Καθώς γέμιζε η μουσική σκηνή "Αθηνά", σκεφτόμουν ότι έψαχνα καιρό την ευκαιρία να δω και να ακούσω τη Μαντώ σε ένα ρεπερτόριο διαφορετικό από αυτό με το οποίο τη μάθαμε. Γράφοντας κάτι τέτοιο, πάντως, δεν εννοώ σε κάτι "πιο σοβαρό". Απεναντίας. Διόλου δεν τις σνομπάρω τις pop επιτυχίες της, πιστεύω, δε, ότι η εγχώρια κριτική οφείλει να τις ξαναδεί (κάποιες, τουλάχιστον), τώρα ειδικά που ζούμε στον αστερισμό μιας καινούριας ελληνόφωνης pop. Η οποία, παρότι φορά περήφανα στο πέτο το εναλλακτικό της πρόσημο, αποδεικνύεται πιο συχνά από όσο θα έπρεπε (για κάτι που θέλει να διεκδικήσει το "φρέσκο") ως πουκάμισο αδειανό –ή ως ρούχο δανεικό, για να κάνουμε κι ένα λογοπαίγνιο ταιριαστό με το θέμα.
Πρόκειται, βέβαια, περί συζήτησης για άλλη περίσταση, αν και δεν είναι εντελώς άσχετη με τη βραδιά στο ισόγειο του μουσικού οργανισμού Ars Nova στο Μοσχάτο, αφού στην πρώτη σειρά των τραπεζιών της "Αθηνάς" βρίσκονταν και η Πωλίνα με τη Σοφία Βόσσου: "τα κορίτσια μου", όπως τις αποκάλεσε τρυφερά η Μαντώ μετά την καλησπέρα που απηύθυνε στο κοινό, προσθέτοντας ότι αισθανόταν παράξενα να τις βλέπει καθισμένες κάτω από τη σκηνή και όχι στο πλάι της, για κάποια κοινή συναυλία.
Ορισμένοι αναθάρρησαν, πιστεύοντας ότι στο φινάλε μπορεί να ανέβαιναν κι εκείνες στη σκηνή, για κανα-δυο 1980s/1990s σουξέ ιδωμένα μέσα από το ενορχηστρωτικό πνεύμα της βραδιάς. Αλλά τίποτα τέτοιο δεν συνέβη, μιας και το συγκεκριμένο ραντεβού είχε δεδομένο χαρακτήρα: τζαζ μουσική της fusion σχολής, παντρεμένη με πασίγνωστα και με λιγότερο οικεία τραγούδια από τον διεθνή κινηματογράφο. Είναι χαρακτηριστικό, δηλαδή, ότι το μόνο κομμάτι που ακούστηκε στα ελληνικά ήταν το "Φταις Εσύ", καθώς το πρόγραμμα περιλάμβανε και το "Canção Do Mar" της Amália Rodrigues (1954), το οποίο η Μαντώ είχε ήδη διασκευάσει το 1997, στον δίσκο της "Για Όλες Τις Φορές".
Μία ωραία χειρονομία της ερμηνεύτριας ήταν ότι, ήδη από την εκκίνηση, σύστησε τους μουσικούς που τη συνόδευαν. Οι οποίοι δεν ήταν άλλοι, βέβαια, από τους Yiorgos Fakanas Group: το συγκρότημα που περιστοιχίζει τον Γιώργο Φακανά, ο οποίος καταξιώθηκε στο ηλεκτρικό μπάσο κατά την περίοδο δράσης του με τους Iskra, γενόμενος ένας από τους πιο φημισμένους βιρτουόζους στο εγχώριο τζαζ πεδίο. Με την "Αθηνά" και τον γύρω οργανισμό να είναι δικής του ιδιοκτησίας και έμπνευσης, επιμελήθηκε προσωπικά των ενορχηστρώσεων που ακούσαμε, ενώ είχε και το γενικό πρόσταγμα επί σκηνής, παρατασσόμενος ανάμεσα στους Δημήτρη Παπαδόπουλο (τρομπέτα), Sam Marlieri (τενόρο σαξόφωνο), Ilia Samsonov (βαρύτονο σαξόφωνο), Sami Amiri (πιάνο) και Μένιο Πασιαλή (ντραμς).
Η Μαντώ ξεκίνησε ερμηνεύοντας το "Calling You" της Jevetta Steele (1987), το οποίο επέτρεψε στη φωνή της να απλωθεί καθάρια και λαμπερή στην "Αθηνά", που στο μεταξύ είχε αποκτήσει και τον κατάλληλο φωτισμό, φέρνοντας κατά νου κάτι από τα τζαζ στέκια των Ηνωμένων Πολιτειών. Το χειροκρότημα αντήχησε σαν κύμα ζεστό από τα μισοσκότεινα τραπέζια και η εμφάνιση απόκτησε σύντομα κι άλλες μελωδικές πτυχές, καθώς οι επιλογές απλώθηκαν στο "All That Jazz" (όπως το δίδαξε η Liza Minnelli) και στο "Raindrops Keep Fallin' On My Head".
Ταυτόχρονα, ωστόσο, έκανε την εμφάνισή του κι ένα χαρακτηριστικό που έμελλε να αποδειχθεί ως βασικό ντεζαβαντάζ για τη ροή του προγράμματος: μετά από κάθε ερμηνεία, δηλαδή, η Μαντώ σταμάταγε κι ανακοίνωνε την επόμενη επιλογή, παραθέτοντας στοιχεία για τους συντελεστές της ή/και για την ταινία με την οποία είχε συνδεθεί. Ίσως ήταν αναγκαίο για ένα μεγαλύτερο ηλικιακά κοινό, που χρειαζόταν τέτοια άγκιστρα ώστε να μη χάνει τον βηματισμό της βραδιάς; Μπορεί. Αλλά δεν γίνεται να μην επισημάνω πόσο χάλασε τη φυσικότητα των πραγμάτων, παγιώνοντας μια αίσθηση αποστείρωσης και εγκυκλοπαιδισμού. Ένιωθες σαν να βρισκόσουν σε διάλεξη με μουσικά παραδείγματα, παρά σε συναυλία.
Πάντως, αν γινόταν να το παρακάμψεις αυτό, κέρδιζες μια ωραία τζαζ βραδιά, που διέθετε χώρο και για τους Yiorgos Fakanas Group στα δύο μέρη στα οποία χωρίστηκε: η Μαντώ, δηλαδή, τους άφησε μόνους επί σκηνής, μία φορά για το "Interspirit" –από μια συνεργασία του Φακανά με τον σπουδαίο Αμερικανό μπασίστα Anthony Jackson (2010)– κι άλλη μία για το "Thessaly", σύνθεση του Φακανά (2004) στηριγμένη σε δημοτικούς σκοπούς από τη Θεσσαλία. Πριν την παίξουν, μάλιστα, ο ίδιος πήρε το μικρόφωνο και την αφιέρωσε σε όσους ανθρώπους από εκεί υπέφεραν κι ακόμα υποφέρουν. Και στις δύο περιστάσεις χορτάσαμε τζαζ αρτιπαιξία σε ένα επίπεδο που σπάνια ακούμε στα μέρη μας, με τον κόσμο να ξεσπά σε χειροκροτήματα για τα σόλο των πνευστών. Το ίδιο, βέβαια, έγινε και κατά τη διάρκεια του "Summertime", για την τρομπέτα του Δημήτρη Παπαδόπουλου.
Το "Summertime", τώρα, κάπου διέφυγε στη Μαντώ, όπως διέφυγε και το "Light My Fire" των Doors: αν και τα τραγούδησε άψογα από τεχνικής άποψης, θάμπωσε η "μαύρη" τζαζ αίσθηση του πρώτου και χάθηκε η rock 'n' roll διάσταση του δεύτερου. Σίγουρα, όμως, πήρε το αίμα της πίσω όταν έφτασε η ώρα για το "Meglio Stasera". Εδώ, δηλαδή, απολαύσαμε μια φανταστική Μαντώ, σε έναν άριστο συνδυασμό φωνητικής έκτασης, ερμηνευτικών χρωματισμών και κίνησης, που απογείωσε το κομμάτι από τον αξέχαστο "Ροζ Πάνθηρα" του Μπλέικ Έντουαρντς (1963).
Παρά το διάλειμμα που μεσολάβησε, μάλιστα, η Μαντώ δεν έχασε τη φόρα της. Ίσα-ίσα, μπήκε στο δεύτερο μέρος με μια αισθαντική απόδοση του "Μanha De Carnaval", η οποία έδωσε την ευκαιρία να παρατηρήσουμε πόσο καθαρά μπορούσε να εκφέρει και τα πορτογαλικά, όχι μόνο τα αγγλικά των προηγούμενων επιλογών. Είναι μια παράμετρος που αξίζει να τονιστεί, γιατί, όσο καλή επαφή κι αν έχει κανείς με μια ξένη γλώσσα, τέτοιου είδους επιτεύγματα δεν έρχονται χωρίς σκληρή δουλειά. Καταπληκτικά, όμως, στάθηκε και στο μάλλον ξεχασμένο "Vehicle" των Ides Οf March (1970), σε μια εκτέλεση που έσφυζε από τζαζ ροκ ενέργεια χάρη στη θαυμάσια προσαρμογή του Γιώργου Φακανά, αλλά και στο "I Don't Know How To Love Him" από το "Jesus Christ Superstar".
Ακόμα κι έτσι, πάντως, τίποτα δεν μας είχε προετοιμάσει για την προσέγγισή της στο "Memory" (από το "Cats"), που το τραγούδησε με μια θαυμαστά κρυστάλλινη αίσθηση, καρφώνοντάς μας στις θέσεις μας. Ωραία είπε και το "Skyfall", βέβαια –με την πρέπουσα μίξη δυναμισμού και μελαγχολίας που διακρίνει το τζεϊμσμποντικό ρεπερτόριο– με τη βραδιά να τελειώνει, κατόπιν, με το "Spain" του Chick Corea: πεδίο ιδανικό ώστε να ξαναβγεί μπροστά και ο Γιώργος Φακανάς με τους συνοδοιπόρους του, για ένα κλείσιμο παρέα με τη Μαντώ αληθώς ταιριαστό με το κλίμα τζαζ και παγκόσμιου σινεμά στο οποίο στηρίχτηκε η όλη σύμπραξη.