Ο Βαλσάμης Δουκάκης βρέθηκε στα (ανέλπιστα λευκά) εγκαίνια του νεότερου χιονοδρομικού κέντρου της χώρας, στο Ανήλιο, και μας δίνει ιδέες για ένα εύκολο πλέον weekend στην αετοφωλιά της Πίνδου.
Το συνειδητοποιούμε κάθε φορά που κατευθυνόμαστε προς την Ήπειρο. Η Ιόνια Οδός είναι ένα έργο πνοής που αλλάζει ριζικά τις ταξιδιωτικές μας συνήθειες, κάνοντας ένα μπουκέτο μέχρι πρόσφατα μακρινών προορισμών υπόθεση ενός οποιουδήποτε σαββατοκύριακου. Όσο κι αν τα τρίευρα φεύγουν στα διόδια σχεδόν με τον... ανεμιστήρα, ενώ βενζινάδικα ή ΣΕΑ δεν υπάρχουν προς το παρόν, είναι γεγονός πως φτάνεις στον προορισμό σου γρήγορα, εύκολα και κυρίως χωρίς να αισθάνεσαι ότι διακινδυνεύεις τη σωματική σου ακεραιότητα.
Τα οφέλη, όπως είναι φυσικό, διαχέονται. Τα Γιάννενα είναι sold out κάθε weekend (χώρια που κάθε φορά ανακαλύπτουμε και από τουλάχιστον ένα καινούργιο ξενοδοχείο στην πόλη), τα Ζαγοροχώρια ξαναβλέπουν τους ξενώνες τους να γεμίζουν με παρέες Ελλήνων, πολύς κόσμος αποφασίζει να εξερευνήσει την άγρια γοητεία των Τζουμέρκων ή να περάσει το καλοκαίρι στις ακτές της Ηπείρου και μαζί νέα κι ενδιαφέροντα projects παίρνουν σάρκα και οστά προσφέροντας νέες εμπειρίες, όπως το ανανεωμένο χιονοδρομικό του Ανήλιου στο Μέτσοβο, του οποίου τα εγκαίνια αποτέλεσαν την αφορμή αυτού μας του ταξιδιού.
Μέτσοβο καλεί Άλπεις
Ιδανικότερο καιρό από τον ολόλευκο δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε για τα εγκαίνια ενός χιονοδρομικού. Τραβώντας το πρωί την κουρτίνα του δωματίου μας στο «Grand Forest», προκειμένου να αντικρίσουμε εκείνη την υπέροχη πανοραμική θέα στο Μέτσοβο που θυμόμασταν από την προηγούμενη φορά, είδαμε τα πάντα ντυμένα στα λευκά. Το χιόνι, το οποίο έπεφτε πυκνό πυκνό όλο το βράδυ, συνέχιζε και την ώρα που ανηφορίσαμε την πλαγιά όπου βρίσκεται το χιονοδρομικό του Ανήλιου, στη θέση Γκιουζέλ Τεπέ (όμορφη ράχη δηλαδή, σύμφωνα με την ονομασία που κρατάει από την εποχή της Τουρκοκρατίας).
Πρόκειται για το νεότερο χιονοδρομικό της Ελλάδας, το οποίο, περνώντας στις οικογένειες Τζουμάκα και Καλογήρου, άνοιξε πλήρως ανακαινισμένο στις αρχές της νέας χρονιάς ως Anilio Adventure Park. Νέες πίστες ανοίχτηκαν (πλέον ανέρχονται συνολικά σε εννιά, για όλα τα επίπεδα των σκιέρ και των snowboarders), ωστόσο αυτός που μας εντυπωσίασε είναι ο χώρος του «Chalet Chamois», ο οποίος διαμορφώθηκε εκ νέου.
Επιτέλους ένα σαλέ χιονοδρομικού στην Ελλάδα που χαίρεσαι την κάθε πτυχή του, ξεκινώντας από την αισθητική και την ατμόσφαιρα, οι οποίες εμπνέονται από τα αλπικά πρότυπα, αλλά με τρόπο που δεν μοιάζει ξενόφερτος. Από τις μεγάλες τζαμαρίες του ισογείου χαζεύεις τα όσα συμβαίνουν στις πίστες, έχοντας την αίσθηση πως βρίσκεσαι σε ένα καράβι που πλέει μες στις πλαγιές, λίγο παραπέρα πολλοί απολαμβάνουν το ποτό τους στο μπαρ, όσοι θέλουν να φάνε ανεβαίνουν στο εστιατόριο του πρώτου ορόφου με τα κομψά τραπέζια, τους καναπέδες και το τζάκι σε πρώτο πλάνο.
Και όταν λέμε να φάνε, δεν εννοούμε κατεψυγμένες σφολιάτες και βαπορίσια τοστ, αλλά ένα πλήρες και νόστιμο γεύμα après ski (ή και όχι). Εμείς ξεκινήσαμε με ένα ποτήρι αχνιστό Gluehwein και συνεχίσαμε με ένα ωραίο σερί από ταιριαστά και καλοφτιαγμένα βουνίσια πιάτα: θερμαντική βελουτέ κολοκυθόσουπα, αφράτο μετσοβόνε σαγανάκι, λιμπιστικά χόρτα με λουκάνικο και αβγό, μαμαδίστικα κεφτεδάκια με μακαρόνια – το μετσοβίτικο κοντοσούβλι έμεινε στις εκκρεμότητες της επόμενης φοράς.
Grande διαμονή μέσα στο δάσος
Πίσω στο «Grand Forest» επικρατεί ευχάριστος αναβρασμός. Παρέες μοιράζονται στους καναπέδες του ατμοσφαιρικού σαλονιού, με το ντιζαϊνάτο διαμπερές τζάκι σε ρόλο πρωταγωνιστή, τα παιδιά βρίσκουν τον παράδεισό τους στον οργανωμένο παιδότοπο, τα ραντεβού για κάποια θεραπεία στο Fontus Spa γεμίζουν το ένα μετά το άλλο, πολλοί αρκούνται σε μια βουτιά (μα τι βουτιά όμως) στην περίκλειστη από τζαμαρία πισίνα, με θέα στο ελατόδασος που αγκαλιάζει το ξενοδοχείο.
Στο εστιατόριο «Μέτσοβο 1350 μ.» η ημέρα ξεκινά, μεταξύ άλλων, με αχνιστό τραχανά και ολόκληρη την γκάμα των τοπικών τυριών που παράγει το Πρότυπο Τυροκομείο Ιδρύματος Τοσίτσα-Αβέρωφ, ενώ συνεχίζει με ευφάνταστα πιάτα, τα οποία εμπνέονται από τα προϊόντα της περιοχής και καλύπτουν όλα τα γούστα, από τα πιο απλά (όπως λ.χ. η σούπα μανιταριών, η τραγανή πίτα με γαλοτύρι και τα κρεατικά στη σχάρα) μέχρι τα πιο απαιτητικά (μοσχαρίσιο καρπάτσιο με πέστο μαϊντανού, αγριογούρουνο ραγού με δαμάσκηνα, αρνάκι με δύο τρόπους κ.ο.κ.).
Τα δωμάτια διαφόρων κατηγοριών αποπνέουν ζεστασιά^ ακόμη και τα πιο απλά είναι πολύ άνετα και είναι όλα ντυμένα με καφέ ξύλο και καρό στόφες, ενώ στα μεγάλα μπάνια κυριαρχεί το μάρμαρο.
Τα must στην αετοφωλιά της Πίνδου
Καθόλου τυχαίος ο χαρακτηρισμός «αετοφωλιά» για το Μέτσοβο. Αμφιθεατρικά χτισμένο σε απόκρημνη πλαγιά, το βλάχικο κεφαλοχώρι μοιάζει έτοιμο να βουτήξει στον ποταμό Μετσοβίτικο. Η γραφική κεντρική πλατεία έχει μόνιμα τριγύρω της παραδοσιακές ταβέρνες με καμινάδες, οι οποίες προϊδεάζουν για την κρεατοφαγία που πρόκειται να ακολουθήσει, μαγαζιά γεμάτα ξύλινα αναμνηστικά, υφαντά, ζυμαρικά και τυριά, την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής με το ξυλόγλυπτο τέμπλο του 18ου αιώνα και σημαντικά αξιοθέατα που συνδέονται με τους εθνικούς ευεργέτες Γεώργιο Αβέρωφ, Νικόλαο Στουρνάρα και Μιχαήλ Τοσίτσα, οι οποίοι κατάγονταν από εδώ.
Σε ανοικοδομημένο αρχοντικό της οικογένειας Τοσίτσα στεγάζεται και το Λαογραφικό Μουσείο Μετσόβου, το οποίο αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να πάρετε μια γεύση από τη ζωή των εύπορων Μετσοβιτών στα χρόνια της ακμής του. Η μόνιμη έκθεση της Πινακοθήκης Αβέρωφ περιλαμβάνει αντιπροσωπευτικά έργα Ελλήνων σημαντικών ζωγράφων, χαρακτών και γλυπτών του 19ου και του 20ού αι.
Το Πρότυπο Τυροκομείο Ιδρύματος Τοσίτσα-Αβέρωφ δεν είναι πάντα επισκέψιμο, ωστόσο τα μαγαζιά της πλατείας έχουν όλα τα προϊόντα του: μετσοβόνε, μετσοβέλλα, γραβιέρα και το ονομαστό τυρί τύπου σεβρ. Εξαιρετικό στο είδος του και το Κατώγι Αβέρωφ, ένα πολύ καλοστημένο επισκέψιμο οινοποιείο, που παρουσιάζει ολόκληρη τη διαδρομή του θρυλικού κρασιού με σύγχρονη αντίληψη.
Περισσότερα για το Μέτσοβο και αξιολογημένες επιλογές διαμονής και φαγητού από τον AlphaGuide εδώ.