Λίγο πριν ενσκύψει η πανδημία, οι Eternal Champion χτύπησαν φλέβα χρυσού στον πρώτο τους ερχομό στην Αθήνα, δίνοντας μια πολύ ψυχωμένη συναυλία στα πλαίσια του Up The Hammers Festival 2019. Η οποία έδειξε και σε εκείνους ότι εδώ στην Ελλάδα και ακούσαμε, αλλά και εκτιμήσαμε το δισκογραφικό τους ντεμπούτο The Armor Of Ire (2016).
Οι προσδοκίες ήταν λοιπόν υψηλές για τη δεύτερη επίσκεψή τους –τόσο για το κοινό, όσο και για τους ίδιους– και φάνηκε από την ευκολία με την οποία γέμισε το Temple, αλλά και από τα λόγια του τραγουδιστή Jason Tarpey για το πόσο σημαντική θεωρούν την Αθήνα για την αποδοχή του ήχου τους. Μάλιστα, όπως θα αποδείκνυε η συνέχεια της βραδιάς, δεν μείναμε στις προσδοκίες, αφού η μπάντα από το Austin του Τέξας δεν δυσκολεύτηκε να ξεσηκώσει κύματα ενθουσιασμού σε πλατεία και εξώστη.
Τα επί σκηνής δρώμενα, βέβαια, είχαν ξεκινήσει αρκετά πιο πριν και μάλιστα στην ώρα τους, παρά το φρακάρισμα του κέντρου της πρωτεύουσας λόγω φοιτητικής πορείας. Πρώτοι ανέλαβαν το ζέσταμα οι Black Soul Horde, δικαιώνοντας τις καλοκαιρινές εκτιμήσεις του "α": ο κλειστός χώρος λειτούργησε ευεργετικά για τον κιθαριστικό τους όγκο, επιτρέποντας έτσι στις επιλογές από το πρόσφατο "λαβκραφτικό" άλμπουμ Horrors From The Void (2021) να αποτυπωθούν δίχως να χάσουν κάτι από τις λεπτομέρειές τους.
Η μπάντα έπαιξε λοιπόν σαν καλολαδωμένη μηχανή, τα μεταλλικά riffs ήχησαν κοφτερά κάνοντας τα κεφάλια των παρευρισκομένων να κινούνται ρυθμικά πάνω-κάτω, ενώ τα τραγούδια υπηρετήθηκαν με τον καλύτερο ερμηνευτικό τρόπο από τον Δημήτρη Κότση. Το set διέθετε παλμό, δύναμη, αλλά και τη ζητούμενη heavy metal κάψα, έχοντας ως κορυφαίες στιγμές τα "Beware The Deep", "Soulships" και "God Of War".
Τη σκυτάλη πήραν κατόπιν οι Reflection, οι οποίοι έμειναν στη σκηνή παραπάνω από ό,τι αναμένεται συνήθως από ένα support –και από ό,τι αρμόζει, θεωρώ, ακόμα κι αν ο headliner δεν παίζει πολλή ώρα, όπως στην περίπτωση των Eternal Champion. Από την άλλη στάθηκαν ωραιότατα, συναντώντας μάλιστα και κάμποσους αφοσιωμένους στις πρώτες σειρές του Temple. Κάτι διόλου παράλογο, βέβαια, αφού μιλάμε για μια μπάντα που συμπληρώνει 30 χρόνια διαδρομής στο εγχώριο στερέωμα.
Με έναν ωμό και γοητευτικά "ακατέργαστο" ήχο να φέρνει αέρα από τη γέννηση και την άνδρωση του metal στη δεκαετία του 1980, με τις στιβαρές κιθαριές του ιδρυτή Στάθη Παυλάντη και με τον Γιώργο Θωμαΐδη να αποτυπώνει πειστικά τη ζητούμενη επική αίσθηση στο μικρόφωνο, οι Reflection τίμησαν την πορεία τους με επιλογές σαν τα "Glorious Victory", "The Iron Tower" και "The Forbidden Seed" (από το άλμπουμ Οδύσσεια του 2003) ενώ κέρδισαν κάμποσα χειροκροτήματα και για το φρέσκο τους τραγούδι "March Οf Τhe Argonauts". Το οποίο προλογίζει τη δισκογραφική τους επιστροφή, μάλλον εντός του έτους.
Οι Eternal Champion ψιλοκαθυστέρησαν στο τσεκάρισμα του ήχου, αλλά ο κόσμος τους επεφύλαξε την καλύτερη υποδοχή, τραγουδώντας δυνατά και ομαδικά το "Fighting The World" των Manowar, το οποίο έπαιζε από τα ηχεία του Temple όσο τους αναμέναμε –κάτι που ισοδυναμούσε με "γκολ από τα αποδυτήρια", για να χρησιμοποιήσουμε μια φράση γνώριμη από τα αθλητικά ρεπορτάζ. Άλλωστε πολλοί στο κοινό φορούσαν μπλούζες Manowar (όπως και από γκρουπ σαν τους Manilla Road ή τους Cirith Ungol), δείχνοντας έτσι ότι θεωρούν την τετράδα από το Τέξας ως συνεχιστές εκείνης της epic/US metal κληρονομιάς.
Οι Αμερικανοί δεν έμειναν αδιάφοροι μπροστά σε αυτές τις αντιδράσεις, εφορμώντας με πυρακτωμένη ορμή και με φουλ heavy metal ηλεκτρισμό. Η εικόνα του Jason Tarpey πρώτα να μπουκάρει φορώντας σιδερένιο πλέγμα-προστατευτικό κεφαλής σαν ιππότης του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα και ύστερα να στέκεται χωρίς αυτό στο μπροστινό μέρος της σκηνής και να τραγουδά βλοσυρός ανάμεσα σε σηκωμένες γροθιές, με τον ιδρώτα να κυλάει άφθονο στο μέτωπό του, ήταν από τις πιο χαρακτηριστικές της συναυλίας. Η δεύτερη, μάλιστα, έμελλε να επαναληφθεί ξανά μέσα στη βραδιά, όπως λ.χ. στον χαμό που προκλήθηκε όταν έφτασε η ώρα του "The Armor Of Ire", όπου το πλήθος έμοιαζε με εκστασιασμένη χορωδία στους στίχους "No force will heed my pace, and no iron will rend my flesh".
Όπως ήδη ειπώθηκε, οι Eternal Champion δεν έπαιξαν πολλή ώρα. Πρόκειται άλλωστε για καινούρια μπάντα, με μόλις 2 άλμπουμ. Ήταν όμως ένα γεμάτο set, που θύμισε σε αρκετά σημεία την ενέργεια της εμφάνισης του 2019, παρά το γεγονός ότι φάνηκαν και κάποια όρια: κομμάτια σαν το "Coward's Keep", ας πούμε, δεν πρόσφεραν στην επιδιωκόμενη ροή της βραδιάς, ενώ η διασκευή στο "Stygian Passage" των Lordian Winds –την οποία περίμενα πώς και πώς, προσωπικά– αποτυπώθηκε νωθρή, μακριά από τη μεγαλοπρέπεια της στουντιακής εκτέλεσης.
Όρια σαν και τα περιγραφόμενα, πάντως, δεν χάλασαν κανέναν: το κοινό διατήρησε τον ενθουσιασμό του, η μπάντα δεν έχασε τον βηματισμό της σε επίπεδο απόδοσης (με τους John Powers, Brad Raub & Arthur Rizk να τα δίνουν όλα σε κιθάρες, μπάσο και ντραμς), ενώ στις κορυφώσεις της βραδιάς κέρναγε αγνή metal διασκέδαση όπως λίγοι σύγχρονοι επίγονοι είναι σε θέση να προσφέρουν. Η διασκευή στο "Awakened By The Dawn" των Mystic Force τους πάει άλλωστε πολύ και αρέσει και στον κόσμο, έστω κι αν δεν έπαψαν να ηχούν φωνές που ζητούσαν επίμονα "εκείνο με το σφυρί".
Φυσικά και θα το έπαιζαν το επιβλητικό "I Am The Hammer", απλά το φύλαξαν για φινάλε. Πυροδοτώντας έτσι μια τελική έκρηξη πώρωσης στην πλατεία και στον εξώστη του Temple, η οποία σφράγισε με τον καλύτερο τρόπο τη συναυλία. Αφήνοντας, παράλληλα, τη ζωηρή εντύπωση ότι δεν θα αργήσουμε να τους ξαναδούμε στα μέρη μας.