Κάτι λιγότερο από μία ώρα οδήγησης νότια του Διεθνούς Αεροδρομίου του Μονάχου. Περίπου τόσο χρειάζεται κανείς για να αφήσει πίσω του όποια εικόνα κουβαλά απ’ όποιο σημείο του χάρτη κι αν προήλθε, και να βυθιστεί στο αλλόκοσμο αίσθημα αποσύνδεσης που προσφέρουν οι βαυαρικές λίμνες. Το τοπίο, σαν κάτι που μοιάζει να υπάρχει μόνο στα wallpapers των Windows, καταπίνει τον επισκέπτη με τη μεγαλόπρεπη ηρεμία του, κι οι καταπράσινοι λόφοι διαδέχονται ο ένας τον άλλο, σε μια αλληλουχία που θα μπορούσε να εκτείνεται ως την άκρη του κόσμου, αν δεν τη διέκοπταν παχιές τούφες από δάση κι αλσύλλια, βαμμένα στα χρώματα της φθινοπωρινής παλέτας.
Κι αν δεν ήταν το γουργουρητό της Jaguar, που μετατρέπεται σε βρυχηθμό κάθε φορά που ο Ραλφ, ο ευγενής μας οικοδεσπότης, ακουμπάει το γκάζι, σχεδόν θα ακούγονταν μέσα από τα χοντρά, νοτισμένα απ’ το πρωινό ψιλόβροχο τζάμια, τα μουγκανητά από τις τροφαντές αγελάδες που σεργιανίζουν στο σκηνικό, σαν να δραπέτευσαν από τις διαφημιστικές σελίδες κάποιου περιοδικού. Ο Ραλφ είναι στέλεχος μιας μεγάλης εταιρείας επιχειρηματικών συμβούλων. Όταν τον ρωτάω τι συμβουλή θα μου έδινε για να ζω κι εγώ οδηγώντας μια Jaguar σε ένα τέτοιο τοπίο, χαμογελά και μου λέει «για την ώρα, απλώς κοίταξε να το απολαύσεις».
Η Jaguar του Ραλφ είναι ένα είδος ανωμαλίας στο Τέγκερνζε, την ήσυχη επαρχιακή κωμόπολη που αγκαλιάζει την ομώνυμη λίμνη, όπως θα διαπιστώσω αργότερα. Κι αυτό όχι για κάποιον άλλο λόγο, αλλά επειδή οι περίπου 4 χιλιάδες κάτοικοι του Τέγκερνζε, που έχουν την τύχη να απολαμβάνουν τα πιο αφράτα πρέτζελ με την πιο τραγανή κρούστα που έχω δοκιμάσει στα πολλά μου χρόνια ως μανιώδης δοκιμαστής γερμανικών πρέτζελ, εκτός από αγάπη για μακριές ποδηλατάδες στα δρομάκια που αγκαλιάζουν την 212 τετραγωνικών χιλιομέτρων λίμνη τους, φαίνεται να έχουν και μια ιδιαίτερη αδυναμία στις Porsche. Για την ακρίβεια, με μια γρήγορη εποπτεία του πάρκινγκ έξω από το επιβλητικό (πρώην αβαείο και νυν) παλάτι του Τέγκερνζε, που επιβλέπει τη λίμνη, αλλά και των δρόμων που οδηγούν εδώ φιδογυρίζοντας ανάμεσα στα χαμηλά ξύλινα σπίτια με τις παραδοσιακές περίτεχνες γύψινες και χρωματιστές διακοσμήσεις της Βαυαρίας, το Τέγκερνζε πρέπει να είναι το σημείο με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση Porsche στην Ευρώπη.
«Είναι τυχαίο», θα μου πει αργότερα η Μαριάννα Μασσάδη, η Ελληνογερμανίδα τραγουδίστρια και τραγουδοποιός, χάρη στην πρόσκληση της οποίας βρεθήκαμε εδώ. «Το Τέγκερνζε γεμίζει με εκατοντάδες εκδρομείς από το Μόναχο κάθε σαββατοκύριακο», εξηγεί, ιδίως όταν πρόκειται για ένα τόσο ηλιόλουστο σαββατοκύριακο όσο αυτό που έτυχε να επισκεφθούμε τη λίμνη εμείς. «Αυτός ο ήλιος δεν είναι καθόλου τυχαίος, όμως», σημειώνει ευδιάθετα. «Το Τέγκερνζε είναι μια από τις περιοχές όπου η φύση διατηρεί τις εποχές, κι έτσι το φθινόπωρο παραμένει φθινόπωρο – κι ο χειμώνας δεν έχει καμία σχέση με αυτό εδώ». Πράγματι, περικυκλωμένη από τις Βαυαρικές Άλπεις, το χειμώνα η πόλη τυλίγεται από ένα εντελώς διαφορετικό σκηνικό. Και το Wallberg, ένα βουνό ύψους άνω των 1.700 μέτρων, μόλις 15 λεπτά από την πόλη, μεταμορφώνεται σε πίστα σκι αρκετά καλή ώστε να έχει παραγάγει τουλάχιστον μία χρυσή ολυμπιονίκη: τη Viktoria Rebensburg, που έκανε το Τέγκερνζε υπερήφανο, ανεβαίνοντας στο υψηλότερο σκαλί του βάθρου των Χειμερινών Ολυμπιακών του 2010.
Για την ώρα, πάντως, η λίμνη και η πανέμορφη φύση που την περιβάλλει λούζονται στον ήλιο (καίτοι με δόντια), και το Wallberg είναι γεμάτο επισκέπτες που μπορεί να μη φορούν πέδιλα του σκι, κρατούν όμως αυτά τα μπαστουνάκια που μοιάζουν πολύ με μπατόν σκιέρ. «Είναι το αγαπημένο μας σημείο για πεζοπορία», εξηγεί η Μαριάννα, κι όταν ανεβαίνουμε στην κορυφή (όχι περπατώντας, αλλά με το τελεφερίκ που περνά ανάμεσα απ’ τις κορφούλες των ψηλών πεύκων που σκεπάζουν κατά κανόνα τα βουνά της Βαυαρίας), είναι εμφανές το γιατί: η θέα από εδώ πάνω είναι ο ορισμός της καρτ ποστάλ. Ένα χαλί σε αποχρώσεις του πράσινου, με στίγματα από σέπια κατρακυλάει στην πλαγιά του βουνού, απλώνεται στις καλοβαλμένες φάρμες και στα όμορφα εξοχικά στους πρόποδες, για να φτάσει μέχρι το χωριό και να μεριάσει, έτσι ώστε να αγκαλιάσει την αστραφτερή γαλάζια λίμνη.
«Πέντε χιλιόμετρα είναι η διαδρομή μέχρι εδώ πάνω», σημειώνει η Μαριάννα και παρότι οι περισσότεροι προτιμούν να την κατηφορίσουν έχοντας φτάσει ως εδώ με το τελεφερίκ, δεν είναι λίγοι αυτοί που πράγματι την ανεβαίνουν. Ίσως αυτοί δικαιούνται περισσότερο από εμάς τα τροφαντά λευκά λουκάνικα που σερβίρει το «Panorama Restaurant» της κορυφής, μέσα στο νερό που έβρασαν, μαζί με άλλες τοπικές λιχουδιές, στην απλόχωρη ηλιόλουστη βεράντα με τη μεγαλόπρεπη θέα προς τις Αυστριακές Άλπεις, από την πίσω πλευρά του βουνού μας. Νομίζω, όμως, ότι εμείς τα απολαμβάνουμε περισσότερο. «Τα Weisswurst είναι τα πιο παραδοσιακά από τα βαυαρικά λουκάνικα, τρώγονται απαραιτήτως με πρέτζελ και μπίρα για δεκατιανό», σημειώνει ο Ραλφ, που τα ψαρεύει απ’ το ζουμί τους, σχίζει με μαεστρία τη μεμβράνη τους και, με δυο γρήγορες κινήσεις, βγάζει άθικτο το εσωτερικό τους στο στεγνό πιάτο, πριν απλώσει μια γενναία δόση από γλυκιά μουστάρδα δίπλα τους. «Δοκίμασε!».
Ξέχασα να πω ότι ο Ραλφ είναι ο σύζυγος της Μαριάννας. Γνωρίστηκαν παίζοντας γκολφ – βλέποντας κανείς το ανάγλυφο της περιοχής, υποθέτει ότι θα μπορούσε ολόκληρη να αποτελεί ένα μεγάλο γήπεδο με διάσπαρτες τρυπούλες· είναι λες κι απλώς ξέχασαν τα σημαιάκια. «Ήταν ένας φιλανθρωπικός αγώνας κι έτυχε να παίξουμε μαζί στο ίδιο flight», θα μου πει αργότερα η Μαριάννα. «Όταν παίζεις γκολφ με κάποιον, περνάτε πολλές ώρες μαζί και, επειδή είναι ένα παιχνίδι που μπορεί να βγάλει διάφορα συναισθήματα στην επιφάνεια, σου επιτρέπει να τον δεις πολύ καλά. Εγώ είδα έναν άνθρωπο με τον οποίο θα μπορούσα να περάσω την υπόλοιπη ζωή μου».
Με καταγωγή από την Καστοριά, την οποία επισκεπτόταν κάθε καλοκαίρι όσο ζούσαν οι παππούδες της, η Μαριάννα, που γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα προάστιο της Στουτγάρδης μέχρι να μεταφερθεί στο «πολύ στρεσογόνο», όπως το περιγράφει, Μόναχο, μοιάζει εδώ στο Τέγκερνζε να βρήκε –έστω κι ασυνείδητα– την πατρίδα της παιδικής της ηλικίας. «Το Τέγκερνζε για μένα αποκρυσταλλώνει το απόλυτο της σωματικής, ψυχικής και πνευματικής ηρεμίας», παραδέχεται, «κι αυτό είναι κάτι που χρειάζομαι σε όλες τις εκφάνσεις μου: στη μουσική, στην καθημερινότητα, στη γαστρονομική μου ικανοποίηση…».
Για τη μουσική φαίνεται το Τέγκερνζε να έχει επιδράσει περίφημα: με τον πρώτο της δίσκο στα σκαριά («θα έχει 12 τραγούδια με γερμανικό στίχο αλλά και το ελληνικό flair που οι Γερμανοί αγαπούν πολύ») και μία πριβέ συναυλία πίσω της με μέλη της βασιλικής οικογένειας της Βαυαρίας ανάμεσα στους καλεσμένους, μπαίνει στο νέο έτος με φόρα, που θα κορυφωθεί σε συνεργασία με τον σπουδαίο Λέο Λέανδρος. Σε ό,τι αφορά την καθημερινότητα, το να πετυχαίνεις στο σούπερ μάρκετ τον Uli Hoeneß, για παράδειγμα, πρώην πρόεδρο της Bayern Μονάχου, μάλλον υπονοεί ότι ζεις σε μια αρκετά καλά οργανωμένη κοινότητα.
Όσο για τη γαστρονομία; Με τέσσερα μισελενάτα εστιατόρια γύρω από τη λίμνη, αλλά και 14 ακόμη μαρκαρισμένα από τον κόκκινο οδηγό ως αξιόλογα, καταλαβαίνει εύκολα κανείς γιατί ακόμη και casual στέκια του Τέγκερνζε, όπως το εντελώς παραδοσιακό «Bräustüberl» (braustuberl.de) με τα 300 χρόνια ιστορίας και απευθείας σύνδεση με το ζυθοποιείο του χωριού, λίγα μέτρα παραπέρα, ή το μοντέρνο «Schlossbrennerei» (schlossbrennerei-tegernsee.de), με εκμοντερνισμένες βαυαρικές συνταγές και προσεγμένη κάβα, είναι ικανοί λόγοι για να ξανακάνουμε τη μιας ώρας διαδρομή νότια του Μονάχου, ακόμη κι αν χρειαστεί να έρθουμε με το τρένο την επόμενη φορά…
Πού να μείνετε
Μοντέρνα πολυτέλεια υψηλής αισθητικής, με πανοραμική θέα στη λίμνη και την κωμόπολη προσφέρει το «Das Tegernsee», παραδοσιακό στιλ με ιδιοσυγκρασιακές λεπτομέρειες συνδυάζουν τα δωμάτια του «Adolphine Garden» με τον μεγάλο, καταπράσινο κήπο και την εσωτερική θερμαινόμενη πισίνα, κοσμικό vibe και τριάστερο εστιατόριο διαθέτει το «Althoff Seehotel Überfahrt», ειδυλλιακά τοποθετημένο πάνω στη λίμνη.
Μια γαστρονομική λίμνη
Gourmetrestaurant Dichter *
Άριστη πρώτη ύλη εξαιρετικά διαχειρισμένη από τον Thomas Kellermann, έναν star chef της περιοχής, σε σικάτο περιβάλλον με ατμοσφαιρικά στοιχεία και προσεγμένη κάβα.
Haubentaucher *
Πιάτα ημέρας στον μαυροπίνακα για μεσημέρι, set menu δημιουργικής κουζίνας με διεθνές πρόσημο το βράδυ, σε ωραία βεράντα που χαζεύει τη λίμνη, γι’ αυτήν τη νέα, φετινή προσθήκη στον οδηγό.
Restaurant Überfahrt Christian Jürgens ***
Ο Christian Jürgens συνθέτει υλικά και παραδόσεις των Άλπεων σε πιάτα που γεφυρώνουν το ρουστίκ με το μοντέρνο, με μινιμαλισμό στο πιάτο και πληθωρισμό στον ουρανίσκο.
Schwingshackl Esskultur *
Τοπικές γεύσεις με γαλλικές τεχνικές υψηλού επιπέδου, σε πιάτα που αποπνέουν κοσμοπολίτικο αέρα και συνδυάζονται με διαμονή στα κλασικών γραμμών δωμάτια με θέα στη λίμνη.