Στην εναρκτήρια σκηνή μια ομάδα εργατών δουλεύει στην κατασκευή μιας μεγάλης γέφυρας στη Βοστόνη. Καθώς αυτή ολοκληρώνεται οι εικόνες της επανέρχονται ξανά και ξανά, σαν επαναλαμβανόμενο μοτίβο. Κι αυτό γιατί υπάρχουν πολλών ειδών γέφυρες στην πρώτη αγγλόφωνη ταινία του Ούγγρου Κορνέλ Μουντρούτσο, ο οποίος έβαλε το όνομά του στον παγκόσμιο κινηματογραφικό χάρτη το 2014 με τον βραβευμένο στις Κάνες «Λευκό Θεό». Ακολούθησε το φιλόδοξο, αλλά παντελώς άνισο «Φεγγάρι του Δία» (2017), το οποίο αφορούσε κι αυτό, όπως σχεδόν όλα τα προηγούμενα φιλμ του σκηνοθέτη, κοινωνικά εξοστρακισμένους ήρωες (ναρκομανείς, έγκλειστους σε ιδρύματα, πρόσφυγες) που προσπαθούν απεγνωσμένα να ενταχθούν.
Στα «Θραύσματα μιας Γυναίκας» η περιθωριοποίηση των πρωταγωνιστών είναι διαφορετικού τύπου. Η Μάρθα, γόνος εύπορης οικογένειας, έχει μια καλοπληρωμένη δουλειά, ο σύντροφός της Σον, όμως, είναι ένας Ούγγρος μετανάστης, εργάτης σε κατασκευές. Η σκιά τής εύπορης «πεθεράς» του (Έλεν Μπέρστιν) πέφτει βαριά ανάμεσα στο ζευγάρι, όπως εύστοχα και διακριτικά μας υπογραμμίζει η αρχική σκηνή της αγοράς του αυτοκινήτου, ένα ταξικό χάσμα το οποίο ο Μουντρούτσο θα βαθύνει σταδιακά στην εξέλιξη της πλοκής. Είναι μια από τις πολλές διαφορές που αρχικά φαίνονται μικρές ανάμεσα στους χαρακτήρες της ταινίας, οι οποίοι μοιάζει να έχουν ρίξει μεταξύ τους γέφυρες που τους επιτρέπουν να επικοινωνούν. Όπως και η «γέφυρα» ανάμεσα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, η οποία κρατάει ακόμα ζωντανό το αμερικανικό όνειρο.
Όλα θα αλλάξουν, όμως, όταν φτάσει η ώρα για την έγκυο Μάρθα να γεννήσει σπίτι της, μια επιλογή του ζευγαριού, και ο τοκετός εξελιχθεί σε μια απρόσμενη τραγωδία (γυρισμένη σε – υπερβολικά - δεξιοτεχνικό, αγχωτικό μονοπλάνο). Οι πιθανές ευθύνες της μαίας θα γίνουν αντικείμενο δικαστικής διαμάχης που θα απασχολήσει τα μέσα ενημέρωσης της πολιτείας, την Μάρθα, όμως, την απασχολεί κάτι εντελώς διαφορετικό. Η διαχείριση της απώλειας, η οποία αποδεικνύεται ολοένα και δυσκολότερη, απομακρύνοντάς την σταδιακά από το σύντροφό της, τη μητέρα της, την αδελφή της.
Μια εμπειρία που έχουν βιώσει προσωπικά ο Κορνέλ Μουντρούτσο και η σύντροφός του Κάτα Γουέμπερ, συνσεναριογράφοι οι οποίοι μεταφέρουν στην οθόνη το ομώνυμο θεατρικό τους. Η Βανέσα Κίρμπι, Βρετανίδα ηθοποιός με θεατρική και τηλεοπτική («The Crown») καριέρα που χτίζει τώρα και την κινηματογραφική της («Επικίνδυνη Αποστολή: Η Πτώση», «Fast & Furious: Hobbs & Shaw»), συλλαμβάνει πλήρως την ψυχολογική παλέτα της ηρωίδας της, εντυπωσιάζοντας με το πώς αφήνει την εσωτερική οργή να την καταλάβει και να την ισοπεδώσει. Ο Μουντρούτσο την σκηνοθετεί δίνοντάς της χώρο και πιστώνοντάς της χρόνο (το βραβείο στο πρόσφατο φεστιβάλ Βενετίας θα συνοδευτεί πιθανότατα από μια οσκαρική υποψηφιότητα), φροντίζοντας ταυτόχρονα να περιγράψει καίρια, μετρημένα και σοφά τους δορυφορικούς της χαρακτήρες, παγιδευμένους στα αντιφατικά συναισθήματά τους. Άλλοτε στις αγκυλώσεις του παρελθόντος (η Εβραία μητέρα της Μάρθα) κι άλλοτε στις σκληρές αλήθειες της επιβίωσης (ο Σον). Έτσι παλιές γέφυρες γκρεμίζονται και καινούριες χτίζονται, οι μεν πρώτες με συγκινητική κινηματογραφική λιτότητα, οι δε δεύτερες με δυσανάλογη ευκολία, στα όρια της μελοδραματικής επεξήγησης του αυτονόητου.
Μήπως όμως η τελευταία (ονειρική;) σεκάνς υπονομεύει το απλοϊκό, συνοπτικών διαδικασιών φινάλε; Η ταινία κρατά πολύ καλά κρυμμένο το ερμηνευτικό κλειδί και ένα ελαφρύ χιουμοριστικό άγγιγμα ίσως να έσωζε πολλές σοβαροφανείς παρεξηγήσεις.
Βαθμολογία:
Σκηνοθεσία: Κορνέλ Μουντρούτσο. Πρωταγωνιστούν: Βανέσα Κίρμπι, Σάια ΛαΜπεφ, Έλεν Μπέρστιν, Ιλίζα Σλέσινγκερ, Μπεν Σάφντι. Καναδάς, Ουγγαρία, ΗΠΑ. 2020. Διάρκεια: 128΄. Προβολή: NETFLIX