Την Παρασκευή 25/11 και στα πλαίσια του 35ου "Πανοράματος Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου" οργανώθηκε στο Τριανόν μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση πάνω στο υπό διαμόρφωση ελληνικό κινηματογραφικό τοπίο, τόσο όσον αφορά τις τελευταίες ειδήσεις περί αλλαγής χρήσης ιστορικών αιθουσών όσο και τη σχέση των θεατών, διανομέων και αιθουσαρχών με τις ελληνικές ταινίες. Την κουβέντα συντόνισε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ Νίνος Φένεκ Μικελίδης, με συμμετέχοντες τους διανομείς / αιθουσάρχες Ηλία Γεωργιόπουλο και Μιχάλη Ζέη και τους σκηνοθέτες Βασίλη Μαζωμένο και Γιάννη Οικονομίδη, ενώ μετά τις τοποθετήσεις ακολούθησε συζήτηση με το κοινό η οποία ξεπέρασε την μιάμιση ώρα.
Όλοι συμφώνησαν πως η οικονομική κρίση, η πανδημία και οι streaming πλατφόρμες έχουν πλήξει την κινηματογραφική έξοδο ως κοινωνική εμπειρία, η οποία έχει πάψει να είναι γοητευτική στο νεανικό κυρίως κοινό ("Μπροστά μας έχουμε μια καινούρια πραγματικότητα που έχει κλείσει τους ανθρώπους μέσα σε μια οθόνη κινητού" - Γιάννης Οικονομίδης). Ειδικά ο υπεύθυνος του Τριανόν Μιχάλης Ζέης περιέγραψε την κατάσταση με τα πιο μελανά χρώματα: "Ο κινηματογράφος θα γίνει σαν το βινύλιο. Για λίγους και με ακριβό εισιτήριο. Στη σύγχρονη πραγματικότητα τα έσοδα που έχει από τις ταινίες της κανονικής προβολής ένας κινηματογράφος δεν φτάνουν ούτε για έναν υπάλληλο. Μόνο από χόμπι πλέον μπορεί να διατηρεί κάποιος επιχειρηματίας χειμερινό κινηματογράφο. Οι ανοιχτές αίθουσες είναι μια άλλη κατάσταση, γιατί βασίζονται στη συνολική εμπειρία του θερινού".
"Ο κινηματογράφος θα γίνει σαν το βινύλιο. Για λίγους και με ακριβό εισιτήριο", Μιχάλης Ζέης
Κοινή ήταν επίσης η άποψη πως διαχρονικά το ελληνικό κράτος στέκει καχύποπτο, αν όχι εχθρικό απέναντι στον πολιτισμό, οπότε κάθε ελπίδα παρέμβασης και ουσιαστικής βοήθειας "εκ των άνωθεν" είναι φρούδα, τη στιγμή κατά την οποία "οι Γερμανοί αιθουσάρχες επιχορηγούνται κατά 80% για να μετατρέψουν τους DCP προτζέκτορές τους με λέιζερ", όπως ανέφερε ο Ηλίας Γεωργιόπουλος του Δαναού. Ο Βασίλης Μαζωμένος, παρ’ όλα αυτά, αντέτεινε πως όλα αυτά δεν πρέπει να μας εμποδίσουν από δυναμικές και οργανωμένες διεκδικήσεις: "Θα πρότεινα τη δημιουργία μιας κρατικής εταιρείας που θα ασχολείται μόνο με τη διανομή. Στο πρότυπο της Unifrance, στη Γαλλία. Παράλληλα, το Υπουργείο Παιδείας να φροντίσει ώστε κάθε μαθητής να βλέπει υποχρεωτικά, με ένα μικρό αντίτιμο (ένα ευρώ ανά παιδάκι), μια ελληνική ταινία την εβδομάδα. Επίσης, να μην παίζουν οι πλατφόρμες τις ταινίες πριν βγουν στις αίθουσες, αλλά και αφού προβληθούν να τις "κλειδώνουν" για ένα εύλογο διάστημα. Υπάρχουν όμως αυτές οι αγκυλώσεις… Η Ελληνική πολιτεία δεν αντιλαμβάνεται το εκτόπισμα που έχουν ένας σκηνοθέτης, ένας μουσικός, ένας καλλιτέχνης στην κοινωνία. Τους αντιμετωπίζει ως ένα αναγκαίο κακό. Παρ' όλα αυτά οι ελληνικές ταινίες πάνε καλά. Η νέα γενιά έχει αναδείξει εξαιρετικά ταλέντα. Άρα υπάρχει ένα ζωντανό πράγμα, το οποίο έρχεται σε σύγκρουση με την αγκύλωση, την αδυναμία της κοινωνίας να το αποδεχτεί. Αυτό το πράγμα θα σπάσει μόνο μ' ένα σοκ. Ποιό είναι αυτό; Αναζητείται..."
"Η Ελληνική πολιτεία δεν αντιλαμβάνεται το εκτόπισμα που έχουν ένας σκηνοθέτης, ένας μουσικός, ένας καλλιτέχνης στην κοινωνία. Τους αντιμετωπίζει ως ένα αναγκαίο κακό", Βασίλης Μαζωμένος
Η συζήτηση "πήρε φωτιά" με τις παρεμβάσεις του κοινού, το οποίο διαμαρτυρήθηκε έντονα για την αδυναμία παρέμβασης της πολιτείας στο θέμα του Αελλώ, του Ιντεάλ και του Άστορ, θύματα, όπως αναφέρθηκε, "της άνευ όρων τουριστικής ανάπτυξης". Ο Νίνος Φένεκ Μικελίδης υπερθεμάτισε και συνόψισε εστιάζοντας στο θέμα της παιδείας: "Θα μπορούσε ο κινηματογράφος να διδάσκεται στα δημοτικά σχολεία, όπως γίνεται στην Αγγλία. Χρειάζεται επίσης μια πραγματική Ταινιοθήκη, η οποία να διδάξει στο κοινό την κινηματογραφική παράδοση, και την ελληνική και την παγκόσμια. Γιατί αλλιώς οι άνθρωποι περιορίζονται στο κινητό και το tablet. Είμαστε κοινωνικά όντα, χρειαζόμαστε την επαφή, τη συμμετοχή, την αλληλεγγύη. Η αίθουσα είναι μια ανάγκη κοινωνική. Δεν είναι μόνο θέαμα".
Στην φωτο απεικονίζονται από αριστερά οι Γιάννης Οικονομίδης, Ηλίας Γεωργιόπουλος, Νίνος Φένεκ Μικελίδης, Μιχάλης Ζέης και Βασίλης Μαζωμένος.