Μια συζήτηση με τον Πολ Όστερ

Με αφορμή τον θάνατο του Πολ Όστερ αναδημοσιεύουμε μια συνάντηση που είχαμε με τον συγγραφέα το 2014 με αφορμή την ομιλία του στη Στέγη Ωνάση. Σταρ της σύγχρονης λογοτεχνικής κοινότητας, ο Πολ Όστερ ήταν ένας προσηνής, ανεπιτήδευτος και χαμηλών τόνων άνθρωπος με απολύτως βιωματική σχέση με το γράψιμο.

Πολ_Όστερ

Σταρ της σύγχρονης λογοτεχνικής κοινότητας, όπως εξάλλου φάνηκε στο κατάμεστο θέατρο στη Στέγη, ο Πολ Όστερ παραμένει ένας προσηνής, ανεπιτήδευτος και χαμηλών τόνων άνθρωπος με απολύτως βιωματική σχέση με το γράψιμο. Ο Σπύρος Πετρουνάκος τον συνάντησε και αναμεταδίδει.

Συναντήσαμε τον Πολ Όστερ στον ιδιαίτερα κομψό και φιλόξενο χώρο του Κοινωφελούς Ιδρύματος Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης, νησίδα ηρεμίας, ησυχίας και ήπιου φωτισμού. Έξω, η αντηλιά και η βουή της πόλης βρίσκονταν ήδη στο ζενίθ τους. Η συνέντευξη, άψογα οργανωμένη από τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών που έφερε τον Όστερ στην Ελλάδα, εξελίχθηκε σε ζεστή συζήτηση με πολλές αυθόρμητες ερωτήσεις και απαντήσεις πέρα από τις αναμενόμενες. Η κουβέντα πέρασε μέσα από θέματα που αποτελούν την πρώτη ύλη του έργου του Όστερ αλλά και σκέψεις, παρατηρήσεις και σχόλια του ίδιου για το γράψιμο, την πολιτική, τη μουσική, την κινηματογραφική γραφή, τη διαφορά μεταξύ μυθοπλασίας και καταγραφής, τη σωματικότητα της συγγραφικής δραστηριότητας.

Ο Όστερ είναι ένας διεθνώς καταξιωμένος Αμερικανός συγγραφέας αλλά και σταρ της σύγχρονης λογοτεχνικής κοινότητας, όπως εξάλλου φάνηκε την επόμενη μέρα στο κατάμεστο θέατρο στη Στέγη και την ουρά που σχημάτιζε ο κόσμος περιμένοντας να τον ακούσει. Ο ίδιος παραμένει ένας προσηνής, ανεπιτήδευτος και χαμηλών τόνων άνθρωπος με απολύτως βιωματική σχέση με το γράψιμο. Μιλάει με διαυγείς, συνεκτικές προτάσεις και ένα ανεπαίσθητο "κράτημα" όταν αναφέρεται στα μεγάλα θέματα της λογοτεχνίας και της ζωής. Είναι σαφές ότι δεν ενδιαφέρεται για τις δαιδαλώδεις προσωπικές ή θεωρητικές αφηγήσεις που τόσο εύκολα μεταλλάσσονται σε αυτοπροβολή.

Μια συζήτηση με τον Πολ Όστερ - εικόνα 1

"Υπήρχε κάποια στιγμή στη ζωή μου που παραδιάβασα, αισθανόμουν πάνω μου το βάρος όλων αυτών των έργων, ήταν μια εποχή που έγραφα ποιήματα. Ένιωθα μια εμμονή με την τελειότητα. Έπειτα, λύθηκαν τα μάγια και άρχισα να γράφω πιο ελεύθερα".

Ο προφορικός του λόγος παραμένει πιστός στην άποψή του ότι η αφήγηση έχει πετύχει τον σκοπό της όταν η σαφήνεια και η οικονομία των λέξεων επιτρέπει στη γλώσσα να "υποχωρήσει" και να γίνει σχεδόν διαφανής. Στα βιβλία του το κέντρο βρίσκεται σε κάθε πρόταση: "Κατά μια έννοια, το κέντρο είναι παντού. Κάθε πρόταση στο βιβλίο είναι το κέντρο του βιβλίου", είχε πει παλαιότερα. Ένα σχετικό παράδειγμα που μας έδωσε είναι τα ανέκδοτα, εκεί "που κάθε λέξη μετράει" ενώ οποιαδήποτε περιττή λέξη στο στόμα κάποιου που "δεν το’χει με τα ανέκδοτα" προκαλεί ανεπανόρθωτη ζημιά. "Θέλω τα βιβλία μου να έχουν τη δύναμη που έχουν τα ανέκδοτα" θα πει κάποια στιγμή.
Το φαινομενικά αθώο παράδειγμά του κρύβει μια σκληρή αλήθεια, ένα αδιαπραγμάτευτο κριτήριο: η αποτυχία ενός ανέκδοτου είναι αμείλικτη και αιτιακά άμεση, εγγράφεται σε έναν αφηγητή που γελάει αμήχανα μπροστά σε απαθείς ακροατές ενώ περιμένει να ανοίξει η γη να τον καταπιεί. Κάτι ανάλογο ίσως να έχει κατά νού ο Όστερ όταν εξομολογείται ότι από όλες τις τέχνες αυτή που τον αγγίζει περισσότερο είναι η μουσική, στην οποία αναφέρεται συχνά ως έμπνευση αλλά και ως εγγενές στοιχείο του συγγραφικού του έργου. Και στη μουσική, το περιττό, το λάθος μπορεί να αποβεί μοιραίο.

Μια συζήτηση με τον Πολ Όστερ - εικόνα 2

"Οι καλές ιδέες επιμένουν, επιστρέφουν και λένε ‘κοίταξέ με, πρέπει να με κοιτάξεις’, ενώ με πιέζουν μέχρι που είμαι με την πλάτη στον τοίχο. Τότε λέω, ‘εντάξει, για να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε’".

Ως παιδί, ο Όστερ έγραφε περιστασιακά αλλά είχε πάθος με τον αθλητισμό. Ήταν χρόνια χωρίς "ιδιαίτερα σχέδια" και "χωρίς την παραμικρή ιδέα" τι ήθελε να κάνει. "Δεν μεγάλωσα σε σπίτι διανοουμένων, η μητέρα μου και ο πατέρας μου δεν είχαν τελειώσει πανεπιστήμιο, δεν διάβαζαν βιβλία. Όμως για κάποιο λόγο, από πολύ μικρή ηλικία λάτρευα το διάβασμα", μας λέει περιγράφοντας την πορεία που κάποια στιγμή, στα δεκαπέντε του, θα τον φέρει σε μετωπική σύγκρουση με το Έγκλημα και Τιμωρία του Ντοστογιέφσκι. "Ήταν απίστευτη εμπειρία, με συγκλόνισε και με έκανε χίλια κομμάτια". Οι συνέπειες αυτής της συνάντησης με τον Ντοστογιέφσκι ήταν άμεσες και αποφασιστικές για τη μετέπειτα πορεία του: "αν αυτό σημαίνει να γράφεις, αν αυτό σημαίνει μυθιστόρημα, τότε το γράψιμο είναι το καλύτερο πράγμα που θα μπορούσε κάποιος να κάνει στη ζωή του. Από τα δεκαπέντε μου γράφω σε σταθερή βάση".

Όμως, "το καλύτερο πράγμα που θα μπορούσε κάποιος να κάνει" είναι ταυτόχρονα αυτό που "οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος θα απέρριπτε" ως εκδοχή ζωής. "Είσαι συνεχώς μόνος σου, δεν ξέρεις αν θα εκδοθεί ποτέ το βιβλίο σου, επιλέγεις μια δύσκολη ζωή, πρέπει να σου πηγαίνει η απομόνωση" θα πει ο Όστερ απαντώντας σε ερώτηση για τις συμβουλές που θα έδινε σε νέους συγγραφείς. Ωστόσο, η πλήρης απάντηση προς τους επίδοξους συγγραφείς ήρθε μετά, σε λιγότερο τελεσίδικη και μάλλον παιγνιώδη μορφή: "όποιος ακολουθήσει τη συμβουλή μου, ούτως ή άλλως δεν είναι συγγραφέας. Αν όμως μου πει κάποιος ‘εγώ παρ’όλα αυτά θα το δοκιμάσω’, θα του έλεγα ‘καν’το, αλλά θα είναι πολύ δύσκολο’". Σε άλλο σημείο της συζήτησης, το όλο ζήτημα δεν φαίνεται να είναι καν θέμα επιλογής, μιας απόφασης που μπορεί να επηρεαστεί από τον καλό ή κακό λόγο τρίτων. Αναφερόμενος στους συγγραφείς και τους ανθρώπους που υπηρετούν την τέχνη ο Όστερ θα πει "οι καλλιτέχνες είναι τραυματισμένοι άνθρωποι, κάτι σου λείπει και κάνεις τέχνη για να το βρεις. Πολλοί ανθρώποι που δεν κάνουν τέχνη είναι πιο συμπαγείς, πιο γεμάτοι".

Μια συζήτηση με τον Πολ Όστερ - εικόνα 3

Στα βιβλία του Όστερ οι χαρακτήρες είναι συχνά τραυματισμένοι, αν και ο ίδιος αρνείται ότι οι ήρωες του είναι φορείς της δικής του βιογραφίας. Είναι κάθετος σε ό,τι αφορά τη διάκριση μεταξύ μυθιστορηματικού και αυτοβιογραφικού λόγου, μεταξύ μύθου και πραγματικότητας και δεν ενδίδει στη σκέψη ότι, κατά μια έννοια, ακόμα και η πραγματικότητα μπολιάζεται από τον υποκειμενικό "μύθο". Τον απασχολεί να αποτυπώσει αλήθειες που θεωρία σημαντικές, κρίσιμες. Στο Σάνσετ Παρκ, τοποθετεί τους χαρακτήρες του σε μια σύγχρονη δυστοπία με "εναπομείναντα ίχνη διασκορπισμένων ζωών", αποτέλεσμα της αμερικανικής οικονομικής κρίσης. Οι χαρακτήρες, όπως θα πει ο ίδιος σε σχέση με το συγκεκριμένο βιβλίο αλλά και γενικότερα, "έχουν χάσει τα πάντα ή τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή τους, πρέπει να επινοήσουν μια νέα ταυτότητα για τον εαυτό τους για να συνεχίσουν". Δεν πρόκειται για ανθρώπους ηττοπαθείς ή μοιρολάτρες, ούτε για ανθρώπους που επιλέγουν ένα διαφορετικό, μη συμβατικό, τρόπο ζωής από άποψη ή υπαρξιακό σκέρτσο. Αντίθετα, είναι άνθρωποι που "αναγκάζονται να πάρουν ρίσκα" για να αντεπεξέλθουν σε πραγματικές συνθήκες, όπως φοιτητές που "ξεκινούν τη ζωή τους με υπέρογκα χρέη που θα τους ακολουθούν όλη τους τη ζωή" ή ανθρώπους με γνώσεις και δυνατότητες που όμως αδυνατούν να βρουν δουλειά. "Δεν είναι ότι δεν έχουν μέλλον · δεν έχουν λεφτά", θα πει ο Όστερ συνοψίζοντας την πραγματικότητα και το παρόν, αυτό που αλλού αποκαλεί "παρόν με κεφαλαίο ‘Π’".

Η Αμερική, η οποία κατά τον Όστερ αυτή τη στιγμή ζει από πολιτική άποψη "τη μεγαλύτερη πόλωσή της από την εποχή του Αμερικανικού εμφυλίου το 1860", παραμένει καχύποπτη απέναντι στους συγγραφείς. Σε μια περίοδο με φλέγοντα ζητήματα και τους Ρεπουμπλικάνους να "κάνουν επί 6 χρόνια ό,τι μπορούν για να διαλύσουν τον Ομπάμα ("αν έπρεπε να υποστώ αυτά που έχει υποστεί, θα ήμουν στο φρενοκομείο") αντί να ασχολούνται με τα προβλήματα της χώρας, τα Μέσα προβάλλουν τις κοινωνικοπολιτικές απόψεις γνωστών ηθοποιών αλλά των συγγραφέων ή των διανοουμένων. "Στην Γαλλία, για παράδειγμα, οι συγγραφείς και οι διανοούμενοι γράφουν συνεχώς, ενώ στην Λατινική Αμερική τους δίνουν σημαντικά αξιώματα, για παράδειγμα γίνονται πρέσβεις".

Ωστόσο, η πολιτικοποιημένη τέχνη παραμένει μια προσωπική επιλογή ("η τέχνη δεν έχει κανόνες"), μια επιλογή που παραμένει διακριτή από την πολιτικοποίηση στο επίπεδο του πολίτη. "Αν ως καλλιτέχνης επιλέξεις την πολιτικοποίηση, κάνεις σοσιαλιστικό ρεαλισμό και δεν θέλω να πάω προς τα ‘κει" λέει ο Όστερ, που δεν έχει διστάσει να συγκρουστεί υπέρ της ελευθερίας του λόγου και ο οποίος μας άνοιξε απολύτως τα χαρτιά του για τη σημερινή Αμερική, μια χώρα που είναι εμφανές ότι τον πονάει: "Ζω την καθημερινότητά μου στην Αμερική, εκεί θέλω να είμαι, εκεί ζω".

Μια συζήτηση με τον Πολ Όστερ - εικόνα 4

Ο Όστερ αναφέρεται συχνά στη σωματικότητα της συγγραφικής διαδικασίας. Μας μιλάει για την εξάντληση που έχει νιώσει κατά περιόδους ενώ έγραφε κάποιο από τα βιβλία του, ή για την ανάγκη ενός διαλείμματος από την απομόνωση που απαιτεί το γράψιμο, όπως για παράδειγμα όταν δούλευε τις 4 κινηματογραφικές ταινίες του. Ήταν, όπως εξηγεί, μια περίοδος επιστροφής στην συλλογικότητα που αγαπούσε και είχε ζήσει στο μακρινό παρελθόν, όταν έκανε αθλητισμό. "Μου άρεσε πάντα να είμαι σε ομάδες, η συντροφικότητα, οι πλάκες, καμιά φορά ακόμα και οι καβγάδες".

"Γράφω με το χέρι γιατί είναι μια σωματική διαδικασία, νιώθεις πως οι λέξεις βγαίνουν από το σώμα. Μετά δακτυλογραφώ ό,τι έχω γράψει κάθε μέρα στην παλιά μου γραφομηχανή που έχει ένα ωραίο ελληνικό όνομα, Olympia."

Όμως, ο Όστερ κάνει την πιο εκτεταμένη αναφορά του στο σώμα και την γραφή όταν μας μιλάει για τον τρόπο που γράφει, για τα στάδια της προετοιμασίας του βιβλίου από το χειρόγραφο στη γραφομηχανή (για τη οποία προμηθεύεται κορδέλες από την Ινδονησία), και, τέλος, στον υπολογιστή που χειρίζεται η βοηθός του. "Γράφω με το χέρι γιατί είναι μια σωματική διαδικασία, νιώθεις πως οι λέξεις βγαίνουν από το σώμα. Μετά δακτυλογραφώ ό,τι έχω γράψει κάθε μέρα στην παλιά μου γραφομηχανή που έχει ένα ωραίο ελληνικό όνομα, ‘Olympia’". Η συγκεκριμένη χειρωνακτική διαδικασία, όπως και το γεγονός ότι δεν διαθέτει κινητό ή email, δεν έχει ιδεολογικό υπόβαθρο, ενώ είναι σίγουρο ότι την ακολουθεί και στο νέο βιβλίο που γράφει, "το μεγαλύτερο που έχω γράψει μέχρι τώρα" και το οποίο βλέπει να ολοκληρώνεται σε δυο χρόνια. Χωρίς αμφιβολία η απόσταση από την τεχνολογία του εξασφαλίζει και μια επιθυμητή έννοια απομόνωσης: "δεν θέλω να βρίσκομαι σε εύκολη πρόσβαση, αν κάποιος πρέπει να με βρει, θα με βρει". Είναι όμως μέσα σε αυτή τη συνθήκη, της ελεγχόμενης απομόνωσης, που γράφει για "την κοινή εμπειρία όλων, τους πόνους και τις χαρές που όλοι περνάμε", όπως θα πει σε μια αναφορά του στο βιβλίο ‘Ημερολόγιο Χειμώνα’. "Δεν με ενδιαφέρει η δική μου ιστορία" θα προσθέσει αναφερόμενος στο συγκεκριμένο έργο, ένα "μυθιστόρημα που ενσωματώνει αυτοβιογραφικά στοιχεία" και το οποίο, όπως λέει, εύχεται να "στρέψει τον αναγνώστη προς τις δικές του μνήμες".

Μια συζήτηση με τον Πολ Όστερ - εικόνα 5

Σε μια συνέντευξή του πριν από χρόνια, ο Όστερ είχε πει ότι κάποτε αποφάσισε ότι έπρεπε να σταματήσει να προσπαθεί να γράψει λογοτεχνία. Όταν τον ρωτάω τι ακριβώς εννοούσε τότε, εξηγεί μετά από μια σύντομη παύση: "υπήρχε κάποια στιγμή στη ζωή μου που παραδιάβασα, αισθανόμουν πάνω μου το βάρος όλων αυτών των έργων, ήταν μια εποχή που έγραφα ποιήματα. Ένιωθα μια εμμονή με την τελειότητα. Έπειτα, λύθηκαν τα μάγια και άρχισα να γράφω πιο ελεύθερα". "Η στιγμή αυτή ήρθε ξαφνικά ενώ παρακολουθούσα μια πρόβα", προσθέτει παραπέμποντας στις τελευταίες σελίδες του Ημερολογίου.

Ακούγοντάς τον, θυμάμαι ότι νωρίτερα είχε πει ότι τα βιβλία του δεν αρχίζουν με μια ιδέα, με μια πρόθεση να γράψει "για κάτι". Αντίθετα, "κάτι κάποια στιγμή μπαίνει στο νου μου, ενώ εγώ κάνω άλλα πράγματα. Αυτό που εμφανίζεται αρχικά είναι ένας ρυθμός, ή κάποιος χαρακτήρας που ξεπροβάλλει στο οπτικό πεδίο του νου μου". Και έπειτα; "Οι καλές ιδέες επιμένουν, επιστρέφουν και λένε ‘κοίταξέ με, πρέπει να με κοιτάξεις’, ενώ με πιέζουν μέχρι που είμαι με την πλάτη στον τοίχο. Τότε λέω, ‘εντάξει, για να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε’".

Σπύρος Πετρουνάκος

Τα βιβλία του Paul Auster διατίθενται από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Διαβάστε Επίσης

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Τέχνες

"Η νύχτα που έφυγε ο Παύλος": Παρουσίαση του βιβλίου στο καφέ των εκδόσεων Εύμαρος

Οι εκδόσεις Εύμαρος και οι εκδόσεις Τόπος προσκαλούν το κοινό στην παρουσίαση του βιβλίου του Ξενοφώντα Κοντιάδη, που θα γίνει παρουσία της Μάγδας Φύσσα.

ΓΡΑΦΕΙ: ATHINORAMA TEAM
21/11/2024

Μόλις "έπεσε" η "Ύπουλη νύχτα" του Αντώνη Ζαΐρη

Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Ενύπνιο η νέα ποιητική συλλογή που είναι ντυμένη με λέξεις που πιθανόν να χάνονται με το φως της μέρας.

Το Hunny Bunny υποδέχεται το "Εκεί που σκάει το Ρήμα"

Το μπαρ θα φιλοξενήσει την παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του Μιχάλη Τσιανίκα.

"Στην πόρτα": Αυτό είναι το νέο βιβλίο των εκδόσεων Ποταμός

Κυκλοφόρησε μόλις από τον εκδοτικό οίκο η νουβέλα του Κώστα Μίντζηρα.

ΑI Translation Slam: Τεχνητή νοημοσύνη Vs μεταφραστές στο Ινστιτούτο Γκαίτε

Το Ινστιτούτο προσκαλεί το κοινό σε έναν πρωτότυπο διαγωνισμό λογοτεχνικής μετάφρασης. Είσοδος ελεύθερη.

Από τη χουντική βαρβαρότητα στην αδέσμευτη σκέψη: Νέα έκθεση στο Μέγαρο Εϋνάρδου του ΜΙΕΤ

Το αφιέρωμα συνδιοργανώνεται από το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, τα Γενικά Αρχεία του Κράτους και το Αρχείο της ΕΡΤ.

ΕΜΣΤ & Εθνική Πινακοθήκη τιμούν την ιστορική γκαλερίστα και ιδρύτρια του Πανελλήνιου Συλλόγου Αιθουσών Τέχνης, Τζούλια Δημακοπούλου

Το αφιέρωμα είναι η πρώτη κοινή δράση μεταξύ των δύο μουσείων στο πλαίσιο του δημοσίου προγράμματός τους.