Με τα μέτρα, τα σταθμά και τις ψηφιακές ταχύτητες του σύγχρονου hype, η Anohni μένει εκτός από την όποια συζήτηση περί "καινούριου": δεν είναι και η Billie Eilish, στο κάτω-κάτω, αλλά μια καλλιτέχνιδα 52 ετών, με καριέρα που κοντεύει να συμπληρώσει τριακονταετία. Πέρα, όμως, από αυτόν τον επιδραστικό, μα εν τέλει προβληματικό ορίζοντα της επίκαιρης pop culture δημοσιογραφίας, στη βάση δηλαδή της καθαρής δισκογραφικής αποτίμησης (και μόνο), η Αγγλοαμερικανίδα τραγουδίστρια και δημιουργός είναι, πράγματι, ένα από τα πιο ανανεωτικά πρόσωπα του σήμερα. Με μια εκλεκτική πορεία δικαίως πολυσυζητημένη, η οποία κάνει την επικείμενη συναυλία της στο Ηρώδειο (Πέμπτη 13/6, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου) μία από τις πιο φρέσκιες του φετινού καλοκαιριού.
Παρ' όλα αυτά, δυνατότερο εχέγγυο της συναυλίας ίσως να μην είναι η φρεσκάδα της, αλλά το ότι ξέρουμε κι εμπιστευόμαστε την Anohni. Κι ας έχουμε να τη δούμε 15 ολόκληρα χρόνια –από τότε, δηλαδή, που ακόμα προσδιοριζόταν ως Antony Hegarty. Γιατί είναι γεγονός ότι το δεύτερο άλμπουμ των Antony And The Johnsons "I Am A Bird Now" (2005) βρήκε αρκετή απήχηση ανάμεσα στο εγχώριο εναλλακτικό κοινό, το οποίο έδωσε έπειτα δυναμικό παρών στην πρώτη έλευση της μπάντας στην Ελλάδα, για μια καλοκαιρινή συναυλία στο Θέατρο Βράχων του Βύρωνα (2006). Επρόκειτο για μια βραδιά μυσταγωγίας, που εκκίνησε με το "Cripple And The Starfish", περιέλαβε μια διασκευή σε Leonard Cohen (στο "The Guests", ψαγμένη επιλογή) και κορύφωσε θεσπέσια με το πολυακουσμένο "Hope There's Someone", πριν κάνει οριστικό φινάλε μ' ένα σύντομο encore.
Ο δεσμός που σφυρηλατήθηκε τότε βάθυνε σε νοήματα και σε indie pop ποιότητα με το αμέσως επόμενο άλμπουμ "The Crying Light" (2009), το οποίο διέθετε ένα από τα καλύτερα εξώφυλλα των 2000s και ξανάφερε τους Antony And The Johnsons στα μέρη μας, για μια βραδιά στο Γήπεδο του Badminton (Ιούνιος 2009). Έκτοτε, όμως, συνέβησαν πολλά: εμείς μπλέξαμε με μια σκληρή οικονομική κρίση, το γκρουπ έπαψε βαθμιαία να υφίσταται και ο Antony Hegarty αναπροσδιορίστηκε σε Anohni (2016), απορροφώμενος/η σε προσωπικά μονοπάτια κι απέχοντας κάμποσο καιρό από τις ζωντανές εμφανίσεις. Πλέον, όμως, με το γκρουπ να ξαναμαζεύεται (μετονομαζόμενο σε Anohni And The Johnsons) και με την ίδια την Anohni να επιστρέφει στις συναυλίες, ξαναζεί κι εκείνη η παλιά σχέση με την Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο, δηλαδή, που αυτή η νέα ευρωπαϊκή περιοδεία –η πρώτη εδώ και 7 χρόνια– ξεκινά από την Αθήνα, έχοντας ως φόντο τη φωταγωγημένη Ακρόπολη.
Τι έκανε, όμως, και τι πέτυχε η Anohni, στα 15 χρόνια στα οποία έχουμε να τη συναντήσουμε; Πολλά, είναι η σύντομη απάντηση, μα πίσω της βρίσκονται ακόμα περισσότερα, γιατί το δημιουργικό της αποτύπωμα άνθισε ως συνέπεια της καταστάλαξης σε μια ταυτότητα που, πλέον, την εκφράζει πλήρως.
Η εύθραυστη, κλεισμένη στον εαυτό της περσόνα, η οποία μεγάλωσε έχοντας ως ήρωες τον Boy George, τους Marc And The Mambas, αλλά και την ακτιβίστρια Marsha P. Johnson, έφτασε να γίνει η πρώτη (ανοιχτά) τρανσέξουαλ φιγούρα που διεκδίκησε Όσκαρ Καλύτερου Τραγουδιού, χάρη στο "Manta Ray", από το ντοκιμαντέρ του Louie Psihoyos "Racing Extinction" (2015). Αλλά ακόμα μεγαλύτερη σημασία είχε η μετάβαση από τη σπαραξικάρδια ενατένιση του queer βιώματος –η οποία χάρισε λεπτεπίλεπτη φινέτσα στην πορεία των Antony And The Johnsons– στον εξωστρεφή εορτασμό αυτού· πράγμα που αποτυπώθηκε στον δίσκο "Hopelessness" (2016), ο οποίος αγκάλιασε τα ηλεκτρονικά των Oneohtrix Point Never & Hudson Mohawke, εφορμώντας στα 30 πρώτα της Βρετανίας. "Κουράστηκα να θρηνώ για την Ανθρωπότητα", σχολίασε η Anohni σε μια συνέντευξη εκείνων των χρόνων, ενώ πέρασε και σε ένα νέο στάδιο πολιτικοποίησης, με το τραγούδι "Obama", λ.χ., να καταγράφει την απογοήτευσή της για την ιστορική διακυβέρνηση του πρώτου μαύρου προέδρου των Η.Π.Α.
Η επάνοδος των Johnsons, στη συνέχεια, συνδέθηκε με τον δίσκο "My Back Was A Bridge For You To Cross" (2023): έναν θαυμάσιο διάλογο της indie pop αισθητικής με τις μαύρες μουσικές ρίζες της Αμερικής –τον Marvin Gaye, λ.χ., αλλά και τη Nina Simone– που, παράλληλα, διατήρησε και τις άνωθεν κοινωνικοπολιτικές ανησυχίες στο προσκήνιο, δίνοντας περαιτέρω έμφαση στον αγώνα ενάντια στις ανισότητες και στην κλιματική αλλαγή. Στον οποίον μετέχει ενεργά και η Anohni, με τρόπο αληθώς αξιοθαύμαστο, ο οποίος έχει καταφέρει να αποφύγει και τον διδακτισμό, αλλά και κάποιες lifestyle ευκολίες που χαρακτηρίζουν όψεις του όλου κινήματος, εναρμονίζοντάς το, στην ουσία, με την ανάδυση ενός καινούριου, "πράσινου" καπιταλισμού.
Το "μυστικό", πάντως, δεν βρίσκεται στην όποια συμπόρευση με τέτοιες επίκαιρες, ίσως και λίγο μοδάτες, αγωνίες του Δυτικού κόσμου των ημερών μας. Πάνω απ' όλα, δηλαδή, η Anohni εξακολουθεί και φτιάχνει τραγούδια για όσα την καίνε. Κι αυτή η προσωπική αλήθεια με την οποία τα εμποτίζει προσφέρει μια ακαταμάχητη αιχμή, που εγγυάται ότι οι δίσκοι της θα εξακολουθήσουν να μας απασχολούν (και) στο διάβα της παρούσας δεκαετίας.