Είναι νέος, δυναμικός, κατασταλαγμένος, δεν κοιτάει πίσω, και προσπαθεί να κάνει το καλύτερο που μπορεί μ’ αυτά που έχει: με την κρατική πολιτική για το βιβλίο, με τους Έλληνες που δεν διαβάζουν, με την γενικότερη χαμηλή πολιτιστική στάθμη στην Ελλάδα. Ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος απέδειξε πως είναι ικανός να κάνει τη διαφορά όταν ανάστησε, ουσιαστικά, το έργο του Καζαντζάκη, εισάγοντάς το στον 21ο αιώνα. Κι όλα αυτά, όπως λέει ο εκδόστης της Διόπτρας, του δίνουν χαρά, του δίνουν ζωή.
Από την αυτοβοήθεια και την εναλλακτική διατροφή του ’70, στον Καζαντζάκη του 21ου αιώνα. Πείτε μου, παρακαλώ, όχι τι και πώς τα καταφέρατε, γιατί προφανώς επιτύχατε στην εκδοτική σας πορεία, αλλά τι δεν κατορθώσατε να υλοποιήσετε από τα σχέδιά σας μέσα σ’αυτόν τον σχεδόν μισό αιώνα.
Μου αρέσει να βάζω υψηλούς στόχους, πάνω από τον πήχη του συμβατικού ή του εύκολου. Σε όλη μου τη ζωή αυτό έκανα μέχρι που έμαθα ότι οτιδήποτε κάνεις πρέπει να συμβαδίζει και με την ανάλογη ανάπτυξη, νοητική, πνευματική και συναισθηματική. Η απάντηση λοιπόν είναι ότι δεν μπορώ να κοιτάξω πίσω και να εστιάσω σε ό,τι δεν πέτυχα, αφού εκείνο μεταλλάχθηκε σε κάτι άλλο που πέτυχε. Και η Διόπτρα είναι ένας οργανισμός που συνεχώς μαθαίνει και προχωράει. Αλλά κυρίως αλλάζει.
Γιατί, κατά τη γνώμη σας, το Κράτος δεν υποστηρίζει εμπράκτως το βιβλίο και τη φιλαναγνωσία; Από αδιαφορία για τον πολιτισμό γενικότερα ή σκόπιμα;
Δεν μπαίνω στη λογική να εξετάσω το "σκόπιμα" καθώς θα μπούμε σε ατραπούς περίεργες και μάλλον όχι τόσο συμβατές με την πραγματικότητα. Ίσως ποτέ το διάβασμα να μην ήταν στην κουλτούρα μας, αν και είναι βέβαιο ότι πριν από σαράντα χρόνια διαβάζαμε περισσότερο. Ίσως τελικά να μην έχει ενδιαφέρον το θέμα για το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Έχω αναφέρει πολλές φορές σε αρμόδιους υπουργούς ότι αν κάποιος θέλει να ζήσει αιώνια στη μνήμη ενός λαού, θα μπορούσε να επέμβει και να αλλάξει την κουλτούρα του όσον αφορά τη φιλαναγνωσία. Κι αυτό πρέπει να ξεκινήσει από τα σχολεία στις πολύ μικρές ηλικίες. Ξέρετε τι κάνουν οι Αγγλοσάξονες ή οι Σκανδιναβοί; Έχουν βιβλιοθήκες στα νηπιαγωγεία και σε όλα τα σχολεία της μέσης εκπαίδευσης και εκπαιδεύουν τα παιδιά στο να δανείζονται, να διαβάζουν και να επιστρέφουν τα βιβλία. Ένα παιδί που πηγαίνει στην πέμπτη δημοτικού διαβάζει κατ’ ελάχιστον 30 εξωσχολικά βιβλία τον χρόνο και το σχολείο παρακολουθεί στενά να το κάνει. Ακούω πάντως ότι ο κ. Πιερρακάκης σχεδιάζει πράγματα για τα σχολεία.
Ποιος φταίει που οι Έλληνες, γενικώς, δεν διαβάζουν; Οι ίδιοι, η Πολιτεία, οι εκδότες ή οι συγγραφείς;
Αναρωτιέμαι γιατί να φταίνε οι εκδότες και οι συγγραφείς. Ίσως η απάντηση στην προηγούμενη ερώτηση να εξηγεί ένα τμήμα του ερωτήματος. Όμως δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει ένας υπαίτιος. Γιατί να μην αναρωτηθεί ο καθένας που δεν διαβάζει ποια είναι η μαγεία που στερεί από τον εαυτό του; Ιδιαίτερα αν αναλύσουμε πού αξιοποιούμε τον ελεύθερο χρόνο μας σήμερα.
Ποια είναι τα εκδοτικά σας σχέδια; Σε ποιους τομείς θα δώσετε την έμφαση στο εγγύς μέλλον και γιατί;
Δίνουμε έμφαση σε κάθε κατηγορία που υπάρχει στο εκδοτικό μας πλάνο. Ίσως φέτος να δώσουμε ακόμα μεγαλύτερη προσοχή στο παιδικό μας, καθώς είναι σημαντικό να δημιουργήσουμε νέους αναγνώστες που θα εκτιμήσουν τη λίστα μας από μικροί και θα τους έχουμε ίσως μαζί μας και όταν μεγαλώσουν, αν καταφέρουμε αυτό ο στοίχημα, δηλαδή να ξεπεράσουν τα παιδιά την ηλικία των 10 ετών και να συνεχίσουν να διαβάζουν.
Γεννηθήκατε στον Καναδά, σε μια ευκατάστατη οικογένεια, όπως καταλαβαίνω από τις δηλώσεις σας, και σπουδάσατε στο εξωτερικό. Μετανιώσατε που γυρίσατε; Και σκεφτήκατε ποτέ να φύγετε από την Ελλάδα, ιδιαίτερα κατά την περίοδο της Κρίσης και της Πανδημίας;
Σίγουρα εδώ έχει γίνει κάποια παρεξήγηση. Φαντάζομαι τους γονείς μου να χαμογελούν αν διαβάσουν ότι ήταν ευκατάστατοι ενώ στην πραγματικότητα η μητέρα μου ήταν προϊστάμενη σε κλινική και ο πατέρας μου αυτοδημιούργητος εκδότης, που έφτιαξε με πολύ κόπο τη Διόπτρα. Δεν έφυγα, παρά μόνο για να κάνω τις μεταπτυχιακές μου σπουδές. Κι αφού με ρωτάτε, λάτρεψα την οργάνωση εκεί έξω, την αμεσότητα του δημόσιου τομέα, τη δικαιοσύνη, την ευθύτητα αλλά και τον τρόπο που σκέφτονται οι άνθρωποι που δημιουργούν. Όμως η Ελλάδα είναι ο τόπος μου και θέλω να προσπαθήσω για αυτόν. Και αγαπάω ό,τι έχουμε φτιάξει στη Διόπτρα μαζί με όλους τους συνεργάτες μου, που αποτελούν την ομάδα που με κάνει κάθε μέρα να χαίρομαι που πηγαίνω να τους βρω.
Κάποιοι λένε πως εάν ασχοληθείς επαγγελματικά με την αγαπημένη σου ασχολία, όπως το διάβασμα ας πούμε, είτε θα αποτύχεις σαν επιχειρηματίας είτε θα απογοητευτείς σαν ερασιτέχνης, σαν εραστής της Τέχνης. Συμφωνείτε;
Ξέρω και κάποιους άλλους που λένε πως, αν κάνεις κάτι που αγαπάς, δεν είναι πια δουλειά, είναι χαρά, είναι ζωή.
Ποιο βιβλίο διαβάζετε συνεχώς;
Κανένα. Υπάρχουν άπειρα βιβλία που δεν θα προλάβω ποτέ να διαβάσω αν και θα ήθελα, και προτιμώ να κοιτάζω προς αυτή την κατεύθυνση. Να βλέπω το καινούριο. Όταν διαβάζω ένα βιβλίο, το κλείνω για πάντα μέσα μου με ό,τι μου έχει προσφέρει και δεν ξαναγυρίζω πίσω.
Σε μια συνέντευξή σας είχατε δηλώσει πως συνηθίζατε να αναρωτιέστε τα βράδια ποια είναι τα 7 πράγματα που κάνατε στη διάρκεια της ημέρας και σας έδωσαν ικανοποίηση. Αυτό ακούγεται κάπως σαν Μπουκάι, κάπως Κοέλιο, κάπως σαν ένα αυτοβελτιωτικό μάντραμ... (Ας πούμε, γιατί επτά πράγματα, κι όχι έξι ή οκτώ;...) Τι πιστεύετε για τους σύγχρονους "πνευματικούς οδηγούς";
Δεν ξέρω αν ακούγεται σαν να έχω επηρεαστεί από τους μεγάλους συγγραφείς που αναφέρατε. Επίσης δεν βλέπω κάτι κακό αν είναι μάντραμ ή όπως αλλιώς θέλει να το αποκαλέσει κάποιος. Αυτό που κάνει εμένα ευτυχισμένο δεν είναι απαραίτητα κάτι που θα κάνει και κάποιον άλλο. Το σημαντικό στη ζωή είναι να είσαι ανοιχτός να ακούσεις τι κάνει κάποιος για να βελτιώσει την προσωπική του ευτυχία, κι αν θέλεις να το δοκιμάσεις. Δεν μου είναι εύκολο να αιτιολογήσω γιατί επέλεξα αυτόν τον αριθμό, ίσως κάπου να το διάβασα ή να το άκουσα σε κάποιο σεμινάριο ή να μου έδωσε την πληροφορία κάποιος πνευματικός οδηγός. Ίσως όμως να μην έχει τόση σημασία να σταθεί κάποιος σε αυτό, σημασία έχει ότι σε εμένα αυτό λειτουργεί έτσι ακριβώς: μου θυμίζει να χαίρομαι για ό,τι μικρό ή μεγάλο πέτυχα ή ένιωσα. Κι αν κάποιος το βρει χρήσιμο, μπορεί να το χρησιμοποιήσει, αλλιώς μπορεί να το πετάξει.
Οι πνευματικοί οδηγοί βρίσκονται ανάμεσά μας. Δεν χρειάζεται να έχει κάποιος τον τίτλο για να επιδράσει ανάλογα σε κάποια ψυχή. Αρκεί να είσαι δεκτικός και ανοικτός ότι μπορεί να ακούσεις και να νιώσεις κάτι που θα σε κάνει να αναθεωρήσεις τα στερεότυπά σου ή τις πεποιθήσεις σου ανά πάσα στιγμή και από τον οποιοδήποτε άνθρωπο. Ακόμα κι από παιδί. Και τότε έχεις βρει τον δικό σου πνευματικό οδηγό.
Πολλοί ψυχολόγοι θεωρούν πως ένας από τους λόγους που κάνουμε παιδιά είναι για να προβάλλουμε πάνω σ’ αυτά τις δικές μας ανεκπλήρωτες φιλοδοξίες – ό,τι δεν καταφέραμε εμείς να το κάνουν εκείνα. Συμφωνείτε;
Φαντάζομαι ότι είναι κάτι που συμβαίνει. Εύχομαι να μην είμαι εγώ αυτή η περίπτωση.
Τι φοβάστε και τι ελπίζετε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο;
Τα δύο αυτά ρήματα μου φέρνουν στο νου τη γνωστή ρήση του Νίκου Καζαντζάκη. Αυτή την περίοδο νιώθω αρκετά δυνατός ώστε να εκλογικεύω κάθε αίσθημα φόβου. Δεν μπορούμε να στενοχωριόμαστε για όσα αλλάζουν αλλά και για όσα δεν αλλάζουν. Και ελπίζω να καταφέρω να δω τα παιδιά μου να αντιμετωπίζουν τη ζωή σαν παιχνίδι. Τότε θα πω ότι πέτυχα αφού εγώ, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, δεν το έχω καταφέρει αυτό όπως θα ήθελα. Όχι ακόμα.