Στην επέτειο των 200 ετών από τη σφαγή της Χίου, το νησί της μαστίχας μοιάζει πιο έτοιμο από ποτέ να γυρίσει σελίδα, πλουτίζοντας τη φήμη του με το πλήθος των ολότελα διαφορετικών εμπειριών που μπορεί να προσφέρει. Εμπειρίες πίσω από τις οποίες κρύβονται άνθρωποι με πάθος και όραμα για να χαράξουν το νέο πρόσωπο της Χίου. Ή, καλύτερα, τα πολλά πρόσωπα της Χίου. Ας τα ανακαλύψουμε.
Γαστρονομία: Παράδοση και καινοτομία σε κοινή υπηρεσία
Δυο γευστικά στέκια-φάροι των περιοχών τους, ο «Βραδύπους» (2271040607) στο κάστρο της Χίου και ο «Μάκελος» (2272022010) στην είσοδο του Πιτυούς, είναι δυο εστιατόρια που απέχουν παρασάγγας, όχι μόνο χιλιομετρικά, αλλά και γαστρονομικά. Καινοτόμο το ένα κι εντελώς παραδοσιακό το δεύτερο, ταυτίζονται ωστόσο σε αυτό που θέλουν να πετύχουν με τις γεύσεις τους: να μαγνητίσουν το ενδιαφέρον Χιωτών κι επισκεπτών, ελπίζοντας ότι αυτό θα παρασύρει και την έγνοια της πολιτείας.
«Το Κάστρο είναι μια γειτονιά της Χίου που αγαπούσαμε πολύ και οι τρεις, είναι όμως πολύ παραμελημένο», λέει ο Παναγιώτης Μουτζίκος, από την τριάδα του «Βραδύποδα», όμως «θέλαμε εξ αρχής ένα μέρος απόμερο, να ξέρουμε ότι ο κόσμος θα έρχεται ειδικά για το φαγητό μας», συμπληρώνει η Κέλλυ Κατσαρού, για ένα εστιατόριο δημιουργικής ελληνικής κουζίνας που αγαπά το τοπικό χρώμα: το φαβορί του φετινού καλοκαιρινού μενού είναι, άλλωστε, μια κρέμα μπουγιουρντί «θωρακισμένη» από δυο όρθια μακρόστενα μπισκότα, χαραγμένα με τα περίφημα «ξυστά» που συναντά κανείς στο μεσαιωνικό μαστιχοχώρι Πυργί. «Πολύς κόσμος παραξενεύτηκε στην αρχή από τα πιάτα μας», θυμάται ο επικεφαλής της κουζίνας, ο νεαρός σεφ Στέλιος Τσάκος, που επιχειρεί αναδομήσεις παραδοσιακών πιάτων με fusion τεχνικές και τοπικές πρώτες ύλες. «Διαπιστώσαμε σύντομα, όμως, ότι υπάρχει κοινό και για πιο ριψοκίνδυνα πράγματα στη Χίο, κι αυτό τελικά ίσως δεν έπρεπε να μας έχει κάνει εντύπωση. Γιατί όταν χρησιμοποιείς τα υλικά του τόπου, όσο απροσδόκητα κι αν τα μεταχειριστείς, το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να έχει κάτι οικείο».
Ανόθευτη γεύση οικειότητας σερβίρει, πάντως, ο Γκίμι Λίκα στα πιάτα του «Μάκελου», της ταβέρνας που ανέλαβε πριν από μερικά χρόνια ο ιδρυτής και πρώην εκδότης της εφημερίδας «Πολίτης της Χίου», Νικόλας Γεωργούλης, στο Πιτυός. «Ήρθα στον “Μάκελο” για το Πιτυός κι όχι στο Πιτυός για τον “Μάκελο”», μας λέει ο Νικόλας πάνω από ένα τραπέζι με λογής λογής τοπικά καλούδια, όπως οι μαλαθροκεφτέδες, τα ανεβατοπιτάκια, ή τα περιβόητα χερίσια μακαρόνια, που είχε εντοπίσει και αναδείξει ως ακροκέραμο της χιώτικης κουζίνας ο Ηλίας Μαμαλάκης. Φιλοδοξία του είναι να μετατρέψει το Πιτυός σε πρότυπο ταξιδιωτικό προορισμό με σειρά από δραστηριότητες («από 28 έως 30 Ιουλίου διοργανώνουμε ξανά τη γιορτή κτηνοτροφίας, με εκθέσεις, εκδηλώσεις, περίπτερα παραγωγών, το σύνολο των τυροκόμων του νησιού, εκπαιδευτικές δραστηριότητες, πεζοπορίες και πολλά άλλα»), αλλά και μια πρωτότυπη τακτική αξιοποίησης του οικιστικού δυναμικού του χωριού ως χώρους φιλοξενίας, υπό τη διαχείριση της ΚΟΙΝΣΕΠ που έχει ιδρύσει με τον πρόεδρο, τον παπά και τους κατοίκους του χωριού. «Πάλλομαι μέσα μου από την επιθυμία να δω έστω και ένα χωριό της βόρειας Χίου να ζει και τον επόμενο αιώνα, γιατί φοβάμαι ότι δεν θα επιζήσει κανένα», εξομολογείται, κι αν το πάθος του είναι ένα πρόκριμα, ίσως και να τα καταφέρει.
Παραγωγοί: Το Greek dream απ’ την ανάποδη
Κάτι μάλλον μοναδικό για τα ελληνικά χρονικά είναι αυτό που έχει κάνει η νεαρή Αργυρώ Κουτσουράδη με τη Myrovolos Organics (myrovolosorganics.gr, 2271043652). Kαι δεν μιλάμε μόνο για τη βιοτεχνία βιολογικών μυρωδικών της, που μεταφέρουν τα γηγενή αρώματα της Χίου σε όλη την Ελλάδα, αλλά και σε πολλά σημεία της Ευρώπης. Μιλάμε και για το ότι ακύρωσε κάθε κλισέ, χτίζοντας μόνη της μια επιχείρηση, την οποία έκανε οικογενειακή βάζοντας μέσα τους γονείς της. Κι ανατρέποντας παράλληλα τη ροή του Greek dream, όπου οι παππούδες μοχθούν στα χωράφια ώστε τα παιδιά και τα εγγόνια τους να έχουν μια καλύτερη, πιο ξεκούραστη ζωή.
«Οι γονείς μου δεν είχαν καμία σχέση με τα χωράφια», λέει, και «νομίζω το να ανατρέψω τις προσδοκίες ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι της πορείας μου. Γιατί εκτός του ότι είναι πολύ δύσκολο να ξεκινάς κάτι απ’ το μηδέν, είναι ακόμη πιο δύσκολο να το κάνεις κόντρα στις προσδοκίες των ανθρώπων. “Μα τι δουλειά έχεις στα χωράφια, κορίτσι πράμα”, μου έλεγαν, ή “γι’ αυτό πήγες και σπούδασες;”». Κι όμως, ήταν οι εντός κι εκτός συνόρων σπουδές της στη γεωπονία, που της έδωσαν το έναυσμα να ασχοληθεί με τα αρωματικά φυτά, αλλά και το υπόβαθρο να πάρει τις σωστές αποφάσεις στον σωστό χρόνο, ώστε να στήσει μια επιχείρηση που εξελίχθηκε γρήγορα, βρήκε την ταυτότητά της και επένδυσε στην εξωστρέφειά της. «Ήθελα να γυρίσω στον τόπο μου γιατί πιστεύω βαθιά ότι αυτό οφείλουμε να κάνουμε οι νέοι: να κρατάμε τον τόπο μας, τις παραδόσεις μας, τις ρίζες μας», τονίζει.
Αυτές τις παραδόσεις κρατά ζωντανές κι ο Παντελής Ζωγράφος, νεαρός γεωπόνος κι αυτός, που σκάβει τη δύσκολη γη της βόρειας Χίου για να καλλιεργήσει εκεί τα άνυδρα ντοματάκια του Μάναγρου (6947022471), με τον τρόπο που του είχε δείξει ο παππούς του. Μια πολύ απαιτητική βιολογική καλλιέργεια, που κάποτε αποτελούσε την καρδιά κάθε σπιτικού μποστανιού, είναι σήμερα μια τέχνη που χάνεται, κρύβει όμως μέσα της τη δική της σοφία. «Αν μια κανονική ντομάτα δίνει 40 με 50 κιλά καρπό ανά φυτό, εδώ παίρνουμε μόλις το 10%. Σε αυτό το 10%, όμως, έχουμε όλη τη γεύση συμπυκνωμένη», σημειώνει, δείχνοντάς μας τους ρηχούς λάκκους στους οποίους φυτεύονται οι ντοματιές του για να προστατεύονται από τον άνεμο, με το χώμα στη δυτική πλευρά, για να του χαρίζει νωρίτερα σκιά το απόγευμα, όταν το φυτό έχει εξαντληθεί από τη ζέστη. «Σχεδόν μισό μέτρο μέσα στο έδαφος φτάνουν οι ρίζες για να βρουν το νερό που χρειάζονται και να αναπτυχθούν χωρίς πότισμα» και αν τις δοκιμάσετε θα καταλάβετε ότι αξίζει τον κόπο: μέσα στον καρπό τους κρύβεται όλη τη γεύση του ελληνικού καλοκαιριού.
Φιλοξενία: Η γοητεία του εναλλακτικού
Τη εξαιρέσει μερικών παραδοσιακών φάρων στον ξενοδοχειακό χάρτη της Χίου, τα καταλύματα του νησιού μοιάζουν κολλημένα κάπου στο αμήχανο κενό μεταξύ rooms to let και AirBnB. Ωστόσο, πρωτότυπες ιδέες που φλερτάρουν με τον εναλλακτικό τουρισμό, πλαισιώνοντας τη φιλοξενία με δραστηριότητες, ακονίζουν εσχάτως την αιχμή του νησιού.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό του Γιώργου Μισετζή, που κάτω από την ομπρέλα φιλοξενίας «Σπιτάκια» (spitakia.gr, 2271020513) έχει αναβιώσει ένα ολόκληρο χωριό, ανακαινίζοντας με αγάπη, γούστο και σεβασμό στη λαϊκή αρχιτεκτονική του νησιού μια χούφτα από τα πετρόχτιστα σπιτάκια που δίνουν στα Αυγώνυμα τον γραφικό τους χαρακτήρα. Με αυτά ως ορμητήριο, προσφέρει μια ολιστική εμπειρία διαμονής και γνωριμίας με την πιο ανόθευτη πλευρά της Χίου: τους οικισμούς του βόρειου τμήματος του νησιού, την οργιώδη φύση που τους περιβάλλει και, το κυριότερο, τις σπάνιες άγριες ορχιδέες της Χίου. «Οι άγριες ορχιδέες έχουν κάνει τη Χίο γνωστή σε όλο τον κόσμο, με χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο να έρχονται εδώ για να τις βρουν και να τις θαυμάσουν», μας λέει. Ο ίδιος οργανώνει πεζοπορίες στα βουνά, έχοντας πια μάθει όλες τις κρυψώνες τους. Στη γωνιά του κομψού χώρου πρωινού, μάλιστα, διατηρεί μια οργανωμένη ορχιδεολογική βιβλιοθήκη με δεκάδες τίτλους – γιατί «βρίσκουν, λόγου χάρη, ένα είδος στο βουνό μόνοι τους, δεν είμαι εγώ εκεί για να τους το ταυτοποιήσω, γυρίζουν εδώ, το ψάχνουμε μαζί και το βρίσκουμε». Σε ένα απ’ αυτά τα βιβλία, μάλιστα, υπάρχει και το όνομά του, πλάι σε μια σπάνια ορχιδέα που πρώτος εντόπισε στα βουνά του νησιού.
Υαλοπώλης πάππου προς πάππον, ο Γιώργος έμπλεξε με τη φιλοξενία από την αγάπη του για το χωριό. «Με είχε φέρει ο πατέρας μου 12 χρονών και το ερωτεύτηκα», θυμάται. «Όταν μεγάλωσα και πήρα δίπλωμα αυτοκινήτου, ξανάρθα εδώ με την αγάπη μου και της είπα “εγώ μια μέρα σ’ αυτό το χωριό θα έχω ένα σπίτι κι ένα Land Rover”». Το Land Rover του είναι πια 32 ετών, τα δε σπίτια πολύ περισσότερα απ’ όσα υπολόγιζε. «Το έφεραν έτσι τα πράγματα, που παντρεύτηκα και μια γυναίκα από εδώ. Πρώτα απ’ όλα, όμως, αγάπησα το χωριό, κι αυτή μου την αγάπη είναι που θέλω να μεταφέρω μέσα από τη φιλοξενία που προσφέρω».
Την αγάπη για τον τόπο ως βασικό κίνητρο για την ειλικρινή φιλοξενία σημειώνει και η Αντιγόνη Μαϊστράλη, προέδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Χίου και μέλος του Ενιαίου Φορέα Τουρισμού Χίου, που με το «Volissos Holiday Homes» (volissosholidayhomes.gr, 2274021700) έχει μετατρέψει τις εξοχικές κατοικίες της οικογένειάς της σε καταλύματα με χαρακτήρα αγροτουριστικό. «Ο πιο διάσημος tour operator για εμάς είναι η κότα του χωριού, γιατί πήραμε, για παράδειγμα, τον κύριο Ζαν απ’ το χεράκι και είπαμε αφού το μίνι μάρκετ είναι κλειστό, πάμε στη θειά παραδίπλα που ξέρουμε ότι έχει αβγουλάκια φρέσκα», θυμάται, για έναν φιλοξενούμενο που, έκτοτε, δίνει σταθερό ραντεβού με τη Χίο εδώ και 12 χρόνια.
Fine drinking: Η τοπικότητα στο shaker
Urban, μοντέρνο και πολυσυλλεκτικό, με την μπάρα του ανήσυχη αρκετά ώστε να κυνηγάει συνεχώς διακρίσεις σε διεθνείς διαγωνισμούς (κορυφαία στιγμή η πρώτη θέση στον παγκόσμιο διαγωνισμό του ιαπωνικού ουίσκι Nikka, στη Νέα Υόρκη, πριν από μερικά χρόνια), το «Oz» (ozcocktailbar.gr, 2271080326) έχει εδραιώσει την κουλτούρα του fine drinking στο νησί, εξερευνώντας συνεχώς τα όρια των τοπικών προϊόντων μέσα από πρωτότυπες μείξεις, αποστάξεις και ζυμώσεις.
Το καλοκαίρι, δε, φοράει το μαγιό του και μεταφέρει τον easy going χαρακτήρα του στην παραλία του Αγίου Ισιδώρου στη Λαγκάδα, με το «Oz Bay» (6946082437). Εκεί, συνδυάζοντας την έφεσή του στα ποτά με την αγάπη του για κοσμοπολίτικα bites, ξεδιπλώνει ένα food pairing μενού σε επιμέλεια του Ιωσήφ Συκιανάκη (του κολωνακιώτικου «Mayor», μεταξύ άλλων), το οποίο εκτελεί η Χιώτισσα Θεοδώρα Αυγουστίδη. «Στο πρώτο πλάνο είναι πάντα τα κοκτέιλ μας», διευκρινίζει ο Στέλιος Γεωργούλης, από την ομάδα των bar owners, αφού με βάση αυτά διαμορφώθηκε το μενού, που «περιλαμβάνει από tacos μέχρι ceviche κι από pasta μέχρι bao, επιλεκτικά πράγματα από πολύ διαφορετικές κουζίνες, για να μπορείς να συνδυάσεις το φαγητό σου με αυτό που θα πιεις».
«Τα κοκτέιλ χωρίζονται σε δύο διαφορετικές κάρτες», εξηγεί ο bar manager, Μιχάλης Ιαμωνιτάκης, με τη μία να κινείται σε καλοκαιρινό, φρουτένιο και δροσερό tiki μοτίβο και τη δεύτερη να συγκεντρώνει όλα τα τοπικά προϊόντα του νησιού. «Χρησιμοποιούμε πάρα πολύ τη μαστίχα, το τοπικό κρασί και τα βότανα της Χίου», εξηγεί, «αλλά κι αυτόν τον πραγματικό θησαυρό που είναι τα εσπεριδοειδή της Χίου: Οι φλούδες τους, ο χυμός τους, ακόμη και τα φύλλα του δέντρου ή και τα κουκούτσια είναι γεμάτα γεύσεις και δυνατότητες για εμάς». Την κάρτα συμπληρώνουν αναπάντεχα υλικά, όπως το κεράσι και τα ρόδια της βόρειας Χίου. «Το ρόδι της Χίου, το οποίο πολύς κόσμος αγνοεί, είχε γίνει πέρσι η βάση για ένα διαφορετικό Mai Tai, που έγινε το πρώτο σε πωλήσεις κοκτέιλ μας για όλο το καλοκαίρι, και είναι πολύ πιθανό να κρατήσει τον τίτλο και φέτος», σημειώνει.
Μονοπάτια: Διαδρομές με ιστορία
«Η Χίος είναι πέντε νησιά ενωμένα σε ένα: ένας παππούς που ζει στο βόρειο τμήμα, μπορεί να μην έχει δει ποτέ τη μαστίχα στη ζωή του», λέει ο Γιώργος Χαλάτσης, καθώς βαδίζουμε μαζί σε ένα εντυπωσιακό μονοπάτι που ξεκινά απ’ το αλσάκι της Φάδας («Φα» για τους ντόπιους) κι αφού μας κατεβάσει στην κοιλάδα, διάσπαρτη από παλιές πεζούλες κι αυτοσχέδιες πέτρινες στέρνες, αρχίζει να κρεμιέται απ’ τις πλαγιές που οδηγούν στο όμορφο Λιθί, με τη θάλασσα σαν να σηκώνεται να καταπιεί τον ουρανό. Ακούραστος πεζοπόρος και εξερευνητής, που έχει εντοπίσει, καθαρίσει και συνδέσει μεταξύ τους δεκάδες μονοπάτια που μόνο τα βουνά θυμόντουσαν ότι έχουν πάνω τους, είναι ένας σταυροφόρος της δυναμικής της Χίου να εδραιωθεί ως κορυφαίος πεζοπορικός προορισμός. «Δουλεύω πάνω σε 140 διαδρομές αυτήν τη στιγμή», μας λέει, «με σκοπό όχι να προλάβω να τις καθαρίσω εγώ, βέβαια, αλλά να τις αφήσω παρακαταθήκη για τους επόμενους». Κοντά δύο δεκαετίες ψάχνει τα μονοπάτια του νησιού, περίπου απ’ όταν έφτασε στη Χίο, στο φινάλε της προπονητικής του καριέρας. «Πρέπει να κάνω αυτό που αρέσει στην ψυχή μου, σκέφτηκα, κι επειδή από μικρός ήμουν παθιασμένος με τα μονοπάτια –πέρασα κάποια χρόνια στο Μόναχο, μάλιστα, όπου καλλιέργησα αυτό το μικρόβιο στις Άλπεις– δεν υπήρχε περίπτωση να πάω σε ένα καφενείο να κάθομαι: Βγήκα στο βουνό κι άρχισα να ψάχνω».
Βαδίζουμε μαζί; είπα. Εκείνος δεν βαδίζει, διασχίζει μάλλον το τοπίο με μεγάλες, αεράτες δρασκελιές και, κρατώντας το βλέμμα στον ορίζοντα, κλοτσάει πού και πού κουκουνάρια, κλαδιά και πέτρες που έκαναν το λάθος να νομίσουν ότι μπορούν να ξαποστάσουν στο μονοπάτι του. Εγώ, απ’ την άλλη, απλώς σκουντουφλάω δυο-τρία βήματα πίσω του, προσπαθώντας να κρατήσω το ρυθμό του, πράγμα δύσκολο ακόμη και σ’ αυτό το εμπορικό οθωμανικό μονοπάτι του 1860, που είναι ίσως το ευκολότερο απ’ όσα έχει αναδείξει. Ανάμεσά τους, η διαδρομή που οδηγεί στο Πελινναίο, το ψηλότερο βουνό της Χίου (1297 μ.), πεδίο της μονομαχίας της θεάς Άρτεμης με τον τιτάνα Ωρίωνα, σύμφωνα με τον τοπικό μύθο – η ανάδειξη αυτού του μονοπατιού, μάλιστα, του έφερε το βραβείο του διεθνούς διαγωνισμού «Ξαναζωντανέψτε το μύθο της περιοχής σας», από τα Ευρωπαϊκά Χωριά των Πεζοπόρων στο Τιρόλο το 2017.
«Η εξερεύνηση είναι το κίνητρο: το να ψάξω, να βρω, να καθαρίσω και να αναδείξω ένα μονοπάτι είναι αυτό που μου δίνει τη μεγαλύτερη χαρά και, βέβαια, μερικές φορές να σώσω το μονοπάτι όχι μόνο από τη λήθη, αλλά και από τον άνθρωπο», επισημαίνει, μιλώντας για τις πλείστες όσες φορές έχει έρθει σε κόντρες με τοπικούς φορείς ή μεμονωμένους Χιώτες, που βλέπουν τον περιπατητικό τουρισμό ως μια ακατανόητη λόξα. «Στην αρχή με αντιμετώπιζαν ως γραφικό», θυμάται για τις εποχές που μετρούσε έως και 150 χλμ. έρευνας στο βουνό ανά εβδομάδα. Τώρα, όμως, το κλίμα έχει αλλάξει: «Οι Χιώτες –ιδίως οι ξενοδόχοι– έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται τη δυναμική αυτού του ταξιδιωτικού είδους, αλλά και τις δυνατότητες που έχει η Χίος να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους πεζοπορικούς προορισμούς της Μεσογείου». Ο Σύλλογος Φίλων Μονοπατιών Χίου (αναζητήστε τον στο Facebook και στο 6947618040), τον οποίο ίδρυσε, μετρά πλέον 150 μέλη, που συμμετέχουν σε συνεχείς επισημάνσεις και καθαρισμούς μονοπατιών, ενώ ο ίδιος ο κύριος Χαλάτσης ετοιμάζει ένα βιβλίο-οδηγό με 25 διαδρομές ποικίλων βαθμών δυσκολίας και ενδιαφέροντος. Μέχρι τότε, οκτώ μικρές διαδρομές συντηρούνται επίσημα από τον Δήμο Χίου (δείτε τις με τις οδηγίες τους στο chios.gr), ενώ ο Σύλλογος οργανώνει συχνά περιπάτους στα μονοπάτια που συντηρεί.
Παραλίες: Beachlife για όλα τα γούστα
Κάθε νησί έχει τη σταρ παραλία του και στην περίπτωση της Χίου αυτή είναι τα Μαύρα Βόλια, με τα σκουρόχρωμα βότσαλα ηφαιστειογενούς προέλευσης και την άγρια ομορφιά. Τη δημοφιλία της συναγωνίζεται τα τελευταία χρόνια, όμως, η Αγία Φωτιά, που έχει μετατραπεί σε κοσμική ντίβα όχι μόνο λόγω της εγγύτητας στην πόλη, αλλά και χάρη στην πληθώρα από επιλογές σε beach bars, cafés και εστιατόρια, με το «Elephant» (FB: Elephant Chios) να είναι μία από τις πιο προχωρημένες στάσεις της αμμουδιάς. «Θέλαμε να φέρουμε λίγη παραπάνω αίγλη στην περιοχή», εξηγεί ο Μιχάλης Μπουλάς, συνιδιοκτήτης του σουξέ της παραλίας, μιλώντας για το boho chic ύφος της διακόσμησης και το πειραγμένο μεσογειακό τέμπο της κουζίνας του, που έχει καταφέρει να κρατήσει το πόστο ζωντανό μέχρι αργά το βράδυ. «Όταν προσφέρεις κάτι καλό, ο κόσμος το εκτιμά και σου ανταποδίδει – εμείς έχουμε κάτι καλό, δυστυχώς όμως το νησί δεν έχει τόσο κόσμο όσο θα μπορούσε, ώστε να αναπτυχθεί στο σημείο που μπορεί», σημειώνει, μιλώντας για τους αργούς ρυθμούς με τους οποίους η Χίος συνδέεται με το τουριστικό σκηνικό της υπόλοιπης Ελλάδας.
Στη μικρή σεζόν της Χίου εντοπίζει τις δυσκολίες ανάπτυξης και των εναλλακτικών παραθαλάσσιων δραστηριοτήτων ο Έκτορας Γιούργης, ιχθυολόγος-ωκεανογράφος και φανατικός δύτης. «Επέστρεψα στη Χίο το 2010 λόγω κρίσης, θέλοντας να κάνω κάτι δικό μου: ένα καταδυτικό κέντρο. Αλλά επειδή η Χίος δεν είναι ένα νησί με ιδιαίτερα πολύ τουρισμό, αντί να πουλάμε καταδύσεις, καταλήξαμε να πουλάμε αλκοόλ», σημειώνει σκωπτικά, μιλώντας για την «Tortuga» (IG: @apothikabay), την καντίνα που χαζεύει τον γαλήνιο, σαγηνευτικό κόλπο της Αποθήκας κι έγινε σύντομα ένα από τα πιο γνωστά εναλλακτικά meeting points του Βορείου Αιγαίου. Η φακοσαλάτα, ο ντάκος και τα χειροποίητα ντολμαδάκια που σερβίρονται στα λιγοστά τραπεζάκια ή κατεβαίνουν στην παραλία με το αυτοσχέδιο τελεφερίκ, παρέα με τα κοκτέιλ και τη χαλαρή μουσική, είναι αρκετά για μια απολαυστική back to basics ημέρα στη θάλασσα, όμως το μεγάλο σουξέ της «Tortuga» είναι τα καγιάκ που νοικιάζει, προσφέροντας υπέροχες βόλτες στην απάνεμη και ποικιλόμορφη ακτογραμμή. «Και στις καταδύσεις, όμως, αρχίζει να αυξάνεται το ενδιαφέρον, πράγμα πολύ ευχάριστο γιατί όλη η νοτιοδυτική πλευρά της Χίου είναι αρκετά απομονωμένη, οπότε ο βυθός είναι πολύ ζωντανός –έχουμε τρεις υφάλους που κρατάνε αρκετό ψάρι– και έχει πολύ εντυπωσιακή γεωμορφολογία», μας λέει και το βλέμμα του μοιάζει να βρίσκεται ήδη στο βυθό.
Κάμπος: Ένας περίκλειστος παράδεισος
Οικογενειακή υπόθεση με… ιστορική ευθύνη είναι για τον Βαγγέλη Ξυδά και το γιο του, Οδυσσέα, η διατήρηση της ταυτότητας του Κάμπου της Χίου, ενός συνδέσμου με το αριστοκρατικό παρελθόν του νησιού. Κορωνίδα της οικονομικής άνθησης του νησιού κατά την ανάπτυξη του θαλάσσιου εμπορίου, το σύμπλεγμα μεγαλόπρεπων αρχοντικών αγροικιών του Κάμπου ήταν το ησυχαστήριο των μεγάλων εμπόρων του νησιού, που στους ψηλούς πέτρινους τείχους περίκλειαν τους μεγάλους οπωρώνες του διάσημου χιώτικου μανταρινιού, με ιδιωτικά συστήματα άρδευσης μέσω πηγαδιών. Ένα οικιστικό μπουκέτο που όμοιό του δεν υπάρχει στην Ελλάδα, θυμίζει Τοσκάνη, παρά την εγκατάλειψη στην οποία έχει εκπέσει μεγάλο κομμάτι του σήμερα.
Αυτήν την εγκατάλειψη προσπαθεί να αποτρέψει ο Βαγγέλης Ξυδάς, που εδώ και 40 χρόνια συντηρεί τον «Περλέα» (perleas.gr, 2271032217), έναν πρότυπο ξενώνα που έχει βρει τη θέση του σε μια σειρά από ταξιδιωτικά περιοδικά, χάρη στην ιδιαίτερη πρόταση φιλοξενίας που προσφέρει. «Τα σπίτια του Κάμπου ήταν εξαρχής χτισμένα ως εξοχικές κατοικίες για πλούσιους ανθρώπους, οπότε το χωριό είναι γεννημένο για να μετεξελιχθεί σε τουριστικό προϊόν», σημειώνει, πάνω από ένα τραπέζι πρωινού, στολισμένο με λογής καλούδια από την τοπική παραγωγή. «Λόγω του μεγέθους των κτημάτων, βέβαια, είναι πράγματι δύσκολο να συντηρήσεις έναν τέτοιο ξενώνα με μόλις 5 ή 6 δωμάτια, σε μια σεζόν τόσο μικρή όσο αυτή της Χίου», συμπληρώνει, «αν και ο Κάμπος θα έπρεπε να είναι ένας προορισμός από μόνος του – όπως για χρόνια αποτελούσε αυτόνομο προορισμό ο ίδιος ο “Περλέας”».
Προορισμό προσπαθεί να κάνει τον Κάμπο Χίου και το Περιβόλι (2271033202), το μοναδικό ανοιχτά επισκέψιμο κτήμα της περιοχής, που εκτός από το πολύ ενδιαφέρον Μουσείο Εσπεριδοειδών που στεγάζει στο ισόγειο του αρχοντικού του, λειτουργεί ως all-day café όλο το χρόνο, ενώ μετατρέπει την καταπράσινη έκτασή του σε πολιτιστικό χώρο, φιλοξενώντας συναυλίες, παραστάσεις και θερινό σινεμά κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. «Θέλω ο χώρος να είναι όσο το δυνατόν πιο φιλικός σε νέους, οικογένειες και επισκέπτες του νησιού», εξηγεί ο Οδυσσέας Ξυδάς, που τρέχει το Περιβόλι ως σημείο επαφής της σύγχρονης χιακής κοινωνίας με το παρελθόν της. «Το κρίμα για τον Κάμπο είναι ότι πολλά σπίτια έχουν αρχίσει πια να γκρεμίζονται λόγω έλλειψης συντήρησης –την οποία δυσκολεύουν οι απαιτήσεις της εφορείας αρχαιοτήτων– ενώ τα υπόλοιπα, που ανήκουν σε εφοπλιστές ή άλλους ανθρώπους με την ευχέρεια να τα συντηρούν, παραμένουν ερμητικά κλειστά», σημειώνει. «Έτσι, ελλείψει κάποιου συνολικού πλάνου συντήρησής του, ο Κάμπος είναι μια ζωντανή ιστορία που χάνεται».
Taste like Chios: Ο Χάρτης της Χιώτικης Γεύσης
Με στόχο την ενδυνάμωση της αξίας της τοπικής κουζίνας και την ενίσχυση του γαστρονομικού ενδιαφέροντος του νησιού, ο Φορέας Τουρισμού Χίου συνδέει επιχειρήσεις που υποστηρίζουν την έννοια της τοπικότητας σε κάθε επίπεδο, κάτω από την ομπρέλα της πρωτοβουλίας «Taste Like Chios». Έτσι, προϊόντα και παραδόσεις του νησιού παίρνουν το λόγο, με το σήμα της δράσης να στρέφει τον προβολέα σε μια σειρά από τοπικές επιχειρήσεις, που καλλιεργούν την ανάδειξη της τοπικής κουζίνας, μέσα από τη χρήση των τοπικών πρώτων υλών.
«Η πρωτοβουλία Taste Like Chios, με το αντίστοιχο σήμα που είναι εμπνευσμένο από τα πολλά πρόσωπα της χιώτικης παραγωγής και γεύσης, δίνει τη δυνατότητα στον επισκέπτη να εντοπίσει τα μαγαζιά εκείνα όπου η τοπική παραγωγή γίνεται τοπική γεύση», σημειώνει ο Γιώργος Πάσσας, αντιπρόεδρος του Φορέα. «Προσπαθούμε μέσα από αυτή τη δουλειά να αναδείξουμε και τις άλλες πτυχές της Χίου, πέρα από τη μαστίχα που την ξέρουν όλοι. Τοπικά τυριά, ούζο, χερίσια μακαρόνια, βότανα, προϊόντα σαλιγκαριού, άνυδρα ντοματάκια, τα διάσημα μανταρίνια και πολλά, πολλά άλλα προϊόντα, όλα συνθέτουν μια βεντάλια που εκτείνεται σε πολύ μεγαλύτερο εύρος απ’ αυτό που έχει στο μυαλό του ο επισκέπτης όταν πρωτοφτάνει στο νησί. Σκοπός μας, λοιπόν, είναι να του αποκαλύψουμε ακριβώς όλη αυτή την πολυπρόσωπη γκάμα από γεύσεις και παραδόσεις που ανθούν ακόμη στο νησί μας, ή και νέες, πρωτότυπες προσπάθειες που τώρα κάνουν τα πρώτα τους βήματα».
Περισσότερα από 35 σημεία περιλαμβάνει ο «χάρτης» του Taste Like Chios, από εστιατόρια μέχρι ξενοδοχεία, κι από επισκέψιμα οινοποιεία μέχρι παραγωγούς και μεταποιητές: εντοπίστε και το μπείτε άφοβα, για αυθεντική γεύση Χίου.
Ευχαριστούμε το Τμήμα Απασχόλησης Ναυτιλίας και Τουρισμού Δήμου Χίου για τη φιλοξενία και την εταιρεία Aegean Atsalis για τη διευκόλυνση των μετακινήσεων.