Την ώρα που ο Παλαιός Άγιος Αθανάσιος βρίσκεται σε... περίσκεψη κι εστιάζει στις κλασικές αξίες, από την άλλη πλευρά του Καϊμακτσαλάν το Λουτράκι Αριδαίας ξεπροβάλλει ανανεωμένο ως βάση για εκδρομές στην περιοχή.
Τα παλιά χρόνια χιόνι είχαμε συνεχώς από τον Οκτώβριο μέχρι τον Απρίλιο», μου λένε ο κ. Πέτρος και η κ. Ελένη καθώς δοκιμάζω έναν απίθανο φασουλοταβά στο ζεστό τους εστιατόριο Ο Πέτρος στην καρδιά του Παλαιού Αγίου Αθανασίου. «Πολλές φορές αναγκαζόμασταν να πηδήξουμε από το μπαλκόνι για να καταφέρουμε να πάμε στο σχολείο», συμπληρώνουν, ενώ ο κ. Γιώργος, ο οποίος δημιούργησε τον περιποιημένο ξενώνα Πετρογόνημα στη θέση όπου βρισκόταν κάποτε το πατρικό του σπίτι, θυμάται πως έκαναν «προμήθειες μια και καλή από τον Οκτώβριο για όλο το χειμώνα». Οι τόσο αντίξοες καιρικές συνθήκες ήταν αυτές που ανάγκασαν τους κατοίκους να μετακομίσουν τη δεκαετία του ’80 λίγο νοτιότερα και να ιδρύσουν τον Νέο Άγιο Αθανάσιο σε μια πιο ευνοϊκή τοποθεσία. Η δημιουργία, ωστόσο, του χιονοδρομικού τη δεκαετία του ’90 έδωσε ξανά ζωή στο εγκαταλελειμμένο χωριό, το οποίο οδηγήθηκε τάχιστα στην τουριστική δόξα τα επόμενα χρόνια, αποκτώντας πολυτελέστατα ξενοδοχεία, ξενώνες και πολλά εξοχικά, ταβέρνες, εστιατόρια και μαζί το προσωνύμιο «Αράχοβα του Βορρά».
Απόγευμα Παρασκευής και περπατώ στον κεντρικό δρόμο του οικισμού, έχοντας στο μυαλό μου παλιότερα ρεπορτάζ του «α» για τον Παλιό (όπως λέγεται χάριν συντομίας): φιλόδοξα νέα ξενοδοχεία, συνεργασίες με γνωστούς σεφ, ακριβές πρώτες ύλες, γκουρμέ δημιουργίες... Δεν είναι αυτή η εντύπωση που σχηματίζω τώρα. Τα φώτα μπορεί να έχουν ανάψει, αλλά δεν αργείς να εντοπίσεις τα κλειστά καταστήματα ανάμεσά τους. Τα all day καφέ και μπαράκια φανερώνουν τις μουσικές τους προτιμήσεις μέσω ηχείων εξωτερικού χώρου: ο «Μύθος» παίζει Ρέμο, η «Χόβολη» Γαλάνη, ο «Χιονοδρόμος» Πλούταρχο, το «Grand» Κοέν. Βραδάκι Σαββάτου και στην παλέτα των επιλογών προστίθεται το «Queen», το μοναδικό καθαρόαιμο νυχτερινό spot του χωριού.
Το κρύο είναι τσουχτερό και οι επισκέπτες του σαββατοκύριακου δείχνουν να αποζητούν τη θαλπωρή που εκπέμπουν οι κλασικές γευστικές αξίες. Στην Καλύβα με την πολύ φροντισμένη σάλα η κρασάτη τηγανιά φούρνου είναι άπαιχτη, όπως και το μοσχαράκι με μελιτζάνες σε μια σάλτσα ροδαλή κι αιθέρια. Ένα τσιπουράκι στα όρθια, στην είσοδο του εστιατορίου Καταφύγιο είναι το προοίμιο για τις νοστιμιές που αργομαγειρεύονται σε γάστρες στον παλιό πέτρινο ξυλόφουρνο, όπως το χοιρινό με δαμάσκηνα, το αγριογούρουνο και το ζαρκάδι. Η ταβέρνα Τα Καλά της Αντωνίας διαφοροποιείται ελαφρώς από τις υπόλοιπες σερβίροντας και μικρασιατικές γεύσεις, όπως κεφτεδάκια με τσιμένι, μελιτζάνα-χανούμισσα και τσιγεροσαρμάδες.
Την ίδια ώρα στο απλόχωρο σαλόνι του Miramonte Chalet Hotel δεν πέφτει καρφίτσα. Τα παιδιά παίζουν επιτραπέζια στους καναπέδες και οι γονείς τρώνε στα τραπέζια του εστιατορίου υπό τους ήχους live μπάντας. Το ξενοδοχείο συγκαταλέγεται στις πιο πρόσφατες αφίξεις στο χωριό και ποντάρει στην ήρεμη πολυτέλεια, με έργα γνωστών Ελλήνων καλλιτεχνών σε όλους τους χώρους και πολύ κομψά δωμάτια, στα οποία κυριαρχούν οι λιτές γραμμές, η πέτρα και το ξύλο. Άλλο ένα winter resort υψηλών προδιαγραφών είναι το Kaimak Inn , με πολύ ατμοσφαιρικούς κοινόχρηστους χώρους και προσεγμένα δωμάτια με πατιναρισμένα έπιπλα. Τα μισά είναι δίπατες μεζονέτες με το κρεβάτι στη σοφίτα, ενώ προσβάσιμο σε όλους (κατόπιν ραντεβού βεβαίως) είναι το «Δωμάτιο Απόδρασης» που φιλοξενεί από φέτος στις εγκαταστάσεις του.
Σάββατο πρωί και οι χιονοδρόμοι από την ευρύτερη περιοχή συναντιούνται στη διασταύρωση που οδηγεί στο χιονοδρομικό. Απολαμβάνοντας τη μοναδική θέα στη Λίμνη Βεγορίτιδα, ακολουθώ τη διαδρομή προς τη γειτονική Παναγίτσα. Δύο είναι οι διαχρονικοί πόλοι έλξης του γραφικού χωριού. Από τη μία το εστιατόριο Πέτρινο στην κεντρική πλατεία. Ευχάριστη σάλα «αστικού» ύφους, φωτογραφίες με όλα τα είδη ορχιδέας του Καϊμακτσαλάν στους τοίχους και τα άπαντα της πολίτικης κουζίνας στα τραπέζια: από το εμβληματικό χουνκιάρ μπεγεντί και το σις κεμπάπ (αποκλειστικά από μοσχαρίσιο κιμά περασμένο σε σπαθί και ψημένο στα κάρβουνα) μέχρι το θεαματικό μπούτι γουρουνόπουλου στη γάστρα, τα έξτρα αρωματικά σμυρναίικα σουτζουκάκια, τους φοβερούς λαχανοντολμάδες και το μοσχάρι με κυδώνια. Το Leventis Art Suites είναι, από την άλλη, ένα εξαίσιο art hotel-έκπληξη, φιλοτεχνημένο ολόκληρο στο χέρι από τον καλλιτέχνη Μανώλη Πολυμέρη. Την πανοραμική θέα στη λίμνη συμπληρώνουν οι αντίκες που κοσμούν τις άνετες σουίτες, το Μουσείο Φωτογραφικών Μηχανών με 2.500 εκθέματα της οικογένειας Λεβέντη και ακόμη ένας χώρος που φιλοξενεί εκθέσεις φωτογραφίας σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη.
Συνεχίζω να οδηγώ δίπλα στους εύφορους οπωρώνες της περιοχής. «Welcome to cherryland», γράφει η πινακίδα στην είσοδο του γειτονικού χωριού Νησί. Η διαδρομή μέχρι το Λουτράκι Αριδαίας είναι σύντομη και πιάνοντας την τελική ευθεία προς τα Λουτρά Πόζαρ, νιώθεις να εισχωρείς στα έγκατα του Καϊμακτσαλάν. Η διάσημη λουτρόπολη σφύζει από ζωή. Πούλμαν και αυτοκίνητα ανεβοκατεβαίνουν στον κεντρικό δρόμο, στον οποίο συμπυκνώνεται η τουριστική υποδομή του τόπου. Κυριαρχούν τα αδιάφορα ξενοδοχεία-πολυκατοικίες, ωστόσο τα τελευταία χρόνια «ξεφυτρώνουν» ανάμεσά τους ξεχωριστές προτάσεις που ελκύουν ένα διαφορετικό προφίλ επισκεπτών και καθιστούν το Λουτράκι εναλλακτική βάση για εξορμήσεις στην περιοχή.
Το Agapi ποντάρει στην προσωποποιημένη φιλοξενία, με ένα πανέμορφο κοινόχρηστο σαλόνι λουσμένο στο φυσικό φως και πρωινό διανθισμένο με ποντιακές γεύσεις. Το Μελίες είναι μια boutique επιλογή με country style διακόσμηση, ιδανική για ζευγάρια, ενώ στο Thermes όλα τα δωμάτια είναι πολύ άνετα κι εκπέμπουν ρουστίκ ζεστασιά. Στο ολοστρόγγυλο Chateau Rond μια πανέμορφη σκάλα με περίτεχνη σιδερένια κουπαστή οδηγεί σε μεγάλες σουίτες με μπαρόκ διακοσμητική προσέγγιση, εντυπωσιακά κεφαλάρια στα κρεβάτια και ποιοτικές ταπετσαρίες στους τοίχους. Ένα γεύμα στο αδελφό bar-restaurant Υδρόλιθος αποδεικνύει τις υψηλές στροφές που έχει πάρει η κουζίνα του σεφ Χρήστου Νούσκα. Ενδεικτικά αναφέρω την εξαιρετική τηγανιά με Ξινόμαυρο και ψητή πιπεριά Φλωρίνης, η οποία σερβίρεται σε στιλ κομψού ναπολεόν συνοδεία ενός βελούδινου πουρέ μελιτζάνας, το τρυφερό κοτόπουλο με καπνιστή πάπρικα και μέλι, το οποίο απογειώνει μια λεμονάτη σος γιαουρτιού, αλλά και το φοβερό τραχανότο με τα όπως πρέπει ψημένα μπιφτεκάκια για την ακαταμάχητη comfort γοητεία του.
Αποτελειώνω στο πι και φι τον ελαφρύ κορμό λευκής σοκολάτας, διότι με συμβουλεύουν να ανεβώ στα λουτρά προτού νυχτώσει. Φτάνοντας στο καφέ που βρίσκεται στην κορυφή των εγκαταστάσεων καταλαβαίνω γιατί. Οι ιαματικές πηγές στην είσοδο του φαραγγιού του Αγίου Νικολάου αναβλύζουν συνθέτοντας ένα πανέμορφο φυσιολατρικό σκηνικό με οργιαστική βλάστηση, καταρράκτες, σμαραγδένια νερά και ατμούς. Η φυσική γούρνα με το νερό στους 37 βαθμούς είναι γεμάτη κόσμο όλων των ηλικιών, που αφήνει πρόχειρα το μπουρνούζι του στην είσοδο. Οι πιο τολμηροί δρασκελίζουν –όπως πρέπει– το πηχάκι προς τον παγωμένο καταρράκτη, επιστρέφουν στα ζεστά και πάλι από την αρχή. Εναλλακτική επιλογή χαλάρωσης οι πριβέ πισίνες που χωράνε μέχρι 6 άτομα, οι οποίες μοιράζονται σε δύο κτίρια, το πιο παλιό (που διαθέτει επιπλέον ατομικές μπανιέρες) και το πιο καινούργιο κοντά στην είσοδο των εγκαταστάσεων. «Το επόμενο διαθέσιμο ραντεβού είναι για τις 4 τα ξημερώματα», με ενημερώνει η κυρία στην υποδοχή ενώ κοιτάζω το ρολόι μου. Δεν είναι καν 4 το απόγευμα...