Πώς συνδέεται το όραμα του Κεμάλ για την εκμετάλλευση των υδάτινων πόρων του Τίγρη και του Ευφράτη με την ολική αναγέννηση της κοιλάδας της Μεσοποταμίας και τη δημιουργία ενός νέου προορισμού στο χάρτη; Χαθήκαμε για μία εβδομάδα στα βάθη της Ανατολίας, αλλά γυρίσαμε με απαντήσεις.
Αλλούτερη! Αυτή ήταν η αίσθησή μου κατά τη διάρκεια του ταξιδιού στη Μεσοποταμία, αυτή είναι και τώρα που προσπαθώ να μαζέψω σκέψεις, σημειώσεις και φωτογραφίες για να το μεταφέρω στο χαρτί. Χρόνια παραμελημένη, χαμένη στα βάθη της Ανατολίας, είναι σήμερα –τρόπον τινά– το «τέρμα» της Τουρκίας στα σύνορα με τη Συρία. Δεν ήταν πάντα έτσι. Από ολόκληρη την περιοχή με επίκεντρο την αχανή κοιλάδα έχουν περάσει σχεδόν από καταβολής κόσμου κάθε λογής φύλα, φυλές, δυναστείες, αυτοκρατορίες, κουλτούρες και θρησκείες, κληροδοτώντας της ένα από κάθε άποψη ιδιαίτερο χαρμάνι, το οποίο –όπως όλα δείχνουν– ήρθε η ώρα να γευτούν κι επισκέπτες από όλο τον κόσμο. Οι πιο τολμηροί τώρα, για να είναι οι πρώτοι που θα το δοκιμάσουν. Οι λιγότερο περιπετειώδεις σε λίγα χρόνια, οπότε και θα έχει γίνει πιο mainstream.
Η αφετηρία αυτής της αναγέννησης εντοπίζεται σε ένα μεγαλεπήβολο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα ονόματι «GAP», το οποίο εκπονήθηκε τη δεκαετία του ’70 και βασίζεται σε μια παλιότερη ιδέα –ποιου άλλου;– του Κεμάλ Ατατούρκ. Εκείνος πρώτος οραματίστηκε αυτό που μετέπειτα θα αποτελούσε τον πυρήνα του προγράμματος, την εκμετάλλευση των υδάτων του Τίγρη και του Ευφράτη με στόχο τη δημιουργία ενεργειακών πόρων και την ανάπτυξη της καλλιέργειας στην περιοχή. Τη δεκαετία του ’80 το πρόγραμμα εξελίχτηκε σε ένα πολυεπίπεδο project που αγκαλιάζει ποικίλους τομείς, όπως η εκπαίδευση, η υγεία και οι αστικές υποδομές, αποσκοπώντας σε μια εν γένει βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Φτάνοντας στο σήμερα, νέες πόλεις ανεγείρονται με ταχύτατους ρυθμούς κοντά στα παλιά τους κομμάτια που αναπλάθονται με σεβασμό στην αρχική τους μορφή, η αρχαιολογική σκαπάνη αναδεικνύει άκρως σημαντικά ευρήματα, οι ολοκαίνουργιοι δρόμοι σχεδόν αναδίδουν τη μυρωδιά της πίσσας, ενώ νέα boutique hotels σε ατμοσφαιρικά αρχοντικά αλλά και τα πρώτα παραρτήματα διεθνών ξενοδοχειακών αλυσίδων σηματοδοτούν το άνοιγμα της περιοχής στον τουρισμό.
Δύσκολα ξεχνάς την πρώτη φορά που αντικρίζεις την κοιλάδα της Μεσοποταμίας. Απόκοσμη και κατάξανθη, μοιάζει με θάλασσα που χύνεται στο βάθος του ορίζοντα. Αυτή είναι η θέα που έχω από το παράθυρό μου στο «Maridin Otel» στο Mardin, πρώτο σταθμό του ταξιδιού μας, ύστερα από εσωτερική πτήση 2,5 ωρών από την Κωνσταντινούπολη. Πέρα από το καλύτερο «μπαλκόνι» στην κοιλάδα, το Mardin είναι από τις πόλεις της περιοχής που αποκτούν τάχιστα καινούργιο πρόσωπο. Το κομμάτι της νέας πόλης είναι ένα εργοτάξιο, με ένα αεροδρόμιο «του κουτιού» (πρόκειται να λειτουργήσει το επόμενο διάστημα) και δεκάδες γερανούς φωλιασμένους πάνω από πολυκατοικίες και ουρανοξύστες που υψώνονται με γοργούς ρυθμούς, εκεί όπου κατά πάσα πιθανότητα δεν υπήρχε τίποτα μέχρι πρόσφατα. Ένα Hilton, επίσης σε φάση ανέγερσης, βρίσκεται σε μια στροφή λίγο πριν από την παλιά πόλη, η οποία μας υποδέχεται χτισμένη αμφιθεατρικά με ένα κάστρο-φρούριο στην κορυφή και από κάτω πέτρινα σπίτια και κτίρια να λαμπυρίζουν στον ήλιο. Περπατώντας λίγη ώρα αργότερα παρέα με τον ξεναγό στον κεντρικό δρόμο, τον «Πρώτο» όπως ονομάζεται, μαθαίνουμε πως η πόλη με την πλούσια ιστορία πάνω στον Δρόμο του Μεταξιού βρίσκεται σε φάση ανάπλασης ύψους πολλών δεκάδων εκατομμυρίων τουρκικών λιρών.
Το Mediyat αποτέλεσε τη δεύτερη βάση της διαμονής μας. Σε βασική τουριστική ατραξιόν του έχει αναδειχτεί η έπαυλη στο υψηλότερο σημείο του, καθώς πρωταγωνιστούσε με τον τρόπο της στη διάσημη τουρκική σειρά «Σιλά». Ασφαλώς και βγάλαμε τα απαραίτητα selfies στο ημικυκλικό μπαλκονάκι-παρατηρητήριο, ωστόσο μας κέρδισε πολύ περισσότερο το ατμοσφαιρικό καραβάν σεράι της πόλης, με αψιδωτούς θόλους κι ένα σιντριβάνι στο κέντρο, όπου δροσιστήκαμε με φρεσκοστυμμένη λεμονάδα. Εξαιρετικό και το ξενοδοχείο «Kasr-i Nehroz», το οποίο μας φιλοξένησε. Στην πιο ψηλή βεράντα αυτού του αρχοντικού, που στο παρελθόν λειτουργούσε και ως ναός, απολαύσαμε ένα πραγματικά λουκούλλειο γεύμα κάτω από τα αστέρια. Ιδανική συνοδεία προσέφεραν τα πολύ καλά κρασιά του τοπικού οινοποιείου Suryani Sarabi, αποκλειστικά από ποικιλίες της Μεσοποταμίας, η οποία θεωρείται από πολλούς πατρίδα του κρασιού.
Πλησιάζοντας στη Sanliurfa, τελευταία βάση του ταξιδιού μας, προς στιγμήν... αποσυντονιστήκαμε. Πλατιές λεωφόροι, περιποιημένα παρτέρια με λουλούδια σε κάθε πιθανό σχηματισμό και χρώμα, αμέτρητες θεόρατες πολυκατοικίες και άλλες τόσες εν τη γενέσει τους μας κάνουν να νομίζουμε ότι βρισκόμαστε στο Ντουμπάι. Ναι, η Urfa, όπως επίσης λέγεται, είναι η πιο έτοιμη από τις πόλεις του ταξιδιού μας. Ένα ολοκαίνουργιο και άκρως ντιζαϊνάτο Αρχαιολογικό Μουσείο, που πρόκειται να ανοίξει δίπλα σε ένα δυτικού τύπου mall, μοιάζει με συνδετικό κρίκο ανάμεσα στη νέα και την παλιά πόλη, η οποία απλώνεται λίγο παραπέρα σε μαχαλάδες στις πλαγιές του κάστρου. Η καρδιά της χτυπά στο καταπράσινο πάρκο με τη λίμνη στο κεντρικότερο σημείο του, η οποία σύμφωνα με το μύθο δημιουργήθηκε ως εκ θαύματος για να σώσει τον Αβραάμ από τη φωτιά, κάνοντας έτσι την Urfa γνωστή και ως «Πόλη του Προφήτη».
Ολόκληρη η ευρύτερη περιοχή είναι ένα απέραντο αρχαιολογικό πάρκο. Αιχμή του δόρατος αποτελεί το Gobekli Tepe, που θεωρείται από πολλούς αρχαιολόγους ο αρχαιότερος ναός του κόσμου, καθώς η ανέγερσή του τοποθετείται στο 10.000 π.Χ., δηλαδή κάποιες χιλιάδες χρόνια νωρίτερα και από αυτές ακόμη τις Πυραμίδες της Αιγύπτου. Και αν στην Dara –με εξαίρεση μια εντυπωσιακή νεκρόπολη και κάποιες καλοδιατηρημένες κινστέρνες– ελάχιστα πλέον θυμίζουν την κραταιά πόλη-οχυρό που ίδρυσε ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Αναστάσιος Α΄, ο Αντίοχος, ένας κατά τα φαινόμενα μεγαλομανής βασιλιάς της δυναστείας των Σελευκιδών, φρόντισε να αφήσει για πάντα τη σφραγίδα του στην κορυφή του όρους Nemrut. Εκεί βρήκε το ιδανικό σημείο για να τοποθετήσει τα πελώρια αγάλματά του που απεικονίζουν ζώα και θεότητες. Τα σώματα διαλύθηκαν στο πέρασμα του χρόνου, όμως οι κεφαλές έμειναν ακέραιες πάνω στο έδαφος, να ατενίζουν το μεγαλειώδες τοπίο που απλώνεται μπροστά τους από υψόμετρο 2.000 μ. Άλλα δύο σημεία ενδιαφέροντος αποτελούν τα επισκέψιμα σπίτια του Harran, με την ιδιαιτερότητα πως δεν είναι ακριβώς σπίτια, αλλά γλυκύτατες ομαδούλες από πλίθινες κατασκευές με κωνικές στέγες που μοιάζουν με καπέλα νάνων, καθώς και η τεχνητή λίμνη Halfeti με μια όμορφη προμενάντ γεμάτη ταβερνάκια και καραβάκια που σουλατσάρουν νωχελικά στα νερά της. Όπως ίσως σωστά μαντεύετε, δημιουργήθηκε και αυτή με τις υδάτινες ευλογίες του Ευφράτη, βυθίζοντας αναγκαστικά κάποια χωριά στη... λήθη, αλλά χαρίζοντας στους επισκέπτες βαρκάδες με απρόοπτα τετ-α-τετ, όπως λ.χ. με την κορυφή ενός μιναρέ που ξεπροβάλλει λυπημένη μέσα από το νερό!
Αν έχω μια μυρωδιά στα ρουθούνια μου από αυτό το ταξίδι, αυτή προέρχεται από τον καφέ mirra – ένας υγρός δυναμίτης καφεΐνης που προκύπτει από μια πεντάωρη διαδικασία με διαδοχικά βρασίματα και σουρώματα του ίδιου χαρμανιού. Το απόσταγμα σερβίρεται λιγοστό, σε μικρό φλιτζάνι, το οποίο απαγορεύεται για λόγους ευγενείας να ακουμπήσει στο τραπέζι, αλλά επιβάλλεται να περάσει χέρι με χέρι στον επόμενο, να γεμίσει ξανά και ούτω καθεξής, μέχρι να κεραστεί ολόκληρη η παρέα. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας άφθονο έρεε επίσης όχι το αλκοόλ, το οποίο αποτελεί απαγορευμένο καρπό και δεν το βρίσκεις σχεδόν πουθενά, αλλά το αριάνι, κάτι σαν ξινόγαλο, το οποίο είναι ό,τι πρέπει για να αντιμετωπίσεις την κάψα που χαρακτηρίζει την τοπική κουζίνα. Βασικά της συστατικά είναι το κρέας, το πλιγούρι, τα έντονα καρυκεύματα και τα πολλά λαχανικά και φύτρες, που δίνουν στο σύνολο μια γεύση πέρα για πέρα γήινη. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά της πιάτα γευτήκαμε κάποιο βράδυ σε ένα εστιατόριο με ζωντανή μουσική στην Urfa: σε κάποια στιγμή τα φώτα χαμήλωσαν, η μουσική σταμάτησε και από την κουζίνα βγήκε ο σεφ, ο οποίος πήρε θέση στο κέντρο του μαγαζιού και για ώρα ζύμωνε κάτι με μανία μέσα σε μια τεράστια γαβάθα. Το αποτέλεσμα των κόπων του σερβιρίστηκε λίγη ώρα αργότερα. Ονομάζεται cig kofte και πρόκειται για έντονα καρυκευμένους μεγάλους κεφτέδες, οι οποίοι δεν περνάνε από το τηγάνι όπως θα περίμενε κάποιος, αλλά τους τυλίγεις σε μαρουλόφυλλα και τους τρως ωμούς! Ελαφρώς διαφορετικό εδώ και το έθιμο του χορού, καθώς –όπως διαπιστώσαμε αργότερα– άνδρες και γυναίκες χορεύουν χωριστά, χωρίς να πολυκοιτάζονται.
Όσο για το shopping, παζάρι και πάλι παζάρι! Κάθε πόλη έχει το δικό της, στο οποίο χάνεσαι με τις ώρες τρελαμένος με τις μυρωδιές, χαζεύοντας πραμάτειες κάθε λογής, από τις πιο άχρηστες μέχρι τις πιο χρήσιμες, και βέβαια... παζαρεύοντας, διότι εννοείται πως δεν αγοράζεις τίποτα στην αρχική του τιμή. Πολύ αυθεντικό, μεγάλο και πάμφθηνο μας φάνηκε το παζάρι του Mardin, όπου κάναμε τις προμήθειές μας σε φανταστικά σαλβάρια, σφυρήλατα σετ του καφέ και κολιέ με πολύχρωμες, υφασμάτινες χάντρες που έχουν στην άκρη ένα φυλαχτό διαβασμένο από τις γυναίκες που τα φτιάχνουν. Κάτι ξύλινα τσοκαράκια και πελώριες βούρτσες για το τρίψιμο της πλάτης, αμφότερα απαραίτητα αν συχνάζεις σε χαμάμ, είπαμε να τα αφήσουμε για την επόμενη φορά. Στο Mardin βρήκαμε, τέλος, τα ωραιότερα κοσμήματα telkari. πρόκειται για μια ιδιαίτερα λεπτεπίλεπτη τοπική τεχνική αργυροχρυσοχοΐας με ρίζες από τα πολύ παλιά χρόνια, που κάνει τα κοσμήματα να μοιάζουν με μικρές δαντέλες από ασήμι.
Για την ευγενική πρόσκληση ευχαριστούμε το Γραφείο Πολιτισμού και Τουρισμού της τουρκικής πρεσβείας στην Αθήνα.
Οργανωμένα ταξίδια στην περιοχή πραγματοποιεί το ταξιδιωτικό γραφείο Versus Travel (www.versustravel.eu, 2103232800).