Argus: 50 χρόνια για το rock ορόσημο των Wishbone Ash που (κάποιοι λένε ότι) ενέπνευσε τον Darth Vader

Ένα καινούριο box set γιορτάζει μισό αιώνα ζωής για τον πολυσυζητημένο δίσκο των Βρετανών rockers (1972), επαναφέροντας στο προσκήνιο τα μυστικά των διπλών του κιθάρων, την επιρροή που άσκησε στους Iron Maiden, αλλά και την επίμονη φήμη που τον θέλει να διασυνδέεται με τον θρυλικότερο χαρακτήρα του «Πολέμου των Άστρων».

WisbAs_front Steve Upton, Martin Turner & Ted Turner, Andy Powell

"Νομίζω ότι, αν κανείς θελήσει να καταλάβει το πρώιμο έργο των Iron Maiden και ειδικά τις κιθαριστικές τους αρμονίες, δεν έχει παρά να ακούσει το Argus των Wishbone Ash".

Δεν ήταν βέβαια η πρώτη φορά που σημειωνόταν μια τέτοια διασύνδεση. Ωστόσο είχε άλλη αίγλη και άλλη σημασία να το λέει ευθέως ο ίδιος ο Steve Harris, ο "αρχηγός" δηλαδή των Iron Maiden –όπως έπραξε το 2011, μιλώντας στο Guitar World. Ξαναφωτίζοντας, έτσι, το γεγονός ότι η heavy metal κουλτούρα της δεκαετίας του 1980 δεν πήγασε από το πουθενά, μα είχε βαθιές ρίζες στα βρετανικά hard rock πράγματα, οι οποίες δεν περιορίζονταν στους συνήθεις υπόπτους (Led Zeppelin, Deep Purple/Rainbow κτλ.). Με τη σειρά τους, ασφαλώς, περιπτώσεις σαν τους Wishbone Ash οδηγούν προς τις καταβολές του hard rock, δείχνοντάς το να αναδύεται από την "κοσμική σούπα" των ύστερων, ηλεκτρικών 1960s, όπου σιγόβραζαν τα blues, το rock, οι folk μνήμες, το πρώιμο progressive και η βρετανοαμερικάνικη ψυχεδέλεια. 

Πράγματι, είναι μάλλον χαρακτηριστική η πορεία της μπάντας που συνιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1969 από τον Martin Turner (φωνητικά, μπάσο) και τον Steve Upton (ντραμς), στις στάχτες των ψυχεδελίζοντων Tanglewood. Το 1970 άνοιξαν συναυλίες των Deep Purple –οι οποίοι είχαν μόλις μεταβεί από το prog του ξεκινήματός τους στο hard rock στυλ με το οποίο θα αναγορεύονταν σε θρύλους– εντυπωσιάζοντας τον Ritchie Blackmore. Μεσολάβησε, λοιπόν, ώστε να κλείσουν το πρώτο τους δισκογραφικό συμβόλαιο, υπό την αιγίδα μάλιστα του παραγωγού των Purple, Derek Lawrence. Βρέθηκαν έτσι στη Decca και γνώρισαν άμεση εμπορική επιτυχία σε Βρετανία και Αμερική με τα πρώτα δύο άλμπουμ Wishbone Ash (1970) και Pilgrimage (1971), παρότι ηχητικά δεν είχαν ακόμα κατασταλάξει σε συγκεκριμένη κατεύθυνση. 

WisbAs_01
Promo φωτογραφία της μπάντας από το 1970


Αυτό θα (ψιλο)συνέβαινε, τελικά, στον τρίτο δίσκο Argus (1972): τον πιο ονομαστό και συζητημένο της μακράς τους καριέρας, που σκαρφάλωσε στο #3 των βρετανικών charts, αλλά και στο #169 της Αμερικής. Και έμελλε να αποδειχθεί πολλαπλώς επιδραστικός, όπως φανερώνουν όσα γράφτηκαν πιο πάνω για τους Iron Maiden, αλλά και μια επίμονη μέσα στα χρόνια ιστορία που θέλει το εξώφυλλό του να αποτελεί πηγή έμπνευσης για τον Darth Vader –τον θρυλικότερο κινηματογραφικό χαρακτήρα του "Πολέμου των Άστρων". Φέτος, λοιπόν, τα πρόσφατα 50 χρόνια του άλμπουμ γιορτάστηκαν δεόντως με ένα καινούριο box set, που επιτρέπει να ξαναπιάσουμε το νήμα της δημιουργίας και της απήχησής του.

Ανοίγοντας το νέο box set

Κεντρική παρουσία στο φροντισμένο κουτί της Madfish έχει, φυσικά, το ορίτζιναλ Argus (Απρίλιος 1972), το οποίο δίνεται με remastered ήχο σε gatefold βινύλιο και σε CD –με το δεύτερο, μάλιστα, να περιλαμβάνει και 4 demo από το διάστημα των ηχογραφήσεων (Ιανουάριος/Μάρτιος 1972), με τον Derek Lawrence να κάθεται στην κονσόλα και τον μετέπειτα φημισμένο παραγωγό Martin Birch να εκτελεί χρέη μηχανικού ήχου. 

Επιπλέον, το box set παρέχει και το single του 1972 "No Easy Road" σε κόκκινο βινύλιο 45 στροφών, διατηρώντας το "Blowin' Free" ως b-side. Το "No Easy Road" έδειχνε κάτι από το πώς αισθάνονταν οι Wishbone Ash μετά την ηχογράφηση του Argus, όταν στόχευσαν σε περισσότερα πράγματα, κάνοντας όμως και κάποιους αναγκαίους συμβιβασμούς. Τον Μάιο του 1973 θα αποτελούσε τελικά μέρος του επόμενού τους άλμπουμ, Wishbone Four. Η εκεί εκδοχή, όμως, ανέρχεται σε 3 λεπτά και 40 δευτερόλεπτα, οπότε διαφέρει κατά τι από τη single διάρκεια των 3 λεπτών και 29 δευτερολέπτων. Ακόμα μεγαλύτερη, δε, είναι η διαφορά του "Blowin' Free", τραγουδιού που στο Argus είχε ολοκληρωθεί σε 5 λεπτά και 17 δευτερόλεπτα, μα εδώ παρουσιαζόταν συντομευμένο σε 3 λεπτά και 48 δεύτερα.

WisbAs_02

Το επιπλέον υλικό, τώρα, καταγράφει τη δράση των Wishbone Ash μετά την έκδοση του Argus, ξετυλίγοντάς τη σε δύο εξτρά CD κι ένα DVD. Στο CD Live From Memphis, λοιπόν, τους συναντάμε τον Αύγουστο του 1972, να παίζουν ζωντανά στο Μέμφις των Η.Π.Α., στο ραδιόφωνο WMC-FM. Στο CD Live At Alexandra Palace, πάλι, τους βρίσκουμε να δίνουν συναυλία στον ομώνυμο χώρο του Λονδίνου, τον Δεκέμβριο του 1973. Το δε DVD French & Swiss TV Footage καταγράφει ένα τμήμα από τη συναυλία τους στο "Rainbow Theatre" του Λονδίνου (Ιανουάριος 1973), το οποίο προβλήθηκε στη γαλλική τηλεόραση μαζί με συνεντεύξεις τους παρμένες στα παρασκήνια, συν μια εμφάνισή τους στην ελβετική τηλεόραση τον Ιανουάριο του 1974.

Τέλος, τρεις επιλογές από το Live From Memphis και δύο από το Live At Alexandra Palace κόβονται και σε όμορφο κίτρινο βινύλιο (τιτλοφορείται Argus Live), ενώ τα πάντα στεφανώνονται από ένα βιβλίο 48 σελίδων, με σπάνιες φωτογραφίες του γκρουπ από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 κι ένα νέο συνοδευτικό κείμενο του Campbell Devine για το Argus και την εποχή του, για το οποίο έγιναν και κάποιες ειδικές συνεντεύξεις.

Αποτιμώντας το bonus υλικό

Μία παρατήρηση με ισχύ για όλο το bonus υλικό που έχουμε εδώ, είναι ότι οι Wishbone Ash παίζουν και δεν παίζουν το Argus: περισσότερο, δηλαδή, είναι σαν να διαλέγουν ορισμένα τραγούδια, κυρίως αυτά που ταιριάζουν περισσότερο με εκείνα των δύο προηγούμενων άλμπουμ, δημιουργώντας sets αντιπροσωπευτικά των όσων έκαναν κατά τη διετία 1970-1972. Από μια τέτοια άποψη, λοιπόν, λείπει αισθητά το μόνο γνωστό ντοκουμέντο της ίδιας περιόδου που δεν συμπεριλαμβάνεται εδώ, το BBC Radio 1 Live In Concert (Μάιος 1972), στο οποίο παρουσίασαν τα 5 από τα 7 κομμάτια του Argus, όντας σε μεγάλη φόρμα. Είναι κάτι που οι ιθύνοντες του box set όφειλαν να έχουν φροντίσει.

Η διάθεση αυτή των Wishbone Ash είναι πιθανό να σχετίζεται με τις κατευθύνσεις που θα χάραζαν με το επερχόμενο Wishbone Four (1973), το οποίο εγκατέλειψε τον ήχο και την αισθητική του Argus προκειμένου να φλερτάρει εντονότερα με το αμερικάνικο rock mainstream της εποχής. "Ήταν απίστευτα δύσκολο να κάνεις το επόμενο βήμα μετά από έναν δίσκο σαν το Argus", δήλωσε αργότερα ο Andy Powell στον Dave Ling του Classic Rock, κρίνοντας (εκ των υστέρων) ότι έπρεπε να φύγουν κάπου μακριά και να πάρουν τον χρόνο τους –"αντ' αυτού, μας μάντρωσαν σαν τα σκυλιά. Μέχρι το 1974, είχαμε περιοδεύσει 18 φορές στην Αμερική". 

WisbAs_03

Το αποτέλεσμα, πάντως, είναι ότι οι Βρετανοί, αν και παίζουν πολύ ωραία, ακούγονται σαν ένα καλό blues rock συγκρότημα των ύστερων 1960s. Πρόκειται για εντύπωση που αποτυπώνεται γλαφυρά στη συναυλία από το Alexandra Palace και στο κλίμα το οποίο δημιουργείται στις εκτελέσεις των "Blowin' Free", "Baby What You Want Me To Do", "Where Were You Tomorrow" και "No Easy Road" –με το "Sometime World" να απομένει μόνος εκπρόσωπος της πλεύσης που έδωσε το Argus. Όλα μια χαρά, απλά ας είμαστε ειλικρινείς: κανείς δεν θα αγόραζε box set για να ακούσει τους Wishbone Ash να μπλουζροκάρουν. 

Καλό δείγμα των ζωντανών τους δυνατοτήτων είναι βέβαια και το live στο ραδιόφωνο WMC-FM του Τενεσί, όπου τα πράγματα προκύπτουν πιο ισορροπημένα. "Ακούμε" περισσότερο Argus, δηλαδή, νιώθοντας αμεσότερα την εντύπωση που έμελλε να κάνουν οι διπλές κιθάρες και τα μελωδικά σόλο, καθώς ξεδιπλώνονται κομμάτια σαν το "Time Was", το "Jailbait" και κυρίως το "Warrior", όπου πραγματικά κεντάνε. Το DVD, πάλι, δεν έχει και την καλύτερη εικόνα, ούτε και τον καλύτερο ήχο. Όμως είναι πολύτιμο ντοκουμένο και δίνει τη δυνατότητα να δούμε τη μπάντα εν δράσει, να αποδίδει ωραία τόσο το "Pilgrim" στο Λονδίνο, όσο και τα "Jailbait" και "Warrior" στα στούντιο της Radio Télévision Suisse στη Γενεύη.

Argus: Πόλεμος, 1960s ερωτισμός και θρησκευτικές αναζητήσεις

Μισό αιώνα (και κάτι) μετά τη σύλληψή του, το Argus παραμένει το καλύτερο άλμπουμ στη μακρά και επεισοδιακή καριέρα των Wishbone Ash, που είχε κι άλλους σταθμούς άξιους αναφοράς, μα όχι κάτι εξίσου λαμπερό και με τόσο διαχρονική στόφα. Και ίσως είναι οι τέσσερις demo ηχογραφήσεις, οι οποίες συμπληρώνουν τον γνώριμο δίσκο, που απαντάνε πιο ξεκάθαρα στο γιατί. 

Ξεχασμένα σε ένα acetate που αποκαλύπτεται φέτος για πρώτη φορά στο πλαίσιο του παρόντος box set, αυτά τα demo των "Time Was", "The King Will Come", "Warrior" και "Throw Down The Sword" είναι μεν ανολοκλήρωτα, επαρκούν όμως για να δείξουν ότι οι Martin Turner (φωνητικά, μπάσο), Andy Powell (κιθάρα), Ted Turner (κιθάρα) & Steve Upton (ντραμς) δούλεψαν στο Argus με ένα πνεύμα διαφορετικό σε σύγκριση με το Pilgrimage του 1971. Σαν να ήταν πιο αποφασισμένοι, δηλαδή, αλλά και διεκδικώντας, συνάμα, μια πιο καθαρή rock ταυτότητα: όχι τόσο hard σαν εκείνη των Deep Purple, μα όχι και τόσο βουτηγμένη στον bluesy ήχο του Peter Green, με σωστές ισορροπίες μεταξύ αμερικανικών επιρροών και μιας αγγλικής ταυτότητας με την οποία αισθάνονταν πιο στο σπίτι τους.

WisbAs_04

"Για περισσότερο από 2 χρόνια", εξηγεί ο Andy Powell στις συνοδευτικές σημειώσεις, "ζούσαμε, ταξιδεύαμε και κυριολεκτικά πεθαίναμε της πείνας όλοι μαζί, οπότε λειτουργούσαμε σαν αδέρφια, στηριζόμενοι ο ένας στον άλλον για τα πάντα". Ίσως εδώ να βρίσκεται, λοιπόν, το μυστικό του Argus. Πιο ομάδα από ποτέ, οι Wishbone Ash έδωσαν τότε ό,τι είχαν και δεν είχαν, αξιοποιώντας στο έπακρο το γεγονός πως έπαιζαν με δύο βασικούς κιθαρίστες. Δεν ήταν ούτε οι πρώτοι, ούτε οι τελευταίοι, φυσικά –άλλωστε πίσω από την απόφαση να κρατήσουν και τον Ted Turner και τον Andy Powell, όταν έκαναν οντισιόν για κιθαρίστα, βρισκόταν το πρότυπο των Blossom Toes. Όμως οι αρμονίες και τα μελωδικά σόλο που πήγασαν από τους δύο Βρετανούς μουσικούς ήταν το κάτι άλλο. Γι' αυτό και δημιούργησαν τη διαρκή εντύπωση που έφτασε τελικά ως τον Steve Harris και τους Iron Maiden.

Αρκετοί, τώρα, συνδυάζοντας το εξώφυλλο με την παρουσία τριών τραγουδιών παρεμφερούς θεματολογίας ("Warrior", "Throw Down The Sword", "The King Will Come"), θεωρούν το Argus κάτι σαν concept album. Όμως κάνουν λάθος. Θέλοντας να εκφράσει το πνεύμα των καιρών του, ο Martin Turner έγραψε στίχους εμπνευσμένος από τον ερωτισμό των 1960s, προβληματισμένος από την έξαρση της πολεμικής βίας (ήταν και η εποχή του Βιετνάμ, ας μην ξεχνάμε), μα και στηριγμένος στις χριστιανικές καταβολές των παιδικών του χρόνων –εκεί έδρευαν και οι μελωδικές του ερμηνείες, άλλωστε, απηχώντας τη θητεία του σε εκκλησιαστική χορωδία της γενέτειράς του. 

WisbAs_05
O Martin Turner έγραψε όλους τους στίχους του "Argus"

Κάπως έτσι, ο στίχος "golden brown, blowin' free like a cornfield" του "Blowin' Free" αντανακλούσε το πώς κυμάτιζαν τα καλαμποκόχρωμα μαλλιά της Σουηδέζας Annalisa Nordstrom (την οποία ερωτεύτηκε ο Turner στο διάστημα που βρέθηκε ως φοιτήτρια στη Βρετανία). Και η έναρξη του "The King Will Come" με τα λόγια "In the fire, the king will come" δεν αναφερόταν στην επιστροφή κάποιου βασιλιά βγαλμένου από τις σελίδες του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών (όπως εξακολουθούν να πιστεύουν κάποιοι), μα στον Ιησού και στη Δευτέρα Παρουσία –άσχετα αν στη συνέχεια ανακατευόταν και λίγο με τα θρυλικά "Ρουμπαγιάτ" του μέγα Πέρση ποιητή Ομάρ Καγιάμ.

Όλα αυτά, λοιπόν, έγιναν μια υπέροχη μαρμίτα δημιουργίας, στην οποία ο progressive ηλεκτρισμός της Βρετανίας ανακατεύτηκε με επιρροές από Ry Cooder και Fairport Convention (από εκεί πηγάζει το folk κάλλος του "Leaf And Stream"), αλλά και με την πρώιμη σκληράδα των εκπληκτικών κιθαριστικών σόλο του "Warrior". Οδηγώντας σε ένα καλαίσθητο, μελωδικό rock, άψογα τραγουδισμένο με μια εσάνς γλυκόπικρης μελαγχολίας μεταξύ φωτός και σκιών. Η οποία κούμπωσε ταιριαστά με νεανικούς φιλοσοφικούς στοχασμούς για τη ζωή και το πέρασμα του χρόνου ("Time Was"), με τις ερωτικές μνήμες του "Blowin' Free", με την καταστροφή που σπέρνουν οι πόλεμοι ("Throw Down Your Sword"), με την ελπίδα για ένα διαφορετικό μέλλον ("The King Will Come"), αλλά και με την περήφανη εξύμνηση της ελευθερίας που αποπνέει εκείνο το "a slave I couldn't be" του "Warrior". 

WisbAs_06

Το box set δίνει λοιπόν την ευκαιρία να τα ξανακούσουμε όλα αυτά και στην πρωτότυπη μορφή του 1972, η οποία εκπροσωπείται από το βινύλιο –όπου εξακολουθεί να λάμπει η ηχητική δουλειά των Derek Lawrence & Martin Birch, που πέθαναν και οι δύο το 2020– αλλά και μέσω του ελαφρώς διαφοροποιημένου CD. Εδώ, δηλαδή, φιλοξενείται βασικά το remix που έκανε στον δίσκο ο Martin Turner το 2002 (ενισχυμένο από το νέο mastering), ο οποίος έκρινε ότι χρειαζόταν κάπως να "ακονίσει" τα ορίτζιναλ φωνητικά του, επειδή τα θεωρούσε κάπως επίπεδα. Οι συζητήσεις που μπορούν να προκύψουν από αυτές τις προσεγγίσεις είναι, φυσικά, ατελείωτες και ήδη δίνουν και παίρνουν στους κύκλους των "χρυσαυτιάδων" και των αφοσιωμένων οπαδών, εδώ και δύο δεκαετίες.

Περισσότερη σημασία, για μας, έχει η επισήμανση ότι, ασχολούμενοι με την τιθάσευση των blues rock κελευσμάτων, όπως έκαναν στα δύο πρώτα  άλμπουμ, οι Wishbone Ash δεν είχαν ξαναφτιάξει κάτι παρόμοιο. Αγχωμένοι έπειτα με την εμπορική εδραίωση στις Η.Π.Α., δεν θα ξαναέφταναν σε ανάλογο αισθητικό πήχη, αφήνοντας έτσι το Argus ως μια μοναδική περίπτωση του ποιοι υπήρξαν στα καλύτερά τους, όσο λειτούργησαν δηλαδή ως μια νεανική band of brothers. Με τον Ted Turner να αποχωρεί την άνοιξη του 1974, η παρέα δεν θα ήταν πια ποτέ η ίδια. Πόσο μάλλον υπό το κράτος της μετέπειτα ρήξης μεταξύ Andy Powell και Martin Turner (1980), η οποία άφησε ένα διαρκές τραύμα, που ακόμα ματώνει τόσο τους ίδιους, όσο και τους φίλους της μουσικής τους. Τουλάχιστον γι' αυτό το box set, έτσι για λίγο, "they threw down their swords", ακολουθώντας όσα έγραψαν παρέα μισό αιώνα πριν.

Και με τον Darth Vader, τι γίνεται τελικά;

Το εξώφυλλο του Argus, όπως και ο ίδιος ο τίτλος του, αποτελούν μέρος του θρύλου που το συνοδεύει. Ο οποίος εδώ και χρόνια έχει αποκτήσει μια επιπλέον διακλάδωση, καθώς δεν αριθμούν λίγοι όσοι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι είναι από εδώ όπου εμπνεύστηκε ο Τζορτζ Λούκας τον Darth Vader, που θα εμφανιζόταν 5 χρόνια αργότερα στον "Πόλεμο των Άστρων" (1977), γράφοντας κινηματογραφική ιστορία. 

WisbAs_07
© Lucasfilm Ltd.
O Darth Vader 

Μάλιστα, αυτή τη διασύνδεση με την επιστημονική φαντασία την τρέφει και το ίδιο το artwork, γιατί στο οπισθόφυλλο βλέπουμε έναν ιπτάμενο δίσκο να πετάει μέσα στην αχλή του θαμπού ορίζοντα. Επομένως, αν αναπτύξουμε πλήρως το Argus (οι χάρες των gatefold βινυλίων), έχουμε έναν πολεμιστή του Μεσαίωνα να ατενίζει το φαράγγι του ποταμού Verdon στην Προβηγκία της Γαλλίας –φορώντας το χαρακτηριστικό κράνος που κάπως παραπέμπει στο πίσω μέρος της κάσκας του Darth Vader– ενώ παραδίπλα του πετάει, αθέατο σχεδόν, ένα σκάφος προερχόμενο από το Διάστημα!

Όπως αναγνωρίζουμε εύκολα εμείς οι Έλληνες, τώρα, το όνομα Argus παραπέμπει στον μυθολογικό γίγαντα Άργο, τον "πανόπτη" ή "μυριωπό" υπηρέτη της θεάς Ήρας, που έκανε τη χάρη στους Ολύμπιους να ξεφορτωθεί την Έχιδνα, αλλά μετά μπήκε στο μάτι του Δία, επειδή εμπόδιζε τις κουτσουκέλες του. Τον τίτλο σκέφτηκε ο Steve Upton –"μου άρεσε η ιδέα ενός άγρυπνου φύλακα", σχολιάζει στο συνοδευτικό βιβλίο του box set.

WisbAs_08
Το οπισθόφυλλο του "Argus" με τον ιπτάμενο δίσκο

Το εξώφυλλο, από εκεί και πέρα, ανήκει στη Hipgnosis, που έχει δώσει πλήθος διάσημων rock εξωφύλλων. Φωτογραφήθηκε και σχεδιάστηκε από τον Storm Thorgerson και τον Aubrey Powell, οι οποίοι είχαν βέβαια κάτι ακόμα πιο γκράντε στο μυαλό τους. Αλλά οι συγκυρίες δούλεψαν εναντίον τους: η μέρα που ταξίδεψαν στη γαλλική τοποθεσία αποδείχθηκε απρόσμενα ομιχλώδης, ενώ κάπου στην πορεία έχασαν το σπαθί που υποτίθεται θα κρατούσε ο πολεμιστής-φρουρός, το οποίο είχαν δανειστεί από τα γυρίσματα της ταινίας "Macbeth" του Ρομάν Πολάνσκι. Γυρίζοντας λοιπόν στο Λονδίνο έφτιαξαν απογοητευμενοι αυτό που ξέρουμε, αρκούμενοι σε ό,τι διέθεταν, με τον Thorgerson να προσθέτει το εύρημα μιας παράξενης παρουσίας στον ουρανό. Δεν περίμεναν τον αντίκτυπο που θα είχε.

Ο Bruce Atkins, τώρα, ο άνθρωπος που πόζαρε ως πολεμιστής, θυμάται ότι, χρόνια μετά, θα άκουγε πολλές φορές για κάποιον που εμπλεκόταν στη δημιουργία του "Πολέμου των Άστρων" και είχε δει το εξώφυλλο του Argus, το οποίο χρησίμευσε ως –"μερική", όπως τονίζει στις συνοδευτικές σημειώσεις– έμπνευση για την εμφάνιση του Darth Vader. Παρά την επιμονή της φήμης, όμως, που καλά κρατεί, τίποτα τέτοιο δεν έχει διασταυρωθεί ή επιβεβαιωθεί. Πλέον γνωρίζουμε, μάλιστα, ότι, αρχικά, ο Τζορτζ Λούκας είχε φανταστεί τον Darth Vader δίχως κράνος, το οποίο ήταν ιδέα του σχεδιαστή Ralph McQuarrie. Να είχε δει, άραγε, το εξώφυλλο του Argus; Άγνωστο. Πιθανότερη, λοιπόν, παραμένει η επίσημη εξήγηση, ότι βασίστηκε δηλαδή σε υπάρχοντα κράνη των σαμουράι της Ιαπωνίας.

Διαβάστε Επίσης

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

O Χρήστος Δάντης συναντά τον Κωνσταντίνο Χριστοφόρου στο CT Garden

O λαϊκός τραγουδιστής, συνθέτης, στιχουργός και παραγωγός συναντά στη σκηνή μετά 20 ολόκληρα χρόνια τον καλό του φίλο και αγαπημένο ερμηνευτή.

ΓΡΑΦΕΙ: ATHINORAMA TEAM
16/07/2024

Οι Puressence ξανά στην Αθήνα μετά από 11 χρόνια

Το συγκρότημα από το Μάντσεστερ επιστρέφει στην Αθήνα για ένα μοναδικό live στο "Floyd".

Death Disco Indoor Festival: Ένα σκοτεινό διήμερο στο "Fuzz"

Το Death Disco Festival επιστρέφει, αυτή τη φορά σε indoor mood για ένα σκοτεινό Σαββατοκύριακο με τους Twin Tribes, Linea Aspera, Suicide Commando και Ultra Sunn μεταξύ άλλων.

Το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με τον Λεωνίδα Καβάκο και το Apollωn Ensemble μας έδωσε μια γεύση από το πώς η αρχαία Μεσσήνη μπορεί να εμπνεύσει αξέχαστα πολιτιστικά δρώμενα

Ακούγοντας στο Εκκλησιαστήριο/Ωδείο της Αρχαίας Μεσσήνης, το εξαιρετικής βιρτουοζιτέ και χημείας ενσάμπλ να παιζει τα κοντσέρτα για βιολί του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, ήξερα ότι αυτή θα ήταν μια ανάμνηση ζωής.

Οι Duran Duran υποδέχονται τον JC Stewart στο Release Athens 2024

Η διασκευή του στο "I’ll Be There For You", της θρυλικής σειράς "Friends", έγινε viral σε ολόκληρο τον πλανήτη και τον ανέδειξε σε έναν ανερχόμενο τραγουδοποιό.

Ο δικός μας σοφός, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης

Ο φετινός Ιούλιος ξεκίνησε με Αλκίνοο Ιωαννίδη και την ιστορική μπάντα του στον Λυκαβηττό, είκοσι τέσσερα χρόνια μετά τις πρώτες κοινές τους εμφανίσεις και την ηχογράφηση του live album "Εκτός τόπου και χρόνου". Άλλη μια βραδιά με τη σοφία, την αξιοπρέπεια, και τη δύναμη της μουσικής και του λόγου του Αλκίνοου. Άραγε τον ακούει κανείς;

Μπορεί μια playlist με nature sounds από την Greenpeace να βοηθήσει τη φύση;

Η Greenpeace έφτιαξε την ιδανική, natured themed playlist για να αποδράσουμε από το άγχος της καθημερινότητας.