Διαβάζοντας το άρθρο του πιο επιδραστικού ίσως διεθνούς ταξιδιωτικού τίτλου, "Conde Nast Traveler" για το πώς θα είναι φέτος τα καλοκαιρινά ταξίδια στην Ευρώπη, προσπαθούσα να φανταστώ τον εαυτό μου στη θέση της Αμερικανίδας ταξιδιώτισσας που αναζητά last minute ιδέες για καλοκαιρινές διακοπές και δυστυχώς δύσκολα θα επέλεγα την Ελλάδα και δη τα νησιά. Αναλύοντας πώς το απρόβλεπτο κλίμα και ο υπερτουρισμός αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο ταξιδεύουμε το καλοκαίρι, η Global Digital Director του τίτλου Arati Menon περιγράφει, μέσα και από δηλώσεις δημοσιογράφων και πρακτόρων, αρκετά αποτρεπτικά τη ζέστη που επικρατεί το καλοκαίρι στη Μεσόγειο, το πώς οι επισκέπτες πέρυσι αναγκάστηκαν να περνούν μεγάλο κομμάτι της μέρας τους στα μουσεία αντί για τις παραλίες ή να τηλεφωνούν στους tour operators να τους πάρουν από τη Ρώμη ή την Αθήνα και να τους πάνε κάπου πιο δροσερά.
Παρότι θα πάρει μια δυο σεζόν για να ισορροπήσουν τα πράγματα και να μπορεί κανείς να βγάλει πιο γενικά συμπεράσματα, οι ειδικοί προβλέπουν ότι όλο και περισσότεροι θα προσανατολίζονται σε καλοκαιρινές διακοπές στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη ειδικά σε προορισμούς που συνδυάζουν φύση, πολιτισμό και οινο-γαστρονομικές εμπειρίες. Η Αθήνα και η Ρώμη θα είναι πάντα επιθυμητοί προορισμοί, αλλά όλο και περισσότεροι θα προτιμούν να τις επισκεφτούν τον Μάιο και τον Οκτώβριο για να αποφύγουν τα πλήθη, ή θα επιλέγουν, για παράδειγμα, ένα λιγότερο τουριστικό νησί, όπως η Μήλος, από τη Σαντορίνη, αλλά και ορεινούς προορισμούς όπως η Ήπειρος.
Μπορεί αντίστοιχες τάσεις να τείνουν προς την επιθυμητή επιμήκυνση της σεζόν παρόλα αυτά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, τουλάχιστον αν δεν ληφθούν σχετικά μέτρα. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ταξιδιών, οι περισσότεροι Ευρωπαίοι έκαναν τις διακοπές τους πριν από τον μήνα αιχμής Αύγουστο, με την Ιταλία και τη Γαλλία να είναι οι κορυφαίοι προορισμοί τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχει συνωστισμός στα σημαντικά αξιοθέατα ή ορισμένα από αυτά να είναι fully booked πριν την οργάνωση του ταξιδιού. Παράλληλα, ακόμη και σε πολύ πιο οργανωμένους προορισμούς από την Ελλάδα η μετακίνηση των τουριστών εκτός σεζόν γεννά την ανάγκη να μένουν ανοιχτά τα εστιατόρια ή κάποια αξιοθέατα μεγαλύτερο διάστημα του έτους και να προσανατολιστούν κι άλλες υποδομές προς τη χαμηλή περίοδο πέραν των ξενοδοχείων, την ίδια στιγμή όμως μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία να εμπλακούν οι τοπικές κοινότητες όλο το χρόνο και να σταθεροποιηθεί η δεξαμενή προσλήψεων και να βελτιωθούν οι εργασιακές συνθήκες.
Είναι δεν είναι τόσο έντονες και άμεσες οι συνέπειες που περιγράφει το άρθρο, το σίγουρο είναι ότι η κλιματική κρίση και τα νέα δεδομένα που δημιουργεί δεν μπορεί να μην απασχολήσουν τους φορείς και τους επιχειρηματίες και στην Ελλάδα, ακόμη κι αν υπάρχουν πρόεδροι ενώσεων ξενοδόχων σε δημοφιλείς προορισμούς που αρνούνται ακόμη και τον όρο υπερτουρισμός. Όλο και περισσότεροι δήμαρχοι νησιών τοποθετούνται κατά των Ειδικών Σχεδίων Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων, δηλώνοντας ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια για τέτοιες επενδύσεις στους προορισμούς που τους αφορούν, ενώ το πρόβλημα της λειψυδρίας αλλά και της έλλειψης κονδυλίων για την καθαριότητα που δημιουργεί η αύξηση των τουριστών ανακύπτουν όλο και πιο συχνά.
"Ο υπερτουρισμός είναι η μεγαλύτερη απειλή για τον βιώσιμο τουρισμό" ανέφερε στο 9ο Φόρουμ των Δελφών ο Άγγελος Μπένος, Partner, PwC, αναδεικνύοντας την απουσία αντικειμενικών δεικτών για την μέτρηση του αριθμού των τουριστών που μπορούν να αντέξουν τα ελληνικά νησιά. "Αυτό είναι ένα τεράστιο πρόβλημα" τόνισε, επισημαίνοντας ότι είναι ανάγκη να δοθεί έμφαση στις υποδομές εισόδου, ενέργειας, υγείας, ύδρευσης και αποχέτευσης των δημοφιλών τουριστικών προορισμών όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη. "Χωρίς δεδομένα δεν μπορείς να εκτιμήσεις το πρόβλημα κι επομένως να προτείνεις, πόσο να υλοποιήσεις λύσεις" κατέληξε ο κος Μπένος, υπογραμμίζοντας πως για να γίνει αυτό εφικτό απαιτείται χρόνος και χρηματοδότηση.
Μπορούμε να φέρουμε τον τουρισμό των περιηγητών στο σήμερα;
Η Ελλάδα έχει ουκ ολίγους "άγνωστους προορισμούς", που συνδυάζουν φύση και πολιτισμό, ειδικότερα στα ορεινά, και η υποστήριξή τους με ήπιες μεθόδους μπορεί να αναβαθμίσει τόσο τη γαστρονομία τους όσο και τη συνολική εμπειρία, αντί να επιβαρύνουμε με νέες οικοδομικές άδειες, και ιδίως με την κατασκευή τουριστικών μεγαθήριων, δημοφιλείς προορισμούς που, όπως όλα δείχνουν, αρχίζουν να εξαντλούν τη φέρουσα ικανότητά τους.
Με το παράδοξο, μάλιστα, ότι η Ελλάδα είναι εκτός δεκάδας στον πολιτιστικό τουρισμό, είναι αισιόδοξο το ότι η τοποθέτηση της Υπουργού Τουρισμού Όλγας Κεφαλογιάννη στο 9ο Φόρουμ των Δελφών εστίασε στην ανάδειξη των ποιοτικών χαρακτηριστικών του τουριστικού μας προϊόντος, κάτι που "μοιάζει με μια επιστροφή στις ρίζες, στον τουρισμό των περιηγητών" με αναφορά ειδικότερα στην άυλη πολιτιστική μας κληρονομιά, τα έθιμα, τους τόπους θρησκευτικής λατρείας αλλά και τον σύγχρονο πολιτισμό, τα φεστιβάλ και τα καλλιτεχνικά δρώμενα.
Xρειάζεται γενική αλλαγή νοοτροπίας, με ελαχιστοποίηση της οικοδόμησης, αξιοποίηση του υπάρχοντος κτιριακού δυναμικού, καλύτερη ανακατανομή των επισκεπτών στο χώρο και το χρόνο, ποιοτική (και "πράσινη") αναβάθμιση του υπάρχοντος τουριστικού προϊόντος, έλεγχο τήρησης περιβαλλοντικών κριτηρίων. Ο τουρισμός των περιηγητών είναι μια ωραία εικόνα προς σκέψη.
Διαβάζουμε διαρκώς για πρωτοβουλίες που εστιάζουν στη βιωσιμότητα μέσω της εκπαίδευσης, αλλά και για τις "πράσινες" προϋποθέσεις που θα διέπουν πλέον τις χρηματοδοτήσεις νέων τουριστικών πρότζεκτ. Την ίδια στιγμή, όμως, βλέπουμε επιχειρηματίες που συμμετέχουν σε φόρα για τη βιωσιμότητα να κατηγορούνται για υπερεκμετάλλευση στα νησιά, με αποτέλεσμα να θολώνουν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν οι μεγάλες νέες επενδύσεις να είναι όντως συμβατές με τον βιώσιμο τουρισμό. Όλο και περισσότερο κλίνω προς τη διαπίστωση ότι πλέον χρειάζεται γενική αλλαγή νοοτροπίας, με ελαχιστοποίηση της οικοδόμησης, αξιοποίηση του υπάρχοντος κτιριακού δυναμικού, καλύτερη ανακατανομή των επισκεπτών στο χώρο και το χρόνο, ποιοτική (και "πράσινη") αναβάθμιση του υπάρχοντος τουριστικού προϊόντος, έλεγχο τήρησης περιβαλλοντικών κριτηρίων. Ο τουρισμός των περιηγητών είναι μια ωραία εικόνα προς σκέψη. Μακάρι να βρεθούν τα εργαλεία και η πολιτική βούληση για να γίνει πράξη.