Δύσκολα θα βρεις μουσικόφιλο εξοικειωμένο με τα βρετανικά πράγματα που να μη γνωρίζει, έστω σαν όνομα, το κωμικό σόου-παιχνίδι "Never Mind the Buzzcocks". Το οποίο σταδιοδρομεί στην τηλεόραση της Γηραιάς Αλβιώνας από το 1996 κι έχει γίνει περίφημο, ίσως και διαβόητο, για το προβοκατόρικο και βαθιά σαρκαστικό του χιούμορ, που, μέσα στα χρόνια, εξόργισε καλεσμένους σαν τον Lemmy των Motörhead ή τον Huey Morgan των Fun Lovin' Criminals, κάνοντάς τους να αποχωρήσουν στον "αέρα".
Λίγοι ξέρουν, ωστόσο, ότι η ονομασία είναι δανεισμένη (με άδεια) από τους Buzzcocks: ένα συγκρότημα ιδιαίτερης σημασίας για τα όσα εκτυλίχθηκαν στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970 γύρω από την έκρηξη του punk. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πιο διάσημος παρουσιαστής του εν λόγω σόου, ο κωμικός Mark Lamarr, είπε κάποτε πως, δίχως τη δράση τους, δεν θα είχαν υπάρξει ούτε οι Smiths, ούτε οι Radiohead: μια ηχηρή δήλωση, από εκείνες που χωρούν μεν ατέλειωτων συζητήσεων, μα καταδεικνύουν, την ίδια στιγμή, ότι έχεις να κάνεις με ένα αξιοσημείωτο αποτύπωμα. Μάλιστα, αν θελήσουμε ν' ανοίξουμε κι άλλο τη βεντάλια, μπορούμε κάλλιστα να ισχυριστούμε ότι, χωρίς Buzzcocks, δύσκολα θα είχαμε και αμερικάνικα γκρουπ σαν τους Hüsker Dü ή τους Superchunk –τουλάχιστον με τη μορφή που τα γνωρίσαμε, με την οποία κέρδισαν τη δική τους θέση στις σελίδες των pop/rock χρονικών.
Ποιους Buzzcocks ετοιμαζόμαστε, όμως, να υποδεχτούμε στην Αθήνα (Σάββατο 16/11, στο "Arch"), για μια συναυλία-γιορτή αφιερωμένη στα 45 στρογγυλά χρόνια της δοξασμένης συλλογής "Singles Going Steady" (1979); Εκείνης, δηλαδή, που διέδωσε το απόσταγμα της punk δράσης τους στις Ηνωμένες Πολιτείες, ρίχνοντας βρετανικό λάδι σε μια underground φωτιά, η οποία έμελλε να φτάσει ως τους Nirvana του Kurt Cobain; Δεν είναι ύβρις να μιλάμε γι' αυτούς, από τη στιγμή που στη νυν σύνθεση δεν υπάρχει ούτε ο Pete Shelley, ούτε ο Howard Devoto;
Ο Howard Devoto, βέβαια, πολύ δύσκολα θα εμπλεκόταν με τους Buzzcocks του 21ου αιώνα. Παρότι τίμησε αυτήν την πλευρά της πορείας του ξαναπαίζοντας μαζί τους το 2012, σε δύο ιστορικές βραδιές σε Μάντσεστερ και Λονδίνο, τους άφησε νωρίς (Φεβρουάριος 1977), μόλις έναν χρόνο μετά την ίδρυσή τους, προκειμένου να σχηματίσει τους κομβικούς για το post-punk ιδίωμα Magazine. Αλλά ο κιθαρίστας και τραγουδιστής Pete Shelley είναι μια διαφορετική ιστορία, γιατί αυτός πήρε πάνω του το συγκρότημα, αναδεικνυόμενος ως δημιουργικό του καρμπυρατέρ: δεν είναι, δηλαδή, μόνο ο μουσικός που έγραψε κι ερμήνευσε αξέχαστα κομμάτια σαν το "Ever Fallen In Love (With Someone You Shouldn't've)" (1978), το "Orgasm Addict" (1977) ή το "Harmony In My Head" (1979), αλλά και ο στιχουργός που έδωσε ταυτότητα στους Buzzcocks, επιτρέποντάς τους να ξεφύγουν από τα στεγανά της οργής προς το βρετανικό κατεστημένο, διηγούμενοι καθημερινές ιστορίες με πιο οικουμενικό χαρακτήρα.
Δεν είναι λίγοι, λοιπόν, όσοι θεωρούν ότι ο θάνατος του Shelley (2018, από καρδιά) όφειλε να σημάνει και το φινάλε της μπάντας. Άλλοι, βέβαια, πιστεύουν ότι οι Buzzcocks τέλειωσαν το 1981, όταν διαλύθηκαν εν μέσω μιας διένεξης με τη δισκογραφική τους εταιρία, αφήνοντας ένα σχεδιαζόμενο τέταρτο άλμπουμ στη μέση. Γεγονός είναι, πάντως, ότι το 1989 ο Shelley ηγήθηκε μιας επανένωσης. Η οποία μπορεί να μην είχε εμπορική τύχη και να παρέμεινε αμφιλεγόμενη ως προς τις καλλιτεχνικές της στοχεύσεις –με το γκρουπ να ισορροπεί μεταξύ συμπαθητικών εκλάμψεων, αξιοπρεπών αναμασημάτων κι ενός φλερτ με την εκνευριστική αλαφράδα του pop punk ήχου των 1990s– μα, οπωσδήποτε, επανεδραίωσε τους Buzzcocks. Βοηθώντας τους, ελέω και των Nirvana (οι οποίοι τους πήραν για support στην τελευταία τους περιοδεία), να απευθυνθούν επιτυχώς στη grunge νεολαία που ακολουθούσε τους Offspring και τους Green Day.
Εντός του πλαισίου αυτής της επανένωσης, λοιπόν, αναδείχθηκε κι ένας τρίτος άνθρωπος: ο Steve Diggle. Ο οποίος μπήκε στους Buzzcocks ως μπασίστας το 1976 (με σύσταση του Malcolm McLaren), έγινε κιθαρίστας το 1977 μετά την έξοδο του Devoto, αλλά και τραγουδιστής και ηγέτης μετά τον θάνατο του Pete Shelley. Όσοι τους είδαν στο "Κύτταρο" το 2011, άλλωστε, θα θυμούνται ότι ήταν ο Diggle που πήρε τη συναυλία πάνω του, προξενώντας τόσο ενθουσιασμό με τα δυναμικά του πάνω-κάτω στο σανίδι, ώστε μερικοί από το κοινό τον κέρασαν τσίπουρο. Επιπλέον, το 2022 κατέστησε σαφές ότι δεν θα συνέχιζε τη Buzzcocks κληρονομιά μόνο πάνω στη σκηνή, ηχογραφώντας το δέκατο στούντιο άλμπουμ τους "Sonics In The Soul". Έτσι, η επικείμενη βραδιά στο "Arch", του ανήκει. Κι αν καταφέρει να σηκώσει ψηλά στον αέρα τις 1970s punk σαΐτες των Βρετανών, ίσως κατορθώσει να κερδίσει (και) τους πιο δύσπιστους από τους παλιούς οπαδούς.