Εάν υπάρχει κάτι που έχει φάει με το κουτάλι ο Ρομέν Γαβράς, αυτό είναι η (υπο)κουλτούρα του δρόμου και η πραγματικότητα που τη συνοδεύει. Αθλητική μόδα (φούτερ ομάδας Premier League με δερμάτινο τσαντάκι αποπάνω), χιπ χοπ των υπογείων, περιστασιακές μικροπαρανομίες, ταξική καταπίεση συντροφιά με αποξένωση και γκράφιτι στους τείχους των παρισινών προαστείων, συνθέτουν το μωσαϊκό των αναφορών του ελληνικής καταγωγής σκηνοθέτη. Ήδη από τις εποχές της "αναρχικής" κινηματογραφικής κολεκτίβας Kourtrajmé, ο Γαβράς μαζί με μετέπειτα εξίσου γνωστούς σκηνοθέτες όπως ο Λαντζ Λι ("Οι Άθλιοι"), κινηματογραφούσε την αλήθεια του περιθωρίου όπως τη βίωνε και εκείνος ως ένα βαθμό, καθιστώντας παράλληλα τον εξεγερσιακό χαρακτήρα της ως δομικό συστατικό του σινεμά του.
Διόλου τυχαία, τα δύο πρώτα φιλμ του Γαβρά έχουν τίτλους – συνθήματα ("Θα Έρθει η Μέρα και για Μας", "Ο Κόσμος σου Ανήκει"), ενώ η αισθητική που προέρχεται από τα στενά και τις πλατείες διατρέχει έντονα και τα διάσημα βίντεο κλιπ του, με εμβληματικό φυσικά εκείνο για το "No Church in the Wild" (Kanye West, Jay-Z, Frank Ocean). Ήταν μια σπάνια φορά που η οπτικοποίηση ενός μέινστριμ κομματιού "τολμούσε" να απεικονίσει με ρεαλισμό συγκρούσεις ανάμεσα σε διαδηλωτές και αστυνομικές δυνάμεις, σε μια εποχή που ο κόσμος κλονιζόταν συστηματικά από μεγάλης έντασης διαμαρτυρίες στην ακμή της οικονομικής κρίσης. Βέβαια, οι Kourtrajmé είχαν ήδη καταφέρει να δώσουν πολλάκις φωνή στους καταπιεσμένους, όπως μερικά χρόνια νωρίτερα μέσω της μικρού μήκους του Λι "Paris Riots Good Times", όπου καταγράφεται η δράση του δυναμικού φοιτητικού κινήματος της Γαλλίας.
Όλα τα παραπάνω σα να αθροίζονται στο "Athena", την τρίτη και πιο φιλόδοξη ταινία του Γαβρά, η οποία ντεμπουτάρει στο Netflix έχοντας προκαλέσει σούσουρο στο πρόσφατο φεστιβάλ Βενετίας. Η ταινία που θα μπορούσε εξίσου να αποτελεί πρίκουελ του "No Church in the Wild" ή μεγάλου μήκους εκδοχή του "Paris Riots Good Times", αφού έχει τον Λι στο σενάριο, στην πραγματικότητα υπερπροσπαθεί να σταθεί ανάμεσα στο "Μίσος", τους "Άθλιους" και το "’71". Το όνομα "Athena" δεν αφορά την ελληνική πρωτεύουσα αλλά την αρχαία θεά Αθηνά και αντιστοιχεί σε ένα υποβαθμισμένο προάστειο όπου ζουν τέσσερα αδέρφια αραβικής καταγωγής. Ο ένας αποτελεί προβεβλημένο μέλος της νεαρής κοινότητας, ο άλλος ασχολείται με το εμπόριο ναρκωτικών, ο μεσαίος υπηρετεί στο στρατό και το τέταρτος πέφτει νεκρός υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες εξαιτίας της αστυνομικής βίας. Το γεγονός πυροδοτεί μια εξέγερση τρομακτικής κλίμακας η οποία τροφοδοτημένη από την οργή βγαίνει εκτός ελέγχου, με την αστυνομία να μην μπορεί να κάνει απολύτως τίποτα.
Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει το Γαβρά πως δε γνωρίζει πώς να ανεβάζει το τέμπο και την αγωνία στα ύψη. Τα πρώτα καλά 30’ του "Athena" σε "παίρνουν" από τα μούτρα, η ένταση είναι διαπεραστική και η κινησιολογία της κάμερας δίνει τον ιλιγγιώδη ρυθμό. Η αφήγηση εκκινεί κατευθείαν από τα "μπάχαλα", επενδύοντας σε εικόνες λίγο – πολύ γνώριμες σε όλους. Η διαφορά είναι πως ο Γαβράς ξέρει πώς να κάνει αυθεντικά απειλητικούς τους ήρωές του και πότε πρέπει ή όχι να ρίξει μια μολότοφ. Ακόμα και το χάος θέλει το μαέστρο του. Όπως όμως και μια ομάδα ποδοσφαίρου μπαίνει με όλη της τη δύναμη στο πρώτο ημίχρονο για να σκοράρει, αλλά στη συνέχεια κρατά δυνάμεις αμυνόμενη, έτσι και η σκηνοθεσία του Γαβρά αναγκάζεται να ξαπόστασει μετά την πρώτη πράξη και εκεί ξεκινούν τα προβλήματα της ταινίας.
Το καλό με τα βίντεο κλιπ είναι πως δε χρειάζεται απαραίτητα να ακολουθηθεί η αυστηρή δομή ενός σεναρίου, με ανάπτυξη χαρακτήρων, διακυβεύματα κ.ο.κ. Σε αυτό το κομμάτι ο Γαρβάς είναι εξαιρετικός. Όταν, όμως, χρειάζεται να αφηγηθεί κινηματογραφικά, εκπίπτει είτε σε ευκολίες είτε σε αναμενόμενες, δοκιμασμένες ιδέες, με το "Athena" να μην αποτελεί εξαίρεση. Στην ταινία, ο θάνατος του αδερφού συνιστά άτυπη κήρυξη πολέμου προς μια βαθιά καταπιεσμένη κοινότητα η οποία νιώθει πως οφείλει να αμυνθεί. Εάν, μάλιστα, ληφθούν υπόψη οι πολλαπλοί τρόποι που έχει υποβαθμιστεί η ποιότητα ζωής των όχι μόνο αραβικής καταγωγής μελών της (πολιτικά αδιέξοδα, όξυνση ταξικών διαφορών, αύξηση ακροδεξιάς), το στήσιμο οδοφραγμάτων μοιάζει αναπόφευκτη συνέπεια. Το πώς αντιδρά ο κάθε ένας από τα υπόλοιπα τρία αδέρφια απέναντι στη ραγδαία κλιμάκωση της κατάστασης, αντανακλά μερικώς πώς οι θεατές – πολίτες προσλαμβάνουν το ξέσπασμα μιας λαϊκής εξέγερσης. Ο νεαρότερος ηγείται του "αντάρτικου", ο στρατιωτικός ζητά αυτοσυγκράτηση και ο ντίλερ θέλει διακριτικά να συνεχίσει τη δουλειά του. Πάνω σε αυτήν την τριμερή διχοτόμηση στέκεται αφηγηματικά ο Γαβράς, εξελίσσοντας ισορροπημένα το κάθε σκέλος προτού καταλήξει σε ένα και στη συνέχεια, μεθοδικά, προβλέψιμα και ασφαλώς καταγγελτικά επαναλάβει πως η ανακύκλωση της βίας δε φέρνει τίποτα άλλο παρά νεκρούς.
Ως προς αυτό, βέβαια, δεν υπάρχει αντίρρηση, αλλά προηγουμένως έχει συμβεί μια χαρακτηριστική αντίφαση. Το "Athena" απεικονίζει σχεδόν διαφημιστικά τις συγκρούσεις των αποκλειστικά αρρένων εξεγερμένων και των γαλλικών ΜΑΤ, με τις ανταλλαγές δακρυγόνων και μολότοφ να είναι χορογραφημένες στην εντέλεια. Το οπερατικό σάουντρακ και η διάθεση αρχαίας τραγωδίας που αποπνέει η ταινία έρχονται να προστεθούν στο ιμπρεσιονιστικό στιλιζάρισμα των οδομαχιών, οι οποίες αρθρώνονται με το αντίστοιχο coolness. Αυτό καθεαυτό ίσως να μην είναι αρνητικό, όταν ωστόσο η αντίσταση απεικονίζεται με αυτήν τη θεμιτή αποθέωση και ταυτόχρονα ως μια επιτακτική ανάγκη, για να υποβαθμιστεί μετά σε επίπεδο προσωπικής βεντέτας, κάπως αδικεί το συνολικό οικοδόμημα.
Τουλάχιστον, το "Athena" καταφέρνει να εντάξει με σαφήνεια τις περιπλοκότητες που προκύπτουν όταν το φυλετικό ζήτημα συγκρούεται με το ταξικό και πώς τα δύο αλληλοκαλύπτονται στο δημόσιο χώρο. Έπειτα, οι εξεγερμένοι του Γαβρά μπορεί να μην έχουν μια σαφώς ορισμένη ιδεολογία ή ένα χειροπιαστό απώτερο σκοπό, αλλά αποφεύγουν να συμπεριφερθούν σαν όχλος. Μεταξύ τους υπάρχει αλληλεγγύη και μια υπόνοια σχεδίου. Η πιο κομβική σκηνή της ταινίας έρχεται στο φινάλε, το οποίο αφήνει μια αχρείαστη έως και ύποπτη αμφισημία. Πρόκειται για μια σεκάνς η οποία συμπληρώνει αδέξια το σενάριο και θολώνει το πολιτικό πλαίσιο της αφήγησης, προσθέτωντας μια μετέωρη πτυχή στην υπόθεση η οποία χωρίς απαραίτητα να δίνει άφεση αμαρτιών για κάποιους, προσθέτει μια ολόκληρη κοσμοθεωρία που απαιτεί αποσαφήνιση και όχι αυτάρεσκο κλείσιμο του ματιού.