Η Άντζελα Σταματιάδου πήγε στα Πορρόια, κάλπασε με άλογο στο όρος Μπέλες, κωπηλάτησε στη λίμνη της Κερκίνης και δηλώνει... χαλάλι τα χιλιόμετρα.
O γεμάτος κορμοράνους και αργυροπελεκάνους υγροβιότοπος της Κερκίνης, ντουέτο με το παρυδάτιο δάσος του, μπορεί να είναι το καμάρι της ευρύτερης περιοχής, πλην όμως λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα το κεφαλοχώρι Άνω Πορρόια, στις δυτικές πλαγιές του όρους Μπέλες, λειτουργεί σαν γλυκύτατο... ηρεμιστικό. Natural high: ένας χειμωνιάτικος περίπατος σε γραφικούς μαχαλάδες, για χάζι σε ζηλευτά διώροφα μακεδονίτικης αρχιτεκτονικής, ένας αχνιστός ελληνικός καφές στην πλατεία, κάτω από τα αιωνόβια πλατάνια, κι ένα αναζωογονητικό αεράκι βουνού/δάσους να εκτοπίζει το καυσαέριο που έχεις ακούσια καταναλώσει τόσα χρόνια. Βολτάρεις και επιτρέπεις στον εαυτό σου να λειτουργήσει στο ρελαντί, κατεβάζεις τους προσωπικούς σου ρυθμούς, χαλαρώνεις. Εκτός, βέβαια, αν χρειαστεί να... καλπάσεις.
Εδώ δεν θα χρειαστεί να πεις: «Το βασίλειό μου για ένα άλογο». Πρώτον, γιατί δεν είσαι ο Ριχάρδος, εξ ου και δεν έχεις βασίλειο, και, δεύτερον, γιατί ο Νίκος Βάρκας (2327051296, 6977043245) σου δανείζει με μικρό αντίτιμο τα δικά του: σε βοηθάει να ανέβεις, σου δίνει τις πρώτες συμβουλές και σε συνοδεύει στην περιήγηση. Εύκολο είναι. Σε λίγα λεπτά χαζεύεις πλατάνια, οξιές, καστανιές και βελανιδιές, περνάς ρυάκια, χαζεύεις τη χειμερινή παλέτα της φύσης (πλουσιοτάτη!), ρουφάς μυρωδιές βρεγμένου χώματος και κάνεις τα στραβά μάτια αν το άλογό σου πεινάσει και σταθεί να μασουλίσει κάνα φυλλαράκι – τα ’παμε αυτά, βιάση δεν υπάρχει. Απλώς, λίγο αργότερα θα το προτρέψεις να τρέξει λίγο, για να κρατήσει το ρυθμό της «παρέας» και να μην ξεμακρύνεις. Έχεις πορεία, άλλωστε, μέχρι την κοιλάδα Μαβί-Γκιολ, που πάει να πει σκούρα λίμνη (1.100 μ.). Εκεί, στο καταφύγιο, σε περιμένει treat: αναμμένο τζάκι, αναζωογονητικό τσιπουράκι και κρέατα στα κάρβουνα για να πάρεις δυνάμεις. μετά την ανάβαση έπεται η κατάβαση. Νομοτελειακά.
Πίσω στο χωριό, ο Συνεταιρισμός Γυναικών Άνω Πορροΐων (2327051550) έχει φτιάξει ένα απλό και γλυκύτατο καφενεδάκι-μαγαζάκι, οπότε μπορείς να κάνεις μια στάση για ένα λικεράκι από κράνα (είναι δέντρο που φυτρώνει δίπλα στο νερό). Ή μια περιποιημένη σπιτική καρυδόπιτα. Τα ράφια θα φροντίσουν για τον ανεφοδιασμό σου σε μαρμελάδες και γλυκά του κουταλιού, αρωματικά βότανα (τσάι του βουνού και σπαθόχορτο, φλαμούρι και σαμπούκο), τραχανά και χυλοπίτες.
Μια πινελιά παράδοσης θα τη χρειάζεται το ντουλάπι σου...
Κι επειδή το βράδυ –δεν μπορεί– θα ξαναπεινάσεις, έχεις τη δυνατότητα –παρότι τα κρέατα έχουν την τιμητική τους στην περιοχή, με τα βουβάλια που αράζουν στις όχθες του Στρυμόνα να μην ξέρουν ότι όταν μεγαλώσουν θα γίνουν καβουρμάς– να κάνεις την υπέρβαση... Και δη μια στάση στην «Πεστροφοταβέρνα» (2327051500) της οικογένειας Θεοδωρακέλη για πέστροφα καπνιστή ή ψητή και μια ιστορία για ένα αλεπουδάκι που έγινε το αγαπημένο pet της οικογένειας και των πελατών – απόδειξη ότι έτρωγε από το χέρι τους οι φωτογραφίες στους τοίχους. Εκατό η αλεπού, εκατόν ένα το αλεπουδάκι.
Και μετά το overdose καθαρού αέρα, περιηγήσεων, ιστοριών (όλο και κάποιος ντόπιος θα αναλάβει το flashback) και τοπικών εδεσμάτων, είναι ώρα για ύπνο. Ο «Βιγλάτορας» (2327051231), ο παραδοσιακός ξενώνας που δημιούργησε ο Στέλιος Καλέσης, στεγάζεται σε ένα παλιό χάνι. Στη ζεστασιά ενός χώρου που σε γυρίζει πίσω στο χρόνο με τον πλέον κομψό τρόπο, χωρίς να υπολείπεται σε ανέσεις –πες το, αν θέλεις, μελετημένη απλότητα–, θα τυλιχτείς στην κόκκινη κουβερτούλα σου και θα χουχουλιάσεις με φόντο παλιά έπιπλα και υφαντά. Μην τολμήσεις να βάλεις τηλεόραση (junky!) – έχεις τόσα αποθέματα εικόνων στο κεφάλι σου από το πρωί. Κι όταν ξυπνήσεις, θα σε περιμένει ένα πλούσιο χωριάτικο πρωινό – με τα αβγουλάκια του, τις απίθανες σπιτικές πίτες του, τα κέικ του και τη φρεσκοστυμμένη πορτοκαλάδα του. Φυσική ανταμοιβή!