Ετοιμάζεις δύο Πέμπτες στην κεντρική σκηνή του "Σταυρού του Νότου". Τι μπορείς να μας αποκαλύψεις για το πρόγραμμα που θα δούμε εκεί;
Ναι, θα παίξουμε τις Πέμπτες 10 και 24 Νοεμβρίου και το πρόγραμμα έχει κυριολεκτικά …τα πάντα. Έχει φτιαχτεί διαλέγοντας μέσα από μια λίστα με τραγούδια που αγαπάω πολύ, τραγούδια που δεν βαρέθηκα ποτέ να πω και να ακούσω. Η λίστα αυτή περιέχει από Μάρκο Βαμβακάρη και Μαρίκα Νίνου μέχρι Νίκο Παπάζογλου, Θανάση Παπακωνσταντίνου και Σωκράτη Μάλαμα. Φυσικά, παίζουμε και κάποιες από τις δικές μας προσπάθειες. Οπότε έρχεστε να ακούσετε λίγο από όλα!
Πέρα από τις συναυλίες, υπάρχουν μήπως και δισκογραφικά σχέδια για το άμεσο μέλλον;
Η αλήθεια είναι πως γίνονται κάποιες συζητήσεις για τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου δίσκου. Προς το παρόν, προσπαθούμε να συγκεντρώσουμε υλικό!
Ένας φίλος, που θαυμάζει τη φωνή σου, σε λέει "ρεμπέτισσα" στις συζητήσεις μας –και το έχω δει να γράφεται και σε κάποια δημοσιεύματα. Το αποδέχεσαι; Αισθάνεσαι να σε εκπροσωπεί;
Αν ρεμπέτισσα είναι αυτή που τραγουδάει ρεμπέτικα, τότε, ναι, είμαι ρεμπέτισσα! Το αγαπάω το ρεμπέτικο. Είναι η ιστορία μιας ολόκληρης εποχής για την Ελλάδα, αποτυπωμένη σε τραγούδια. Ο πόνος, ο διωγμός, οι φυλακές, ακόμα και τα ναρκωτικά, η μετανάστευση, φυσικά ο έρωτας, οι γυναίκες, όλα. Βρίσκω συγκινητικό που τραγουδιέται ακόμα η ζωή εκείνων των ανθρώπων και βρίσκει αντίκρισμα σε άλλους ανθρώπους το 2022.
Ρεμπέτικο, (παλιό) λαϊκό, έντεχνο. Υπάρχει μεν ένα γερό νήμα συνέχειας που τα ενώνει, αλλά δεν είναι διαφορετικές οι τραγουδιστικές απαιτήσεις; Τι κίνδυνοι εντοπίζονται στα προγράμματα που στηρίζονται στην ενοποίησή τους; Και πώς αποφεύγονται;
Μόλις περιέγραψες το δικό μας πρόγραμμα! Κοίτα, πιστεύω ότι, αφού ακούσεις ένα κομμάτι στην πρώτη του εκτέλεση –κι αφού προσπαθήσεις να το αποδώσεις όσο πιο κοντά σε αυτή, ώστε να καταλάβεις το ύφος του– πρέπει να βάλεις το δικό σου χρώμα στο τραγούδι. Κι έτσι, είτε είναι παραδοσιακό, είτε λαϊκό, είναι τελικά ένα τραγούδι που το λες με τον δικό σου τρόπο.
Επομένως, πιστεύω πως δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος να συνυπάρχουν διαφορετικές μουσικές εποχές και διαφορετικά μουσικά είδη σε ένα πρόγραμμα. Παρουσιάζεις απλά μια δική σου εκδοχή.
Ποια (εγχώρια ή διεθνή) ακούσματα αποτιμάς ως καθοριστικά, καθώς μεγάλωνες; Και ποια ήταν αυτά που σε έστρεψαν στις παρούσες διαδρομές σου;
Καθοριστική ήταν σίγουρα η μουσική που άκουγαν οι δικοί μου, όταν ήμουν εγώ μικρή. Ο μπαμπάς άκουγε φουλ τραγούδια της εποχής, Κατσιμιχαίους, Παπάζογλου –έχουμε φάει τρομερή πλύση εγκεφάλου με την "Εκδίκηση Της Γυφτιάς" και τα "Δήθεν"!– αλλά και πολύ ρεμπέτικο. Έτσι, το είδος αυτό μου ήταν πολύ οικείο και εύκολο στην προσέγγιση.
Τώρα, μεγαλώνοντας, εμπλούτισα αυτή την πρώτη προσέγγιση με παλιό rock, με R&B στην εφηβεία, με ραπ και low bap. Έχω περάσει, όπως πολλοί φαντάζομαι, πολλές φάσεις. Και από όλα παίρνεις κάτι. Εγώ τουλάχιστον άργησα να το συνειδητοποιήσω!
Στο βιογραφικό σου βρίσκουμε το Μουσικό Γυμνάσιο της Παλλήνης, αλλά και το Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. Σου έδωσε εφόδια αυτή η μαθητεία; Άνοιξε ορίζοντες; Ή το τραγούδι έρχεται από ένα πιο πηγαίο μέρος;
Φυσικά κι άνοιξε ορίζοντες. Περισσότερο το σχολείο θα έλεγα, κυρίως ως προς την κοινωνικοποίηση σε ένα μουσικό σύνολο –το να εκφράζομαι, τον σεβασμό προς τον άλλο μουσικό, τη συνεργασία. Ήρθα επίσης σε επαφή με την παραδοσιακή μουσική, την οποία μέχρι τότε, παρ’ όλο που η μαμά είναι από το Αγρίνιο, αρνιόμουν πεισματικά να ακούσω. Οπότε στο μυαλό μου άνοιξαν ένα σωρό καινούριοι δρόμοι. Σίγουρα, βέβαια, το τραγούδι έρχεται από ένα πηγαίο μέρος. Αλλά, αν δεν το ποτίζεις, θα μαραθεί.
Πολλοί σε έμαθαν από τις εμφανίσεις σου στο πλευρό του Σωκράτη Μάλαμα, τα αμέσως προηγούμενα χρόνια. Νιώθεις ότι βρήκες σε αυτές και το δικό σου κοινό; Ή πρόκειται για ένα καλλιτεχνικό στοίχημα που ακόμα εκκρεμεί;
Είμαι πάρα πολύ χαρούμενη που θα σου πω ότι πολλά από τα πρόσωπα που πρωτοείδα στον Σωκράτη τα βλέπω πλέον και σε δικές μου συναυλίες. Και όχι μόνο σε μεγάλες βραδιές, όπως του "Σταυρού" –με μπάντες, με ήχο με φώτα– αλλά και σε μικρά live, σε μικρά μαγαζιά. Όπου παίζουμε ρεμπέτικα κι έρχονται και ξανάρχονται. Χαίρομαι πολύ, γενικά, που η γενιά μας και οι μικρότεροι από μας έχουν πολύ ανοιχτά αυτιά!
Σε προβληματίζει ο χειμώνας που ξεκινά για το πώς θα κινηθούν τα εγχώρια καλλιτεχνικά πράγματα; Τι πιστεύεις για τις οικονομικές μα και ψυχικές αντοχές του κόσμου, ενόψει της διαφαινόμενης ενεργειακής κρίσης;
Είμαι γενικά αισιόδοξος άνθρωπος, όποτε για άλλη μία φορά ελπίζω πως όλα θα πάνε καλά. Αυτό που είδα το καλοκαίρι που μας πέρασε είναι ότι ο κόσμος διψάει για καλλιτεχνικά δρώμενα: για μουσικές, τραγούδια, χορούς, θέατρα και φεστιβάλ.
Σίγουρα, ούτε ψυχικές, ούτε οικονομικές αντοχές υπάρχουν –βλέπεις παντού γύρω σου νεύρα και σκυμμένα κεφάλια. Δουλεύουμε για να πληρώνουμε νοίκια και λογαριασμούς και πολλοί δεν τα καταφέρνουν ούτε με αυτά. Μου δίνουμε την εντύπωση, όμως, πως πάντα τη βρίσκουμε την άκρη και πως την έξοδό μας θα την κάνουμε. Είναι κι αυτό μια ανάγκη και είναι σαν πάγιο έξοδο.