
Η Κρίστελ Καπερώνη σκηνοθέτησε το "Με σιχάθηκα… αλλά και πάλι όχι εντελώς!", ένα έργο το οποίο διαμορφώθηκε στην περίοδο των προβών και προέκυψε από τρεις διαφορετικούς μονολόγους της Λένας Κιτσοπούλου, τη " Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α", το "Πράσινο φουστανάκι" και ο "Κατάθλας". Το αποτέλεσμα είναι μια παράσταση στην οποία τρεις άγνωστες γυναίκες συναντιούνται τυχαία στο νυχτερινό κέντρο η "Κόλαση" και τελικά ανακαλύπτουν πως έχουν παραπάνω κοινά μεταξύ τους από όσα θα μπορούσε να αναγνωρίσει κανείς στον εαυτό του. Το έργο παίζεται στο Tempus Verum κοιτάζει κατάματα την ανθρώπινη ψυχή, μιλάει για τις ψυχικές ασθένειες, με φοβερό χιούμορ και με έξυπνο τρόπο. Ρωτήσαμε τις τρεις πρωταγωνίες, τη Νάστια Βραχάτη, τη Τζωρτζίνα Λιώση και την Ηρώ Πεκτέση ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισαν στήνοντας την παράσταση και ποια είναι η μεγαλύτερη αλήθεια που βγαίνει μέσα από αυτή; Διαβάστε όσα μας είπαν:

Τζωρτζίνα Λιώση
Το κομμάτι που ανέλαβα είναι αυτό του "Κατάθλα". Στο έργο περιγράφεται ένας άνθρωπος διαγνωσμένος με κατάθλιψη, που παλεύει με τον εαυτό του προκειμένου να γίνει καλά· τον παρακολουθεί γιατρός, παίρνει συνταγογραφημένη φαρμακευτική αγωγή και καταγράφει την καθημερινότητά του σε μια μορφή ημερολογίου. Στο κείμενο μιλάει ένας άνθρωπος, που ενώ το σώμα του είναι ενεργειακά ασήκωτο (υπάρχουν περάσματα ημερών που δεν σηκώνεται από το πάτωμα), το μυαλό του τρέχει με την ταχύτητα του φωτός. Αυτή η αντίστιξη και η βεντάλια για εμένα ήταν από τις μεγαλύτερες δυσκολίες που αντιμετώπισα δουλεύοντας αυτόν τον χαρακτήρα. Πώς είναι ένας άνθρωπος που το μέσα του έχει μια τόσο ακραία διαφορά με το έξω του, πώς ένας άνθρωπος κατατονικός είναι ταυτόχρονα μονίμως ενεργός, πώς είναι ένα σώμα ενός ανθρώπου που συνεχώς βρίσκεται σε πόλεμο. Έχουν υπάρξει στιγμές στις ζωές όλων μας που ενώ κοιτάμε το ταβάνι με τις ώρες και αυτή η σταθερότητα και η ακινησία θα μπορούσε να μοιάζει με φωτογραφία, το μυαλό μας τρέχει σε κόσμους, ιστορίες, πιθανά σενάρια, άγχη και εκκρεμότητες. Αυτές ακριβώς τις στιγμές προσπάθησα να τις κάνω συνειδητές στην καθημερινότητα μου και να μελετήσω ποια είναι η λειτουργία μου όταν το σώμα δεν μπορεί να ακολουθήσει το μυαλό. Η παράσταση αυτή μιλάει για τρεις ανθρώπους που θα μπορούσαν να είναι ένας, θα μπορούσαμε να είμαστε όλοι. Το να κοιτάμε στα μάτια τις ψυχικές ασθένειες και να μιλάμε για αυτές μέσα από την αμεσότητα και το χιούμορ των κειμένων της Λένας Κιτσοπούλου νομίζω πως κανονικοποιεί έναν ταμπού, έναν "εχθρό" και μας βοηθάει να τον ονοματίσουμε να τον βάλουμε απέναντι μας και τελικά να μπορέσουμε να τον αντιμετωπίσουμε.

Νάστια Βραχάτη
Στην παράστασή μας, η οποία αποτελείται από τρία κείμενα ("Το πράσινό μου
φουστανάκι", "Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.", ο "Κατάθλας") της Λένας Κιτσοπούλου, τρεις γυναίκες συναντιούνται σε ένα νυχτερινό κέντρο χωρίς να υπάρχει κανένας τρόπος διαφυγής. Εγώ υποδύομαι τη Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α, μια γυναίκα στην ηλικία των 30+ που βρίσκεται εγκλωβισμένη σε έναν τρόπο ζωής που παλιότερα απεχθανόταν και τώρα πια έχει φτάσει να τον αποζητά, φτάνοντας σε ένα σημείο να σιχαίνεται τον ίδιο της τον εαυτό. Η Μαιρούλα μιλάει για την κατάθλιψη με έναν προσωπικό της τρόπο, την αποτυπώνει και την περιγράφει, αλλά ταυτόχρονα την απαξιώνει και την αρνείται. Στις πρόβες, προσπαθήσαμε να προσεγγίσουμε τους ρόλους μας μέσα από πάρα πολλούς αυτοσχεδιασμούς, ώστε να φτάσουμε στο σημείο να γίνουμε ένα με το χαρακτήρα μας, να μην είναι επηρεασμένος από κανέναν άλλο, παρά μόνο από μας και από το ίδιο το κείμενο. Αυτό που με δυσκόλεψε περισσότερο, πρωτίστως, ήταν το να συναισθανθώ τον χαρακτήρα, να προσπαθήσω να σκεφτώ όπως αυτή και να αποδεχτώ κι εγώ κάποιες πλευρές του εαυτού μου ή της ζωής μου που δε μου
αρέσουν ή που έκανα πως δεν τις βλέπω. Για μένα, η μεγαλύτερη αλήθεια που βγαίνει από αυτή την παράσταση είναι πως όλοι, όσο μεγαλώνουμε, μπορεί να εγκλωβιστούμε σε μια ζωή που παλιότερα μας φαινόταν απεχθής και να μη βρίσκουμε εύκολα τρόπο διαφυγής ή να μη θέλουμε να βρούμε. Όλοι μπορεί να παλεύουμε με την κατάθλιψη και να μην το παραδεχόμαστε ούτε στον ίδιο μας τον εαυτό.

Ηρώ Πεκτέση
Ο δικός μου χαρακτήρας είναι από "Το πράσινο μου το φουστάνακι". Είναι μια γυναίκα κοντά στα 30. Η ζωή της είναι μια κανονική ζωή. Είναι όλα "νόρμαλ" και δε συμβαίνει τίποτα, ούτε καλό, ούτε κακό. Αυτό το "τίποτα" το πολεμάει συνέχεια με χιούμορ. Ο λόγος της είναι σχεδόν παραληρηματικός. Ο χαρακτήρας μου κάνει χιούμορ αποφεύγοντας να μιλήσει γι’ αυτά που την πονάνε. Και όταν το κάνει, το κάνει επειδή της ξεφεύγει, κάτι το οποίο σταδιακά αδυνατεί να αποφύγει. Η δυσκολία μου σε όλο αυτό είναι πως αυτό το κομμάτι της αποφυγής το έχω πολύ έντονα μέσα μου. Το να το αντικρίσω και να κεντήσω πάνω σε αυτό, ήταν δύσκολο γιατί με έβλεπα. Οι χαρακτήρες μας έχουν ψυχικές ασθένειες και είναι ταυτόχρονα και τόσο "φυσιολογικοί" σε σχέση με αυτό που μπορεί να έχει κάποιος στο μυαλό για τους ανθρώπους που πάσχουν από ψυχικές ασθένειες. Οι σκέψεις τους είναι σκέψεις που έχουμε κάνει όλοι μας κάποια στιγμή. Οπότε, ο θεατής βγαίνοντας ταυτίζεται με το πονεμένο του κομμάτι, το "άρρωστο", το καταθλιπτικό. Αυτό για μένα είναι σπουδαίο. Έχουμε μεγάλο ρατσισμό για τους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν κατάθλιψη. Το να δούμε πως τελικά δεν είμαστε τόσο μακριά, όσο νομίζουμε, μας κάνει να τους καταλάβουμε και να τους αγκαλιάσουμε με την καρδιά μας.
Περισσότερες πληροφορίες
Με σιχάθηκα… αλλά και πάλι όχι εντελώς
Τρεις ιστορίες γυναικών από τα έργα της Λένας Κιτσοπούλου «Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.», «Το πράσινό μου το φουστανάκι», «Ο Κατάθλας» ενώνονται σε μία.