Με αφετηρία την Κιτροπολιτεία του Αγίου Νικολάου, την Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου δεκάδες υπαίθριες κουζίνες μετέτρεψαν την προμενάδα του Αγίου Νικολάου σε μια ατέλειωτη υπαίθρια γιορτή, με σημαντικούς σεφ απ’ όλη την Ελλάδα, αλλά και μερικά από τα ισχυρότερα εστιατορικά brands του νομού, να παρουσιάζουν πρωτότυπες δημιουργίες, εμπνευσμένες από τα εξαιρετικής ποιότητας προϊόντα της κρητικής αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής.
Μανόλης Παπουτσάκης, Αλέξανδρος Τσιοτίνης, Σωτήρης Ευαγγέλου, Γιάννης Λουκάκος, Μιχάλης Χάσικος, πατήρ Επιφάνιος, Νανά Γκαμπούρα, Μυρσίνη Λαμπράκη και Μαρία Λόη ήταν μερικοί από τους σεφ που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του Πολιτιστικού Αθλητικού Οργανισμού Δήμου Αγίου Νικολάου, ο οποίος, με πρωτεργάτη τον σεφ Γιάννη Μπαξεβάνη, αλλά και τη Λέσχη Αρχιμαγείρων Κρήτης, οργάνωσαν για τρίτη χρονιά τα «Κρητικά Μαγειρέματα».
Το χαρούπι, ένα από τα πλέον ανεκμετάλλευτα υλικά της κρητικής παραγωγής μέχρι πρότινος, επιβεβαίωσε το δυναμικό του comeback πρωταγωνιστώντας στα πιάτα πολλών από τους συμμετέχοντες, με την μπριγάδα του «Minos Palace» να προτείνει χυλοπίτες χαρουπιού με σύγκλινο και μανιτάρια, την ομάδα του «Domes of Elounda» να σερβίρει χειροποίητη πίτα χαρουπιού με σιγομαγειρεμένη χοιρινή πανσέτα σε πετιμέζι και σπιτική καπνιστή πάπρικα, αλλά και το επιτελείο του «Daios Cove» να συνθέτει ένα κομψότατο «βρώμικο», με αφράτο ψωμάκι χαρουπιού, πανσέτα, κρέμα γραβιέρας, μαρμελάδα από απάκι και πολίτικη σαλάτα.
Πρωταγωνιστής, παράλληλα, και στα σταθερά μενού των εστιατορίων αυτών των ξενοδοχείων, το χαρούπι είναι το επικρατέστερο μεν, αλλά ένα μόνο από τα τοπικά υλικά που έχουν βρει σταθερή θέση στις φαρέτρες των δημιουργικών κουζίνων της περιοχής: στο σαφάρι μας στα εστιατόρια της Ελούντας, ενός από τους πλέον πρωτοπόρους γαστρονομικούς προορισμούς της Ελλάδας, εντοπίσαμε ντόπια όσπρια, γαλακτοκομικά, θαλασσινά και κρεατικά να κρατούν θέση βασικού παίκτη στις προτάσεις βραβευμένων σεφ, δίνοντας τις γευστικές βάσεις για πιάτα αξιώσεων.
Πιάτα που, εκτός από τις γαστριμαργικές απολαύσεις τους, προσφέρουν και κάτι πολύ σημαντικότερο. Αποδεικνύουν ότι η εναγκάλιση της εντοπιότητας μπορεί να οδηγήσει σε ολοκληρωμένες εμπειρίες fine dining, που δίνουν στον επισκέπτη τη δυνατότητα, μέσα σε μια μπουκιά, να αποκτήσει μια ολιστική εικόνα της περιοχής, συμπληρώνοντας τις φυσικές της ομορφιές με αυτήν την τόσο φευγαλέα, αλλά ταυτόχρονα ουσιαστική πτυχή της: την γεύση της. Κι αυτό, αν μη τι άλλο, είναι κάτι που θέλουμε να συναντάμε όλο και περισσότερο στους γαστρονομικούς προορισμούς της χώρας.