Λένε πως το παρελθόν δεν είναι ποτέ παρελθόν γιατί βρίσκει πάντα έναν τρόπο να καταλάβει χώρο στο παρόν - είτε το κουβαλάμε μαζί μας είτε το βρίσκουμε μπροστά μας. Και καταλήγουμε ενήλικα σώματα γεμάτα παιδικές αναμνήσεις, φοβίες και τραύματα που δεν μπορούμε να ξεφορτωθούμε, μόνο να καταλάβουμε και να επαναπροσδιορίσουμε. Ο Κάρμι Μπερζάτο (Τζέρεμι Άλεν Γουάιτ) αφήνει την καριέρα του ως σεφ για να αναλάβει την οικογενειακή του επιχείρηση, το σαντουιτσάδικο The Beef. Έρχεται αντιμέτωπος, πέρα από μία χαοτική κουζίνα υπό διάλυση, με το οικογενειακό παρελθόν του, την απώλεια του αδερφού του και τον υπερφορτωμένο αλλά παραμελημένο εαυτό του. Και αντί να φύγει όσο πιο μακριά μπορεί από μια συνθήκη που του προκαλεί τόσο πόνο, μένει για να τον κατακτήσει και εν τέλει να προχωρήσει.
Το "The Bear” ξεκινά σαν μία μεγαλοπρεπή ωδή στο Σικάγο που εστιάζει παράλληλα σε μια γωνιά του, εκεί όπου βρίσκεται το The Beef, με τα εμβυθιστικά πλάνα και το αιχμηρό μοντάζ του να μας συνεπαίρνουν από την αστική ηρεμία στην χαοτική κουζίνα του εστιατορίου της οικογένειας Μπερζάτο. Ο Κάρμι παραλαμβάνει το μαγαζί που του άφησε ο αδερφός του, Μάικ (Τζον Μπέρνταλ): μία κουζίνα που δε λειτουργεί, ούτε από άποψη εξοπλισμού ούτε από άποψη ομάδας. Ο ξάδερφος του, Ρίτσι (Έμπον Μος Μπάκχαρ) και οι δύο μεγαλύτερης ηλικίας σεφ, Τίνα (Λίζα Κολόν Ζάγιας) και Ίμπραιμ (Έντουιν Λι Γκίμπσον), έχουν συνηθίσει χρόνια σε ένα "σύστημα" που αρνούνται να αλλάξουν. Μόνο ο Μάρκους (L-Boy) και η νέα σου-σεφ, Σίντνεϊ (Άϊο Εντεμπίρι), νέοι και με όνειρο την αυτοπραγμάτωση, δείχνουν να έχουν την όρεξη να μάθουν από την εμπειρία του Κάρμι. Μέσα σε αυτήν την κουζίνα όμως, πέρα από πρακτικά καθημερινά προβλήματα, ενυπάρχουν φαντάσματα από το παρελθόν με τα οποία οι πρωταγωνιστές θα κληθούν να παλέψουν.
Την πρώτη σεζόν κυριεύει μία ατμόσφαιρα έντασης, μία εκτενής συνθήκη στην οποία όλοι φωνάζουν και κανείς δεν ακούγεται, επειδή όλοι ξέρουν πως μπορούν και καλύτερα και κανείς δεν τολμάει να προσπαθήσει γι’ αυτό. Η αμίμητη χημεία του καστ αποδίδει μαεστρικά το αίσθημα πως οι χαρακτήρες (δυσ)λειτουργούν μόνο ως ένα αταίριαστο σύνολο και δυσκολευόμαστε να τους γνωρίσουμε ατομικά, παρ’ ότι καταλαβαίνουμε πως ο καθένας κουβαλάει τον δικό του ασήκωτο σταυρό. Στην πρώτη σεζόν, κάθε χαρακτήρας σκιαγραφείται ως τραγικός χωρίς να ξέρει (και να ξέρουμε) ακριβώς τι είναι αυτό που τους έφερε στο "τώρα", μπερδεμένους, φοβισμένους και μόνους. Τους πονέσαμε χωρίς να ξέρουμε γιατί. Η δεύτερη σεζόν παίρνει τον χρόνο της, μας τραβάει από το χέρι, μας οδηγεί στα βαθιά και δίνει όλες τις δύσκολες και λυτρωτικές απαντήσεις.
Το The Beef κλείνει στο φινάλε της πρώτης σεζόν και στη δεύτερη η ομάδα προετοιμάζεται για το άνοιγμα του Τhe Bear, ενός εστιατορίου που θα προσφέρει στον κόσμο μία fine-dining εμπειρία. Ο Κάρμι και η Σίντνεϊ, με τη βοήθεια της αδερφής του Νατ (Άμπι Έλιοτ), οργανώνονται για να τα κάνουν, αυτήν τη φορά, όλα σωστά. Με την κουζίνα κλειστή και με το όραμα τους στο νου, αποφασίζουν να στείλουν την ομάδα τους για εκπαίδευση. Έτσι, στην απουσία του κοινόχρηστου χώρου, έφορο έδαφος για ξέσπασμα χωρίς ταυτότητα, ο καθένας παίρνει τον δρόμο του και μένει μόνο με τον εαυτό του. Η εξωστρεφής συλλογική ένταση της πρώτης σεζόν μετατρέπεται σε ατομική εσωστρέφεια με μηδενικούς αντιπερισπασμούς.
Η Τίνα και ο Ίμπραιμ επιστρέφουν στο "σχολείο", σε μία ηλικία μεγάλη και κουρασμένη, στην οποία οι νέες ευκαιρίες φαντάζουν απίθανες και οι αλλαγές τρομακτικές. Ο Μάρκους ταξιδεύει στην Κοπεγχάγη και δουλεύει στο πλάι ενός επιφανούς σεφ εξελίσσοντας την αγάπη του για τη ζαχαροπλαστική. Μαθαίνει να υπάρχει στον κόσμο, να τον παρατηρεί και να αντλεί από αυτόν έμπνευση και ελπίδα. Ο Ρίτσι, αντιδραστικός και ανασφαλής, περνά μία εβδομάδα σε ένα κλασάτο εστιατόριο και βλέπει τον εαυτό του για πρώτη φορά να λειτουργεί υπό πίεση, να ανταπεξέρχεται και να αποκαθιστά το υπερκοινωνικό και αξιαγάπητο κομμάτι του εαυτού του. Όλοι τους μας είχαν συστηθεί σε μία συνθήκη παραίτησης, παραδομένοι στη μετριότητα και απρόθυμoι να την αποχωριστούν. Μέχρι που κάποιος ήρθε για να τους πει "πιστεύω σε σένα" και "ποτέ δεν είναι αργά". Γι’ αυτούς τους ανθρώπους, το The Bear είναι ο τρόπος να πείσουν τους εαυτούς τους πως αξίζουν, και με αυτό το αίσθημα να πορευτούν, αλλάζοντας όλη τους τη ζωή.
Για τον Κάρμι, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ο Κάρμι έχει ήδη καταφέρει πολλά και τα κατάφερε γρήγορα. Έφυγε μικρός από το σπίτι και έγινε κορυφαίος σεφ σε νεαρή ηλικία, έχει ήδη δουλέψει στα καλύτερα εστιατόρια και συνεργαστεί με τους πιο επιφανείς επαγγελματίες του χώρου. Έφτασε ψηλά όμως ο ίδιος νιώθει αμετακίνητος επειδή το συναίσθημα του είναι παγιωμένο στο χρόνο. Η δική του εξελικτική πορεία ξεκινά με πολλά βήματα προς τα πίσω, γι’ αυτό και επιστρέφει στην πηγή των πάντων: στο παρελθόν του. Το έκτο επεισόδιο της σεζόν είναι μία αναδρομή στο χριστουγεννιάτικο οικογενειακό τραπέζι των Μπερζάτο, 5 χρόνια νωρίτερα. Ο Μάικ ήταν ακόμα ζωντανός αλλά ψυχικά ασταθής και η διαταραγμένη μητέρα τους (Τζέιμι Λι Κέρτις) είχε φτάσει στο peak κάποιου είδους νευρικής κρίσης. Στο πιο ασφυκτικό επεισόδιο της σεζόν, η οργή και η βία παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο σε μία τραγική οικογενειακή ιστορία που θυμίζει πεδίο μάχης. Τα πάντα κρέμονται από μία κλωστή, μία λέξη μπορεί να προκαλέσει την απόλυτη καταστροφή, και ο Κάρμι επιλέγει να μείνει σιωπηλός. Χρόνια μετά, στο αφηγηματικό τώρα, βρίσκει τη φωνή του.
Το πρώτο επεισόδιο της σειράς ξεκινά με τον Κάρμι να στέκεται απέναντι σε ένα κλουβί με μία αρκούδα, την οποία θέλει αλλά φοβάται να πλησιάσει. Στη δεύτερη σεζόν μαθαίνουμε πως η οικογένεια Μπερζάτο προσφωνούν ο ένας τον άλλον ως "bear" (αρκούδα), και μαθαίνουμε επίσης πως oι αρκούδες είναι από τα πιο επιθετικά και ταυτόχρονα τρυφερά ζώα. Στο τέλος της σειράς, ο Κάρμι έχει μπει στο κλουβί και αγκαλιάσει την αρκούδα - τα οικογενειακά του τραύματα - και επαναπροσδιορίζει το "The Bear” κάνοντας το κάτι εντελώς δικό του.
Το "The Bear" αφηγείται μία ιστορία επιβίωσης και ανθεκτικότητας και τελειώνει με τα πάντα ακόμα εκεί και απολύτως αλλαγμένα. Το The Beef εξελίσσεται σε The Bear και στην πορεία κάθε χαρακτήρας παλεύει με τα σκοτάδια του για να αναδυθεί συμφιλιωμένος μαζί τους. Ο Κρίστοφερ Στόρερ καταθέτει μία σειρά τόσο λεπτά φροντισμένη και προσεγμένη όσο τα πιάτα των πρωταγωνιστών του. Ο χειρισμός του βασίζεται στις λεπτομέρειες γι’ αυτό και ο πανικός δεν είναι αποπροσανατολιστικός αλλά αναπόσπαστο κομμάτι της αφήγησης. Η Σίντνεϊ κοιτάζει το τελικό μενού του The Bear και το ορίζει ως "χάος". Ο Κάρμι την διορθώνει συμπληρώνοντας: "συνειδητό χάος". Και αν είχε κάποιος δύο λέξεις για να περιγράψει το "The Bear” και τους πρωταγωνιστές του, θα ήταν ακριβώς αυτές.