Κλείνεις αισίως 6 χρόνια ως διευθυντής του Συλλόγου "Οι Φίλοι της Μουσικής". Πώς αποτιμάς αυτή την πορεία; Και τι ρόλο έπαιξε ο Σύλλογος στην απόφασή σου να επιστρέψεις στην Αθήνα, αφήνοντας την Κωνσταντινούπολη, όπου βρισκόσουν από το 2013;
Θα αρχίσω από το δεύτερο, λέγοντας ότι για τον Σύλλογο "Οι Φίλοι της Μουσικής" θα ερχόμουν όποτε κι αν μου το ζητούσε, όπου κι αν βρισκόμουν. Τουλάχιστον στο γήινο σύμπαν, για να μη λέμε και υπερβολές. Μάλιστα, το τάιμινγκ της επιστροφής μου από την Κωνσταντινούπολη στην Αθήνα αποδείχθηκε θετικό, εάν συνυπολογίσουμε τι γίνεται τελευταία στην Τουρκία –αν κι αυτό είναι ένα ζήτημα διαφορετικού χαρακτήρα. Άλλωστε το 2017 δεν έψαχνα να φύγω από εκεί: ήμουν ευχαριστημένος από τα όσα κάναμε στο πανεπιστήμιο καθώς και στη μουσική βιβλιοθήκη "Erol Üçer", όπως και από τους φοιτητές τους οποίους είχα.
Όσον αφορά την αποτίμηση, τώρα, στη ζωή δεν έχεις συχνά την ευτυχία να σου ζητήσουν να διευθύνεις κάτι τόσο σημαντικό, όσο ο Σύλλογος "Οι Φίλοι της Μουσικής". Πιστεύω ότι έχουμε πάει καλά, σαν οργανισμός. Οι εργαζόμενοι, δηλαδή, έχουν δώσει όλες τους τις δυνάμεις κι αν εγώ λογίζομαι ως ένας συνδετικός κρίκος μεταξύ όλων των υπολοίπων και του Διοικητικού Συμβουλίου, έχω να πω ότι τα μέλη αυτού έχουν υποστηρίξει όποια "τρελή", έξω από τα συμβατικά, ιδέα έχει πέσει στο τραπέζι. Οι δε αριθμοί αποδεικνύουν τη στήριξη του κόσμου, ο οποίος έρχεται στις εκδηλώσεις μας, εξαιρουμένου φυσικά του διαστήματος της πανδημίας. Βρισκόμαστε λοιπόν σε ανοδική πορεία. Κι αν στο παρελθόν το κοινό είχε τοποθετήσει κάπου συγκεκριμένα τον Σύλλογο, πλέον τον τοποθετεί και αλλού.
Έχω παρατηρήσει ότι εξακολουθεί να υφίσταται μια σύγχυση για το πού αρχίζει ο Σύλλογος "Οι Φίλοι της Μουσικής" και πού ξεκινά το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Όμως εσείς ήσασταν και παραμένετε ένας αμιγώς ιδιωτικός φορέας, έτσι δεν είναι;
(γελάει) Μερικές φορές αναρωτιόμαστε κι εμείς, πάντως, ακριβώς γιατί οι σχέσεις μας με το Μέγαρο Μουσικής υπήρξαν πάντοτε αδιάρρηκτες. Ωστόσο ο Σύλλογος είναι πράγματι ένας αμιγώς ιδιωτικός οργανισμός: δεν λαμβάνει καμία επιχορήγηση. Ο λόγος που βρίσκεται στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών είναι ότι εισέφερε το 97% της περιουσίας του (ακίνητα, κυρίως) για να πραγματωθεί αυτό, χαρίζοντάς τη στο ελληνικό κράτος κατά τις δεκαετίες του 1970 και 1980.
Για να το πούμε και διαφορετικά, ο Σύλλογος και το κράτος ίδρυσαν το Μέγαρο Μουσικής. Από εκεί και πέρα, φυσικά, ο ρόλος μας είναι διακριτός, έχουμε λ.χ. τη Μουσική Βιβλιοθήκη "Λίλιαν Βουδούρη" την οποία προσφέρουμε ως υπηρεσία, ενώ η δραστηριότητά μας δεν περιορίζεται στην ψυχαγωγία –είναι και παιδαγωγική και εκπαιδευτική και ερευνητική.
Πράγματι, μπορεί να στεκόμαστε συνήθως στις συναυλίες που διοργανώνετε, όμως υποστηρίζετε και μελέτες, δίνετε χορηγίες σε νέους καλλιτέχνες...
Ναι. Πέρα από το γεγονός ότι κάνουμε έναν αριθμό συναυλιών στις μεγάλες αίθουσες του Μεγάρου, υπάρχει κι άλλο έργο. Περίπου 200 καλλιτέχνες από τη δεκαετία του 1990 μέχρι και σήμερα, ας πούμε, έχουν πάρει είτε την υποτροφία "Αλεξάνδρα Τριάντη", είτε την υποτροφία "Κυβέλη-Χορν".
Επίσης, εδώ και 5 χρόνια έχουμε θεσμοθετήσει μια σειρά fellowships, ακολουθώντας τα πρότυπα του εξωτερικού –δεν χρειάζεται να ανακαλύπτουμε πάντα τον τροχό. Προσφέρουμε δηλαδή χρηματοδότηση ώστε να έρθει κάποιος έμπειρος ερευνητής, Έλληνας ή ξένος, στη Μουσική Βιβλιοθήκη και να μελετήσει το αρχειακό της υλικό, το οποίο είναι πολύ πλούσιο και εξακολουθεί να εμπλουτίζεται. Στο τέλος, φυσικά, πρέπει να παράξει κάτι.
Τα αποτελέσματα των πρώτων κύκλων αυτής της δραστηριότητας θα τα δούμε φέτος στην επέτειο των 70 χρόνων του Συλλόγου, καθώς θα εκδώσουμε ένα πληθωρικό βιβλίο με κείμενα όσων μουσικολόγων και ερευνητών έχουν έρθει έως τώρα, συν κάποια από το δικό μας επιστημονικό προσωπικό. Μέχρι στιγμής έχουν χρηματοδοτηθεί 9 ερευνητές και αναμένεται βέβαια και συνέχεια.
Και όσον αφορά το εορταστικό πρόγραμμα για τα 70 σας χρόνια; Τι θα σύστηνες στο κοινό να μη χάσει;
Δεν είναι εύκολο να διαλέξω, γιατί οι δράσεις που θα κάνουμε είναι πραγματικά μία και μία. Να πούμε για παράδειγμα για το masterclass που θα κάνει η Χριστίνα Πουλίτση την εβδομάδα 22 με 25/5; Για εμένα, είναι αυτή τη στιγμή το υπέρλαμπρο αστέρι του εγχώριου λυρικού τραγουδιού και δεν είναι τυχαία η διεθνής καριέρα την οποία κάνει. Ή να σταθώ στη συναυλία-happening με ολοκαίνουριες πιανιστικές μινιατούρες, είδος που δεν συνηθίζεται στην ελληνική μουσική πραγματικότητα;
Στόχος είναι να παρουσιαστούν τουλάχιστον 70 τέτοια έργα σε μία συναυλία (στις 23/11), από τα 178 που έχουμε λάβει μέχρι στιγμής. Ο μικρότερος συνθέτης που μας έστειλε δουλειά του είναι 11 και ο μεγαλύτερος 84 χρονών, ενώ ανάμεσά τους βρίσκονται και ονόματα δημιουργών που πραγματικά διαπρέπουν. Έχουμε σκεφτεί έναν τρόπο για να συμπεριλάβουμε όσο το δυνατόν περισσότερα, γιατί αξίζει σε πολλά από αυτά να ακουστούν. Μάλιστα, οι άνθρωποι μας χάρισαν τα δικαιώματα, οπότε όλα θα ανέβουν και στην ψηφιακή πλατφόρμα της Βιβλιοθήκης. Για να παιχτούν, τώρα, θα παραχωρήσουμε την αίθουσα "Δημήτρης Μητρόπουλος" του Μεγάρου σε τουλάχιστον 20 νέους πιανίστες, οι οποίοι είναι τελειόφοιτοι του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, που έχει το πολυπληθέστερο πιανιστικό τμήμα στην Ελλάδα.
Φυσικά, δεν γίνεται να παραγνωρίσει κανείς και τη βραδιά που θα κάνουμε το φθινόπωρο στην αίθουσα "Χρήστος Λαμπράκης", από κοινού με το Μέγαρο Μουσικής και την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, που αφιερώνουν μια συναυλία προς τιμήν του Συλλόγου "Οι Φίλοι της Μουσικής", συμμετέχοντας στον εορτασμό των 70 μας χρόνων. Μάλιστα, θα είναι μια συναυλία με "άρωμα" 1955. Δεν θα μπορέσει βέβαια να είναι πιστή αναβίωση εκείνης που έδωσε τότε ο Δημήτρης Μητρόπουλος υπέρ των σκοπών του Συλλόγου. Θα ακούσουμε τη φωνή του και θα έχει πολλά από τα έργα αυτής, όχι όμως όλα, καθώς παίχτηκαν δύο προγράμματα.
Ο Μητρόπουλος, τώρα, είχε έρθει στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1955, στα πλαίσια της περιοδείας του με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης, έχοντας πάρει μια χορηγία από τον Βασίλη και την Ελίζα Γουλανδρή. Μετά λοιπόν από μια επιστολή που του είχε στείλει ο Σύλλογος (του οποίου ήταν επίτιμο μέλος, μέλη ήταν επίσης οι Γουλανδρήδες), αποφάσισε να του δωρίσει τις εισπράξεις. Ήταν τα πρώτα χρήματα που αποκτήσαμε, προκειμένου να ξεκινήσει η καμπάνια ανέγερσης του Μεγάρου. Και είναι συγκινητικό ότι την επόμενη χρονιά (1956), όταν ο Μητρόπουλος ενημερώθηκε από την Αλεξάνδρα Τριάντη ότι παραχωρήθηκε το οικόπεδο στη διασταύρωση Βασιλίσσης Σοφίας & Πέτρου Κόκκαλη, απέστειλε τηλεγράφημα (στα αγγλικά), όπου της έγραφε "ανυπομονώ να το εγκαινιάσω". Το έχουμε στα αρχεία μας.
Τέλος, υπάρχουν και τα 7 podcasts τα οποία θα κάνω με τη Μαργαρίτα Μυτιληναίου, για τον ραδιοσταθμό "Αθήνα 9,84". Θα έχουμε τη χαρά να "ανακρίνουμε" 7 προσωπικότητες που δεν είναι μουσικοί, μα αγαπούν τη μουσική. Και θα αναλάβουν να μας εξηγήσουν γιατί τους αρέσει και πού τη χρησιμοποιούν στη ζωή τους. Όμως για να πω την αλήθεια, δεν θέλω να αδικηθεί καμία από τις δράσεις που θα κάνουμε, οπότε προτρέπω όλους να διαβάσουν στην ιστοσελίδα μας www.sfm.gr τη γκάμα αυτών των εκδηλώσεων και να δουν το εύρος των συνεργειών που επιδιώκουμε.
Αυτό το οικόπεδο, όπου εδρεύει πλέον και το Μέγαρο και ο Σύλλογος, αληθεύει ότι ήταν στρατόπεδο;
Αν θυμάμαι καλά, ναι. Εγώ είμαι Αμπελοκηπιώτης, οπότε έχω αναμνήσεις να περπατάω εδώ ως παιδί με τη μητέρα μου γύρω στο 1983-1984 και να βλέπω ένα κομμάτι του κτιρίου, καθώς η ανέγερσή του δεν είχε ακόμα ολοκληρωθεί. Νομίζω ότι εδώ έδρευε το παλιό ιππικό, το οποίο μεταφέρθηκε έπειτα στο Γουδί και τελικά στην Αυλώνα, γενόμενο Διεύθυνση Ιππικού-Τεθωρακισμένων. Μπορεί να βρει κανείς πιο συγκεκριμένες λεπτομέρειες στο λεύκωμα που κυκλοφόρησε το 2013, για τα 60 χρόνια του Συλλόγου.
Ποιος είχε αλήθεια την ιδέα, από τα δύο πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στις απαρχές της ιστορίας του Συλλόγου; Η διακεκριμένη τραγουδίστρια Αλεξάνδρα Τριάντη; Ή ο γνωστός πολιτικός και φίλος των τεχνών Λάμπρος Ευταξίας;
Αν κοιτάξει κανείς την ιστορία της ελληνικής μουσικής σε συνάφεια με ποια ήταν κάθε φορά η εγχώρια πραγματικότητα, θα δει ότι πάντα υπήρχε ένας κύκλος ανθρώπων που ήθελε να γίνει κάτι –και συζητούσαν π.χ. για το μελόδραμα ή για την ίδρυση κάποιας ορχήστρας. Ως μουσικός και η ίδια, λοιπόν, η Αλεξάνδρα Τριάντη έβλεπε ότι στην Αθήνα της δεκαετίας του 1950 έλειπε μια σοβαρή αίθουσα συναυλιών. Αφοσιώθηκε λοιπόν σε αυτό, μέχρι τον θάνατό της το 1977.
Η σκέψη της ήταν πολύ σωστή, ίσως η πιο σωστή από όλες, αν το δούμε και επιχειρηματικά. Γιατί πρώτα πρέπει να έχεις τον θεσμό και μετά να κοιτάξεις να φτιάξεις ορχήστρα, όπερα ή ό,τι άλλο. Αν υπάρχει δηλαδή ένα "παλάτι" ήχου, όπως είναι σήμερα το Μέγαρο, γίνεται έπειτα πιεστικό και για τους απέξω –κυβερνήσεις, υπουργούς κτλ.– να αξιοποιηθεί. Δεν θα το αφήσεις να καταρρεύσει. Η αγάπη του Ευταξία για τις τέχνες, τώρα, ήταν τόσο μεγάλη, ώστε πιστεύω ότι όποιο σχέδιο κι αν του παρουσίαζαν τότε για το πώς γινόταν να έχουμε περισσότερη τέχνη στην Ελλάδα και δη στην Αθήνα, θα τον ενθουσίαζε. Και είμαι σίγουρος ότι τον ενθουσίασε η ιδέα της Τριάντη.
Επιτεύχθηκαν όλοι οι στόχοι που έθεσε εκείνη η πρώτη μορφή του Συλλόγου "Οι Φίλοι της Μουσικής", πίσω στο 1953;
Το καταστατικό του Συλλόγου είναι αναρτημένο στο site μας. Αν το κοιτάξει κανείς, λοιπόν, θα δει ότι οι περισσότεροι στόχοι του 1953 έχουν επιτευχθεί –με πρώτους και κύριους, βέβαια, τη δημιουργία αίθουσας συναυλιών (όπως το έλεγαν τότε, καθώς δεν το είχαν σκεφτεί ως Μέγαρο) και βιβλιοθήκης.
Ανάμεσά τους, τώρα, ήταν και η ίδρυση ενός Μουσείου Μουσικής, φαντάζομαι στα πρότυπα των αντίστοιχων γερμανικών οργανισμών. Με τα χρόνια, όμως, καταλάβαμε ότι κάτι τέτοιο δεν είχε τόσο ζωτική σημασία. Ειδικά από τη στιγμή που μια σύγχρονη βιβλιοθήκη έχει μεταλλαχθεί σε έναν διαφορετικό κόσμο, ο οποίος κάνει πάρα πολλά πράγματα και δίνει και κάποια από αυτά προς τα έξω, μέσω π.χ. της ψηφιοποίησης ή με τις μεγάλες εκθέσεις που κάναμε πρόσφατα για τον Νίκο Σκαλκώτα και τον Μίκη Θεοδωράκη. Στις μέρες μας, λοιπόν, ίσως ένα Μουσείο Μουσικής να μην έχει την ίδια χρησιμότητα που θα είχε στις δεκαετίες του 1950 και 1960.
Θα μπορούσε να πραγματωθεί το όνειρο του Μεγάρου Μουσικής χωρίς το Ελληνικό Δημόσιο;
Στην Ευρώπη είμαστε συνηθισμένοι τέτοιου είδους δομές να έχουν κρατική έκφανση. Στη Γερμανία, ας πούμε, είναι κάτι ακόμα πιο έντονο. Το Μέγαρο, στην πραγματικότητα, είναι μια σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, κάτι ασυνήθιστο ακόμα και για την εποχή που αποφασίστηκε. Σίγουρα, λοιπόν, το Ελληνικό Δημόσιο έπαιξε ρόλο. Άργησε, βέβαια. Θα μπορούσε να το έχει κάνει πολύ νωρίτερα.
Το ερώτημα της πραγμάτωσης, τώρα, χωράει αρκετή συζήτηση. Ποια είναι λ.χ. η αποτίμηση της ακίνητης περιουσίας που διέθετε ο Σύλλογος "Οι Φίλοι της Μουσικής", με τα οικονομικά δεδομένα της Μεταπολίτευσης; Εάν αποφάσιζε να τα κρατήσει, αντί να τα δωρίσει στο κράτος; Μήπως μπορούσε να το φτιάξει και μόνος του το Μέγαρο; Από την άλλη, βέβαια, το οικόπεδο είχε ήδη παραχωρηθεί από το Δημόσιο. Σε κάθε περίπτωση, δεν το θεωρώ κακό που αναμίχθηκε. Και προσωπικά, άλλωστε, στα 6 χρόνια στα οποία βρίσκομαι εδώ, η συνεργασία μου με όλους τους γενικούς και καλλιτεχνικούς διευθυντές που διορίστηκαν στον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής υπήρξε πολύ καλή. Βρήκαμε τους τρόπους να δουλέψουμε μαζί και λειτουργήσαμε ως συγκοινωνούντα δοχεία.
Όπως και τη γενικότερη ευρωπαϊκή κουλτούρα κρατικής εμπλοκής δεν τη θεωρώ κακή ή καλή. Έχει να κάνει με το αν ωφελεί τελικά την κοινωνία. Και το Μέγαρο Μουσικής είναι σίγουρα προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας. Με έναν τέτοιον γνώμονα λειτουργεί και ο Σύλλογος "Οι Φίλοι της Μουσικής": δεν είμαστε επιχείρηση, δεν ενδιαφερόμαστε να βγάλουμε χρήματα. Θέλουμε να βρίσκουμε χρήματα και υποστήριξη, ώστε να κάνουμε όλο και περισσότερα για να αλλάζουμε τη ζωή των ανθρώπων προς το καλύτερο.
Ο Σύλλογος "Φίλοι της Μουσικής" της Θεσσαλονίκης και ο αντίστοιχος της Καλαμάτας είναι παραρτήματά σας; Ή αυτόνομοι οργανισμοί;
Είναι αυτόνομοι οργανισμοί: το μοντέλο είναι ίδιο και προσπαθούν να έχουν τη δραστηριότητα που μπορούνε. Ο Σύλλογος της Θεσσαλονίκης, βέβαια, κατάφερε κι έφτιαξε το αντίστοιχο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, ενώ είχε για μεγάλο διάστημα ως πρόεδρό του τον Κωνσταντίνο Πυλαρινό, ο οποίος διατέλεσε πρόεδρος και εδώ, την περίοδο 2009-2011.
Διατηρούμε σχέσεις φιλίας και συμπαράστασης και με τους δύο, λοιπόν. Η ορχήστρα νέων μας, η Camerata Junior, έχει παίξει στην Καλαμάτα, ενώ τη Μεγάλη Τρίτη (11/4) η χορωδία μας, η Musica, θα τραγουδήσει στη Θεσσαλονίκη, παρουσιάζοντας το "Stabat Mater" του Karl Jenkins: ένα crossover έργο, στο οποίο θα συμμετάσχει και η MOYSA (η Συμφωνική Ορχήστρα Νέων Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης, δηλαδή), όπως και η Σαβίνα Γιαννάτου με την Αγγελική Καθαρίου. Είναι κάτι που και ο εκεί Σύλλογος ήθελε πολύ να γίνει και η καλλιτεχνική διεύθυνση του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης επιθυμούσε, αλλά και εμάς μας χαροποιεί ιδιαίτερα, καθώς ενδιαφερόμαστε πολύ για τέτοιες συνεργατικές δράσεις και τις επιδιώκουμε όποτε είναι δυνατόν.
Υπάρχει κάποιο άτυπο όριο στα είδη μουσικής που ενδιαφέρουν τον Σύλλογο; Θα κάνατε π.χ. εκδήλωση με χιπ χοπ;
Θα κάναμε, ασφαλώς. Δεν έχουμε βρει ακόμα το κατάλληλο πλαίσιο για κάτι τέτοιο. Πάντως ετοιμάζουμε κάτι για το 2024, γύρω από το σατιρικό τραγούδι, το οποίο θα δούμε πώς θα λειτουργήσει –είναι νωρίς ακόμα.
Δεν υπάρχει κάποιο τέτοιο όριο, όχι. Βάσει του καταστατικού μας, δηλαδή, στηρίζουμε την ελληνική μουσική σε όλες τις εκφάνσεις της. Γι' αυτό και στο παρελθόν έχουμε κάνει και συναυλίες με ρεμπέτικο, ενώ διατηρούμε και αρχεία Βυζαντινής υμνογραφίας ή σχετικά με το Ελαφρό τραγούδι. Στο άμεσο μέλλον, επίσης, θέλουμε να διοργανώσουμε ηλεκτρακουστικές βραδιές, ενώ χρηματοδοτήσαμε και τα βραβεία του πρόσφατου διεθνούς διαγωνισμού "Rethinking Xenakis".
Ποιες είναι οι φιλοδοξίες του Συλλόγου για το μέλλον, τώρα που σιγά-σιγά προσεγγίζουμε στο πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα;
Κατ' αρχάς, να πληθύνει την παρουσία του στην κοινωνία και να επηρεάσει θετικά, ευεργετικά, θεραπευτικά τις ζωές όλο και περισσότερων ανθρώπων. Αν δηλαδή κλείσαμε το 2022 μετρώντας επισκέψεις 15 χιλιάδων παιδιών εδώ, θέλουμε να τα δούμε να γίνονται 20 και 25 χιλιάδες.
Επιθυμούμε επίσης να βγούμε πιο δυναμικά και έξω από τους χώρους του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Το έχουμε ήδη κάνει, ασφαλώς –και το επιδιώκουμε με κάθε ευκαιρία. Στα επόμενα 5 χρόνια, είτε με τα σύνολά μας, είτε με τα ερευνητικά μας έργα, θα ήθελα να εξακτινώσουμε τις προσπάθειές μας και εκτός πρωτεύουσας και να εδραιώσουμε την παρουσία μας εκεί, γιατί είναι κρίμα ό,τι κάνουμε να το βλέπει μόνο το κοινό της Αθήνας.
Μοχλός σε κάτι τέτοιο, ασφαλώς, θα είναι και η Camerata Junior (η οποία είναι μία από τις resident ορχήστρες του Μεγάρου), ειδικά τώρα που μεγαλώνει και γίνεται συμφωνική ορχήστρα (με τα μέτρα βέβαια του πρώιμου Μπετόβεν). Το όνομά της, ωστόσο, αν και το βρίσκω πολύ ωραίο, ίσως κάπου να την αδικεί. Δημιουργείται δηλαδή μια εντύπωση ότι μόλις τελειώσεις το σχολείο δεν γίνεται πια να είσαι μέλος της. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει και ίσως να αποτελεί και δικό μας σφάλμα που δεν έχουμε φροντίσει να το νοηματοδοτήσουμε διαφορετικά –κι ευχαριστώ για το βήμα που μου δίνεις για να το διασαφηνίσω. Πάντως μπορείς να μετέχεις και στα 22 και στα 23 και στα 24 σου χρόνια. Έχουμε θέση στην ορχήστρα για οποιονδήποτε καλό, νέο μουσικό επιθυμεί να αναπτυχθεί.