Όταν έγινε γνωστό το εγχείρημα του Ντόναλντ Γκλόβερ να γυρίσει μια σειρά βασισμένη στο καθ’ όλα χολιγουντιανό χιτ με τον Μπραντ Πιτ και την Αντζελίνα Τζολί, αρχικά σε συνεργασία με την Φίμπι Γουόλερ-Μπριτζ και τελικά με την Φραντσέσκα Σλόουν, πολλοί ήμασταν αυτοί που απορήσαμε. Το "Mr. & Mrs. Smith" δεν είναι παρά μια σέξυ (είπαμε, Πιτ και Τζολί) κατασκοπική ταινία που, όπως οι περισσότερες του είδους, εστιάζει στην επιφάνεια και την δράση. Όμως, τόσο το πρόσφατο "Swarm" του Γκλόβερ, όσο και η συνεργασία του με την Σλόουν στο αρτιότατο "Atlanta", υποδεικνύουν την τάση, και φυσικά το ταλέντο, των δημιουργών σε επίκαιρες ανθρωποκεντρικές ιστορίες. Πώς λειτουργεί, λοιπόν, η πρωτότυπη ιδέα στα "χέρια" τους; Καθαρά -και ευτυχώς μη περιοριστικά- ως αφορμή για έναν πειραματισμό ειδών, μέσω του οποίου η σειρά καταφέρνει να ψηλαφίσει, ταυτόχρονα ωμά και ψυχαγωγικά τη millennial πραγματικότητα/μοναχικότητα.
Σε αντίθεση με την ταινία, στην οποία ο Τζον και η Τζέιν Σμιθ είναι ήδη παντρεμένοι κατάσκοποι που καλούνται σε μια αποστολή να εξοντώσουν ο ένας τον άλλον, οι νέοι Σμιθ γνωρίζονται "στη δουλειά". Ο Ντόναλντ Γκλόβερ και η Μάγια Έρσκιν ("PEN15") υποδύονται δυο νεοσύλλεκτους μιας ανώνυμης μυστικής υπηρεσίας που επικοινωνεί μαζί τους μέσω ΑΙ, η οποία τους αναθέτει την πρώτη τους αποστολή ζητώντας τους να απομονωθούν από τους δικούς τους και ορίζοντας τους νέες ταυτότητες: Τζον και Τζέιν Σμιθ. Έτσι βρίσκονται ξαφνικά δυο άγνωστοι στο ίδιο σπίτι, υποτιθέμενοι σύζυγοι και συνεργάτες, αντιμέτωποι κάθε εβδομάδα με ένα νέο, υψηλού ρίσκου "Mission Impossible". Αυτές οι συνθήκες φέρνουν τους δυο χαρακτήρες αναπόφευκτα κοντά και, παρά την "no sex" συμφωνία τους, η ρομαντική τους σχέση περνά πολύ γρήγορα από την πλασματική σφαίρα σε αυτήν της (σκληρής) πραγματικότητας.
Η έναρξη της ερωτικής ιστορίας των πρωταγωνιστών, συγκεκριμένα η μετάβαση από το σεξ στην σχέση, εκτελείται κάπως άγαρμπα και απότομα. Προκύπτει πολύ σύντομα και δίνει την αίσθηση μιας επιθυμίας χωρίς ταυτότητα, αφού οι δυο τους δεν γνωρίζονται στ’ αλήθεια, παρά μόνο ως Τζον και Τζέιν, γεγονός που οφείλεται τόσο σε προσωπικές φοβίες όσο και στην μυστικότητα που απαιτεί η δουλειά τους. Μήπως όμως, τελικά, κάπως έτσι μπαίνουν οι άνθρωποι σε σχέσεις; Στα τυφλά και με μια ελπίδα πως θα ταιριάξουν, και πως αν δεν ταιριάξουν θα μπορέσουν να αλλάξουν (…τον άλλον); Ο κύριος και η κυρία Σμιθ δε θέλουν καθόλου να καταλήξουν σαν εκείνα τα μίζερα ζευγάρια που μιλούν πια μόνο για να μαλώσουν, και ταυτόχρονα κάνουν όλα όσα, με μαθηματική ακρίβεια, θα οδηγήσουν σε αυτό στερεοτυπικό μοντέλο. Οι πυλώνες της σχέσης τους είναι ετοιμόρροποι, ενώ όσο βλέπουν ότι απέχουν ο ένας από τον άλλον, τόσο επιμένουν.
Το "Mr. & Mrs. Smith" σκιαγραφεί μια δυναμική προβληματική, μα φοβερά οικεία λόγω του ρεαλισμού και απολαυστική χάρη στο comedic timing των πρωταγωνιστών, το οποίο αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στο κωμικό background τους. Η σειρά ακολουθεί το σύγχρονο ρεύμα εναλλακτικών τηλεοπτικών ρομάντζων ("Easy", "Love", "Fleabag", "Υou’re the Worst"), που κόντρα στην χρόνια ωραιοποίηση του Χόλιγουντ τολμούν να εστιάσουν στα μη ελκυστικά στοιχεία του ανθρώπου και, κατ’ επέκτασιν, των σχέσεων. Γι’ αυτό και οι διαφορές με το πρωτότυπο είναι αρκετές και συμβολικές: ο τρόπος που διαπραγματεύονται ερωτικά οι (άγνωστοι) άνθρωποι, τα άκρα στα οποία τους ωθεί η καπιταλιστική συνθήκη, ο υπολογιστής-"αφεντικό" που κρίνει και κατευθύνει, η εγγενής μοναξιά που τρομοκρατεί και διαιωνίζεται.
Με την προσοχή τους στραμμένη στο σήμερα, οι δημιουργοί αντλούν από την ταινία το espionage στοιχείο – σχεδόν κάθε επεισόδιο αντιστοιχεί σε ένα κατασκοπικό τασκ και ανανεωτικές guest εμφανίσεις (Αλεξάντερ Σκάρσγκαρντ, Πολ Ντάνο, Σάρα Πόλσον) – φέρνοντας το σε μια ιδιόμορφη σύνθεση με τις θεματικές της σειράς (η παράτολμη δράση που αποζητούν οι χαρακτήρες έρχεται σε αφοπλιστική αντίθεση με την πεισματική εσωτερική αδράνεια τους). Εντυπωσιακά, το βάθος του "Mr. & Mrs. Smith" βρίσκει με συνέπεια τρόπο να διαπεράσει το σασπένς της αφήγησης, η οποία ποτέ δεν υπονομεύει το επίκεντρό της: τα ερωτήματα γύρω από την ταυτότητα, η αποφυγή, η ανάγκη για επαναπροσδιορισμό που συνεχώς -μα συνεχώς- επανέρχεται.