Ο Δημήτρης Αντωνόπουλος αφήνει για λίγο τον προσωπικό του παράδεισο στη Σάμο, για να χαρεί το καλύτερο ξενοδοχείο του νησιού που ανακαινίστηκε πλήρως. Έξυπνο concept, ζεστός μοντερνισμός, αέρινο πνεύμα, νέα γεωμετρία φιλοξενίας.
Τα τελευταία δώδεκα καλοκαίρια περνάω το μεγαλύτερο κομμάτι των διακοπών μου στη Σάμο. Δεν με κουνάς εύκολα από το μικρό, ιδιωτικό μου παράδεισο, όπου ρεμβάζω, αναζητώ το καΐφ (το ζεν των μουσουλμάνων) κι εξασκώ, μεταξύ άλλων, το σπορ του περιπατητικού διαλογισμού. Στα νότια του νησιού βρίσκεται το καλύτερο ξενοδοχείο του, το «Doryssa Seaside Resort». Το θυμάμαι από παλιά αυτό το ξενοδοχείο, είχε πάντα κάτι που με τραβούσε. Μπορεί την τελευταία πενταετία να είχε μείνει πίσω αισθητικά, όμως στους κοινόχρηστους χώρους του βασικού του κτιρίου υπήρχε ένας αέρας από αρχιτεκτονικό μοντερνισμό Κωνσταντινίδη που με μαγνήτιζε, με χαλάρωνε. Και μετά ήταν το «χωριό»... Μια ασυνήθιστη για την εποχή του πρόταση μπανγκαλόους, όπου εκφράζεται η αρχιτεκτονική ταυτότητα πολλών τόπων της Ελλάδας. Είναι ωραίο να βολτάρεις στα στενά του και να χαζεύεις κυκλαδίτικα, ηπειρώτικα, πηλιορείτικα ή πελοποννησιακά κτίσματα καθώς και το εξαιρετικά ενδιαφέρον Λαογραφικό Μουσείο «Νίκος Δημητρίου». Τα τελευταία τρία χρόνια, όμως, η νέα ιδιοκτησία του «Doryssa» προχώρησε σε ριζική ανακαίνιση όλων των χώρων, μετατρέποντάς το έτσι σ’ ένα μοντέρνο, χαρούμενο resort, όπου το ελληνικό πνεύμα εκφράζεται αφαιρετικά, αλλά με θέρμη και conceptual πειστικότητα. Η κεντρική ιδέα των δωματίων διαμορφώθηκε από τον αρχιτέκτονα Νικόλα Τραβασάρο, ενώ το Stage Design Office των Σταύρου Παπαγιάννη και Γιώργου Κυριαζή συμπλήρωσε την εικόνα του κεντρικού κτιρίου, βάζοντας κάποιες πινελιές και στα δωμάτια.
Γι’ αυτόν το λόγο αποφάσισα ν’ αφήσω για λίγο το δικό μου παράδεισο και να μείνω στο «Doryssa». Διάλεξα μια σουίτα και άφησα το βλέμμα μου να χαθεί στο ήρεμο γαλάζιο που ανοιγόταν μπροστά μου, έχοντας ως σημεία αναφοράς την ιωνική ακτή και το Αγαθονήσι. Χαζεύοντας το δωμάτιο, σκέφτηκα ότι ακριβώς αυτός ο μοντερνισμός μού αρέσει. Οι τοίχοι που μίκραιναν παλιότερα τα δωμάτια έχουν γκρεμιστεί κι έχουν αντικατασταθεί με τζάμια. Μια ειδικά σχεδιασμένη από τον Γ. Κυριαζή μοκέτα με στενές ρίγες, σαν μεταμοντέρνα κουρελού, κάνει το χώρο να φαίνεται ακόμη μεγαλύτερος, ενώ οι κουνιστές πολυθρόνες του Charles Eames προσθέτουν ανθρώπινης διάστασης ντιζαϊνιά. Ωραίο και το κόλπο με το κινούμενο τραπέζι, που σου επιτρέπει να πάρεις πρωινό στο κρεβάτι, να το χρησιμοποιήσεις σαν γραφείο ή ακόμη να ανοίξει η καλή σου ένα μέρος απ’ το καπάκι και να κάνει στον καθρέφτη το μακιγιάζ της.
από τον παράδεισό μου φέτος το καλοκαίρι.
Μου αρέσει όλος ο εξωτερικός χώρος όπως αναδιαμορφώθηκε, με τις καθαρές γραμμές στις πισίνες υπερχείλισης, οι οποίες αντικατέστησαν τις παλιομοδίτικες «μπανιέρες» δίπλα στα ερείπια της παλαιοχριστιανικής εκκλησίας. Το ωραίο pool bar αποκτά ιδιαίτερη ζωντάνια εξαιτίας του κόσμου που κάθεται και κάνει χάζι και από τις δύο πλευρές της μπάρας. Και, βεβαίως, μου αρέσει η υπέροχη διαμόρφωση του λόμπι στο κεντρικό κτίριο. Ο Κυριαζής και ο Παπαγιάννης κράτησαν ανέπαφο το διαχρονικό μοντερνισμό της πλακόστρωσης με τα ελεύθερα γεωμετρικά σχήματα και τους ζωντανούς ανάγλυφους αρμούς. Ήταν, μάλιστα, το σημείο εκκίνησης της έμπνευσής τους για να δημιουργήσουν ένα διαχωριστικό από διπλή λαμαρίνα με πολύγωνα κομμένα με laser ως αντανάκλαση του δαπέδου. Και πόσο ταιριάζει δίπλα τους η ασύμμετρη γεωμετρία των καναπέδων με τις μετακινούμενες πλάτες-βράχια πάνω στη «θάλασσα» του καθίσματός τους αλλά και η καμπυλωτή θηλυκότητα των θρυλικών πολυθρόνων «Ups» του Gaetano Pesce.
Ακόμη, χαίρομαι αυτόν το σύγχρονο αφαιρετικό ορισμό της ελληνικότητας, μινιμαλιστικό αλλά και θερμό, φορτωμένο με μνήμες, που έχει σχεδιάσει ο Γιώργος Κυριαζής. Στο κεντρικό ρεστοράν παίρνει τη μορφή ενός εντυπωσιακού τοίχου από τσίγκινα κουτιά φέτας. Στο λόμπι γίνεται πιθάρια από χοντρό καουτσούκ που θυμίζουν ζεμπίλι οικοδόμου. Στο «χωριό», τώρα, στα διαφορετικού στιλ δωμάτια που δούλεψε ο Τραβασάρος εφαρμόζεται ένα πιο ελληνικό πνεύμα, με συμβολική χρήση κιλιμιών στα κεφαλάρια, οροφές από φυσικά επεξεργασμένα καλάμια και μια ποικιλία από απέριττες τσιμεντοκονίες, ξύλο ή ματ μαρμάρινα πλακάκια στο δάπεδο, δίπλα σε λινά υφάσματα. Η λογική του μοντέρνου δεν χάνει ποτέ, όσο conceptual κι αν είναι, τη φιλικότητα και το ζεστό ανθρώπινο χαρακτήρα της. Σκέφτομαι να ξανακάνω ένα διάλειμμα