Τι μουσική παίζει η Laurie Anderson; Πρόκειται για εύλογο ερώτημα εκ μέρους όσων δεν έτυχε να έρθουν σε επαφή μαζί της, που όμως είναι αδύνατον να απαντηθεί. Άλλωστε εδώ και 53 χρόνια η Αμερικανίδα δημιουργός διαφεύγει συνειδητά από κάθε απόπειρα κατάταξης, ξετυλίγοντας ένα πολυσχιδές έργο που αγγίζει πολλές μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης –αδιαφορώντας μεν για τα "κουτάκια" με τα οποία συνεννοείται ο περισσότερος κόσμος, αλλά όχι και για την εν δυνάμει μαζική απεύθυνση.
Ασφαλώς, για ένα σημαντικό κομμάτι του κοινού που θα τιμήσει τον νέο της ερχομό στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου (Κυριακή 10/7, Ηρώδειο), πρόκειται για μια γνώριμη κατάσταση. Η γενιά λ.χ. που συνέπεσε με την είσοδο της στη δισκογραφία κατά τη δεκαετία του 1980, μαθαίνοντάς την από το βιντεοκλίπ του αναπάντεχα επιτυχημένου "O Superman" –το οποίο προβαλλόταν στην τηλεοπτική εκπομπή Μουσικόραμα του Γιώργου Γκούτη– το κατάλαβε πολύ γρήγορα: τόσο ο δίσκος "Big Science" (1982) που το περιείχε, όσο και το άλμπουμ "Strange Angels" (1989), το οποίο την έφερε στη χώρα μας για μια ιστορική συναυλία στο Παλλάς (1990), έδειξαν ότι τα ενδιαφέροντά της πήγαιναν πολύ πιο πέρα από μια αρτίστικη εκδοχή της ηλεκτρονικής ποπ της εποχής. Το ίδιο έμελλε να συμβεί και με το νεότερο πλήθος που έδωσε το παρών στο Ηρώδειο το 2007, έχοντας φτάσει στην περίπτωσή της μέσω της Λένας Πλάτωνος και των Στέρεο Νόβα.
Εντωμεταξύ, αυτές οι δύο ελληνικές εμφανίσεις διαμόρφωσαν κι έναν ορίζοντα προσδοκιών, που επιτρέπει να γνωρίζουμε ότι στις 10/7 δεν θα δούμε απλά μια συναυλία, μα θα βιώσουμε μια ξεχωριστή εμπειρία πάνω στο τι σημαίνει "καλλιτεχνική έκφραση"· γεγονός αρκετό για να τοποθετήσει την έλευση της Anderson στα ορόσημα του φετινού καλοκαιριού. Στο κάτω-κάτω, όσο κι αν θέλουμε να τη φανταζόμαστε ως μουσική αρτίστα, η τέχνη των ήχων είναι μόνο μία παράμετρος όσων την απασχολούν. Μάλιστα, η ίδια προτιμά να προσδιορίζεται απλά ως αφηγήτρια ιστοριών, παρά με κάποια άλλη από τις δημιουργικές ιδιότητες τις οποίες κουβαλά.
Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη από τα φοιτητικά χρόνια στράφηκε και προς τη γλυπτική, παράλληλα με τις σπουδές στο βιολί, ενώ πρώτα έγινε γνωστή χάρη στις performances της ή στην αρθρογραφία της πάνω στη σύγχρονη τέχνη και αργότερα για τη μουσική της: η πρώτη της παράσταση εντοπίζεται στο 1969, δηλαδή αρκετά χρόνια πριν αποφασίσει να κάνει ένα επίσημο δισκογραφικό ντεμπούτο με το προαναφερθέν "Big Science" (1982). Κι ενώ είναι αλήθεια ότι σε αυτό το διάστημα δεν έπαψε να ασχολείται με τους ήχους –συμμετέχοντας λ.χ. στη συλλογή "New Music For Electronic And Recorded Media" (1977), μαζί με άλλους εξερευνητές της ηλεκτρονικής έκφρασης– συχνά προτιμούσε είτε να αφήνει αδημοσίευτα τα κατ' εξοχήν μουσικά της έργα, είτε να τα χρησιμοποιεί ως ενισχυτικά αρτίστικων εγκαταστάσεων, όπως μάθαμε χρόνια αργότερα, όταν εκδόθηκε η ρετροσπεκτίβα "Stories From The Nerve Bible", που ήταν αφιερωμένη στη δράση της μεταξύ 1972 και 1992.
Από την άλλη, είναι αλήθεια ότι στο Ηρώδειο θα πάμε να ακούσουμε μουσική από τη Laurie Anderson. Έστω κι αν εκείνη θα εναλλάσσεται από το τραγούδι στην αφήγηση, έστω κι αν το οπτικό κομμάτι της παράστασης αναμένεται να διεκδικήσει ίσο ρόλο στις αισθήσεις μας, έστω κι αν άλφα και ωμέγα της performance θα είναι (ως συνήθως) ο αυτοσχεδιασμός. Άλλωστε, όπως έχει πει συχνά στις συνεντεύξεις της, όσο προχωρά στην καριέρα της, τόσο λιγότερη σημασία δίνει στη δομή: προτιμά έργα τέχνης μη αδρανή, τα οποία αφήνουν μια εντύπωση ρευστότητας και διαρκούς κίνησης, "υποχρεώνοντας" έτσι και το κοινό να εγκαταλείπει τη στατικότητά του απέναντί τους.
Πρόκειται για μια στάση απέναντι στα καλλιτεχνικά δρώμενα –και ιδίως τα μουσικά– που την αναγορεύει σε φιγούρα πιο δυναμική και περιπετειώδη από πολλούς νεότερούς της. Πράγματι, μπορεί να έφτασε πια στα 75, όμως λειτουργεί και πορεύεται με λιγότερα στεγανά συγκριτικά με συζητημένους στον Τύπο 20άρηδες, όσους απλά μηρυκάζουν εύσχημα μια ηχητική παρακαταθήκη με παγιωμένα εκφραστικά και αισθητικά ζητούμενα.
Έναντί τους η Laurie Anderson αντιτείνει τον συνεχή προβληματισμό, τον διαρκή μετασχηματισμό, αλλά και την επιθυμία για ένα πολιτικοκοινωνικό στίγμα δίπλα στο προσωπικό όραμα –ανάγκη κληροδοτημένη από τους αγώνες της Αμερικής των 1960s ενάντια στον ρατσισμό και στον Πόλεμο του Βιετνάμ. Ακόμα και η θρησκεία μπορεί να καταστεί ψηφίδα στο όλο παζλ, αφού δεν κρύβει τις βουδιστικές της πεποιθήσεις. Χάρη σε αυτές, μάλιστα, έφτασε πρόσφατα και στον σαγηνευτικό δίσκο "Songs From The Bardo" (2019), όπου συνεργάστηκε με τον τραγουδοποιό Tenzin Choegyal, αναλαμβάνοντας να αφηγηθεί αποσπάσματα από την περίφημη Θιβετιανή Βίβλο των Νεκρών.
Περισσότερες πληροφορίες
Laurie Anderson
Με όπλο το ρυθμό και την αφήγηση και με τη χαρισματική φωνή της πάντα σε πρώτο πλάνο, αυτή η «πολυμεσική επίθεση από λούπες, κείμενα, φωνές και εικόνες», όπως την έχει περιγράψει ο Iggy Pop, συνομιλεί μοναδικά με την ψυχή μας.