Έφτασε στην Βενετία ως η μεγαλύτερη ατραξιόν του φεστιβάλ. Η απόλυτη κινηματογραφική σταρ βιογραφημένη από την κορυφαία λογοτέχνη Τζόις Κάρολ Όουτς, με τον Άντριου Ντόμινικ ("Η Δολοφονία του Τζέσε Τζέιμς", "Σκότωσέ τους Γλυκά") να αφιερώνει σχεδόν 15 χρόνια από τη ζωή του για να μεταφέρει την ιστορία της στην οθόνη. Παραγωγός το Netflix, πρωταγωνίστρια η καυτή Άνα ντε Άρμας ("No Time to Die"), δυόμιση ώρες διάρκεια και η μοναδική ταινία της χρονιάς που έχει λάβει το χαρακτηρισμό NC-17 (κάτι σαν "αυστηρά ακατάλληλο") από την αμερικανική λογοκρισία.
Παγιδευμένο στις (υπερ)φιλόδοξες υποσχέσεις τού πρότζεκτ, το "Blonde" προσπαθεί να σχολιάσει τα πάντα: τη σχέση ονείρου και πραγματικότητας, τις πατριαρχικές κοινωνικές δομές, τη σκοτεινή πλευρά της showbiz, το τίμημα της επιτυχίας, το αμερικανικό "κυνήγι της ευτυχίας", τις απάνθρωπες πρακτικές της – κάθε λογής – εξουσίας. Ως το λαμπρότερο και τραγικότερο είδωλο της ποπ κουλτούρας, η Μέριλιν Μονρό δίνει στον Ντόμινικ όλες τις δυνατότητες κι αυτός, πατώντας σ' ένα υπερφορτωμένο από μελοδραματικές κορώνες σενάριο ("γι' αυτό, λοιπόν, θυσίασα το παιδί μου;"), περιπλανιέται άσκοπα μέσα σε ένα λαβύρινθο από επιδερμικές αναφορές και απλοϊκότατες διαπιστώσεις. Γιατί θέλει να τα πει όλα, αλλά και να τα δείξει όλα: slow motion, "πειραγμένοι" ήχοι, διαρκείς εναλλαγές μεγέθους του κάδρου, έγχρωμου και ασπρόμαυρου φιλμ, θολών και διαφημιστικά αστραφτερών εικόνων. Και στη μέση μια διαρκώς πανικόβλητη Άνα ντε Άρμας, η οποία παλεύει με νύχια και με δόντια (σαν να έχει δανειστεί τη θέληση της ηρωίδας της) για να δώσει υπόσταση σ' ένα χτυπημένο απ' όλα τα δράματα του κόσμου χαρακτήρα. Όπως και η Μέριλιν, έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε...
Η Άνα ντε Άρμας θα μπορούσε να ήταν μια από τις διεκδικήτριες του φετινού βραβείου γυναικείας ερμηνείας, αν αυτό δεν είχε ήδη καπαρωθεί από την Κέιτ Μπλάνσετ του "TÁR". Για τον αντρικό ρόλο, όμως, η κούρσα είναι ανοιχτή και αναμεσα στους διεκδικητές του σχετικού βραβείου είναι τόσο ο Ιταλός Λουίτζι Λο Κάσιο, στο ρόλο ενός ομοφυλόφιλου και κομμουνιστή διανοούμενου ο οποίος τη δεκαετία του '60 δικάζεται για "διαφθορά" στον σοβαροφανή και ενοχλητικά διδακτικό "Άρχοντα των Μυρμηγκιών" του Τζιάνι Αμέλιο ("Ο Κλέφτης των Παιδιών"), όσο και ο Χιου Τζάκμαν στον "Γιο". Το δεύτερο, μετά τον "Πατέρα", μέρος της οικογενειακής θεατρικής τριλογίας του Φλοριάν Ζελέρ, το οποίο διασκεύασε ο ίδιος ο Γάλλος δραματουργός και κινηματογραφικός σκηνοθέτης. Η σχέση με την πρώτη ταινία είναι μόνο νοηματική, με την νέα γενιά (ο έφηβος γιος ενός διαζευγμένου ζευγαριού) να αντικαθιστά εδώ την παλιά στη μάχη της ενάντια στην "στρεβλή" πραγματικότητα που την περιβάλλει. Από εκεί και πέρα οι διαπιστώσεις του Ζελέρ είναι σκληρές, η πένα του κοφτερή, αλλά η φόρμα του φιλμ είναι σαφώς ακαδημαϊκότερη και η δραματουργία του απόλυτα θεατρική (οι λέξεις βαραίνουν περισσότερο από τις εικόνες).
Το αντίθετο δηλαδή απ' ότι συμβαίνει στο "Dead for a Dollar" του παλιόφιλου Γουόλτερ Χιλ με τους Κριστόφ Βαλτς και Γουίλεμ Νταφόε. Ένα παλιομοδίτικο, κλισέ και ατόφια κινηματογραφικό γουέστερν από τον 80χρονο σκηνοθέτη των "48 Ώρες" και "Οι Μαχητές", επικεντρωμένο καθαρά στη διασκεδαστικά απολαυστική αφήγηση μιας ιστορίας απληστίας, εκδίκησης και ηθικών επιλογών, με το αλάνθανστο επιμύθιο "a man's gotta do what a man's gotta do".
Ευχαριστούμε την Aegean Airlines για την υποστήριξή της στην πραγματοποίηση του ταξιδιού.