Blondie: 50 χρόνια pop/rock τόλμης και γοητείας

«One way or another», η μπάντα της Debbie Harry βρήκε το μονοπάτι προς την επιτυχία, με την ίδια να μαγνητίζει τα παγκόσμια πλήθη ως χειραφετημένη Μέριλιν Μονρόε μιας Νέας Υόρκης του μεροκάματου, η οποία διασκέδαζε στο ιστορικό CBGB, στην ανατολή της punk εποχής.

Blondie_front Promo φωτογραφία με τη σύνθεση του 1977

Πού αρχίζουν οι Blondie και πού τελειώνει η Debbie Harry; Γίνεται να φανταστείς την τελευταία δίχως τη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του 1970 –ή την πόλη χωρίς την ξανθομαλλούσα αστραπή της θηλυκότητάς της; Ποια είναι η ορθή ποσόστωση ήχου και εικόνας πίσω από την επιτυχία τους, η οποία μετριέται σε παγκόσμιες πωλήσεις 40 εκατομμυρίων αντιτύπων (λέει το Rolling Stone), μα κρατάει και στην εποχή του Spotify; Θα έφταναν εκεί με σημαία την απρόσκοπτη καλλιτεχνική ελευθερία που πρέσβευε το CBGB; Ή κάτι χρωστάνε, τελικά, (και) σε ό,τι αποκαλούμε "μουσική βιομηχανία";

Μισό αιώνα μετά το ξεκίνημά τους (1974), παρότι δεν δίστασαν στιγμή να λουστούν στο φως της δημοσιότητας, οι ερωτήσεις αυτές έχουν μεν κάποιες απαντήσεις, οι οποίες, όμως, δεν είναι πολύ στέρεες. Φαίνεται, δηλαδή, σαν να υπάρχει πάντα κάτι το φευγαλέο με τους Blondie: τα πολλά πρόσωπα των πιο διάσημων τραγουδιών τους και τα ανορθόδοξα ηχητικά ανακατέματα –σε καιρούς που πολλοί μουσικόφιλοι αρέσκονταν σε πιο οριοθετημένα πλαίσια– μοιάζουν  προέκταση μιας φύσει ρευστής κατάστασης, που δεν επιτρέπει να αποφασίσεις με σιγουριά εάν μιλάμε, τελικά, για μια ζωή που μετασχηματίστηκε σε performance ή για μια performance που έγινε βίωμα

Blondie_01
Promo φωτογραφία της Debbie Harry, από την κινηματογραφική της καριέρα

Ακόμα κι αν διαβάσεις την αυτοβιογραφία της Debbie Harry, δεν θα βγάλεις άκρη για το τι ανήκει στην ίδια και τι στη σμιλεμένη περσόνα μιας χειραφετημένης Μέριλιν Μονρόε της Νέας Υόρκης του μεροκάματου. Η οποία, αφού περπάτησε στο κιθαριστικό της underground παρέα με τους Ramones (πριν καν έρθει στ' αφτιά τους κάτι περί "punk"), έγινε, έπειτα, η ηγεμονική, λευκοντυμένη φιγούρα στο εξώφυλλο του Parallel Lines –του δίσκου τους που στην Ελλάδα ξέρουν και όσοι δεν ακούν Blondie, αφού το "One Way Or Another" ανήκει σε εκείνη τη μικρή λίστα τραγουδιών που παίζονται και ξαναπαίζονται στα εγχώρια ραδιόφωνα Αθήνας και επαρχίας, έχοντας φτιάξει έναν δικό τους ενδιάμεσο κόσμο μεταξύ "τσίχλας" και über κλάσικ. 

Blondie_02
© Allan Tennenbaum
H Debbie Harry και ο Chris Stein, από το αφιέρωμα του περιοδικού "Uncut" (Αύγουστος 2024)

Αλλά ούτε και η αυτοβιογραφία του κιθαρίστα, συνιδρυτή και συνδημιουργού Chris Stein θα σε διαφωτίσει ιδιαίτερα, παρά την ειλικρίνεια με την οποία αντιμετωπίζει το κομμουνιστικό παρελθόν των γονιών του, τους εντός μπάντας εγωισμούς του ή το πώς (και πόσο) χάθηκαν παρέα με την Ξανθούλα στην κοκαΐνη και στην ηρωίνη, όσο μεσουρανούσαν ως συνεργάτες, αλλά και σαν ζευγάρι, κάνοντας παρέα (και ναρκωτικά) με σωρεία διάσημων ανδρών και γυναικών της αμερικανοβρετανικής σόου μπιζ. 

Δεν πειράζει. Μέρος της γοητείας των Blondie, άλλωστε, είναι η αίσθηση ότι δεν θα τους συναντήσεις βολεμένους σε κουτάκια. Ακόμα κι όταν διαμορφώνονταν τέτοια, δεν το είχαν σε τίποτα να βγουν έξω από τα όριά τους, προκειμένου, π.χ., να χορέψουν αγκαζέ με τον Giorgio Moroder σε "ανίερους" (για τους παλιούς rockers) disco ρυθμούς, να καβαλήσουν  reggae και calypso κύματα ή για να ραπάρουν παρέα με τα μαύρα αδέρφια δυο γειτονιές πιο κάτω, σε μέρες που οι λευκοί Νεοϋορκέζοι μόλις άρχιζαν να αντιλαμβάνονται το χιπ χοπ. Κι όλα αυτά μένοντας εδραιωμένοι στο mainstream, μα δίχως άγχος για την προσοχή των charts και δίχως σκοτούρα για όσους παλιούς συντρόφους θεώρησαν ότι "ξεπουλήθηκαν". 

Το ξεκίνημα

Σήμερα, έχουμε την πολυτέλεια να κοιτάμε το ξεκίνημα των Blondie έχοντας μόλις ένα κλικ μακριά ορισμένες πολύ πρώιμες ηχογραφήσεις, οι οποίες δεν ήταν εύκολα προσβάσιμες στα χρόνια που κυκλοφόρησαν τις πιο διάσημες δουλειές τους. Χάρη στο box set Against The Odds (2022), ας πούμε, διαθέτουμε ένα session σε παραγωγή του Eric Emerson των Magic Tramps (που υπήρξε στενός φίλος της Harry και του Stein), αλλά και το λεγόμενο Betrock Demo. Αμφότερα διατρέχουν τους σύντομους, μα ανήσυχους μήνες που μεσολάβησαν από το καλοκαίρι του 1974, όταν οι Harry & Stein εγκατέλειψαν τους The Stillettoes επιθυμώντας να φτιάξουν κάτι δικό τους, μέχρι την παγίωση των Blondie ως τετράδας, με τον Clem Burke στα ντραμς και τον Gary Valentine στο μπάσο (καλοκαίρι 1975). 

Blondie_03
H promo φωτογραφία που συνόδευε την αποστολή του Betrock Demo σε δισκογραφικές εταιρίες

Η αρχή αυτή είναι ταπεινή. Μπορεί, δηλαδή, ως ακροατές οι Harry & Stein να βρίσκονταν τότε στον αστερισμό των New York Dolls ή των Velvet Underground, αλλά, ως μουσικοί, πάσχιζαν να εναρμονίσουν την αγάπη τους για τα γυναικεία φωνητικά γκρουπ της προηγούμενης δεκαετίας (π.χ. The Shangri-Las) με διάφορα πιο επίκαιρα πράγματα, τα οποία ηχούν ατάκτως ερριμμένα. Έχει ενδιαφέρον, πάντως, ότι ήδη από τότε έγραψαν σε πρώιμη μορφή το "Heart Of Glass", με τον τίτλο "The Disco Song" να δείχνει πόσο ακομπλεξάριστα ήταν τα γούστα τους σε σύγκριση με πολλούς συγχρόνους τους που σύχναζαν ή/και έπαιζαν live στο CBGB του Hilly Kristal (οι Blondie πρωτοεμφανίστηκαν εκεί τον Οκτώβριο του 1974). Παράλληλα, βέβαια, φαίνεται ότι δεν είχαν ιδέα πώς να αναπτύξουν την αρχική σκέψη, που μάλλον αντανακλά το "Rock The Boat" των Hues Corporation. 

Το Betrock Demo, τώρα, έχει κομβική σημασία, γιατί έδειξε πόση ανάγκη υπήρχε στον ήχο τους για έναν κιμπορντίστα. Πράγμα που έφερε τον Jimmy Destri στην ομάδα, πάνω ακριβώς που ανέτειλε η punk εποχή στην underground Νέα Υόρκη, με τη Debbie Harry να την προσωποποιεί φωτογραφιζόμενη με ένα μαύρο t-shirt που έγραφε PUNK με λευκά γράμματα, για λογαριασμό του περιοδικού Punk (Απρίλιος 1976), το οποίο έκανε τη δική του θραύση στον μικρόκοσμο του CBGB. Λίγο μετά (Ιούνιος 1976) ήρθε και το πρώτο τους επίσημο single για την εταιρία Private Stock, το "X Offender", φωτίζοντας το πολυπόθητο μονοπάτι προς τη δισκογραφία.

Ο σπουδαίος δίσκος

To διάστημα από τον Ιούνιο του 1976, όταν οι Blondie ντεμπούταραν στη δισκογραφία ύστερα από 2 χρόνια αναζητήσεων, ως τον Σεπτέμβριο του 1978, όταν κυκλοφόρησαν το άλμπουμ Parallel Lines στην Chrysalis, δείχνει μικρό. Στην πραγματικότητα, όμως, διήνυσαν γοργά μια μεγάλη απόσταση, η οποία αποκάλυψε και αρετές, μα και αδυναμίες. 

Blondie_04
Το εξώφυλλο του Parallel Lines (1978), για το οποίο επέμεινε ο μάνατζερ Peter Leeds

Από τη μία, δηλαδή, η μπάντα που οι θαμώνες του CBGB θεωρούσαν ότι ήταν λιγότερο πιθανό να τα καταφέρει, είχε κατορθώσει να κάνει την υπέρβαση, να σταθεί στα πόδια της και να εκπέμψει μαγνητισμό, χάρη, κυρίως, στη Debbie Harry. Η οποία προσωποποιούσε κάτι όντως ξεχωριστό, συνδυάζοντας rock 'n' roll κότσια με τη σαγήνη μιας σταρ προηγούμενων εποχών, με τρόπο αφάνταστα επιδραστικό όσον αφορά τη γυναικεία παρουσία στο σύγχρονο ηλεκτρικό τραγούδι –για τον οποίον χρήσιμο είναι, πια, να σταματήσουμε να γράφουμε οι άνδρες, που, ψέματα ας μη λέμε, κοιτάμε κι άλλα πράγματα. Από την άλλη, οι Blondie της εποχής ήταν συχνά ένα κινούμενο, στροβιλιζόμενο χάος, μόλις έφτανε η ώρα της δουλειάς. Και η όλο και πιο αισθητή παρουσία των ναρκωτικών δεν βοηθούσε, ειδικά μέσα στο στούντιο.  

Έτσι, προβάλλουν ως κλασική περίπτωση που ωφελήθηκε από τη δυναμική παρέμβαση της μουσικής βιομηχανίας σε μια χαοτική καλλιτεχνική ελευθερία, την οποία δεν ήταν σε θέση να διαχειριστούν. Συνειδητοποιώντας τα πιθανά αδιέξοδα, δηλαδή, η Chrysalis ανέθεσε στον παραγωγό Mike Chapman να βάλει μια τάξη, ωθώντας το γκρουπ προς τα μπροστά. Εκείνος, με τη σειρά του, στρίμωξε τόσο τα αγόρια, όσο και την κυκλοθυμική Debbie, οδηγώντας τους σε έναν μαστόρικα δουλεμένο, πλούσιο και ιδιαίτερο pop/rock ήχο, ο οποίος διατηρούσε κάτι από τις underground ρίζες τους, ενόσω έχτιζε μια σαφώς mainstream πρόσοψη, η οποία κοίταζε θαρρετά τη disco, σοκάροντας τμήμα του rock κοινού που τους ακολουθούσε μέχρι τότε. 

Με μια υπέροχη διασκευή στο "Hanging On The Telephone" των Nerves, με φοβερά δικά τους κομμάτια σαν το "Picture This", το "11:59" ή το "One Way Or Another" –χιλιοακουσμένο, μα με λατρεμένο τσαγανό– με το "Heart Of Glass" να βρίσκει τη Donna Summer ψυχή που του έλειπε και να ίπταται στο νούμερο 1 των Η.Π.Α. και της Βρετανίας, το Parallel Lines αποτυπώνεται ως αδιαμφισβήτητο ζενίθ. Εντύπωση, φυσικά, που παγίωσε (και) η εμπορική του επιτυχία. Χώρια που φιλοξενεί ένα από τα καλύτερα τραγούδια που έγραψαν ποτέ, το "Fade Away And Radiate", όπου η Debbie Harry φτάνει σε μία από τις σπουδαιότερες ερμηνείες της καριέρας της. Και τι το ενέπνευσε; Κάτι πραγματικά απλό και καθημερινό, όπως συμβαίνει με όλο το υλικό τους: ένα βράδυ, ο Stein τη βρήκε να κοιμάται μπροστά σε μια ανοιχτή τηλεόραση, με χιόνια στην οθόνη και μια αφίσα του James Dean να αχνοδιακρίνεται στο ημίφως του δωματίου τους (εξ ου και ο στίχος "died in 1955").

Τι άλλο να τσεκάρουμε;

Εδώ, τώρα, αρχίζουν τα δύσκολα. Γιατί, ενώ οι Blondie επέδειξαν αξιοσημείωτη σταθερότητα στην παραγωγή καλών τραγουδιών –και στην κλασική τους φάση, που έληξε με τη διάλυση του 1982, και στα όσα έχουν ακολουθήσει την ανασυγκρότηση του 1997– κανένας άλλος δίσκος δεν διαθέτει το σφρίγος και τη συνολική ποιότητα του Parallel Lines. Αν, όμως, ψάξουμε για δευτεραθλητές, θα βρούμε τουλάχιστον τρεις υποψήφιους· άλμπουμ, δηλαδή, τα οποία να είναι ταμάμ για τους fans, μα να μπορούν να αφορούν κι ένα ευρύτερα ενδιαφερόμενο ακροατήριο. 

Blondie_05
Το ντεμπούτο Blondie (1976)

Πρώτο ανάμεσά τους, το ντεμπούτο Blondie [Private Stock, 1976]. Ακόμα κι αν φάνηκαν ανέτοιμοι να δεχτούν τη ροπή τους προς την ποπ και το ρετρό –η Debbie Harry έχει παραδεχτεί ότι σοκαρίστηκε, όταν διάβασε τέτοιες επισημάνσεις στις πρώτες κριτικές– η επιλογή του Richard Gottehrer ως παραγωγού φανερώνει μια πλεύση προς την αναδιαπραγμάτευση ήχων παρμένων από τα 1950s και τα 1960s. Εν πολλοίς, δηλαδή, βρισκόμαστε απέναντι σε ένα πείραμα αναβίωσης. Το γκρουπ, όμως, κατάφερε να προσθέσει και κάτι δικό του: μια τζούρα επιθετικότητας στις κιθάρες, μια κάποια ειρωνεία, μια Νέα Υόρκη να πάλλεται στη γενικότερη αύρα. Πράγματα που εκπροσωπήθηκαν ωραία από τη Harry. Το "A Shark In Jets Clothing" είναι το μικρό διαμαντάκι του δίσκου, ενώ τα "In The Flesh" και "Look Good In Blue" αναπτερώνουν γλυκά τις παλιομοδίτικες καταβολές τους.

To Eat To The Beat [Chrysalis, 1979] φιγουράρει συχνά ως κάτοχος του τίτλου "Parallel Lines του φτωχού", ο οποίος απηχεί τις αμφιλεγόμενες φρασεολογίες που άρεσαν στον παλιό μουσικό Τύπο, που δεν δίσταζε να επιδεικνύει τον ελιτισμό του. Υπάρχουν βάσεις στον ισχυρισμό αυτόν, όμως κατ' εμέ το άλμπουμ χάνει στα σημεία από το Autoamerican [Chrysalis, 1980]. Αμφότερα, βέβαια, μοιράζονται την όλο και μεγαλύτερη διείσδυση των ναρκωτικών στο δημιουργικό σύμπαν των Blondie, η οποία αρχίζει να βλάπτει σοβαρά τους στίχους τους, ενώ περιέχουν και ανελέητες δευτεράντζες: στα "Victor" και "T-Birds" ίσως να συναντάμε τα χειρότερα τραγούδια τους. 

Blondie_06
Το Autoamerican (1980)

Αλλά το Autoamerican διατηρεί ένα θράσος στα ηχητικά ρίσκα που παίρνει, τα οποία βγάζουν την παρέα ασπροπρόσωπη, καλύπτοντας τους διαρκείς καυγάδες στο στούντιο. Βουτάνε λ.χ. στο τζαμαϊκανό rocksteady των 1960s, ανασύρουν το "The Tide Is High" των Paragons και φτάνουν σε μια εκπληκτική διασκευή με Δυτική πρόσοψη και reggae/calypso "ψυχή". Πιο κάτω, στο "Rapture", η Debbie Harry αφήνεται ξάφνου σε ένα ραπ ξέσπασμα, το οποίο έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία στους οπαδούς. Ακόμα κι αν δεν βγήκε όσο κωλοπετσωμένο το φαντάστηκε, αποτέλεσε χειρονομία με τεράστια σημασία, που έλαβε χώρα σε ανύποπτο χρόνο, πριν το λευκό κοινό μάθει καλά-καλά να προφέρει τις λέξεις "χιπ χοπ". Και είναι, επιπλέον, και το υποτιμημένο "Europa": μια μυστήρια ουβερτούρα, που επίσης φάνηκε λες και ήρθε από το πουθενά, με ενορχηστρώσεις μεταξύ κλασικής ορχήστρας και synthesizers, οι οποίες κορυφώνουν στο εκκεντρικό spoken word της Debbie περί της κουλτούρας των αυτοκινήτων.   

Ισχυρό δίλημμα, πάντως, ανακύπτει και για την τρίτη δισκογραφική επιλογή. Είναι το No Exit [Beyond Music, 1999] αυτό που προσωποποίησε την επανένωσή τους; Ή αποτελεί απόδειξη για το πώς δεν κάνουμε τα reunions, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι; Έστω κι αν λείπει το πνεύμα των παλιών ημερών, η δική μου άποψη τείνει προς μια μάλλον θετική αποτίμηση, γιατί σίγουρα οι Blondie δεν ξέχασαν πώς να γράφουν όμορφα τραγούδια, με υγιώς μαζικές στοχεύσεις. 

Blondie_07
To Pollinator (2017)

Ωστόσο, θα προκρίνω τελικά το Pollinator [Infectious/BMG, 2017], γιατί, ακόμα και εν μέσω μιας έκδηλης ανισότητας, έδειξε την ετοιμότητά τους να συνδιαλλαγούν με νεότερες δυνάμεις του ευρύτερου alt pop/rock πεδίου, κάνοντάς το με τους δικούς τους όρους και όχι ασθμαίνοντας να προλάβουν "τις εξελίξεις". Ο Johnny Marr τους χάρισε ένα γερό "My Monster", ο Blood Orange έκλεισε τσαχπίνικα το μάτι στο "Heart Of Glass" σκαρώνοντας το "Long Time", τα "Already Naked" και "Fun" (όπου βάζει το χεράκι του ο David Sitek των TV On The Radio) ακούγονται χάρμα, το "Fragments" είναι από τα ωραιότερα ύστερα κομμάτια τους. Και, πάνω απ' όλα, υψώνεται η Debbie Harry, τραγουδώντας με απαράμιλλη ενέργεια, μα και με μια αξιοζήλευτη δροσιά, παρά τα 72 της χρόνια. 

Από εκεί και πέρα, υπάρχουν μερικές ακόμα τραγουδάρες και κάποια ωραία κομμάτια και στην υπόλοιπη δισκογραφία των Νεοϋορκέζων, τα οποία δεν γίνεται να λείψουν από ένα αφιέρωμα σαν το παρόν. 

"(I'm Always Touched By Your) Presence, Dear"
Αν είναι να μιλήσουμε για το Plastic Letters [Chrysalis, Φεβρουάριος 1978], αυτή είναι η πιο ευδιάκριτη κι επιτυχημένη στιγμή και όχι το δικό μου αγαπημένο "Youth Nabbed As Sniper". Δίσκος όπου πηγαινοέρχονταν διάφορες καλές ιδέες, μα τα πιο πολλά τραγούδια κατέληξαν ασουλούπωτα και ατσούμπαλα –και μάλλον έτσι θα έμεναν και γενικότερα τα πράγματα, αν δεν ερχόταν ο Mike Chapman να σπρώξει τη μπάντα προς το Parallel Lines. 

"Dreaming"
Από τα πιο στρογγυλά κομμάτια που γράφτηκαν ποτέ στο αγγλοαμερικανκό pop/rock στερέωμα για το πώς είναι να νιώθεις νέος και άφραγκος σε μια Δυτική μητρόπολη, η οποία αφήνει κάμποσα περιθώρια για μεγάλα όνειρα. Κάπου πίσω του βρίσκονται οι Abba, αλλά έχει και λίγο Beatles, ειδικά στην προσέγγιση των ντραμς. Από το Eat To The Beat [Chrysalis, 1979].

"Atomic"
Τραγούδι-έμβλημα για το τι εστί Blondie, συγκλονιστικά όμορφο με έναν διακριτό τρόπο, που ξεσηκώνει ακόμα κι αν ο στίχος λέει απλά "oh, your hair is beautiful". Ξεκίνησε ως άσκηση του κιμπορντίστα Jimmy Destri πάνω στις μουσικές του Ennio Morricone για τα θρυλικά σπαγκέτι γουέστερν του Σέρτζιο Λεόνε –ακούστε και το demo ("Spaghetti Song") στο box set Against the Odds. Κι αυτό από το Eat To The Beat. 

"Call Me"
Άλλη θρυλική κομματάρα, με τη Debbie Harry στο ερμηνευτικό της απόγειο και τον Giorgio Moroder να κεντάει σταυροβελονιά στα της σύνθεσης και της παραγωγής. Φτιάχτηκε για το soundtrack της ταινίας American Gigolo του Paul Schrader, αλλά σταδιοδρόμησε και ως non-album single [Chrysalis, Ιανουάριος 1980], γνωρίζοντας τη νούμερο 1 επιτυχία σε Η.Π.Α. και Βρετανία. Αξίζει να τσεκάρετε και την ορμητική ισπανόφωνη βερσιόν, η οποία εμφανίστηκε σε αμερικάνικο maxi single της Salsoul.

"For Your Eyes Only"
Καλύτερο από την ανώδυνη μπαλάντα της Sheena Easton, που επιλέχθηκε τελικά για την James Bond ταινία For Your Eyes Only, για την οποία και γράφτηκε. Αδικημένη στιγμή, ξεχασμένη στον αδύναμο δίσκο The Hunter [Chrysalis, 1982], που σήμανε το τέλος της κλασικής περιόδου των Blondie.

"Maria"
Αιχμή στο δόρυ μιας θεαματικής επιστροφής, 17 χρόνια μετά τη διάλυσή τους. Ερμηνεύοντας μεστά και με αέναη λάμψη, η Debbie Harry παίρνει πάνω της αυτό το ηλιολουσμένο τραγούδι νοσταλγίας του Jimmy Destri για τα εφηβικά χρόνια, όταν φαντασιωνόταν το ιδανικό κορίτσι. Από το άλμπουμ No Exit [Beyond Music, 1999].

"Nothing Is Real But The Girl"
Άλλες μπάντες των 1990s σκότωναν για τέτοια ποπ δράματα σε μινιατούρα τρεισήμιση ραδιοφωνικών λεπτών, οι βετεράνοι Blondie τα έγραφαν σχεδόν στο ρελαντί, με τη Debbie Harry να αναλαμβάνει τα της εκτόξευσης. Top-30 χιτάκι στη Βρετανία, κι αυτό από το No Exit.

"No Exit (The Loud Allstar Rock Remix)"
Όχι η "No Exit" συνεργασία με τον Coolio από τον ομότιτλο δίσκο, η οποία σήκωσε πλήθος αρνητικών αντιδράσεων και πικρόχολων σχολίων για απόπειρα ανακατασκευής της "Rapture" δόξας. Ποτέ δεν κατάλαβα την όλη φασαρία. Οι Blondie κοίταξαν απλά στην επόμενη μέρα όσων κόμισε κάποτε το "Rapture", βρήκαν μια καινούρια, ακόμα πιο ανθηρή χιπ χοπ σκηνή, οπότε συνέχισαν το φλερτ με τον ήχο της, δίνοντάς της ηγετικό ρόλο, με τους ίδιους να ακολουθούν. Τι πιο δίκαιο; Κάπως έτσι, με αυτό το remix που κυκλοφόρησε μόνο σε single [Beyond Music, Οκτώβριος 1999], κέρασαν ξυδάκι όσους χαλάστηκαν, φέρνοντας δίπλα στον Coolio τους σεβάσμιους Inspectah Deck & U-God των Wu-Tang Clan, αλλά και τους Mobb Deep, οι οποίοι δίνουν ρέστα στο ραπάρισμα. Στα συν και η επίκληση στον Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ.

"Good Boys"
Οι νοστιμιές του mainstream, διά χειρός Blondie (ΟΚ, ίσως λιγάκι και των Queen, που απείλησαν να μηνύσουν για ένα σημείο). Με ωραία δάνεια από τη funk κληρονομιά (λίγο-πολύ όσα θα έπαιρναν αργότερα και οι Daft Punk) και ορθώς τοποθετημένο ραπ. Από το άλμπουμ The Curse Of Blondie [Sanctuary, Οκτώβριος 2003].

"Girlie Girlie"
Έξω καρδιά διάθεση σε reggae μοτίβα, όαση μέσα στη μετριότητα του δίσκου Panic Of Girls [Five Seven/EMI, Μάιος 2011], με τον οποίον προσπάθησαν να βρουν βηματισμό στο σκηνικό των 2010s. Πρόκειται, βέβαια, για διασκευή –στο χιτάκι της Τζαμαϊκανής Sophia George (1985), που είναι ωραίο και στην ορίτζιναλ μορφή του. Μια σύγκριση, ωστόσο, αρκεί να αποδείξει τον αέρα που του χάρισε η Debbie Harry.

Τι να αποφύγουμε;

Εδώ η απάντηση είναι πολύ εύκολη: μακριά από τα άλμπουμ με τα remixes. Βέβαια, από το Once More Into The Bleach [Chrysalis, 1988] δεν λείπει ένα μίνιμουμ αξιοπρέπειας, ιδίως στο remix των Coldcut για το "The Tide Is High" ή στην club ανάταση που δίνει ο Ολλανδός Ben Liebrand στο "Call Me". Γενικώς, όμως, δεν το χρειαζόταν κανείς. 

Blondie_08
To Beautiful - The Remix Album (1995)

Το Beautiful - The Remix Album [Chrysalis/EMI, Ιούνιος 1995] αποτυπώνεται τραγικό, με ελεεινά μπιτάτες ανασκολοπίσεις στο "Hanging On The Telephone", μα και στο "Atomic", όπου o Armand Van Helden αλλού πατά κι αλλού βρίσκεται. Στην αμερικάνικη αγορά ο συγκεκριμένος δίσκος αντικαταστάθηκε από το Remixed Remade Remodelled: The Remix Project [Chrysalis/EMI, Ιούλιος 1995], στο οποίο κάποια πράγματα διαφοροποιούνται, μα η συνολική αποτίμηση μένει ίδια. 

Δίχως λόγο ύπαρξης, τέλος, ήταν και το Blondie 4(0) Ever [Noble ID, 2014], όπου η μπάντα γιόρτασε τα 40 της χρόνια επανηχογραφώντας παλιές της επιτυχίες, σε νέες παραγωγές και μίξεις με την υπογραφή του Kato Khandwala. Δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να γυαλίζουν τα ασημικά. 

Κι αν μας αρέσουν οι ζωντανές ηχογραφήσεις; 

Η ψηφιακή μας εποχή έχει εξαερώσει το θέμα, αφού στο YouTube μπορείτε πλέον να βρείτε ολόκληρες συναυλίες των Blondie με καλό ήχο και εικόνα. Κάτι μη εντοπίσιμο, ωστόσο, είναι το DVD Live At CBGB 1977, το οποίο συμπεριλήφθηκε το 2014 στη σπέσιαλ deluxe edition του Blondie 4(0) Ever κι έχει σταθερή ζήτηση ανάμεσα στους fans που τιμούν τα πρώτα και πιο ακατέργαστα χρόνια, πριν τις ποπ επιτυχίες του Parallel Lines –με τη Debbie Harry να φορά παντελόνι κόκα κόλα και μαύρη κορδέλα στο ξανθό της μαλλί και να τραγουδά στακάτα, με βλέμμα ευθύ. Από την άλλη, βλέποντάς το θα καταλάβετε καλύτερα γιατί όσοι ήταν τότε θαμώνες στο CBGB πίστευαν ότι ήταν μια μπάντα που δεν θα πάει μακριά. 

Blondie_09
Tο DVD Live At CBGB 1977 έχει σταθερή ζήτηση

Πιο ενδιαφέρον τεκμήριο αυτής της περιόδου είναι το Musiklanden, από ένα σόου του Σεπτεμβρίου 1978 στη (δυτικο)γερμανική τηλεόραση, το οποίο πρωτοκυκλοφόρησε σε CD/VCD (1995) και απόκτησε πιο ολοκληρωμένη υπόσταση ως DVD [Pioneer Artists/Eagle Entertainment, 2002]. Εδώ, ο Frank Infante τα δίνει όλα στη δεύτερη κιθάρα, σε εξαίσιο δίδυμο με τον μπασίστα Nigel Harrison, ενώ το γκρουπ σκίζει ακόμα και σε μικρής εμβέλειας κομμάτια, π.χ. στο "I Didn't Have The Nerve" ή στο "Kidnapper".

Η τουρνέ της επανένωσης (1998/1999) έδωσε ένα πλήθος ηχογραφήσεων από το Λονδίνο, το Λας Βέγκας, τη Νέα Υόρκη, το Σικάγο και το Glastonbury Festival, που απάρτισαν το γερό άλμπουμ Live [Beyond, 1999], το οποίο στη Βρετανία κυκλοφόρησε σαν Livid –αναπακετάρισμά του, δε, (φαίνεται να) είναι και η Spotify κυκλοφορία Real Real Blondie, όπου φιλοξενείται και αχρησιμοποίητο υλικό. Υπάρχει και DVD υπόσταση, αλλά πρόκειται για υπόθεση σχεδόν ολότελα διαφορετική, καθώς περιέχει ολόκληρη τη συναυλία του Φεβρουαρίου 1999 στο Town Hall της Νέας Υόρκης. Θα έλεγα, πάντως, να προτιμήσετε το CD, γιατί είναι εκεί όπου το συγκρότημα πιάνει επιδόσεις, σε στιγμές λ.χ. σαν τα "Screaming Skin", "Rip Her To Shreds" ή "Atomic". Στο DVD η όλη ενέργεια κυμαίνεται σε συγκριτικώς χαμηλότερα επίπεδα.

Διαβάστε Επίσης

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

Άνοιξε η προπώληση για τους Green Day στο Ejekt 2025

Το θρυλικό pop punk τρίο έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα.

16/10/2024

O Δώρος Δημοσθένους, η Λένα Κιτσοπούλου και τα "Τα Δικά Μας LikeA"

Για δύο εμφανίσεις στο Club του "Σταυρού του Νότου".

Τα St Paul's Sessions 7 κάνουν πρεμιέρα με τον Shabaka

Το πρώην μέλος των The Comet Is Coming και των The Sons Of Kemet έρχεται στο Ωδείο Αθηνών.

O Μιχάλης Καλκάνης παρουσιάζει το νέο του δίσκο στο Half Note

O χαρισματικός κοντραμπασίστας έρχεται με το σχήμα του Mihalis Kalkanis Group για να μας ξεναγήσει στον εύθραυστο αλλά και ταυτόχρονα δυνατό ηχόκοσμο του "Emotions".

Η Stevie Nicks εμφανίστηκε στο Saturday Night Live μετά από 41 χρόνια

Η θρυλική τραγουδίστρια των Fleetwood Mac επέστρεψε στο πλατό της δημοφιλούς τηλεοπτικής εκπομπής για μια συγκινητική σκηνή.

Colin Stetson: "Το κοινό μου δεν είναι τζαζ κοινό"

Ξεχωριστός, συζητημένος, και με αξιοθαύμαστο εύρος δράσης στον μουσικό χάρτη του μέχρι στιγμής 21ου αιώνα, ο Αμερικανός σαξοφωνίστας εκφράζει το "σύγχρονο" όσο λίγοι συνάδελφοί του. Δεν χανόταν, λοιπόν, η ευκαιρία για μια συζήτηση, τώρα που ετοιμάζεται για την πρώτη του συναυλία στην Ελλάδα (Σάββατο 19/10, "Gazarte").

EDEN parties: Οι Κυριακές είναι για χορό

Τα κυριακάτικα απογευματινά πάρτι στο Ωδείο Αθηνών πλησιάζουν.