Πόλεις χαμένες στο χρόνο, φθαρμένα αποικιακά κτήρια που ακόμη εντυπωσιάζουν, αντίκες που μεταφέρουν σε κινηματογραφικά σκηνικά της Αμερικής του ’50, απέραντες λευκές παραλίες, ρούμι που ρέει άφθονο, μουσική που ακούγεται από κάθε γωνιά, και τελικά και πάνω απ’ όλα οι άνθρωποι. Ένας λαός που αντιμετωπίζει το αμερικανικό εμπάργκο χορεύοντας. Η Κούβα είναι ένα οδοιπορικό στο παρελθόν υπό τους ήχους των Buena Vista Social Club ή της Celia Cruz.
Από την Πωλίνα Παρασκευοπούλου
Η Κούβα είναι μια απροσδόκητη περιπέτεια. Το καταλαβαίνεις από την πρώτη στιγμή που πατάς το πόδι σου στο αεροδρόμιο της Αβάνα, με το ταβάνι που στάζει και τις (άνευ λόγου) πεταμένες βαλίτσες σου εκτός ιμάντα αποσκευών (με λίγη καλή τύχη θα τις εντοπίσεις πριν το amber alert). Σ’ αυτό το νησί που θεωρείται η "βασίλισσα της Καραϊβικής" όλα είναι πιθανά και τίποτα όπως έχεις συνηθίσει. Αντιθετικά συναισθήματα σε κατακλύζουν, εναλλασσόμενα από τη μια στιγμή στην άλλη, σαν ένα roller coaster από το οποίο, όμως, δεν θέλεις με τίποτα να ξεφύγεις. Η αναπάντεχη δυνατότητα να ζήσεις σε μια άλλη εποχή και να "κλέψεις" λίγο από τη λάμψη των αστέρων της δεκαετίας του ’50 που κυκλοφορούσαν με τα πολυτελή αμερικάνικα αυτοκίνητα, ανάμεσα σε αποικιακές επαύλεις, η μουσική που αντηχεί παντού σαν κάποιο μαγικό μουσικό χαλί και σε παρασύρει να χορέψεις κάθε ώρα της μέρας, το γλυκόπιοτο ρούμι, η οργιώδης βλάστηση εκτός πόλεων που γαληνεύει την ψυχή, οι απέραντες λευκές αμμουδιές με τα τιρκουάζ νερά που σε στέλνουν στον παράδεισο και η ψυχή των –πάντα χαμογελαστών- ανθρώπων της είναι η μια όψη του νομίσματος.
Η άλλη περιλαμβάνει μια χώρα, αναγκαστικά, παγιδευμένη σε μια χρονική στρέβλωση, περικυκλωμένη ασφυκτικά από ένα οικονομικό εμπάργκο που ροκανίζει αξιοπρέπειες για πάνω από μισό αιώνα κι ένα καθεστώς που υποτιμά τη νοημοσύνη του λαού της, συνθλίβει κίνητρα και καταδυναστεύει την ελευθερία του λόγου. Είναι οξύμωρο πως κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης CCTV εποπτεύουν τους κατοίκους μιας χώρας που στερείται βασικά αγαθά πρώτης ανάγκης (την περίοδο του ταξιδιού μας ήταν σε έλλειψη το χαρτί υγείας) και το πόσο έχει ανθίσει η μαύρη αγορά για την αναπλήρωσή τους. Οι συνεχείς διακοπές ρεύματος και οι ουρές με δελτίο έξω από υποτυπώδη μαγαζιά με άδεια ράφια αποτελούν κανονικότητα για τους Κουβανούς ενώ για εμάς μια ανεκτίμητη υπενθύμιση της αξίας όλων όσα θεωρούμε δεδομένα στην χώρα μας. Για να απολαύσεις πραγματικά την Κούβα, πρέπει να την επισκεφτείς tabula rasa. Και είναι αυτή ακριβώς η πρόκληση να ταξιδεύουμε σαν άγραφα χαρτιά, χωρίς προσδοκίες, που μας έκανε να ερωτευτούμε αρχικά τα ταξίδια και τελικά αυτή τη χώρα με τη δυνατή καρδιά που σημαδεύει για πάντα τους επισκέπτες της.
Αβάνα, η νοσταλγική πρωτεύουσα
Ήταν ήδη απόγευμα όταν φτάσαμε, μετά από 16 ώρες πτήσης, στο casa particular μας, σ’ ένα αποικιακό κτήριο του 1900, με εσωτερικό κήπο. Η πρώτη επαφή με την Αβάνα, την ώρα του ηλιοβασιλέματος, οφείλει να ξεκινήσει παραλιακά, από τη διάσημη λεωφόρο Malecón, που καλύπτει περίπου 8χλμ ακτογραμμής από την παλιά πόλη ως την αριστοκρατική συνοικία Μιραμάρ. Στη λεωφόρο των εραστών, όπως αποκαλείται, συναντιούνται ερωτευμένοι, ποιητές, folk τραγουδιστές, χορευτές της salsa, φιλόσοφοι και ψαράδες. Η νύχτα στη Malecón είναι γλυκιά, μια ιδιαίτερα παθιασμένη ατμόσφαιρα ξεδιπλώνεται, όταν ο ουρανός βάφεται με τις ροζ και μωβ αποχρώσεις του. Τα εντυπωσιακά αυτοκίνητα αντίκες σε έντονα χρώματα που περνούν δίπλα από τα κτήρια με την Art Deco αρχιτεκτονική χαρίζουν τις πρώτες δόσεις της κουβανικής αύρας. Λίγο πιο κάτω στρατιώτες ντυμένοι με στολές εποχής πυροβολούν από το φρούριο a Cabaña κάθε βράδυ στις 21:00. Στην αντίθετη κατεύθυνση, στέκει ακόμη (σχεδόν αγέρωχο) το ξενοδοχείο Nacional, το οποίο το 1946 φιλοξένησε τη Διάσκεψη της Αβάνας, ίσως την ιστορικότερη συνάντηση μαφιόζων στον 20ο αιώνα, που δραματοποίησε ο Κόπολα στην ταινία του The Godfather II.
Με το φως της μέρας, η περιπλάνηση στους δρόμους της παλιάς Αβάνας, που συγκαταλέγεται στα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO από το 1982, οδηγεί σε μεγαλειώδεις πλατείες, όπως η Plaza Vieja και η Plaza de la Catedral, που έχουν αποκατασταθεί πλήρως. Κουβανές με χρωματιστά παραδοσιακά ρούχα και πούρα ανά χείρας σε πλησιάζουν για μια αναμνηστική φωτογραφία με φόντο τον Καθεδρικό του San Cristóbal. Το εθνικό Καπιτώλιο, το οποίο σύμφωνα με τους Κουβανούς "μοιάζει με τον Λευκό Οίκο, αλλά κατά ένα μέτρο ψηλότερο" και το επιβλητικό Gran Teatro de la Habana Alicia Alonso, δίπλα στο Inglaterra, το πρώτο ξενοδοχείο που άνοιξε στην Αβάνα, διηγούνται παλιές ιστορίες χλιδής και ίντριγκας. Ένα διάλειμμα στο µουσείο Havana Club σου χαρίζει τη δυνατότητα να γευτείς ρούμι παλαίωσης 7 χρόνων και να μάθεις πώς παράγεται αυτό το κουβανέζικο "νέκταρ". Τα διάσημα στέκια του Hemingway El Froridita και La Bodeguita del Medio σε προσκαλούν να (ξανα)πιεις.
Τα επιβλητικά αποικιακά κτίρια σε έντονα χρώματα αποπνέουν ακόμη μια μοναδική ατμόσφαιρα, παρά την έκδηλη εικόνα εγκατάλειψης με μπαλκόνια ετοιμόρροπα. Μεγάλα διαμερίσματα έχουν χωριστεί σε δωμάτια-σπίτια για να στεγάσουν πολυμελείς οικογένειες. Μέσα από τα παλιά πορτοπαράθυρα χωρίς τζάμια αλλά με κάγκελα, μπορείς εύκολα να διακρίνεις τη φτώχεια και την ανέχεια. Παρόλα αυτά, οι Κουβανοί χαμογελούν πάντα αβίαστα. Ιππήλατες άμαξες, κίτρινα Cocos και ποδήλατα με αυτοσχέδιο διθέσιο κάθισμα και τέντα είναι μερικές από τις εναλλακτικές αν δεν θες να περπατήσεις, για να συναντήσεις ολάνθιστες αλέες, πλανόδιους με ξύλινους πάγκους που πουλάνε τροπικά φρούτα και βολβούς και Κουβανούς που παίζουν μανιωδώς ντόμινο.
Vintage car tour
Βίωσε την εμπειρία ενός vintage car Havana tour που ξεκινάει από τα δρομάκια της πόλης, περνάει από την plaza de la Revolución με την περίφημη εικόνα του Τσε Γκεβάρα και το σύνθημα "Hasta la Victoria Siempre" αλλά και του επαναστάτη Καμίλο Σιενφουέγος που χάθηκε μαζί με το αεροπλάνο στο οποίο επέβαινε μυστηριωδώς, φτάνει στο "El Bosque de La Habana" ένα καταπράσινο μαγικό δάσος (όπου οπαδοί της La Santeria κάνουν τελετουργίες ντυμένοι στα λευκά) με δέντρα που έχουμε φανταστεί μόνο μέσω παραμυθιών, μέσα στην πόλη και καταλήγει στη λεωφόρο Malecón την ώρα του ηλιοβασιλέματος. (30€/ανά ώρα)
Βινιάλες, η κοιλάδα των πούρων
Ένα απαστράπτων μαύρο Chevrolet του ’57 (με μηχανή Hyundai) έφτασε κάτω από το casa particular για να μας μεταφέρει στο μέρος απ’ όπου βγαίνει ο καλύτερος καπνός του κόσμου, μόλις 4 μέρες πριν ο κυκλώνας Ίαν σαρώσει ολόκληρη την επαρχία Pinar del Rio. Στη διαδρομή η βλάστηση οργιάζει με χιλιάδες τρόπους. Πανύψηλοι κοκοφοίνικες ξεπετάγονται δεξιά κι αριστερά μέσα από μια καταπράσινη πανδαισία που διακόπτεται μονάχα από το υδάτινο καθρέφτισμα μικρών λιμνών. Όταν μετά από δυόμιση ώρες περίπου η ευδαιμονική ομορφιά της δυτικότερης οροσειράς της Κούβας, Sierra del Rosario ξετυλίγεται μπροστά μας, αντιλαμβανόμαστε πως η περιπέτεια μόλις αρχίζει. Βόδια, άροτρα και άλογα με κάρα δημιουργούν ένα "μποτιλιάρισμα” που διαφορετικά, ίσως, να αντικρίζαμε μόνο σε ταινίες εποχής. Μικρά ξύλινα σπιτάκια, που ο ξεναγός μας αποκαλεί "secaderos" (μέσα στα οποία απλώνεται ο καπνός για να ξεραθεί) ξεπηδούν εδώ κι εκεί, ενώ οι καρστικοί σχηματισμοί της περιοχής, που ονομάζονται mogotes και δεν υπάρχουν αλλού στον κόσμο, κάνουν την άκρως απόκοσμη εμφάνισή τους μέσα στην καταπράσινη κοιλάδα των πούρων.
Η πρώτη μας στάση είναι η φάρμα πούρων Montesino, που ανήκει στην ίδια οικογένεια εδώ και τρεις γενιές και αποτελεί έναν από τους πιο γνωστούς παραγωγούς καπνού στην Κούβα. Ο señor Leonardo Montesino, με γαλότσες και ντύσιμο καπουμπόι μας εξηγεί την προετοιμασία, την επεξεργασία και την παρασκευή των διεθνούς φήμης πούρων που τυλίγονται με το χέρι.
Μια στάση στο παρατηρητήριο Λος Χασμίνες με καταπράσινη θέα που κόβει την ανάσα σε εκατοντάδες μικρότερες εισπνοές παρθένας φύσης αποτελεί την έναρξη της επίσκεψής μας στη δεύτερη καπνοφυτεία Il Progresso Leonardo, κρυμμένη μέσα στην κοιλάδα του Βινιάλες. Σύντροφοί μας στη διαδρομή, περήφανα άλογα που προσπαθούν να…εξοκείλουν της διαδρομής αλλά επανέρχονται με την προσφώνηση "Caballooo" του "γητευτή” τους, που ακόμη αντηχεί στα αυτιά μας. Η διαδρομή είναι μαγεία, μας μεταφέρει σε γαλήνιες επικές σκηνές του Lord of the Rings, στα δάση του Rivendale ή τα λιβάδια του Shire. Μπαίνουμε σ’ ένα "secadero", φτιαγμένο από ξερά κλαδιά κοκοφοίνικα, για να γνωρίσουμε τον παραγωγό αυτής της εντελώς παραδοσιακής καπνοφυτείας, που ρολάρει μπροστά μας με μαεστρία το πούρο με τα τρία μέρη που το απαρτίζουν (tripa, capota, capa). Το μυστικό βέβαια (μια τεχνική που εξυπηρετούσε τις ευαισθησίες του ασθματικού Τσε), είναι να αλείψεις με μέλι το σημείο που βάζεις στο στόμα σου για να απογειωθεί η γεύση. Η διαδρομή της επιστροφής με τα άλογα είναι πλήρης μονάχα με μια στάση, στο Bar Mirador, στη μέση του (καταπράσινου) πουθενά, με κορμούς δέντρων αντί για σκαμπό και τροπικά ζώα αντί θαμώνων, για να δροσιστούμε με ρούμι μέσα σε σκαμμένες καρύδες.
Gastro-experience
Πριν αποχωρήσεις από το Βινιάλες, δοκίμασε την τοπική κουζίνα σ’ ένα paladar (το όνομα προέρχεται από την ισπανική λέξη για τον ουρανίσκο), ένα μικρό, οικογενειακά διοικούμενο εστιατόριο που σερβίρει σπιτικό κουβανέζικο φαγητό. Στο paladar Casa Barbaro, επιλέγεις μόνο το είδος του κρέατος που θέλεις. Σύντομα στο τραπέζι σου καταφτάνουν πιατέλες με όλα τα συνοδευτικά. Γλυκοπατάτες, ρύζι, φασόλια, σαλάτα, τηγανητές μπανάνες (mariquitas) και γευστικοί βοβλοί, όπως malanga και yuca.
Βαραδέρο, το τουριστικό θέρετρο
Ο πιο διάσημος, -αλλά και ο πιο αμφιλεγόμενος- τουριστικός προορισμός της Κούβας μας προβλημάτισε, σχετικά με το αν θα έπρεπε να αφιερώσουμε χρόνο σ’ ένα μέρος που η πλειοψηφία σταυρώνει ως τουριστική παγίδα. Όταν βέβαια σκρολάρεις φωτογραφίες μιας απέραντης παραλίας με λευκή ψιλή άμμο και τιρκουάζ νερά, που συγκαταλέγεται στις καλύτερες του κόσμου, η ζυγαριά γέρνει με μεγάλη ευκολία προς την καρτποσταλική ευδαιμονία. Το concept περιλαμβάνει all inclusive (5άστερα αλλά με διαφορετικά μέτρα και σταθμά από τα δικά μας) ξενοδοχεία με σήμα κατατεθέν το βραχιολάκι που σε συνοδεύει από την άφιξη ως την αναχώρηση, το οποίο αποδεδειγμένα δεν σε ενοχλεί στο ελάχιστο, ιδίως γιατί μπορείς να παραγγέλνεις το ένα cocktail μετά το άλλο χωρίς να κουβαλάς πορτοφόλι (οι μυημένοι, βέβαια, υπόλοιποι τουρίστες έρχονται με τα θερμός τους, αποδεικνύοντας ότι η εμπειρία μετράει).
Μετά από δεκάδες πρωτόγνωρες εικόνες στην Αβάνα και το Βινιάλες, το μυαλό μας χρειαζόταν ένα pause, χωρίς πρόγραμμα και χωρίς καμία έννοια, ούτε για το πού θα φάμε, ούτε για το πού θα πιούμε. Το (adults only) ξενοδοχείο Sol Varadero Beach μας το πρόσφερε απλόχερα. Δύο μέρες απόλυτης χαλάρωσης, κάτω από τον τροπικό ήλιο, με τη γαλαζοπράσινη απεραντοσύνη να απλώνεται μπροστά μας, το ρούμι να ρέει άφθονο από το πρωί ως το βράδυ και τις χορευτικές βραδιές πάνω στην άμμο. Η θάλασσα στο Βαραδέρο δεν χορταίνεται. Βουτάς με τις ώρες μέσα σε μια ζεστή υδάτινη αγκαλιά, άλλοτε ψάχνοντας κοχύλια και μικρά ψάρια στο βυθό με τη μάσκα κι άλλοτε χορεύοντας υπό τα vibes της κουβανέζικης μουσικής που αντηχεί σε όλη την παραλία. Οι βόλτες στη λευκή άμμο, παρατηρώντας τις τρύπες, που έχουν φτιάξει για κατοικία τους (σχεδόν διαφανή) καβούρια, ο ήχος και η μυρωδιά της θάλασσας οδηγούν σε πρωτόγνωρες καταστάσεις διαλογισμού με μηδενική προσπάθεια συγκέντρωσης. Κάθε ξενοδοχείο, άλλωστε, έχει πρόσβαση στο δικό του τμήμα της παραλίας, οπότε δεν θα δείτε ενοχλητικά πλήθη να χαλάνε την παραδεισένια εικόνα.
Εναλλακτικά, υπάρχει η επιλογή των νησίδων Κάγιος (όπως ονομάζονται στη γλώσσα τους), που οι Ισπανοί ονόμασαν Jardines del Rey, δηλαδή "κήπους του βασιλιά". Η λογική κι εδώ είναι παρόμοια, με τα μεγάλα ξενοδοχεία να είναι οι πρωταγωνιστές μέσα σε πυκνή βλάστηση, με θέα το απέραντο γαλάζιο. Το Κάγιο Κόκο που έχει πάρει το όνομά του από ένα είδος μικρού πουλιού που υπάρχει στο νησάκι σε αφθονία, είναι συνήθως η δημοφιλέστερη επιλογή, όχι μόνο για τουρίστες αλλά και για ροζ φλαμίνγκο!
Pina Colada με θέα
Πηγαίνοντας προς Βαραδέρο, επιβάλλεται μια στάση στη γέφυρα Bacunayagua, που αποτελεί την ψηλότερη και μεγαλύτερη γέφυρα στην Κούβα. Θεωρείται επίσης ένα από τα θαύματα της κουβανικής μηχανικής. Βρίσκεται πάνω από την κοιλάδα Yumuri, παρέχοντας ένα εκπληκτικό σκηνικό με τοπίο ζούγκλας. Για να δεις τη γέφυρα στο μεγαλείο της, κατευθύνσου στο μικρό μπαρ που έχει θέα στη γέφυρα. Σερβίρουν φρέσκα κοκτέιλ Pina Colada μέσα σε σκαλισμένο ανανά, κι αν ή τύχη είναι με το μέρος σου μπορεί να πετύχεις μπάντα Κουβανών μουσικών.
Σάντα Κλάρα, η αντάρτισσα
Στη διαδρομή από το Βαραδέρο προς το Τρινιδάδ είχαμε συμπεριλάβει μια στάση στην Σάντα Κλάρα, μια πόλη βέρα επαναστάτρια, αφού εκεί δόθηκε η καθοριστική μάχη της Κουβανικής Επανάστασης που έκανε παγκοσμίως γνωστό τον Τσε (τον Αύγουστο του ’60, το περιοδικό ΤΙΜΕ έκανε εξώφυλλο τον Κομαντάντε σε γκρο πλαν με κόκκινο φόντο, με τον Μάο Τσε Τούνγκ στα δεξιά και τον Χο Τσι Μινχ στα αριστερά σε μινιατούρες). Το να κερδίσει αυτή η πόλη το προβάδισμα για να φιλοξενήσει το Μαυσωλείο του Τσε ήταν δίκαιο και έγινε πράξη. Το 7 μέτρων μπρούτζινο άγαλμα του Κομαντάντε μ’ ένα φθαρμένο δερμάτινο μπουφάν, κρατώντας το πολυβόλο όπλο του, δεσπόζει επιβλητικό στην είσοδο του Μαυσωλείου. Το άγαλμα τοποθετήθηκε ώστε να κοιτά νότια, δηλαδή προς τη Λατινική Αμερική, ως συμβολισμός του οράματος του Τσε για μια παναμερικανική επανάσταση ενάντια στον ιμπεριαλισμό, στο βάθρο υπάρχει η περιβόητη φράση "Hasta la victoria siempre", ενώ περιβάλλεται από ανάγλυφα που αναπαριστούν τα σημαντικότερα γεγονότα της βιογραφίας του διάσημου Αργεντίνου επαναστάτη.
Η κατασκευή του Μαυσωλείου ξεκίνησε το 1982 με τη συμμετοχή πεντακοσίων χιλιάδων ντόπιων εθελοντών (πέραν των συνεργείων) και ολοκληρώθηκε 6 χρόνια μετά. Ωστόσο, ήταν το 1997 όταν και μεταφέρθηκαν εκεί τα οστά του Αργεντίνου Τσε Γκεβάρα που ανακαλύφθηκαν από επιστήμονες στο Βαλεγκράντε της Βολιβίας. Εκείνη τη μέρα ο Φιντέλ Κάστρο έβγαλε επικήδειο λόγο στη μνήμη του συντρόφου και συναγωνιστή του, σειρήνες ήχησαν σε όλες τις πόλεις του νησιού και 21 κανονιοβολισμοί έλαβαν χώρα σε Σάντα Κλάρα και Αβάνα. Στο ατμοσφαιρικό εσωτερικό (όπου απαγορεύονται οι φωτογραφίες), βρίσκονται τα οστά του Τσε και άλλων 29 συντρόφων του, με τη βολιβιανή ζούγκλα σε αναπαράσταση στο βάθος, ενώ το μουσείο περιλαμβάνει μια τεράστια συλλογή από φωτογραφίες και ιστορικά ντοκουμέντα εκείνης της εποχής και προσωπικά αντικείμενα του Τσε (από τον σχολικό έλεγχό του μέχρι τις βελόνες για την ινσουλίνη).
Στο κέντρο της Σάντα Κλάρα, που χαρακτηρίζεται από ένα αμάλγαμα αποικιακών και νέο-αποικιακών κτιρίων, θα σε παρασύρει η φλογερή προσωπικότητα της πόλης με την ακόρεστη δημιουργικότητα και τη νεανική κουλτούρα, αφού εκεί βρίσκεται το τρίτο μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της χώρας. Η κοινωνική ζωή περιστρέφεται γύρω από τη ζωντανή κεντρική πλατεία Parque Vidal, μόλις ένα τετράγωνο μακριά από τον κεντρικό εμπορικό -εν μέρει πεζοδρομημένο- δρόμο calle Independencia. Στην ίδια την πλατεία, το Museo de Artes Decorativas προσφέρει μια αίσθηση "κλειδαρότρυπας" στην καθημερινότητα των παλιών αριστοκρατών "santaclareños".
Club Mejunje
Higlight της πόλης το ιστορικό Club Mejunje (C24M+M33, Marta Abreu), ένα LGTB πολιτιστικό κέντρο (με καφέ, θέατρο, γκαλερί τέχνης, μουσική σκηνή) που βρίσκεται στα ερείπια ενός παλιού ξενοδοχείου χωρίς στέγη, που έχει παραδοθεί στη βλάστηση. Είναι ένα τοπικό – όχι, εθνικό – ίδρυμα, διάσημο για πολλά πράγματα (urban graffiti, παιδικό θέατρο, συμμετοχή σε κοινωνικές εκστρατείες κατά της ομοφοβίας και των κοινωνικών διακρίσεων, συναυλίες διαφόρων μουσικών ειδών, από rock'n roll μέχρι κουβανέζικη λαϊκή μουσική, θεατρικές παραστάσεις) κυρίως όμως για το παλαιότερο επίσημο drag show της Κούβας (κάθε Σάββατο βράδυ). Στην Σάντα Κλάρα διενεργείται, επίσης, από το 1990 (Οκτώβρη με Νοέμβρη) το καλύτερο φεστιβάλ ροκ στη χώρα, το τριήμερο Ciudad Metal.
Τρινιδάδ, μια πόλη ξεχασμένη στους αιώνες
Το Τρινιδάδ είναι μια πόλη χρονοκάψουλα. Από την πρώτη στιγμή που το taxi collectivo μπήκε σ’ αυτή την τόσο γραφική πόλη, καταλάβαμε πως το ρολόι έχει σταματήσει στα μέσα του 1800. Η άφιξή μας σ’ ένα πολύ ιδιαίτερο αποικιακό casa particular στο κέντρο του Τρινιδάδ συνοδεύτηκε μ’ ένα ποτήρι δροσερό χυμό ουαγιάβα (huayava) που ήπιαμε παρατηρώντας την ξαφνική τροπική μπόρα όπως έπεφτε ορμητικά στον εσωτερικό κήπο του σπιτιού. Στο Τρινιδάδ σε παρασύρουν οι υπνωτικοί ήχοι μιας αποικιακής πόλης του 19ου αιώνα. Οι τροχοί βουίζουν στα πλακόστρωτα δρομάκια, παιδιά παίζουν ξυπόλητα στους δρόμους με μπάλες και ξυλοπόδαρα και μια ελευθερία που έχουμε ξεχάσει, άλογα τριγυρίζουν στην πόλη, τροβαδούροι γρατζουνάνε μελωδικά τις κιθάρες τους και τροπικά φρούτα πωλούνται πάνω σε αυτοσχέδιους πάγκους από τα ανοιχτά παράθυρα των χρωματιστών σπιτιών.
Το Τρινιδάδ αποτελεί μια από τις καλύτερα διατηρημένες αποικιακές πόλεις και προστατεύεται από το 1988 από την UNESCO. Οι μεγαλέμποροι ζάχαρης μου μεγαλούργησαν στο Valle de lon Ingenios (κοιλάδα των μύλων ζάχαρης) όπου υπήρχαν πάνω από 50 εργοστάσια ζάχαρης την εποχή εκείνη, δημιούργησαν τα περίφημα αρχοντικά αποικιακού στιλ, με τις ιταλικές νωπογραφίες, τις πορσελάνες Wedgwood και τους γαλλικούς πολυελαίους. Σήμερα τα περισσότερα χρησιμεύουν ως μουσεία γύρω από την κεντρική πλατεία Plaza Mayor. Το Μουσείο της αποικιακής αρχιτεκτονικής ήταν κάποτε το σπίτι της οικογένειας Sanchez Iznaga. Μέσα σε 7 εκθεσιακούς χώρους παρουσιάζονται στοιχεία αρχιτεκτονικής και εσωτερικής διακόσμησης από τις περιόδους του 18ου και 19ου αιώνα. Το ρομαντικό μουσείο στεγάζεται σ’ ένα κτήριο, γνωστό και ως Palacio Brunet. Το Δημοτικό Ιστορικό Μουσείο στεγάζεται στο πρώην αρχοντικό της οικογένειας Burrell και διαθέτει πύργο (μέσω μια στενής ελικοειδούς σκάλας), απ’ όπου μπορείς να έχεις μια πανοραμική θέα της πόλης. Το πράσινο και κίτρινο καμπαναριό του Convento de San Francisco de Asis είναι ένα από τα πιο φωτογραφικά κτήρια στην πόλη.
Οι διακοπές ρεύματος στο Τρινιδάδ είναι καθημερινές και προγραμματισμένες εναλλάξ, είτε το πρωί είτε το βράδυ. Όταν ρώτησα τον Κουβανό ιδιοκτήτη του casa particular, πώς είναι δυνατόν να έχουν προγραμματίσει διακοπή ρεύματος Σάββατο βράδυ σε μια πόλη που βυθίζεται εξολοκλήρου στο σκοτάδι, αφού ελάχιστες εξαιρέσεις (μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού) διαθέτουν γεννήτρια, η απάντηση ήταν "No importa", εδώ είναι Κούβα! Το σίγουρο, πάντως, είναι πως αυτή η χώρα είναι γεμάτη αναπάντεχες εμπειρίες.
Disco σε σπηλιά
Στο Τρινιδάδ η νυχτερινή ζωή είναι…υπόγεια. Η Disco Ayala, (γνωστή και ως La Cueva), βρίσκεται περίπου 10 λεπτά από το κέντρο, πάνω σε ένα λόφο και μέσα σε μια φυσική σπηλιά με καλοσχηματισμένους σταλακτίτες. Ένας συνδυασμός μουσικής techno και salsa εκρήγνυται από τα ηχεία, ενώ βίντεο με Κουβανούς χορευτές παίζουν σε κρεμαστές οθόνες. Φήμες λένε πως το προσωπικό χρειάζεται να διώχνει τις νυχτερίδες πριν την έναρξη ενώ το σπήλαιο ήταν επίσης κάποτε το σπίτι ενός διαβόητου κατά συρροή δολοφόνου: του Carlos "Coco" Ayala.
Σιενφουέγος, το μαργαριτάρι του Νότου
Χτισμένο στην κορυφή του μεγαλύτερου φυσικού κόλπου στην Κούβα που προστατεύει από τις άγριες θάλασσες της Καραϊβικής την περίοδο των τυφώνων, το Σιενφουέγος, γνώρισε ιδιαίτερες δόξες από την αρχή του 20ου αιώνα μέχρι και την κατάρρευση του καθεστώτος του Μπατίστα, αφού όλοι οι σκαφάτοι έδεναν εκεί τα κότερά τους. Το πρώτο πράγμα που παρατηρεί κανείς σε αυτή την παραλιακή πόλη είναι η διαφορετική της ατμόσφαιρα, αφού ιδρύθηκε το 1819 από Γάλλους μετανάστες. Πολλοί από τους δρόμους μάλιστα εξακολουθούν να έχουν γαλλικά ονόματα. Το όνομα της πόλης (που κυριολεκτικά σημαίνει 100 φωτιές), ωστόσο, δεν προέρχεται από τον Κουβανό επαναστάτη Camilo Cienfuegos, αλλά από τον Ισπανό λοχαγό της Κούβας José Cienfuegos, ο οποίος το 1817, ενέκρινε ένα σχέδιο εγκατάστασης Γάλλων μεταναστών από την Μπορντό και τη Λουιζιάνα στην περιοχή.
Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, η πόλη σήμερα, με τα νεοκλασικά κτίσματα με επιρροή σαφέστατα από αρχιτεκτονική Ελληνιστική και Ρωμαϊκή αποικιακού χαρακτήρα, σχηματίζει δύο ζώνες: την κεντρική ζώνη με κιονοστοιχίες με την εντυπωσιακή Paseo del Prado (τη μεγαλύτερη στην Κούβα) και το χαριτωμένο πάρκο και την Punta Gorda, με τις όμορφες βίλες και τα παλάτια της που χτίστηκαν από εύπορες τάξεις τη δεκαετία του 1920. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως το πρώτο ξενοδοχείο που κατασκευάστηκε στην Κούβα δεν ήταν στην Αβάνα αλλά στο Σιενφουέγος και λεγόταν "Gemion".
Είναι εύκολο να παρασυρθεί κανείς από το μεγαλείο του θεάτρου Tomás Terry, στη βόρεια πλευρά του Parque José Martí με μωσαϊκά με φύλλα χρυσού στην μπροστινή πρόσοψη. Μια στάση, επίσης, στο αριστουργηματικό Παλάθιο ντε Βάγιε, μια βίλα που σήμερα λειτουργεί ως ξενοδοχείο και εστιατόριο, με θέα τη θάλασσα.
El Sonero Mayor
Το Σιενφουέγος είναι η πατρίδα του πιο διάσημου τραγουδιστή της Κούβας στον 20ο αιώνα, του Benny Moré, του "El Sonero Mayor" όπως τον αποκαλούσαν κουβανοί μουσικοί. Στο χωριό Παλμύρα, λίγο πιο έξω από το Σιενφουέγος τραγούδησε για τελευταία φορά, μια συναυλία που έληξε εσπευσμένα, καθώς είχε αιμόπτυση λόγω κίρρωσης του ύπατος που του προξένησε ο αλκοολισμός. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο στην Αβάνα όπου και πέθανε 3 μέρες μετά στα 42 του χρόνια.