Didn't Know") δημιουργούσαν επαρκές αντίβαρο.
Πάνω απ' όλα, όμως, στέκει η φοβερή διασκευή στο "All The Man That I Need", μια απαρατήρητη ερωτική μπαλάντα της Linda Clifford, η οποία απλά στάλθηκε στα ουράνια, με μια σήμα κατατεθέν ερμηνεία. Κάποιος που δεν έχει ξανακούσει ποτέ για τη Whitney Houston, θα βρει εδώ όλα όσα χρειάζεται να ξέρει, ακούγοντας το ηχόχρωμά της, τη δύναμή της εκείνη που ήδη χαρακτηρίστηκε "κρυσταλλοθραυστική", καθώς κι έναν έλεγχο αναπνοών που, πραγματικά, προσφέρεται για σεμινάριο.
Welcome Home Heroes [Arista, 1991]
Έως τώρα, που αναμένουμε την κυκλοφορία από τη Νότιο Αφρική, αυτό ήταν το μόνο πλήρες, ζωντανά ηχογραφημένο τεκμήριο της Houston στην ακμή της. Επρόκειτο για μια συναυλία στην αεροπορική βάση του Πολεμικού Ναυτικού των Η.Π.Α. στο Νόρφολκ της Βιρτζίνια, η οποία δόθηκε τον Μάρτιο του 1991 για στρατιώτες που επέστρεφαν από τον Πόλεμο του Κόλπου και μεταδόθηκε ζωντανά από το κανάλι HBO, πριν γίνει βιντεοκασέτα (Μάιος 1991) κι έπειτα DVD (2002). Ασφαλώς, δεν βγαίνουν όλα όπως στις στούντιο εκδοχές, ενώ εδώ κι εκεί υπάρχουν και διάφορες "αμερικανιές". Η χημεία με το κοινό, όμως, γίνεται αισθητή, το "All The Man I Need" αποδίδεται άψογα, ενώ το τι κάνει η γυναίκα διασκευάζοντας το "A Song For You" του Leon Russell, πρέπει να το δείτε/ακούσετε, για να το πιστέψετε.
The Bodyguard soundtrack [Arista, 1992]
Κανονικά, δεν μετράει στα άλμπουμ της. Κανονικά, είναι μια συλλογή διαφόρων καλλιτεχνών, όπου συμμετέχει λέγοντας 6 τραγούδια από τα συνολικά 13. Αλλά ούτε το soundtrack (ούτε και η ταινία, εδώ που τα λέμε) θα υπήρχαν δίχως τη φωνή, τη μορφή και την παρουσία της. Ανάμεσα, δε, σε αυτά τα κομμάτια μετράμε μερικές από τις σπουδαιότερες στιγμές της καριέρας της. Πρώτα και κύρια, φυσικά, τη σεισμική διασκευή στο "I Will Always Love You" της Dolly Parton, όπου, παρά τα ντεσιμπέλ, τηρείται το μέτρο, και οι κορώνες δεν λειτουργούν ως γιρλάντα επίδειξης, αλλά ως ενισχυτικό συστατικό των ανάμεικτων συναισθημάτων του άσματος –που είναι και αποχαιρετισμός, μα και αφοσίωση διαρκείας. Και μετά, βέβαια, υπάρχει η δυναμική ανάγνωση στο "I'm Every Woman" της Chaka Khan, οι αγγελικές της επιδόσεις στο υπέροχα εύθραυστο, ανά σημεία, "Run To You" κι ακόμα μία ερμηνεία ουράνιας κλάσης στο "I Have Nothing".
The Preacher's Wife soundtrack [Arista, 1996]
Αν και τα προβλήματα με τα ναρκωτικά είχαν αρχίσει να γίνονται ανεξέλεγκτα, η Houston βρίσκεται στο στοιχείο της σε αυτό το score. Δεν είναι όλα πρωτοκλασάτα, όμως δεν πετά την ευκαιρία να γυρίσει στις gospel ρίζες της ώστε να αρθρώσει κομμάτια με "μαύρη" soul/R'n'B ταυτότητα, τα οποία κι ερμηνεύει με λάμψη, με καρδιά και με αληθινή αφοσίωση. Κάπως έτσι, ανεβάζει σκαλοπάτι το "I Believe In You And Me" των Four Tops, θέτει σε καινούρια τροχιά ένα b-side της Annie Lennox ("Step By Step"), ενώ δίνει ρέστα συνεργαζόμενη με τους Georgia Mass Choir, ειδικά στα "Joy" και "Hold On, Help Is On The Way".
My Love Is Your Love [Arista, 1998]
Καλλιτεχνικά μιλώντας, ο πιο κομβικός της δίσκος είναι το I'm Your Baby Tonight. Αλλά ο καλύτερός της ήταν το My Love Is Your Love, που εκπροσωπεί μια εποχή στην οποία θέλησε να σταθεί ενώπιον του κοινού παραμερίζοντας τη συνήθη "βιτρίνα".
Απεγκλωβίζεται, επίσης, από τις βαρετές μανιέρες του Babyface, κάτι που δίνει την ευκαιρία να ακουμπήσει πάνω σε έναν ωραίο funk ρυθμό για το γενναία χειραφετημένο (στιχουργικώς) "It's Not Right But It's Okay", να συνεργαστεί με τον Wyclef Jean για το "My Love Is Your Love" ψηλαφώντας μπιτάκια με ρέγκε και χιπ χοπ καταβολές –αγγίζοντας την αισθητική της Lauryn Hill– και να φτάσει στο ονειρικό R'n'B του "Heartbreak Hotel", παρέα με τη Faith Evans και την Kelly Price.
Εδώ, επίσης, τραγουδά εξαίσια ένα από τα πιο στρογγυλά κομμάτια που έγραψε η Diane Warren ("I Learned From The Best"), ενώ φιλοξενεί και τη Mariah Carey σε μια συνάντηση κορυφής αναμενόμενα τυποποιημένη ("When You Believe"), που όμως προσφέρει περιθώρια για χαρισματικά φωνητικά, αποζημιώνοντας, εν μέρει, για την αφόρητη νωθρότητα.
Whitney: The Unreleased Mixes [Arista, 2000]
Συλλεκτικό box set βινυλίου, το οποίο βγήκε σε περιορισμένα αντίτυπα ως "ορεκτικό" για την πρώτη Greatest Hits συλλογή της, περιέχοντας remixes σε γνωστά της κομμάτια –κάποια από αυτά ακυκλοφόρητα, ορισμένα διαθέσιμα, ως τότε, μόνο σε αμερικάνικα maxi singles. Του ύψους και του βάθους, αφού από τη μία είχες τον David Morales να αναδιαρθρώνει ευφυώς το "So Emotional" κι από την άλλη τον Hex Hector σε τραγικές αποφάσεις, να ισοπεδώνει το "I Will Always Love You".
Just Whitney [Arista, 2002]
Δίχως, πια, τον Clive Davis, που είχε φύγει από την Arista, δίχως τη Robyn Crawford, η Whitney Houston υπέγραφε μεν μια νέα, κολοσσιαία συνεργασία ύψους 100.000.000 δολαρίων, μα πάσχιζε, ταυτόχρονα, να βρει προσωπικές ισορροπίες, καθώς και λύσεις για μια δοξασμένη φωνή που άρχιζε να μην τραβάει σε συναυλιακό επίπεδο, με αποτέλεσμα κόσμος να αποχωρεί από τις ζωντανές της εμφανίσεις. Δεν δουλεύουν όλες οι επιλογές στο Just Whitney, ωστόσο πρόκειται για καλό, μάλλον αδικημένο δίσκο, με ροή, με κάποια ωραία τραγούδια και με την ίδια να εξακολουθεί να εντυπωσιάζει, όταν το θέλει. Πότε παιχνιδίζοντας με τις μελωδίες των Isley Brothers ενόσω περιγράφει μια βραδινή έξοδο με φίλες στα φώτα της πόλης ("One Of Those Days"), πότε με ανεβασμένες ερωτικές διαθέσεις ("Love That Man"), πότε στέλνοντας το μελόδραμα του "You Light Up My Life" της Kacey Cisyk στη στρατόσφαιρα, πότε υψωμένη θεαματικά πάνω από αναπάντεχα rock κιθάρες ("Tell Me No").
One Wish: The Holiday Album [Arista, 2003]
Η φωνή της δεσπόζει μεν σε εποχιακό ρεπερτόριο λίγο-πολύ αναγνωρίσιμο, σαν π.χ. το "Have Yourself A Merry Little Christmas" ή το "Cantique de Noël (O Holy Night)", μα η όλη ενατένιση στο γιορτινό πνεύμα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς αποβαίνει απροσδόκητα ρουτινιάρικη.
I Look To You [Arista, 2009]
Η φθορά της φωνάρας της μπορεί να σοκάρει, ωστόσο αναδιπλώνεται έξυπνα σε μεσαία τέμπο. Το "I Look To You" αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα, αφού συγκινεί αβίαστα αιτούμενη μια έξοδο κινδύνου, νιώθοντας χαμένη, πια, μες τη ζωή της. Tο διαμαντάκι "I Got You", πάλι, θυμίζει κάτι από τα δικά μας "Ήσυχα Βράδια", ως προς το στιχουργικό περιεχόμενο. Αλλά και γενικότερα, το άλμπουμ δείχνει γεμάτο με μικρά, καλοφτιαγμένα τραγούδια, τα οποία ρέουν ευχάριστα, δίνοντάς της περιθώρια να τα αναδείξει. Τέτοιες περιπτώσεις, λ.χ., είναι το "Call You Tonight", το "Salute" ή η συνεργασία "Like I Never Left" με τον ράπερ Akon.
Live: Her Greatest Performances 1983-2009 [Legacy/Sony, 2014]
Μεταθανάτια κυκλοφορία φτιαγμένη με αποσπάσματα παρμένα από διάφορες πηγές, που αδυνατεί να μεταδώσει σφιχτή αίσθηση συνόλου, παρότι τηρεί χρονολογική σειρά. Εδώ κι εκεί, πάντως, εντοπίζεις ορισμένες σπουδαίες στιγμές, σαν την ιστορική εμφάνιση στον Merv Griffin με το "Home" (1983) ή την αστεράτη εκτέλεση στο κατά τ' άλλα σιροπιαστό "One Moment In Time", από την 31η τελετή των Βραβείων Grammy (1989). Σου αρέσει δεν σου αρέσει, επίσης, είναι αδύνατον να αγνοήσεις την κοσμογονική εκδοχή της Whitney Houston στον αμερικάνικο εθνικό ύμνο ("The Star Spangled Banner", 1991), αφού αυτή έθεσε τα στάνταρ με τα οποία τραγουδιέται, έκτοτε, το ρεπερτόριο που σχετίζεται με τις μεγάλες δημόσιες εκδηλώσεις.
Τι άλλο αξίζει να αναζητήσουμε, από σκόρπια τραγούδια και b-sides;
"Memories" [1982]
Μόλις στα 18, τρία χρόνια πριν το ντεμπούτο της, συνεργάζεται με τους Material του Bill Laswell γι' αυτήν τη διασκευή, σε ένα κομμάτι που πολλοί τότε είχαν μάθει χάρη στους Soft Machine και στον Robert Wyatt (μα άνηκε στους The Wilde Flowers, όπως ξέρουμε πλέον). Άγουρη, εντούτοις εντυπωσιακή, στέκεται περίφημα πλάι στο τζαζ σαξόφωνο του Archie Shepp.
"My Name Is Not Susan" (Keith Cohen & The LaFace Family remix) [1991]
Ωραία και η άλμπουμ εκδοχή από το I'm Your Baby Tonight, αλλά ακόμα καλύτερο αυτό το remix, όπου, προσπαθώντας να ακολουθήσει τα χνάρια της Janet Jackson του "Alright", επιδιώκει μια χιπ χοπ συνεργασία –σε καιρούς που κάτι τέτοιο δεν συνηθιζόταν. Η Βρετανίδα ράπερ Monie Love καβαλάει πετυχημένα το new jack swing κύμα του ρυθμού, προσφέροντας νέα διάσταση στο κομμάτι.
"Exhale (Shoop Shoop)" [1995]
Από τις αξιοσημείωτες στιγμές του Babyface, με ωραία ισορροπία μεταξύ R'n'B και pop/soul μπαλάντας, που δίνει πάτημα στη Houston για μια ζεστή, γήινη ερμηνεία. Από το soundtrack της ταινίας "Waiting To Exhale", όπου συμπρωταγωνιστούσε.
"It's Not Right But It's Okay" (Remixes) [2000]
CD-single κυκλοφορία, όπου φιγουράρει ένα άξιο, κομψό και οικονομημένο remix φτιαγμένο από το αμερικάνικο δίδυμο Thunderpuss, το οποίο σταδιοδρόμησε στα clubs της εποχής, κάνοντας θραύση στο γκέι κοινό.
"If I Told You That" [2000]
Ήταν ωραίο και στην πρωτότυπη βερσιόν (από το My Love Is Your Love), αλλά απογειώθηκε χάρη σε αυτήν την αναδιαπραγμάτευση, που έφερε τη Whitney Houston δίπλα στον George Michael, να τραγουδάνε για δύο φίλους που ετοιμάζονται να γίνουν εραστές. Υπέροχες οι σκηνές του βιντεοκλίπ, με τους δυο τους να χορεύουν σε κάποιο club.
"His Eye Is Οn Τhe Sparrow" [2012]
Μια τελευταία, συγκινητική Whitney, που μπορεί, πια, να μην τα καταφέρνει όπως παλιά, μα δίνεται σε πράγματα που ξέρει κι αγαπά. Διασκευή σε χριστιανικό ύμνο του 1905, από το soundtrack της ταινίας "Sparkle".
"How Will I Know" (Oliver Nelson's remix) [2015]
Έξυπνο, σύγχρονο remix, που αναπτερώνει πειστικά αυτήν την 1980s επιτυχία. Κυκλοφόρησε με αφορμή τα 30 χρόνια από το ορίτζιναλ, μόνο ψηφιακά, ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου εκείνης της χρονιάς.
"Higher Love" (Kygo's remix) [2019]
Η Whitney Houston είχε διασκευάσει την επιτυχία του Steve Winwood όταν μάζευε υλικό για το I'm Your Baby Tonight, αλλά η εκδοχή της περιορίστηκε σε bonus track της γιαπωνέζικης έκδοσης αυτού. Εδώ, η παλιά ηχογράφηση συναντά τα ηλεκτρονικά του Νορβηγού DJ Kygo, φτάνοντας σε ένα καλώς επικαιροποιημένο αποτέλεσμα.