Από το Βουκουρέστι μέχρι τα κάστρα της Τρανσιλβανίας, η Δωροθέα Αναστασιάδου κρατά ημερολόγιο από ένα απολαυστικό εννιαήμερο road trip σε γνωστές και άγνωστες γωνιές μιας χώρας όπου το hype και η Ιστορία συναντούν τη βουκολική αυθεντικότητα και το παραμύθι. Ωραία ιδέα για καλοκαίρι on the road.
Ψηλά βουνά, καταπράσινα δάση και υπερήφανα κάστρα: αυτά ήξερα από τη Ρουμανία και αυτά περίμενα να αντικρίσω καθώς η Α3960 της Aegean προσγειωνόταν στο ηλιόλουστο Henri Coanda International Airport. Τότε ακόμη δεν είχα φανταστεί κάρα με άλογα και malls με φώτα νέον να αναβοσβήνουν, εργατικές πολυκατοικίες και γοτθικές εκκλησίες να συνυπάρχουν αρμονικά.
Λατίνα αλλά και Βαλκάνια, Ανατολικοευρωπαία αλλά και Δυτική, παραδοσιακή όσο και μοντέρνα, η Ρουμανία ήταν για μένα μια πραγματική αποκάλυψη.
Το «Παρίσι των Βαλκανίων» ή μήπως όχι;
Η πρωτεύουσα της Ρουμανίας σέρνει πίσω της το χαρακτηρισμό 'Παρίσι των Βαλκανίων', φόρος τιμής στις φαρδιές λεωφόρους με τις αλέες, τα μπελ επόκ κτήρια του κέντρου, τα καταπράσινα πάρκα και τα πεζοδρόμια με τις ακριβές βιτρίνες. Προσωπικά θα προτιμήσω να βγάλω τέτοιο 'βάρος' από πάνω της ώστε να αναπνεύσει στους δικούς της ρυθμούς. Το Βουκουρέστι δεν είναι Παρίσι -είναι αυτό κι άλλα πολλά.
Αν θέλετε σοσιαλιστικό ρεαλισμό πόρτα πόρτα με hip μεταμοντέρνα espresso bar, ήρθατε στο σωστό μέρος. Η περιήγησή μας ξεκινάει στο Lipscani, την Παλιά Πόλη, τα στενά πλακόστρωτά της τη μέρα γεμάτα τουρίστες, ενώ το βράδυ τα μαγαζιά βγάζουν τραπέζια έξω, ανεβάζουν την ένταση της μουσικής και βουλιάζουν από νεαρόκοσμο. Τώρα, δε, που το Βουκουρέστι φιλοδοξεί να λάβει τον τίτλο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης, installations και art spaces ξεφυτρώνουν σε κάθε γωνιά.
Βήμα δεύτερο, πλατεία Revolutiei, πλατεία της Επανάστασης. Επανάσταση, ήτοι, για τους Ρουμάνους, το 1989, η χρονιά της ανατροπής του Νικολάε Τσαουσέσκου. Το περίφημο μπαλκόνι απ όπου ο ηγέτης της τότε Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ρουμανίας εκφωνούσε τον τελευταίο λόγο του σε ένα πλήθος που μαινόταν εναντίον του, λίγο πριν απομακρυνθεί κακήν κακώς και τελικά συλληφθεί λίγο αργότερα, στέκει ακόμα εδώ να μετρά το πέρασμα του χρόνου.
Βήμα τρίτο, αφήνουμε πίσω μας την πλατεία Uniri με το εκτυφλωτικό της mall, για να κατευθυνθούμε, μέσω μιας φαρδιάς δενδρόφυτης λεωφόρου, προς το Παλάτι του Λαού, ήτοι, την τελευταία κατοικία του Τσαουσέσκου, που την πολυετή κατασκευή του άξαφνα τερματίστηκε από την πτώση του Ρουμάνου ηγέτη. Και μόνο ο όγκος και το μέγεθος του κτηρίου αρκούν για να σε αφήσουν άφωνο.
Δεν προχωρήσαμε στα ενδότερά του, παρά προδώσαμε την ιστορία για την τέχνη με μια επίσκεψη στο Athenaeum, το μοναδικής αρχιτεκτονικής και διακόσμησης μέγαρο μουσικής. Ήμασταν τυχεροί και γλιστρήσαμε στη μεγάλη αίθουσα την ώρα της πρόβας της ορχήστρας: μελωδίες Τσαικόφσκι χάιδευαν τα αυτιά μας ενώ σκηνές από την ιστορία της Ρουμανίας μας κοιτούσαν διακριτικά από τον εντυπωσιακό, πανύψηλο θόλο.
Ανεβήκαμε και κατεβήκαμε άπειρες φορές την πολυσύχναστη λεωφόρο Brataniu και την κλασάτη Calea Victoriei με τις γυαλιστερές, πανάκριβες βιτρίνες της. Χαθήκαμε στα στενά, ήπιαμε σφηνάκια σε ρομαντικά τεϊοποτεία και κοκτέιλς σε δροσερούς κήπους, χορέψαμε μέχρι πρωίας σε υπόγεια κλαμπάκια, ξυπνήσαμε με μαύρους κύκλους σε διαλυμένα guesthouses και φάγαμε ciorba (σούπα) για πρωινό. Όχι, το Βουκουρέστι Παρίσι δεν είναι, μα καθόλου δεν μας απογοήτευσε.
Sibiu η ντίβα
Δυο ώρες ολόισιου δρόμου, τη βαρεμάρα του οποίου άντε να έσπαγαν ένα δυο roundabout, ώσπου τελικά φτάσαμε. Sibiu, η πολυφωτογραφημένη ντίβα της Τρανσιλβανίας. Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 2007 και κατά τα λεγόμενα πολιτιστικό κέντρο της Ρουμανίας και σήμερα, η κουκλίστικη πόλη με τα μπερδεμένα πλακόστρωτα, τις γοτθικές εκκλησίες, τις πλατείες, τα πολύχρωμα σπίτια που σε "κοιτούν" κάτω απ' τα μισόκλειστα, νυσταγμένα βλέφαρα των παραθύρων τους μας κέρδισε από την πρώτη εκείνη βόλτα στην κεντρική Piata Mare.
Τι κι αν ήταν Δευτέρα, κι όλα τα μουσεία ήταν κλειστά; Χάσαμε το Brukenthal Museum αλλά αποζημιωθήκαμε με ατέλειωτες πλακόστρωτες περατζάδες, στις πλατείες με τα.. ευφάνταστα ονόματα Μικρή και Μεγάλη (Mare - Mica), φωτογραφίες στη Γέφυρα των Ψεμάτων, εδώ που οι ερωτευμένοι αντάλλαζαν όρκους αιώνιας αφοσίωσης, καφέ και ταξίδι στο χρόνο στο ατμοσφαιρικό «Atelier Pardon», ενώ η βραδιά επισφραγίστηκε με ένα λουκούλλειο γεύμα στο εστιατόριο του ξενοδοχείου «Weidner» όπου ήρθαμε σε επαφή με τη ρουμάνικη κουζίνα και δη την υπερπαραγωγή ciorba di fasole in paine -ήτοι, φασολάδα με μπέικον, πατάτες, λαχανικά σερβιρισμένη μέσα σε ένα καρβέλι ψωμί!
Το πρώτο μας κάστρο
Zημερώνει και η μέρα ξεκινάει δυτικά, στό κάστρο Corvin , δυο βήματα από τη βιομηχανική πόλη Hunedoara, με όλα τα στοιχεία που πρέπει να έχει κάθε κάστρο που σέβεται τον εαυτό του: την απαραίτητη τάφρο που τη διασχίζεις μέσω της γέφυρας, τα συμπαγή τείχη τους μυτερούς πυργίσκους, τις ψηλοτάβανες τοξωτές αίθουσες με τα βαριά ξύλινα έπιπλα, τις πολεμίστρες, τις κρεμάλες και μια ανατριχιαστική αίθουσα βασανιστηρίων.
Ίσως φταιει που ήταν το πρώτο κάστρο του ταξιδιού (θα ακολουθήσουν αρκετά ακόμα) ίσως φταίει που η μεσαιωνική ατμόσφαιρα αναβλύζει από κάθε πόρο του, είχαμε την αίσθηση ότι θα ξεπροβάλει από μια γωνιά ο Θέοντεν από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών.
Η κατεύθυνσή μας ήταν ανατολικά και για να 'σπάσουμε' κάπως την απόσταση στο χάρτη, αποφασίσαμε να διανυκτερεύσουμε κάπου στη μέση, σε έναν προορισμό που διαλέχτηκε κάπως τυχαία αλλά μας αποζημιωσε πλήρως. Piano de Sus, ένα μικρό χωριό στο πουθενά και στις παρυφές αυτού, ο αξέχαστος ξενώνας Pensiunea Iedera . Πνιγμένος στο πράσινο και πλαισιωμένος από τα επιβλητικά Τρανσυλβανικά βουνά, ξύλινος, ρομαντικός, φροντισμένος με αγάπη από ένα ζευγάρι ρουμάνων που κατοικούσαν επίσης εκεί, έμοιαζε σα να είχε βγει από μυθιστόρημα.
Είχαμε συνεννοηθεί από πριν να μας ετοιμάσουν κάτι να τσιμπήσουμε, μιας που θα φτάναμε αργά και κουρασμένοι - δεν είχαμε καταλάβει τσουκάλι στη φωτιά στο χώμα, φραντζόλες ψωμί, τεράστιες σαλάτες από τον κήπο τους, καράφες παλίνκα (τοπικο ποτό) να ρέεουν άφθονες και τον ίδιο τον ιδιοκτήτη να έρχεται στη συντροφιά μας με την κιθάρα του αγκαλιά. Ούτε περιμέναμε για πρωινό ένα μεγάλο στρωμένο τραπέζι με γάλα κατευθείαν απ τη γελάδα, σπιτικό ψωμί, δικό τους βούτυρο, χειροποίητες μαρμελάδες και αυγά απ το χωριό.
Πορεία προς Ανατολάς
Όμως, είμαστε σε road trip και η Ρουμανία έχει ακόμα πολλά να μας δείξει. Ξανά επιβίβαση στα αυτοκίνητα, η παρέα σε μεγάλα κέφια, και η πορεία προς την ανατολή συνεχίζεται. Πρώτη στάση, Alba Ioulia, η μικρή καστροπολιτεία του Βορρά, ιδιαίτερα σημαντική για τους Ρουμάνους, καθώς εδώ ανακοινώθηκε η ένωση της Τρανσιλβανίας με τη Ρουμανία στα μέσα του 16ου αιώνα. Σίγουρα αξίζει μια σύντομη πρωινή επίσκεψη για να θαυμάσετε το περιτοιχισμένο τμήμα της, αρκεί να μη σας τα χαλάσει ο καιρός: δεν είχαμε καλά καλά προλάβει να φωτογραφηθούμε πλάι στα σπαρμένα στους δρόμους μπρούτζινα αγάλματα και τα ψηλά καμπαναριά, και η μπόρα μας έτρεψε σε φυγή.
Ελέω βροχής, η συνέχεια θα δοθεί.. underground: επίσκεψη στα εγκαταλελειμένα ορυχεία αλατιού Salina Turda. Εγκαταλειμένα βέβαια, τρόπος του λέγειν: τα αμαξίδια μπορεί να μην κάνουν πια διαδρομές φορτωμένα αλάτι και τα μηχανήματα να στέκουν σιωπηλά, το μέρος όμως σφύζει από ζωή. Τουρίστες και οικογένειες έρχονται ως εδώ να θαυμάσουν τους εντυπωσιακούς σχηματισμούς του αλατιού στα βράχια, την υπόγεια λίμνη, τις χαμηλοτάβανες στοές, ενώ ο φωτισμός δίνει στο απόκοσμο ορυχείο μια σχεδόν διαστημική διάσταση.
Τα χιλιόμετρα ήδη πάνω μας βαραίνουν. Επιστροφή λοιπόν στη φύση για δεύτερη φορά και ημερήσιο break σε έτερο ξεχασμένο χωριό στη μέση του πουθενά: Vallea Villor. Το διαλέξαμε γιατί ήταν στη μέση της διαδρομής, αργότερα ανακαλύψαμε ότι η εκκλησία του είναι μνημειο της UNESCO (!). Ας ειναι. Το χωριατόσπιτο που νοικιάσαμε, ό,τι κοντύτερο θα έβρισκε κανείς στο πατρικό της γιαγιάς (κλειδί κάτω από το χαλάκι, θέρμανση με σόμπες και μαγκάλια, παλιακά ξύλινα μπάνια και κουρελούδες στα πατώματα) φάνταζε παλατάκι.
Κυρίως γιατί είχε έναν τεράστιο κήπο και ένα σκεπασμένο μπάρμπεκιου. Λίγες ώρες αργότερα ο Corneliu είχε ανάψει τη φωτιά, η Oana είχε σερβίρει την tuica, ο Χρήστος έκανε τέχνη σκυμμένος πάνω από τη σχάρα και τα γέλια αντηχούσαν στο ήσυχο χωριό.
Castle overdose
Τρανσυλβανίας συνέχεια και στάση στη Sighisoara, την πατρίδα του Κόμη Δράκουλα. Μην σας αποθαρρύνει μια μέτρια προς άσχημη πρώτη εντύπωση. Με το που θα περάσετε την κεντρική πύλη που οδηγεί στα ενδότερα της μεσαιωνικής καστρούπολης, η εικόνα αλλάζει άρδην. Πολύχρωμα σπίτια στριμωγμένα ανάμεσα στα πέτρινα τείχη, πλακόστρωτα στενά, πλανόδιοι μουσικοί και καλλιτέχνες κι ένας υπεραιωνόβιος πύργος ρολογιού να δεσπόζει, η όμορφη και καλοδιατηρημένη πόλη -Μνημείο της ΟΥΝΕΣΚO θα φέρει υπερωρίες στο κλείστρο του φωτογραφικού σας φακού. Μην την αδικήσετε όπως εμείς σε ένα πρωινό, αφιερώστε της τη μέρα. Εμείς δεν προλαβαίναμε, είχαμε ραντεβού με το Δράκουλα.
Κι εδώ είμαστε. Κάστρο Bran, το κάστρο του Δράκουλα, δηλαδή Dracul -a, δηλαδή ο γιος του Dracul, κατά κόσμον Vlad Tepes, ο τουρκοφάγος, εθνικός ήρωας των Ρουμάνων. Που του είχε βγει το όνομα αιμοδιψής, κι αυτό ήρθε κι έδεσε πάνω στην αιματοβαμμένη ιστορία του κόμη που εμπνεύστηκε ο Μπραμ Στόκερ. Οι τουρίστες συρρέουν πάντα στο κάστρο, κυρίως βέβαια για τα κάλλη του -ειδικά όπως προβάλλει δραματικά στη στροφή μέσα από την ομίχλη.
Το εσωτερικό του δε στάθηκε αντάξιο των 30 lei (7 ευρώ) της εισόδου , μιας που δεν έχει τίποτε από τη μεσαιωνική ατμόσφαιρα του Corvin, κι αυτό γιατί λειτουργούσε ως τον 20ο αιώνα ως βασιλικό θερινό ανάκτορο. Η βόλτα στους κήπους του όμως μας αποζημίωσε, καθώς και η βόλτα στο παζάρι τοπικών προϊόντων ακριβώς στα πόδια του. Λίγα χιλιόμετρα από το Bran, το κάστρο Rasnov, λιγότερο διάσημο, λιγότερο όμορφο αλλά και με λιγότερους τουρίστες, πέρα από το όμορφο περιτοιχισμένο πετρόχτιστο χωριό και τη γαλήνια δασική διαδρομή ως να το φτάσεις, προσφέρει απίστευτη πανοραμική θέα από τον ψηλότερο πυργίσκο του.
Κι αν δεν είχατε αρκετά κάστρα ως τώρα, έχουμε ένα ακόμα τελευταίο για εσάς. Κάστρο Peles, και είμαστε στη Σινάια. Το λιγότερο υποβλητικό, το πιο μαγικό, το πιο φωτογενές. Αν το Bran εμπνέει ιστορίες σαν του Δράκουλα, το Peles υποδέχεται την πριγκήπισσα του παραμυθιού. Λίμνες και δέντρα και συντριβάνια, χαριτωμένοι πυργίσκοι με ξυλόγλυπτα αετώματα, καλοφροντισμενοι κήποι και γαλήνια αγάλματα- σε πείσμα των αιματοβαμμένων μύθων, το Peles διατηρεί αυτάρεσκα στο χρόνο την σχεδόν γυναικεία φινέτσα και τσαχπινιά του.
Brasov, my love
Ο τελευταίος σταθμός του ταξιδιού θα μας αντάμειβε με ακόμη ένα μαργαριτάρι, την πόλη Brasov. Εδώ έχουμε φύγει πια από τις στενές καστροπολιτείες, παραμένουμε όμως σε μεσαιωνικό mood, με τα πολύχρωμα σπίτια, τα κουκλίστικα μπιστρό και τα μοντέρνα εστιατόρια , στην πλακόστρωτη οδό Republicii και στην ιδιαίτερη Biserica Neagra (Μαύρη εκκλησία).
Απλωμένη και άνετη, παρά τα βουνά που την αγκαλιάζουν, η Brasov είναι μια πόλη γεμάτη ζωή, μέρα και νύχτα, με μπαρς και υπαίθριες αγορές τοπικών προϊόντων, καφέ και μουσεία, πάρκα και βιτρίνες, ανατολή και δύση, όλα ένα μπερδεμένο κουβάρι με φόντο τα επιβλητικά Καρπάθια. Ίσως η Sibiu και η Sighisoara να είναι πιο φωτογενείς, τούτη εδώ όμως είναι πιο ζωντανή. Δύο βράδια στο «Casa Albert» ήταν αρκετά και ο δρόμος για το Βουκουρέστι δύσκολος.
Για να λειάνουμε την αίσθηση της επιστροφής, στάση στο Busteni, μια μικρή ορεινή πόλη στους πρόποδες των βουνών Busegi. Μόνο για να πάρεις το τελεφερίκ, να ανέβεις στην κορυφή και να ναι τα πάντα στρωμένα με χιόνι ανήμερα Πρωτομαγιά, αρκούσε για να μας φτιάξει τη διάθεση. Εξαντλητικός χιονοπόλεμος: το ιδανικό επιστέγασμα μιας εκδρομής όμορφης τόσο όσο και αναπάντεχης.
Ένα επιτυχημένο road trip χρειάζεται καλή παρέα, πλούσιες εικόνες, μοναδικές γεύσεις, κουκλίστικες πόλεις και οργιώδη φύση. Εσείς, φροντίστε μόνο την παρέα. Τα υπόλοιπα θα τα κάνει η Ρουμανία για σας.