Το καλοστημένο πρόγραμμα των ομιλιών και performances του φεστιβάλ για το κλείσιμο της έκθεσης "Modern Love: Αγάπη στα Χρόνια της Ψυχρής Οικειότητας" που έγινε το Παρασκευοσαββατοκύριακο 29/9-1/10 στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, με ελεύθερη είσοδο, πρόσθεσε για μια ακόμη φορά σημαντικό περιεχόμενο στην ίδια την έκθεση και πέρα από αυτή καταφέρνοντας να μας κρατήσει εντός του μουσείου μεγάλο μέρος του Σαββατοκύριακου. Highlight η lecture-performance "Senhora" της Natalie Dixon που με αφορμή την προσωπική ιστορία της γνωριμίας της γιαγιάς και του παππού της καλλιτέχνιδας-ερευνήτριας στη μεταπολεμική Πορτογαλία επιχείρησε μια διεισδυτική και συν-αισθηματική ταυτόχρονα κατάδυση στην ιστορία της χώρας της με επίκεντρο τη θέση των γυναικών, την ψυχική υγεία, το burnout και τον έρωτα.
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρακολουθήσαμε και το κομμάτι για το queer τραύμα με επίκεντρο την ομιλία της συγγραφέα, δημοσιογράφου και κινηματογραφίστριας Juliet Jacques για τον "Αντίκτυπο της Κρίσης του HIV/AIDS στις Τέχνες στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική" και την παρέμβαση του Δημήτρη Παπανικολάου για την ορατότητα της γκέι σκηνής στην Ελλάδα και τη σχέση της με το AIDS ("η πρώτη φορά που ακούσαμε τη λέξη γκέι στην τηλεόραση και νιώσαμε ότι εκπροσωπούμαστε ήταν σε μια συζήτηση για το AIDS”), θέτοντας το ερώτημα του πώς αρχειοθετείται η σιωπή και τα κενά, με αφορμή και τη δουλειά που γίνεται στο πολιτικό αρχείο για το HIV/AIDS σε συνεργασία με τη Θετική Φωνή.
Η queer επιθυμία για ιστορία, συνοψίζει σύμφωνα με τον σύμβουλο εκδόσεων του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ) Θεόφιλο Τραμπούλη, με αναφορά στην εναρκτήρια πρόταση ενός από τα κείμενα του νέου διαδικτυακού περιοδικού του μουσείου "Το Χταπόδι”, αυτό που προσπαθούν να κάνουν με το περιοδικό, το οποίο αναμένουμε με ενδιαφέρον μες στις επόμενες εβδομάδες. Ελπίζουμε να έχει όντως το χαρακτηριστικό της ευελιξίας και να υποστηρίξει νέες κριτικές φωνές σε τοπικό, όπως αναφέρθηκε, αλλά και διεθνές επίπεδο, παρόλη τη θεματική λογική που ακολουθεί το πρόγραμμα του μουσείου και το ότι θα κυκλοφορεί μόλις δυο φορές το χρόνο.
Από το Q & A με τον Johan Grimonprez, ένα είδους αναστοχασμό της παλιότερης ταινίας του "Every Day Words Disappear” και των θεωριών περί πολιτικής, αγάπης και κοινών που πλαισίωναν τη δημιουργία της επτά χρόνια πριν, μέχρι την perfomance της Έρικας Σκούρτη "Utter Voice” από την οποία κρατάμε κυρίως τον πειραματισμό με τα ά-λογα στοιχεία του λόγου και την αυτόματη γραφή στη αρχή και το τέλος της, κι από την παρουσία της επιμελήτριας Nóra Ó Murchú, καλλιτεχνικής διευθύντρια της Transmediale στο Βερολίνο, στο πλαίσιο του νέου αξιοσημείωτου προγράμματος επισκεπτών/τριών επιμελητών/τριών από το εξωτερικό για να γνωρίσουν τη δουλειά εικαστικών που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα, ως το μουσικό διάλειμμα (το να παίξει το "Gomenaki” των S.W.I.M. στο μουσείο έχει τη σημασία του) το διήμερο είχε κάτι για το καθένα.
Η παρουσία πολύ νέου, ηλικιακά αλλά και κόσμου που δεν συμπεριλαμβάνεται στους συνήθεις υπόπτους του κοινού της σύγχρονης τέχνης είναι πάντα αισιόδοξη και δείχνει ότι το μουσείο κάτι κάνει καλά. Οι αριθμοί το επιβεβαιώνουν με την έκθεση "Modern Love" να έχει δεχθεί πάνω από 100.000 επισκέπτες σε 9 μήνες και του "Ιάννη Ξενάκη" 40.000 επισκέπτες σε 3 μήνες, όταν τη σεζόν 2017-18 για παράδειγμα, το ΕΜΣΤ είχε συνολικά 29.232 επισκέπτες. Στον έναν λοιπόν και κάτι χρόνο που τρέχει το πρόγραμμά του υπό τη διεύθυνση της Κατερίνας Γρέγου τουλάχιστον όσον αφορά την αποστολή του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης ως φορέα γνώσης και την εξωστρέφειά του έχουν γίνει σημαντικά βήματα.
Περισσότερες πληροφορίες
Modern Love. Η αγάπη στα χρόνια της ψυχρής οικειότητας
Μια ομαδική έκθεση που εξερευνά την «H αγάπη στα χρόνια της ψυχρής οικειότητας». Η ψηφιακή τεχνολογία και το διαδίκτυο απασχολούν εδώ τους καλλιτέχνες: η επιρροή τους στις σύγχρονες κοινωνίες, η σχέση τους με τον εργασιακό τομέα, το σώμα και το λόγο. Ο υπότιτλός της έκθεσης είναι δανεισμένος από το βιβλίο της Eva Illouz, «Cold Intimacies: The Making of Emotional Capitalism», που αναλύει πώς οι σύγχρονες στενές, οικείες σχέσεις καθορίζονται όλο και περισσότερο από οικονομικά και πολιτικά μοντέλα διαπραγμάτευσης και ανταλλαγής.