Ήμασταν στους δρόμους, γυρίσαμε σε Ελλάδα κι εξωτερικό. Συγκρίναμε, απολαύσαμε, γκρινιάξαμε. Κυρίως καταγράψαμε. Μπαράκια, αμμουδιές, γεύσεις, στιγμές, σημεία θέας, διαδρομές. Η ομάδα του «α» συνοψίζει το καλοκαίρι που μόλις μας πέρασε, επισημαίνοντας τις καλύτερες αλλά και τις χειρότερες στιγμές του. Τα συμπεράσματα δικά σας…
Ελένη Κούκη
Μόνικα στο Λος Άντζελες – κι από κει στο Grand Canyon, στη θρυλική κοιλάδα Monument των παλιών γουέστερν και σε ακόμη πολλά μέρη, Βόρεια Αριζόνα, Γιούτα, Νιου Μέξικο, Κολοράντο… Highlights η ζωηρή καθημερινότητα της Loisaida –νεοϋορκέζικης συνοικίας μεταναστών–, η μεγαλειώδης Κοιλάδα των Θεών στη Γιούτα και το βλέμμα γεμάτο σοφία ενός Ινδιάνου Navajo που αγνάντευε τη Monument Valley απ’ το συγκλονιστικό μπαλκόνι του ξενοδοχείου «The View» (www.monumentvalleyview.com).
(-) H επέλαση του χρήματος, που απειλεί να αλλο(τρ)ιώσει και την τελευταία γειτονιά της Νέας Υόρκης. Το Chelsey, το Soho, το Greenwich Village παραδίδουν ολοένα και περισσότερο έδαφος στα trendy καφέ-καρμπόν, τις γκαλερί και τους ντιζάινερ, πετώντας ασυμβίβαστους καλλιτέχνες, νεολαία και τελικά την ίδια την αυθεντικότητα εκτός νήσου Μανχάταν. Ιλειάνα Δημάδη (+) Να πίνω ελληνικό καφέ και να τρώω σταφύλι από την κληματαριά τού –εντελώς σπιτικού– cafe της Μαρίζας στο καλά κρυμμένο από τις ορδές των τουριστών χωριουδάκι Λούχα της Ζακύνθου με θέα στον καταπράσινο κάμπο. Ακόμη καλύτερα; Να έχει κέφια ο πατέρας της, ο μπαρμπα-Παγιός, και να μας ετοιμάζει κουνελάκι στιφάδο για μεσημεριανό (2695048426). (-) Να είμαι στη Ζάκυνθο και επί δεκαπέντε ημέρες να βλέπω τις κορυφογραμμές με τα πεύκα και τα κυπαρίσσια να καίγονται από το Κορίθι μέχρι τις Μαριές κι από το μοναστήρι της Αναφωνήτριας μέχρι τη Δάφνη. Χρήστος ΜήτσηςΑμερική, Αμερική, καλά μου ’λεγαν μερικοί… Το ένα βράδυ μπλουζ στο «Buddy Guy’s Legends» στο Σικάγο. Στο τραπέζι μας κάθονται και δύο χαρωποί τριαντάρηδες που οδήγησαν 180 χιλιόμετρα για να έρθουν ειδικά για τον Ταμπ Μπενουά. «Ξέρετε τι θ’ ακούσετε απόψε;» «Όχι». «Θα πάθετε την πλάκα σας!» Έτσι κι έγινε…
Δύο μέρες μετά βιολιά, καουμπόικα καπέλα και καρό πουκάμισα στο Μπράνσον του Μιζούρι. Μια πόλη 15.000 κατοίκων, στην οποία τα σαββατοκύριακα του καλοκαιριού ο πληθυσμός… δεκαπλασιάζεται. Τα βλάχικα της Βάρης σε μια λεωφόρο τεσσάρων χιλιομέτρων γεμάτη ντάινερ, μπαρ, ξενοδοχεία, παράξενα «μουσεία» και κάντρι, κάντρι, κάντρι.
Σικάγο-Σαν Φρανσίσκο σε 23 μέρες: 4.100 μίλια στον mother road, μόνο που τώρα σχεδόν τίποτα δεν έχει μείνει από τον Route 66. Η εσωτερική όψη μιας χώρας που νομίζεις ότι ξέρεις από το σινεμά. Και την τηλεόραση. Και τα τραγούδια. Δεν ξέρεις τίποτα, γιατί η Αμερική δεν είναι μόνο μια χώρα ή μόνο μια εικόνα. Πώς γίνεται, λοιπόν, πίσω απ’ το τιμόνι να νιώθεις σαν στο… δρόμο σου;
Μαρία Κρύου (+) Καμία σφακιανή πίτα δεν είναι ίδια με την άλλη. Ύστερα από τόσες γευσιγνωσίες το έχω μάθει πλέον. Δεν λέω, στην περιοχή των Σφακίων έχω δοκιμάσει υπέροχες γεύσεις, όμως καμία δεν πότισε τον ουρανίσκο μου με τη γλυκιά έκσταση που διαθέτει η σφακιανή πίτα της κυρά Άννας, στην παραλία της Αγίας Μαρίνας του Νομού Χανίων. (-) Δεν υπάρχει χειρότερο από το μποτιλιάρισμα σε εθνική οδό εν μέσω καύσωνα. Όσοι δοκιμάσαμε τους τελευταίους μήνες να περάσουμε από τον κόμβο της Υλίκης στην Ε.Ο. Αθηνών-Λαμίας απηυδήσαμε. Πάνος ΔεληγιάννηςΠοτέ ξανά σε σπίτι νοικιασμένο από το Internet! Αυτό μου έμεινε από τις διακοπές μου στη Σίφνο. Δύο ζευγάρια σε ένα σπίτι στον Πλατύ Γιαλό, τριών –και καλά– υπνοδωματίων, που νοικιάσαμε όσο μια βίλα στην Τοσκάνη! Τελικά αναγκαστήκαμε να αναζητήσουμε και ένα δωμάτιο σε ξενοδοχείο για να μη συσφίξουμε τις σχέσεις μας περισσότερο από όσο επιθυμούσαμε! Για να μη με περάσετε για γκρινιάρη άνθρωπο, όμως, να σας πω και για τα «Βατράχια» στην παραλία Σεράλια, κάτω από το Κάστρο, επίσης στη Σίφνο. Το απόλυτο καλοκαιρινό σκηνικό. Κατεβαίνεις καμιά εκατοπενηνταριά πλατιά σκαλιά και βρίσκεσαι σε μια μικροσκοπική παραλία με βότσαλα, με τα βράχια και τη θάλασσα φωτισμένα. Ακούς υπέροχες ροκ, τζαζ και σόουλ μουσικές και δοκιμάζεις κουζίνα επιπέδου που βασίζεται στο ψάρι και στα θαλασσινά.
Βούλα ΑκριβάκηΚι αυτό το καλοκαίρι με βρήκε να ταξιδεύω στην πλευρά της Δυτικής Ελλάδας και έχοντας ρομαντζάρει στο ηλιοβασίλεμα από το μικροσκοπικό νησάκι της Βόνιτσας, έχοντας βουτήξει στις πανέμορφες παραλίες της Λευκάδας και σεργιανίσει στα σοκάκια της Κέρκυρας, αποφάσισα να πάρω τα βουνά, και συγκεκριμένα τα Τζουμέρκα. Αλλά τα νεύρα μου δεν κάλμαραν όσο θα ήθελα. Ο λόγος; Οι δρόμοι. Το οδικό δίκτυο της ορεινής Ελλάδας και κυρίως της Δυτικής είναι σχεδόν ανύπαρκτο, ενώ το υπάρχον χρειάζεται σημαντικές βελτιώσεις όσον αφορά τη σήμανση. Η ωραιότερη στιγμή του καλοκαιριού, όμως, ήταν στην επιστροφή, λίγο έξω από την Αμφιλοχία, ο καταρράκτης της Τρύφης μας χάρισε παγωμένες βουτιές σε μια μικρή πέτρινη λίμνη.
Χρήστος Καρράς (+) Μια βραδιά στο μουσείο μοντέρνας τέχνης Louisiana της Κοπεγχάγης: υπέροχη γεύση από σκανδιναβικό καλοκαίρι, σε ένα setting μαγικό στον αίθριο χώρο του μουσείου. Να χορεύεις με φανταστικές μουσικές παρέα με ανέμελους Σκανδιναβούς και στο τέλος να ανακαλύπτεις ότι ο DJ αυτού του τόσο χαλαρού απογευματινού party δεν ήταν άλλος από τον Δανό uber παραγωγό Trentemoller. (-) Σε παραλία ελεύθερης κατασκήνωσης στη Β. Εύβοια: οι κατασκηνωτές φτάνουν καμαρωτοί καμαρωτοί με τα 4x4. Κι επειδή βαριούνται να μεταφέρουν τα πράγματά τους σε απόσταση 50 μέτρων από το δρόμο, χώνονται με τις τζιπάρες τους στην παραλία. Η εκδίκηση του καλού, βέβαια, είναι ότι κάποια από τα τζιπ κόλλησαν στα βότσαλα και οι επιβάτες τους είδαν κι έπαθαν να τα επαναφέρουν στο δρόμο. Άντζελα Σταματιάδουκεράκια και εβαπορέ γάλα (το μόνο που έλειπε ήταν ο σάκος εκστρατείας). Όλα αυτά βέβαια συνέβαιναν, δυστυχώς, σε μια δημοτική επιχείρηση, που δείχνει να μην έχει καταλάβει ότι το να κάνεις κάμπινγκ δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με τα ’70s χίπις στάνταρ διαβίωσης.
Νίκος ΤσάκαλοςΤι ήταν κι αυτό φέτος! Να ξεκινάς για μπάνιο και να είσαι καθημερινά μποτιλιαρισμένος 30΄ στον περιφερειακό της Μυκόνου. Η κίνηση φέτος ξεπέρασε κάθε λογική. Για να μη μιλήσω για τη βραδιά της συναυλίας του Ρέμου που (με ευθύνη της Αστυνομίας και των οργάνων) παρέλυσαν βασικοί οδικοί άξονες του νησιού. Τούτο το καλοκαίρι –της κρίσης κατά τα άλλα– αποβιβάστηκαν στο νησί τα περισσότερα τζιπ από κάθε άλλη φορά. Και αφού η Μύκονος δεν έχει βουνά και λαγκάδια για να οδηγήσεις, τα χιλιάδες κυβικά στους δρόμους επιβεβαιώνουν μόνο την ανοησία των (επιδεικτικών) κατόχων τους.
Οι Νύχτες Ονείρων, από την άλλη πλευρά, το πολιτιστικό καλοκαίρι που οργανώνει η Δημοτική Επιχείρηση Πολιτιστικής Ανάπτυξης (ΚΔΕΠΑΜ) στο νησί, ήταν φέτος πλουσιότερες και καλύτερες. Βρεθήκαμε σε βραδιές τζαζ, συμμετείχαμε σε εκδηλώσεις με μυκονιάτικες παραδοσιακές γεύσεις και τοπικά κρασιά, πήγαμε στον Κόρφο για τη συναυλία Παπακωνσταντίνου-Ζουγανέλη. Θέλετε και το καλύτερο; Η παραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου (σε σκηνοθεσία Βασίλη Νικολαΐδη), βασισμένη σε αποσπάσματα από τις χαμένες τραγωδίες του Ευριπίδη, έκανε πρεμιέρα στη Δήλο!
Η δική μου Μύκονος δεν έχει σχέση με όσα μαθαίνετε για την Ψαρρού ή βλέπετε στο Star. Καμία σχέση! Πιστέψτε με…
Δημήτρης ΑντωνόπουλοςΤο αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου δεν είναι αυτό που νομίζετε, είναι εκείνο του ψήστη. Εξάλλου, ο αρχαιότερος (αλλά και μελλοντικός) τρόπος μαγειρέματος είναι στα ξύλα και στα κάρβουνα. Φέτος τον Ιούλιο, λοιπόν, περιηγούμενος τη Χώρα των Βάσκων, έπαθα πλάκα τρώγοντας χαβιάρι στα κάρβουνα (!) στην καλύτερη ψησταριά του κόσμου, το «Asador Etxebarri». Μόλις σιγοζεσταμένο στα κάρβουνα, προστατευμένο μέσα στα φύκια, το χαβιάρι έρχεται βουτυράτο, αλλά όχι λιπαρό, φορτωμένο με μυρωδι
ές του ωκεανού, με μια υποψία καπνού να το παρφουμάρει. Σαν να καπνίζεις έπειτα από οργασμό στην παραλία.
Ιωάννα ΓκομούζαΦέτος ήθελα να μουλιάσω στη θάλασσα, να γίνω σοκολά από τον ήλιο, να πεζοπορήσω σε παλιά μονοπάτια, να ξενυχτήσω χαλαρά και παρεΐστικα, έτσι η Αμοργός και η Αστυπάλαια αποδείχτηκαν αχτύπητη επιλογή. Ακόμα νοσταλγώ τα βράδια που τραγουδάγαμε στην αυλή του ξενώνα μας στην αμοργιανή Χώρα –και μας χειροκροτούσαν από τα γύρω σπίτια–, τα γλυκά στο «Αρχιπέλαγος» στην Αστυπάλαια με την πανσέληνο και το Κάστρο της Χώρας στο «πιάτο». Και καθώς τα δρομολόγια βόλευαν –μας έστησε βέβαια αρκετά το Superjet–, πέρασα κι από τη Μήλο για να «βαπτιστώ» στις μοναδικές παραλίες της. Να ήταν και οι Μήλιοι (ή τουλάχιστον αρκετοί από αυτούς) πιο σωστοί επαγγελματίες όμως… ΟΚ, το περιμέναμε καταμεσής στον Αύγουστο οι τιμές να ξεφεύγουν, αλλά πρέπει να παρακαλάμε και για το αυτονόητο: την απόδειξη στο εστιατόριο και στο φούρνο ή το εισιτήριο στο λεωφορείο;
Διονύσης ΚούκηςΟι διακοπές μου φέτος «επενδύθηκαν» σε μια μεγάλη περιπλάνηση με αυτοκίνητο (10.000 χλμ.) και δεκάδες στάσεις από Ιταλία (Απουλία, Τοσκάνη, Λιγουρία) μέχρι τη Β. Ολλανδία (Γκρόνινγκεν). Από τις χιλιάδες εικόνες που κράτησα στη μνήμη μου τρία σχόλια…
Οι διακοπές στο ιστορικό θέρετρο του Σεν Τροπέ, το οποίο τελευταία ξανανεβαίνει, αποδείχτηκαν μοναδική εμπειρία.
(+) Η αίσθηση της απλωσιάς που σου χαρίζει η εκπληκτική πυκνή βλάστηση με τα πεύκα, τις πικροδάφνες και τους φοίνικες μέχρι τη θάλασσα και τα αραιά χτισμένα, λιτά σπίτια στο στιλ του γαλλικού Νότου (καμία σχέση με τα μεγαθήρια της Μυκόνου).Το πόσο σοβαρά έχουν πάρει οι επιχειρηματίες το μάρκετινγκ της νυχτερινής διασκέδασης, με κάθε εστιατόριο ή club να ποντάρει στο διαφορετικό. Να μερικές από τις μαγκιές που δίνουν το στίγμα: η σκηνογραφία που προσφέρει αίσθηση διακοπών σε ντιζάιν περιτύλιγμα («πατώματα» από άμμο συνδυασμένα με μοντέρνα έπιπλα ή πολυέλαιοι κρεμασμένοι από δέντρα και κληματαριές)· οι «φυσικές» επιδείξεις μόδας που γίνονται καθημερινά χωρίς πασαρέλα ανάμεσα στους θαμώνες των club-restaurants ή και στην παραλία· το τελετουργικό σερβίρισμα κάθε φιάλης ροζέ σαμπάνιας Crystal Magnum των 1.000 ευρώ στο «Villa Romana» εν μέσω συσκότισης, με συνοδεία το «Also Sprach Zarathustra» του Ρίχαρντ Στράους από την εισαγωγή της «Οδύσσειας του Διαστήματος» (εμείς το παρακολουθήσαμε 17 φορές σ’ ένα βράδυ!)· το τρόλεϊ με τα 84 τυριά στο βραβευμένο με ένα αστέρι Michelin εστιατόριο του ξενοδοχείου «Villa Belrose», με τον ειδικό «τυρολόγο» να σου υποδεικνύει με ποια σειρά θα τα δοκιμάσεις, αλλά και το τρόλεϊ των αφεψημάτων που κόβονται από τη γλάστρα και βράζονται μπροστά σου…
(-) Η γαστρονομία, πολύ κατώτερη της Μυκόνου, κάτι που δεν περιμένεις από ένα θέρετρο με τόσο απαιτητικό κόσμο, το οποίο μάλιστα βρίσκεται στη Γαλλία. Αν και δοκιμάσαμε πάνω από 10 εστιατόρια, φάγαμε καλά μόνο στο «Villa Belrose», το «Joseph l’Escale» και το «Grand Joseph» και απλώς συμπαθητικά στο «Club 55».Η τρομερή κίνηση κάθε ώρα της ημέρας μπαίνοντας ή βγαίνοντας από το Σεν Τροπέ.
Απογοήτευση η περίφημη Niki Beach, μαζική και πολύ «ψεύτικη», ενώ τίποτε το ιδιαίτερο και το «Club 55» που έκανε μόδα η Μπριζίτ Μπαρντό – το «N’Ammos» στην Ψαρρού είναι πολύ καλύτερο.
Δέσποινα ΖευκιλήΗ βόλτα στις κρυμμένες πλατείες της Μάρπισσας.