Δημήτρη Μαραγκόπουλε, στη συνθετική σας καριέρα έχετε παρουσιάσει ένα σημαντικό φάσμα μουσικών έργων, ενώ μετράτε και διάφορες διεθνείς συνεργασίες. Ποια είναι η θέση της "Λιλιπούπολης" σε αυτή την πορεία;
Δημήτρης Μαραγκόπουλος: Είναι πολύτιμο συναίσθημα να βιώνω την περίοδο εκείνη χωρίς μουσειακή ατμόσφαιρα ή νοσταλγία ή με οποιαδήποτε ανάγκη να την αξιολογήσω σε σχέση με το υπόλοιπο έργο μου. Επειδή η δυναμική των τραγουδιών αυτών αποδείχθηκε απρόβλεπτα ισχυρή μέσα στον χρόνο, είναι παρόντα και απολαμβάνω τη φρεσκάδα τους. Όχι μόνον των δικών μου, αλλά και των υπόλοιπων συνθετών της "Λιλιπούπολης".
Κάποτε, όταν ρώτησαν τον Μαξίμ Γκόρκυ πώς είναι να γράφει για παιδιά, απάντησε: "Το ίδιο όπως και για τους μεγάλους, μόνον που ίσως είναι πιο δύσκολο!" Εκ των υστέρων μπορώ να συμφωνήσω. Τότε, ευτυχώς, συνθέταμε αυθόρμητα: ούτε για μικρούς, ούτε για μεγάλους. Χωρίς το άγχος του "δύσκολου" ή του να είναι τα τραγούδια αυτά ενεργά 45 χρόνια μετά. Γράφαμε με όλο το ιδιοσυγκρασιακό μουσικό μας είναι, ξεχωριστό για τον καθένα, αλλά συμπληρωματικό κατά έναν υπέροχο τρόπο.
Σαβίνα Γιαννάτου, η "Λιλιπούπολη" υπήρξε η αρχή της επαγγελματικής σας σταδιοδρομίας. Έχετε σκεφτεί ποτέ πώς μπορεί να εξελίσσονταν τα πράγματα χωρίς αυτήν;
Σαβίνα Γιαννάτου: Το ξεκίνημα στη "Λιλιπούπολη" έγινε λόγω της Λένας Πλάτωνος. Εκείνη μου πρότεινε να τραγουδήσω. Εάν δεν είχε γίνει αυτή η συνεργασία με τη Λένα, είτε σε σχέση με τη "Λιλιπούπολη", είτε για όποιον άλλον λόγο, πιθανόν να μην είχα ασχοληθεί καθόλου με τη μουσική, επαγγελματικά.
Για εσάς, Δώρο Δημοσθένους; Ποια ήταν η δική σας σχέση με τη "Λιλιπούπολη", πριν βρεθείτε να συμμετέχετε στις παραστάσεις της;
Δώρος Δημοσθένους: Τη "Λιλιπούπολη", εγώ που μεγάλωσα στην Κύπρο, δεν τη γνώρισα. Αφορμή για να τη μάθω ήταν η συνάντησή μου με τον Νίκο Κυπουργό, ο οποίος με άκουσε στα "Τραγούδια της Αμαρτίας" του Μάνου Χατζιδάκι και μου πρότεινε συνεργασία. Όταν άκουσα τα δικά του τραγούδια που θα ερμήνευα στις παραστάσεις του, αυτά της "Λιλιπούπολης" μου έδιναν την αίσθηση οικειότητας. Δεν ξέρω αν είχαν καταγραφεί με κάποιον τρόπο στο υποσυνείδητό μου.
Τι δυσκολίες υπάρχουν στα τραγούδια της "Λιλιπούπολης" για έναν σύγχρονο ερμηνευτή τους;
Δ.Δ.: Μελωδικά φαίνονται απλά, αλλά δεν είναι –έχουν τις παγίδες τους. Αυτό ανακάλυψα συμμετέχοντας στις σχετικές παραστάσεις, πέρα από το πόσο ολοκληρωμένα και συμπαγώς δεμένα είναι, από άποψης μουσικής και στίχου. Επίσης, έχουν αρμονίες όμορφες και μη αναμενόμενες. Ένα ακόμα στοιχείο, από τα βασικότερα, είναι η θεατρικότητά τους. Έτσι, ένας ερμηνευτής που πρέπει να υπηρετήσει όλες αυτές τις απαιτήσεις χρειάζεται να είναι συγκεντρωμένος και δοσμένος απόλυτα στο υλικό. Προσθέτοντας τον αυθορμητισμό του και όλη του την ενέργεια.
Σαβίνα Γιαννάτου, είναι ωραίο, ασφαλώς, που θα ξαναζωντανέψει ο θρύλος της "Λιλιπούπολης" στις επικείμενες παραστάσεις σας στο Μέγαρο. Αλλά, τέσσερις δεκαετίες μετά το φινάλε της ραδιοφωνικής σειράς, δεν θα έπρεπε κάπως να την έχουμε ξεπεράσει, με την έννοια της ύπαρξης νεότερων σημείων αναφοράς;
Σ.Γ.: Για μένα είναι πάντοτε φρέσκια η "Λιλιπούπολη". Επίκαιρη, κατά κάποιον τρόπο. Δεν ξέρω αν δεν υπάρχουν νεότερα σημεία αναφοράς, καθώς δεν παρακολουθώ τα της παιδικής λογοτεχνίας. Όμως το ένα δεν εμποδίζει το άλλο. Εφόσον έχει να πει κάτι, καλά κάνει και υπάρχει και είναι αγαπητή μετά από τόσα χρόνια. Από μικρούς και μεγάλους.
Δημήτρη Μαραγκόπουλε, κάποια χρόνια πριν συμπληρώσατε την παρακαταθήκη της "Λιλιπούπολης" με τα καινούρια τραγούδια που γράψατε για την παράσταση "Το Αστέρι Της Λιλιπούπολης". Είστε ευχαριστημένος από την απήχησή της;
Δ.Μ.: Η παράσταση "Το Αστέρι Της Λιλιπούπολης" ανέβηκε το 2014 στο Εθνικό Θέατρο και ήταν, κατά τη γνώμη μου, σοβαρή προσπάθεια, με μια πολύτεχνη προσέγγιση: με θεατρικό λόγο, βίντεο, μουσική και κίνηση. Την παρακολούθησε ένα ενθουσιώδες κοινό δεκάδων χιλιάδων παιδιών, ενώ η δισκογραφική αποτύπωσή της υπήρξε νομίζω πολύ ευτυχής.
Προσωπικά –αν και υπάρχουν διαφορετικές απόψεις– πιστεύω ότι το δυναμικό της "Λιλιπούπολης" είναι ένας ενεργός θησαυρός ιδεών, συναισθημάτων ανατροπής, φαντασίας και ελευθερίας. Που μπορούν να μετασχηματίζονται μέσα σε μια ζωντανή παράδοση με νέες καλλιτεχνικές προσεγγίσεις.
Δώρο Δημοσθένους, παραμένει ψηλός ο πήχης του αυθορμητισμού και της ανατρεπτικότητας που έθεσε η "Λιλιπούπολη";
Δ.Δ.: Πιστεύω ότι παραμένει ψηλός, σε ορισμένες περιπτώσεις. Απλά όχι τόσο στη μουσική, όσο στο θέατρο.
Σαβίνα Γιαννάτου, πόσο εύκολη ήταν τότε η διάκριση του "παιδικού" από το "παιδιάστικο"; Και πόσο έτοιμο ήταν το ελληνικό κοινό να τη δεχτεί;
Σ.Γ.: Προφανώς το κοινό επιθυμούσε μια τέτοια αντιμετώπιση των παιδιών, αλλιώς η "Λιλιπούπολη" δεν θα είχε απήχηση. Ήταν μια περίοδος αλλαγών, κίνησης ιδεών και τάσεων που εκφράζονταν και κοινωνικά, μα και μέσω της τέχνης, της λογοτεχνίας… Μια πολύ ζωντανή περίοδος, ενώ και η παρουσία του Μάνου Χατζιδακι στην ραδιοφωνία ήταν επίσης καταλυτική. Νομίζω ότι η "Λιλιπούπολη" στάθηκε ένα ευχάριστο ξάφνιασμα για τους ακροατές του ραδιοφώνου της εποχής.
Δημήτρη Μαραγκόπουλε, ποια ήταν τα παιδιά του 1976-1980 στα οποία απευθύνθηκε η "Λιλιπούπολη"; Και ποιοι οι ενήλικες που ήρθαν κοντά της;
Δ.Μ.: Ήταν παιδιά που ζούσαν μέσα σε πιο σαφή και αυστηρά πλαίσια. Πιο ξεκούραστα και κατά έναν τρόπο δεκτικότερα. Σε αντίθεση με τα σημερινά, που είναι πιο κορεσμένα, ανήσυχα και κουρασμένα, ζώντας σε μια εποχή πιο ανασφαλή, με δύσκολη περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Τουλάχιστον αυτά στις μεγάλες πόλεις, γιατί στην περιφέρεια –ειδικά στα χωριά, σε κοινότητες ή και σε μικρές πόλεις– η δεκτικότητα είναι εντυπωσιακή και πολύ γόνιμη.
Οι τότε ενήλικες που άκουγαν το "Εδώ Λιλιπούπολη" ήταν κατά μεγάλο μέρος νέοι επιστήμονες, διανοούμενοι, υπάλληλοι, επιχειρηματίες, αλλά κι ένα άγνωστο κοινό, ειδικά της Αθήνας. Το οποίο ανακάλυπτε κρυφά τον εαυτό του στις εκπομπές και στα τραγούδια της.