Στη γραφική πλατεία Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, μπροστά από το πατρικό σπίτι του σπουδαίου διηγηματογράφου, έχει στηθεί ένα ξύλινο σκαλιστό τραπέζι μ’ ένα λευκό σεμέν. Πάνω του βρίσκονται μοσχομυριστά λεμόνια ενώ μπροστά του δύο ψάθινα καλάθια γεμάτα με βοτάνια του βουνού. Αρκεί μόνο μια εικόνα σαν αυτή για να μας γεμίσει θαλπωρή για τα παιδικά μας χρόνια στο χωριό, όταν μαζεύαμε ρίγανη από το βουνό, στο τσίγκινο ταψί έμπαινε η σοδειά από το μποστάνι του παππού και τη μύτη μας έσπαγαν οι ευωδιές από τον ξυλόφουρνο της γιαγιάς. Θα ανταλλάσσαμε δεκάδες δείπνα σε μισελανάτα εστιατόρια για να ξαναγευόμασταν αυτές τις γεύσεις, να ζούσαμε ξανά αυτή τη…farm to table εμπειρία, στην πρωτότυπή της εκδοχή, πολύ πριν γίνει trend και κυρίως από τα χεράκια αγαπημένων μας ανθρώπων που δε βρίσκονται πια στη ζωή. Τέτοια εδέσματα, που ο Παπαδιαμάντης χαρακτηρίζει "χάδια κοιλιάς", αναδύονται ξανά στην επιφάνεια μέσα από το βιβλίο του συγγραφέα Γιώργου Πίττα "Και έφαγον πάντες και ηυφράνθησαν. Η γαστρονομία της Σκιάθου με το βλέμμα του Παπαδιαμάντη", που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τον Αρμό.
Ο Γιώργος Πίττας, - ένας πραγματικός εραστής της γαστρονομίας- εμπνευστής του προγράμματος "Γαστρονομικές Κοινότητες" που αναδεικνύει τις πιο αντιπροσωπευτικές γεύσεις κάθε τόπου, επικεφαλής του προγράμματος "Ελληνικό Πρωινό" που συνέδεσε τον ξενοδοχειακό κλάδο με το γαστρονομικό πλούτο κάθε περιοχής και δημιουργός του Greek Gastronomy Guide, μελέτησε τα άπαντα του Παπαδιαμάντη (μια πρακτική που τον έκανε καλύτερο άνθρωπο, όπως μας ανέφερε χαρακτηριστικά στην παρουσίαση του βιβλίου του) για να ανακαλύψει τη σκιαθίτικη γαστρονομική ηθογραφία. Η σχέση του με τη γενέτειρα του Παπαδιαμάντη δεν είναι τυχαία. Επισκέφτηκε το νησί πρώτη φορά σε ηλικία 10 ετών και από τότε, εδώ και 6 δεκαετίες, επιστρέφει ξανά και ξανά, ακολουθώντας αυτή την "περιπέτεια του παντρέματος της φύσης, της ζωής, του πολιτισμού της καθημερινότητας και της γαστρονομίας της Σκιάθου".
Γιατί μπορεί σήμερα η γαστρονομία να έχει λανθασμένα ταυτιστεί στη συνείδησή ορισμένων με τη hi-end εστιατορική σκηνή, τα μενού των διακεκριμένων σεφ και την πολυτελή ευωχία, αλλά στην πραγματικότητα είναι "η βαθιά γνώση όλων όσα αφορούν τη διατροφή του ανθρώπου", όπως πολύ απτά επισήμανε ο Γάλλος γαστρονόμος του 18ου αιώνα Brillat-Savarin (που υπήρξε και ο εφευρέτης της λέξης). Επομένως η γαστρονομία εσωκλείει οτιδήποτε γύρω από το φαγητό και τις δραστηριότητες του ανθρώπου για να έχει πρόσβαση σε αυτήν, την αλιεία, την κτηνοτροφία, τη γεωργία, ακόμη και τα σκεύη με τα οποία παρασκευάζονται, φυλάσσονται ή μεταφέρονται τα φαγητά.
Μια περιήγηση στα Παπαδιαμαντικά κείμενα αρκεί για την κατανόηση του όρου που βρίσκεται στον αντίποδα της γαστρονομίας της αλαζονείας και της σπατάλης. Οι περιγραφές του είναι μια πραγματογνωσία του παραγωγικού κύκλου της διατροφής σε όλες του τις εκφάνσεις. Νερόμυλοι και φούρνοι, βάρκες και βαρκάρηδες, αμπέλια και οινοποσίες, καΐκια και ταρσανάδες, καφενεία και ταβερνεία, πανηγύρια και γλέντια, χορτομαζέματα και μαγειρέματα παρουσιάζονται μέσα από την αθωότητα του απλού παπαδιαμαντικού κόσμου και των ταπεινών πρωταγωνιστών του. Απλοί μεροκαματιάρηδες που μοχθούν στα "ρόδινα ακρογιάλια", τα βουνά και τα λαγκάδια, τ’ αμπέλια και τους ελαιώνες της Σκιάθου, χωρίς περιττά υλικά αγαθά αλλά με τα λίγα που τους προσφέρει ο τόπος τους. Και όπως είναι οι άνθρωποι έτσι είναι και η κουζίνα τους. Λιτή, χωρίς φανφάρες (πού να τις βρουν άλλωστε;) που αρκείται στις υπάρχουσες πρώτες ύλες, ό,τι γεννάει η γη και ό,τι φιλοξενεί η θάλασσα. Το κατά δύναμιν για να τραφούν τα στόματα της οικογένειας, που όμως μέσα στην απλότητά της καταφέρνει να είναι πλούσια.
Τα λιμπιστικά γεύματα της Σκιάθου
Με οδηγό τον κοσμοκαλόγερο συγγραφέα, μέσα από 95 διηγήματά του αλλά και σκαλίζοντας το θυμικό των σύγχρονων Σκιαθιτών, ο Γιώργος Πίττας ανακάλυψε έναν κρυμμένο γαστρονομικό θησαυρό, μια κουζίνα με ιδιαίτερη ταυτότητα που όμοιά της δεν συναντάμε σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Η Σκιάθος, ως νησί, έβριθε ψαρικών και θαλασσινών αλλά δεν φτούραγαν για τη θρέψη της φαμίλιας, έτσι τα πάντρευαν με ό,τι υπήρχε στο μποστάνι τους ή έβρισκαν στο βουνό, καθώς δεν είχαν ζυμαρικά. Και γεννήθηκαν πιάτα όπως ο αστακός με κολοκυθάκια ή μάραθα, οι καραβίδες με χόρτα του βουνού, η πεσκανδρίτσα ή η συναγρίδα στιφάδο, η σφυρίδα σύμβραση με ντομάτα. Ο συνδυασμός χόρτων και λαχανικών με ψάρια και "τσόφλια", όπως λένε στη σκιαθίτικη ντοπιολαλιά τις γαρίδες, τον αστακό και τις καραβίδες (γιατί δεν είχαν ψαχνό και δεν φτουρούσαν) είναι το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα της κουζίνας της Σκιάθου. Πιάτα τόσο απλά κι όμως τόσο μεγαλειώδη σε γεύση και ουσία.
Άλλα εδέσματα της Σκιάθου είναι τα καλαπόδια, μικρές πίτες με αυτοφυή χόρτα και η σκιαθίτικη τυρόπιτα σπειροειδούς σχήματος. Το λάδι υπήρχε άφθονο στο νησί λόγω της πληθώρας των ελαιώνων γι΄αυτό και μαζί με τις πίτες, το ψωμί, τις ελιές και τα όσπρια αποτελούσαν το κύριο φαγητό των Σκιαθιτών (ιδιαίτερα των φτωχών και των απόρων). Φυσικά δε λείπουν και τα κρεατικά που φυλάσσονταν για τα πανηγύρια και τα τραπέζια της γιορτής, όπως κατσικάκι αυγολέμονο, αρνάκι κλέφτικο, ντόπιο κουνέλι στιφάδο, αγριοκάτσικο κοκκινιστό. Ειδική μνεία κάνει ο Παπαδιαμάντης στο γιουβέτσι του Κακόμη, ενός μεροκαματιάρη και βιώνει ως τελετουργία την απόλαυση του αγαπημένου του φαγητού.
Τα παραδοσιακά σκιαθίτικα γλυκά
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή πολλοί πρόσφυγες κατέφυγαν στην Σκιάθο, φέρνοντας μαζί τους (εκτός από τις συνταγές για ντολμαδάκια) και σιροπιαστά γλυκά, όπως ο μπακλαβάς, που φτιάχνεται ακόμη με τον ίδιο τρόπο, σ' ένα σινί, ένα μεγάλο στρογγυλό ταψί με πενήντα χειροποίητα λεπτά φύλλα ζύμης. Το σκιαθίτικο χαμαλί φτιάχνεται με φύλλο ανοιγμένο στο χέρι με γέμιση από καρύδι, μέλι, καρυκεύματα και ψωμί. Τυλίγεται σε σχήμα τριγώνου ή πουγκιού, όπως το χαϊμαλί-το φυλακτό, τηγανίζεται σε ελαιόλαδο και πασπαλίζεται με άχνη ζάχαρη. Προσφέρεται στους γάμους για καλοτυχία και ευγονία. Ομοίως και το αμυγδαλωτό γλυκό του κουταλιού που προσφέρεται και σε βαφτίσεις αλλά και ονομαστικές εορτές και φτιάχνεται από αμυγδαλόψυχα τριμμένη, ζυμωμένη με ζάχαρη και ανθόνερο και ψήνεται ελαφριά στο φούρνο. Τέλος οι ροζέδες φτιάχνονται από καρύδι, κακάο, καρυκεύματα και φρυγανιά ενώ τα φουσκάκια είναι οι γνωστοί λουκουμάδες.
Η παρουσίαση του βιβλίου του Γιώργου Πίττα "Και έφαγον πάντες και ηυφράνθησαν. Η γαστρονομία της Σκιάθου με το βλέμμα του Παπαδιαμάντη" πραγματοποιήθηκε αρχές Ιουνίου στη Σκιάθο. Το συντονισμό κράτησε η δημοσιογράφος Μπήλιω Τσουκαλά, η οποία επιμελήθηκε την έκδοση, ενώ για το βιβλίο μίλησαν ο δήμαρχος Σκιάθου, Θοδωρής Τζούμας που προλογίζει και το βιβλίο, η αντιδήμαρχος κοινωνικής πολιτικής, Ματούλα Χονδρονικολή και η δημοσιογράφος, Νανά Δαρειώτη.