Φάνηκε αναπάντεχο, ίσως όμως να μην ήταν και τόσο. Τα αίτια, βέβαια, παραμένουν σύνθετα: το πλήρωμα του χρόνου και η διάδρασή του με τις μεγάλες συλλογικές αναμνήσεις, το σοκ της πανδημίας, το φτωχό μουσικό παρόν που οδηγεί στην ευκρινέστερη αποκρυστάλλωση των παλιών ηρώων· όλα παίζουν. Πάντως, όπου κι αν οριστεί η αφετηρία για τον καθένα, η πρόθεση του Δημήτρη Πουλικάκου να γιορτάσει τα 80 στο "Κύτταρο" έγινε δεκτή με ένα εμφατικό sold out, με αποτέλεσμα να ανακοινωθεί και δεύτερο συναυλιακό ραντεβού για το Σάββατο 21/1, που είναι και η ακριβής γενέθλια ημέρα του "Θείου Νώντα". Ήδη, μάλιστα, σημείωσε κι αυτό sold out.
Όπως αναμενόταν, το πλήθος που μαζεύτηκε στο "Κύτταρο" είχε κάμποσες μεγάλες και μεσαίες ηλικίες, δεν έλειψαν όμως ούτε οι νέοι, ούτε οι πολύ νέοι: με δεδομένο δηλαδή ότι τα παιδιά μπροστά μου πήγαιναν ακόμα σχολείο, μοιάζει ασφαλές να μιλήσουμε για ένα φάσμα 15 με 65. Με τι προσδοκίες είχαν έρθει όλοι αυτοί οι άνθρωποι, είναι δύσκολο να καθοριστεί. Πάντως ο Πουλικάκος του έδωσε και κατάλαβε, ευχαριστώντας τους με ένα απίθανο rock πάρτι 4 ωρών. Αρκετοί, μάλιστα, βγήκαν νοκ-άουτ κατά τη διάρκειά του, ιδιαίτερα κάποιοι μεγαλύτεροι, οι οποίοι δεν άντεξαν τόση ορθοστασία.
Το τι μας περίμενε, πάντως, δεν θα έλεγα ότι φάνηκε από την αρχή. Κατά την πρώτη ώρα της βραδιάς, δηλαδή, Μήτσο Πουλικάκο δεν είδαμε παρά μόνο σε μία περίσταση (στην οποία δεν έχασε την ευκαιρία να μας προϋπαντήσει με μια "Ζαμέ Κορωπί" αναφορά στην επικαιρότητα), αφού τα εναρκτήρια 30 λεπτά τα επωμίστηκε το νέο συγκρότημα Ω-Ρημάζοντες του Βαγγέλη Χάνου, το οποίο με κάποιες αλλαγές μελών μετασχηματίστηκε στη νυν εκδοχή των θρυλικών Σπυριδούλα για το δεύτερο ημίωρο, μιας και η κιθάρα του Βασίλη Σπυρόπουλου παρέμεινε ακλόνητος παρονομαστής.
Κατά κύριο λόγο, οι Ω-Ρημάζοντες παρουσίασαν τα τραγούδια που έβγαλαν πρόσφατα, κερδίζοντας προσοχή και χειροκροτήματα για τη "Σκουριά" και το "Λιβάδι", ενώ οι Σπυριδούλα μπήκαν με το "Αφεντικά Μην Κλαίτε", τίμησαν τα εμβληματικά τους χρόνια με τον Παύλο Σιδηρόπουλο παίζοντας το "Πού Να Γυρίζεις" και δημιούργησαν την πρώτη "φασαρία" στην πλατεία του "Κυττάρου" με το αθάνατο "Νάυλον Ντέφια Και Ψόφια Κέφια". Όλοι τους είναι μουσικοί μερακλήδες, οι οποίοι συνεισέφεραν παιξίματα ολκής. Ωστόσο η φωνητική υπεράσπιση των όσων ακούσαμε αποτυπώθηκε αναιμική (ιδιαίτερα στην περίπτωση του Σπυρόπουλου), με αποτέλεσμα η 1 ώρα ζεστάματος να φανεί διάστημα υπερβολικά μεγάλο, βαραίνοντας αναίτια και τη διάρκεια της βραδιάς και τα πόδια των ορθίων.
Το κόλπο γκρόσο, όμως, συντελέστηκε αμέσως μετά, αφού, με μερικά ακόμα πήγαινε-έλα, Ω-Ρημάζοντες & Σπυριδούλα μετατράπηκαν σε Γεια Σου Τάκη, στο γκρουπ δηλαδή που θα πλαισίωνε τον Πουλικάκο. Ο Βασίλης Σπυρόπουλος ανέλαβε τη lead κιθάρα, ο Γιώργος Πιπέρης τη rhythm, ο Βαγγέλης Χάνος έπιασε την ακουστική, ο Κωστής Κούβδος βρέθηκε σε slide κιθάρα και φυσαρμόνικα. Το μπάσο έμεινε σταθερά στα χέρια του Ντίνου Ζούμπερη, στα ντραμς έκατσε ο Παναγιώτης "Τσίκο" Κατσικιώτης, η Αφροδίτη Ρήγα πήρε επ' ώμου τα πλήκτρα, η Μάρθα Μαυροειδή ήρθε στη λάφτα, ενώ φυσαρμόνικα-κιθάρα έπαιξε και ο ίδιος ο Πουλικάκος, που έλαβε θέση (καθήμενος) στο κέντρο της σκηνής, φορώντας μαύρα γυαλιά. Στο πλάι, εντωμεταξύ, χαρακτηριστική ήταν και η παρουσία της Θέκλας Τσελεπή: πότε με μαράκες, πότε με ντέφι, πάντα με τα γυαλιά ηλίου της, τα οποία δεν έβγαλε στιγμή, όπως αντίστοιχα έπραξε και ο Πουλικάκος με τα δικά του.
Ωστόσο, οι μουσικοί αυτοί δεν αναφέρονται γιατί έτσι είναι το δημοσιογραφικώς σωστό: ο ρόλος τους υπήρξε κομβικός στην επιτυχία της βραδιάς. Όχι μόνο επειδή μας άφησαν πολλές φορές με το στόμα ανοιχτό χάρη στη δεξιοτεχνία τους –δεν το συναντάς κάθε μέρα, λ.χ., εκείνο το φοβερό "ζεπελενικό" σόλο που εξαπέλυσε ο Σπυρόπουλος προς το τέλος της συναυλίας, συνδυασμένο με την "απάντηση" της Μάρθας Μαυροειδή στη λάφτα. Κυρίως, όμως, ήταν η λειτουργικότητά τους. Ο άψογος τρόπος με τον οποίον έδεσαν με τα κέφια του Πουλικάκου, προσφέροντας στα απλά, σκωπτικώς ευρηματικά και παγίως αθυρόστομα τραγούδια του βάθος, υπόσταση και πολύτιμες ραχοκοκαλιές.
Πολύτιμοι, ασφαλώς, αποδείχθηκαν και οι έκτακτοι συμμετέχοντες της βραδιάς, αν και, προς τιμήν του, ο Πουλικάκος ξεκίνησε αναφερόμενος στον Δημήτρη Πολύτιμο και στον Νίκο Σπυρόπουλο –φίλους και επί μακρόν συνοδοιπόρους που θα βρίσκονταν σίγουρα εκεί, αν δεν χάνονταν στο μεταξύ στην πορεία του χρόνου. Πρώτος από τους καλεσμένους βγήκε ο Γιάννης Αγγελάκας. Ο οποίος, αφού προσφώνησε τον Πουλικάκο ως "πατέρα της underground σκηνής στην Ελλάδα", τον συνόδευσε κεφάτα στο "Κάπου Σε Ξέρω", πριν πάρει τα ηνία και πει καταπληκτικά το "Καλέ Μου". Ο χαμός, βέβαια, έγινε αμέσως έπειτα, όταν ο Πουλικάκος του ζήτησε και κανά από τα δικά του, οπότε εκείνος απάντησε όχι μόνο με τη "Γιορτή" των Τρύπες, αλλά και με την "Ταξιδιάρα Ψυχή". Εκεί, πια, το "Κύτταρο" πήρε φωτιά, με τον κόσμο να σηκώνει χέρια ψηλά και να τραγουδά δυνατά τους στίχους.
Ενθουσιώδη υποδοχή συνάντησε όμως και η Τάνια Τσανακλίδου, δείχνοντας έτσι τις συνδέσεις που βρήκε το εγχώριο rock της δεκαετίας του 1970 με ένα τμήμα τουλάχιστον των καλλιτεχνών που υπηρέτησαν το οικοδόμημα του ελληνικού τραγουδιού –κάτι που θα γινόταν ακόμα πιο διακριτό όταν θα εμφανιζόταν στη σκηνή ο Μανώλης Μητσιάς, ως φίλος κι αυτός από χρόνια κομβικών συνυπάρξεων και διασταυρώσεων. Η Τσανακλίδου μας διηγήθηκε λοιπόν για τον Πουλικάκο που γνώρισε τον χειμώνα της σεζόν 1975/1976 στη μπουάτ "Θεμέλιο" της Πλάκας, τραγούδησε μπριόζικα μαζί του το "Ένα Μουνί Στην Αχλαδιά" κι έμεινε και πιο μετά πάνω στη σκηνή, ώστε να τον συνοδεύσει, μαζί με τον Μητσιά, στο "Ούγκα Μπούγκα". Ένα σημείο όπου ο πρωταγωνιστής της βραδιάς μας μίλησε για έναν ακόμα θανόντα φίλο, τον συγγραφέα και εικαστικό Πάνο Κουτρουμπούση. Κορυφαίο, πάντως, στάθηκε το στιγμιότυπο με τον νεαρό που υψώθηκε κάπου από τις πρώτες σειρές στα αριστερά της σκηνής, προκειμένου να κάνει χειροφίλημα στην Τσανακλίδου.
Ο Μανώλης Μητσιάς έσκυψε και φίλησε τον πρωταγωνιστή της βραδιάς στο κεφάλι για τα "χρόνια πολλά" και αστειεύτηκε λέγοντας ότι τώρα στα γεράματα του έμελλε να γίνει και ροκ για χάρη του. Μπήκε όμως στο κλίμα λες και το ασκούσε χρόνια το rock 'n' roll: φόρεσε τα ρούχα του Gram Parsons κι έκανε θαυμάσιο ντουέτο με τον Πουλικάκο στο "Πάω Για Το Χωριό", ενώ μετά πέρασαν παρέα και στον Randy Newman για το "Ταξιδιώτης Στη Βροχή". Τελευταίος καλεσμένος ήταν ο Αλέξης Καλοφωλιάς των Last Drive, ο οποίος μπήκε με ένα "κύριε Δημήτρη σας αγαπάμε" κι έδωσε έπειτα τα δικά του ρέστα στο αγγλόφωνο τμήμα της βραδιάς, μεταξύ άλλων τραγουδώντας και το "I'm Waiting For The Man" των Velvet Underground, μαζί με τον "κύριο Δημήτρη".
Όσο κι αν έλαμψαν οι επιφανείς καλεσμένοι, πάντως, πολλά από όσα θαυμάσαμε και χειροκροτήσαμε οφείλονται στον αστείρευτο και πολυπρόσωπο Πουλικάκο. Ο οποίος, παρά το κάπως εύθραυστο πια παρουσιαστικό του, διατηρεί και τη rock φλόγα του και τη θεατρικότητα που πάντα πότιζε τις ερμηνείες του και τη σχεδόν ρεμπέτικη στάση του απέναντι σε ό,τι το κατεστημένο. Με αυτά τα εφόδια, λοιπόν, κατόρθωσε να μας καθηλώσει, να μας συγκινήσει και να μας κάνει να γελάσουμε, παρότι πόνταρε σε ένα πρόγραμμα με τραγούδια άγνωστα στους περισσότερους από όσους γέμισαν το "Κύτταρο". (Σχεδόν) ούτε Μεταφοραί-Εκδρομαί Ο Μήτσος, δηλαδή (κι ας φώναξαν κάποιοι για το "Σουπερμάρκετ"), ούτε Crazy Love μνήμες στου Ζωγράφου, ούτε το "Ξεχασμένο Πηγάδι" που καραδοκούσε το θύμα του, ούτε το καζαντζιδικό "Υπάρχω", ούτε καν η Ύδρα των Πουλιών. Όλη η βραδιά βασίστηκε σε πουλικάκεια άσματα γραμμένα από το 2008 μέχρι και σήμερα.
Η μόνη παραχώρηση στα παλιά έγινε στο πέρα από το τέλος της συναυλίας, όταν υποτίθεται ότι είχε ολοκληρωθεί και το άτυπο encore, οπότε η μπάντα άφησε τα όργανά της. Το μισό "Κύτταρο" έστεκε πια αδειανό, μα το υπόλοιπο μισό παρέμενε εκεί, ζητώντας κι άλλο. Και ο Πουλικάκος μας την έκανε τη χάρη, τραγουδώντας "Σκόνη Πέτρες Λάσπη" μέσα σε ιαχές και πανηγυρισμούς. Στεφανώνοντας έτσι το ωραιότερο πάρτι γενεθλίων στο οποίο πήγαμε εδώ και κάμποσο καιρό.