Ακολουθούν spoilers.
Μία στιγμή είναι αρκετή για να σε βγάλει - λίγο-πολύ - εκτός εαυτού. Για την Κάντι Μοντγκόμερι, αυτή η στιγμή ήρθε στις 13 Ιουνίου του 1980, την ημέρα που βίαια και απρογραμμάτιστα δολοφόνησε τη γειτόνισσα και φίλη της Μπέτι Γκορ. Πρόκειται για μία πραγματική ιστορία που σόκαρε την κοινωνία του Τέξας αλλά και ολόκληρης της Αμερικής, με τον θρησκευτικό συντηρητισμό και την ημιμάθεια πάνω σε θέματα ψυχικής υγείας σε ρόλο πρωταγωνιστών. O Nτέιβιντ Ε. Κέλι μεταφέρει στη μικρή οθόνη μία μίνι σειρά με κεντρικό θέμα ένα από τα πιο γνωστά εγκλήματα της Αμερικής, και μία δικαστική απόφαση που θα μπορούσε να θεωρηθεί δείγμα τόσο του εκμοντερνισμού όσο και του παρωπιδισμού της αμερικανικής σκέψης.
Η Ελίζαμπεθ Όλσεν, με εξαιρετικό χειρισμό σωματικής κίνησης, τονικότητας και εκφράσεων, υποδύεται την Κάντι, μία γυναίκα που ζούσε με την οικογένεια της στα προάστια του Γουάιλι στο Τέξας τη δεκαετία ’70-’80. Μέλος της Εκκλησίας των Μεθοδιστών, η Κάντι ήταν κοινωνική, φιλήσυχη και αγαπητή στην κοινότητά της. Είχε ακολουθήσει την οικογενειακή συνταγή της ευτυχίας κατά γράμμα, κι όμως είχε το θάρρος να παραδεχτεί πως κάτι της έλειπε. Αποφασίζει να αναζητήσει μία νέα συγκίνηση και προσεγγίζει τον φίλο και μέλος της εκκλησίας της, Άλαν Γκορ (Τζέσι Πλίμονς) με μία πρόταση: να συνάψουν μία εξωσυζυγική σχέση. Όπως και κάνουν. Αποσυνδεδεμένοι και οι δύο από τους συζύγους τους, βρίσκουν ο ένας στον άλλον έναν χώρο να μοιραστούν τις σκέψεις τους, να ακούσουν και να ακουστούν. Η σχέση τους, βασισμένη περισσότερο σε μία ανάγκη για επικοινωνία παρά για σεξουαλική έκφραση, εξελίσσεται και λήγει φιλικά.
Μήνες αργότερα, ο άντρας της Κάντι, Πατ (Πάτρικ Φούτζιτ), μαθαίνει για τον εξωσυζυγικό δεσμό της και την συγχωρεί, κατηγορώντας τον εαυτό του περισσότερο από την ίδια. Αυτή που δεν την συγχωρεί, είναι η γυναίκα του Άλαν, Μπέτι (Λίλι Ρέιμπ), η οποία κυριεύεται από υποψίες και ένα πρωινό που η Κάντι την επισκέπτεται στο σπίτι, την ρωτάει ευθέως. Η Κάντι της λέει την αλήθεια και η Μπέτι της επιτίθεται με ένα τσεκούρι. Οι δυο τους παλεύουν για ώρα, μέχρι που η Μπέτι καταλήγει δολοφονημένη, με 40 χτυπήματα στο σώμα της. Η έρευνα για το έγκλημα καταλήγει σύντομα στην Κάντι ως την κύρια ύποπτη, η οποία συλλαμβάνεται και δικάζεται παρουσία των 12 ενόρκων που θα κρίνουν την υπόλοιπη ζωή της.
Το "Love and Death” χωρίζεται στη μέση για να αφηγηθεί δύο αλληλένδετες ιστορίες: ένα ετοιμόρροπο αμερικανικό όνειρο και ένα ανατριχιαστικό crime story. Τα τρία πρώτα επεισόδια αφοσιώνονται στην προσωπική δυστυχία που οδήγησε δύο θρησκευόμενους, καθώς πρέπει ανθρώπους για πρώτη φορά στην απιστία. Η σχέση τους δεν παρουσιάζει κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το κοινό, αφού δεν ορίζεται από έρωτα αλλά θυμίζει πιο πολύ μία στεγνή συμφωνία μεταξύ δύο ανθρώπων που δεν έχουν κάτι καλύτερο να κάνουν τα απογεύματά τους. Όμως οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών και η μεταξύ τους χημεία αρκούν για να κρατήσουν τον θεατή μέχρι το τέταρτο επεισόδιο, όπου και κορυφώνεται η αφήγηση με την αποτρόπαια διαμάχη μεταξύ της Κάντι και της Μπέτι. Από κει και πέρα, η σειρά εξελίσσεται σε ένα καθηλωτικό δικαστικό δράμα, με τους δημιουργούς να χειρίζονται τους χαρακτήρες με την λεπτότητα που απαιτείται, αποφεύγοντας την ωραιοποίηση και τη δαιμονοποίηση, αλλά παραθέτοντας απλώς τα γεγονότα και υπογραμμίζοντας την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ψυχολογίας.
Την υπεράσπιση της Κάντι αναλαμβάνει ένας φίλος της που παρά την έλλειψη εμπειρίας του σε ποινικές υποθέσεις, είχε την αυτοπεποίθηση να δεχτεί την πρόταση. Με κίνητρο να αποδείξει τα δικηγορικά του προσόντα και τροφοδοτούμενος από τη δημόσια προσοχή που αποσπούσε το έγκλημα, ο Ντον Κράουντερ (Τομ Πέλφρι) προσέγγισε την υπεράσπιση της Κάντι τολμηρά. Απευθυνόμενος στο δικαστήριο, κατέθεσε πως η Κάντι σκότωσε την Μπέτι προσπαθώντας να προστατεύσει τον εαυτό της. Οι συμπολίτες και ο άντρας της κατέθεσαν υπέρ της, σκιαγραφώντας το προφίλ της ως μία πρόσχαρη γυναίκα που απεχθάνεται τη βία. Και ο ψυχίατρος που είχε ολοκληρώσει μία αποκαλυπτική συνεδρία μαζί της, κατέθεσε για να εξηγήσει το φονικό ξέσπασμά της με επιστημονικούς όρους, άγνωστους τόσο στο ακροατήριο όσο και στον δικαστή, ο οποίος βιαζόταν να διαγνώσει την Κάντι ως ψυχικά ασθενή. Ο ψυχίατρος εξηγεί πώς ένα παιδικό τραύμα οδήγησε την Κάντι σε μία χρόνια καταπίεση και πώς μία φράση της Μπέτι κατά τη διάρκεια της διαμάχης τους κατάφερε να την πυροδοτήσει. Αιτιολογεί τελικά την αρχική άρνηση της Κάντι απέναντι στην παραδοχή του εγκλήματος, αποδίδοντας την σε ένα επεισόδιο αποσυσχέτισης, κατά το οποίο μπλόκαρε το περιστατικό από τη μνήμη της.
Η υπόθεση της Κάντι αποδείχτηκε διχαστική για τον μέσο Τεξανό ο οποίος, μη εξοικειωμένος με την επιστήμη της ψυχολογίας και πλήρως προσκολλημένος στις αρχές του, θα μπορούσε πιο εύκολα να την καταδικάσει παρά να την αθωώσει. Όμως η Κάντι, παρ’ ότι δολοφόνος, παρέμενε μία κοινωνικά καταξιωμένη και αποδεκτή λευκή γυναίκα, μία χριστιανή, μία νοικοκυρά, μία μητέρα και μία σύζυγος που υποστηρίζεται και εκθειάζεται από τον ίδιο της τον άντρα ως το τέλος - κι αφού δεν την "δικάζει" ο σύζυγός της, η απόλυτη αυθεντία στο πλαίσιο της πατριαρχίας, ποιοι είναι οι ένορκοι για να το κάνουν; Tο "Love and Death” παραθέτει τα γεγονότα και όπως και οι πραγματικοί εμπλεκόμενοι, έτσι και το κοινό, δεν κατάλαβε ποτέ τί ήταν αυτό που οδήγησε τους ενόρκους στην τελική τους απόφαση, αφήνοντας μας με ερωτήματα: Είχε ήδη αρχίσει να ανοίγει χώρος για διάλογο γύρω από την επιστήμη της ψυχολογίας; Θα αρκούσε η επιστημονική εξήγηση για να αθωώσει οποιονδήποτε στη θέση της Κάντι; Ή ήταν τελικά η κοινωνική της θέση που της έδωσε άφεση και όλα τα επιχειρήματα περί τραύματος και αποσυσχέτισης πέρασαν χωρίς καν να ακουστούν;
To "Love and Death" είναι διαθέσιμό από το ΜΑΧ, αποκλειστικά στη Vodafone TV.