Ο Δημήτρης Αντωνόπουλος δαγκώνει... το μήλο με τη μητρόπολη των τάσεων δοκιμάζοντας από τις γκουρμέ καντίνες μέχρι τις δημιουργίες των πιο ταλαντούχων σεφ που χαράζουν νέα γαστρονομικά μονοπάτια.
Kάθε φορά που πετάω για Νέα Υόρκη με ιντριγκάρει ότι θα ζήσω πρακτικά μια μέρα 31 και όχι 24 ωρών, και μάλιστα με την προσμονή δυνατών συγκινήσεων. Κι αυτό επειδή μόλις φτάσω βάζω στο πρόγραμμα ποτό και φαγητό αντί να κάτσω στ’ αβγά μου –λέγε με κρεβάτι– και να ισοφαρίσω τη διαφορά των 7 ωρών που χωρίζει το Μεγάλο Μήλο από την Αθήνα. Θέλω με το που πατήσω το πόδι μου να ρουφήξω όλη την ενέργεια της πόλης, γι’ αυτό φροντίζω να κοιμηθώ καλά στο αεροπλάνο.
Tο «Balthazar» στο Soho είναι ό,τι πρέπει για ξεκίνημα. Αυτό το French bistrot που θα το ζήλευε και το Παρίσι είναι ίσως ιδανικό μέρος για να συλλάβεις το πνεύμα μιας πόλης που χαίρεται όλες τις ώρες της μέρας. Το πρωί για breakfast, το απόγευμα για την ομώνυμη σαλάτα με βινεγκρέτ τρούφας, συνοδεία εκλεκτού sherrry, το βράδυ για χοιρινά μάγουλα γκούλας, T-bone αρνιού με φέτα τουρσί και άλλα παρόμοια κλασικά ή ελαφρώς νεωτεριστικά πιάτα του γαλλικού ρεπερτορίου. Το μαγαζί είναι γεμάτο όλη μέρα, ο κόσμος πάει κι έρχεται ευδιάθετος (διασημότητες και στιλάτοι ordinary people), οι κουλτουριάρηδες και οι καλλιτέχνες μπλέκονται με τους executive, η ζεστή παλιομοδίτικη οικειότητα σε σπρώχνει να το κάνεις στέκι σου. Φεύγοντας, μπορείς να πάρεις την μπαγκέτα σου από το φούρνο του «Balthazar» και να τσιμπολογάς στο δρόμο. Εξίσου όμορφο, με ακόμη πιο κλασικό μενού, είναι το «Pastis» στο μοδάτο Meatpacking District. Αποδεικνύει τη μεγάλη αγάπη των Νεοϋορκέζων για το γαλλοπρεπές lifestyle.
Αφού πάρετε την πρώτη γεύση από τη σαμπανιζέ χαρά της πόλης, είναι καιρός να χαράξετε στρατηγική, διότι εδώ η γαστρονομία φυσάει από τα τριάστερα εστιατόρια μέχρι τα καθημερινά εβραϊκά deli και το street food από τα καροτσάκια. Για να σας φτιάξω, λοιπόν, αρχίζω από το τελευταίο με το «Kwik Meal», στη γωνιά West 46th St και 6th Avenue, που πήρε και την πρωτιά στον ετήσιο διαγωνισμό για το καλύτερο street food καροτσάκι το 2008 (www.streetvendor.r/vendys/past-years) – προσωπικά προτείνω εξαιρετικό ινδικό αρνάκι με πίτα για 6,50 $. Ακρογωνιαίος λίθος της κλασικής νεοϋορκέζικης εμπειρίας είναι βέβαια και το παστράμι. Για να δοκιμάσετε το real thing θα πρέπει να πάτε οπωσδήποτε στο «Garnegie Deli» απέναντι από το Garnegie Hall. Πολυσύχναστο και πολύβουο, γεμάτο φωτογραφίες με αφιερώσεις διασημοτήτων (όλοι έχουν περάσει από εδώ), σερβίρει αυτόν το θεϊκό ουρανοξύστη από πεντανόστιμο καρυκευμένο παστό και καπνιστό βοδινό.
Την περίοδο των γιορτών το μαγαζί στολίζεται τόσο για Merry Christmas όσο και για Happy Hanoukkah, τη μεγάλη γιορτή του φωτός των Εβραίων που, αντί για δέντρο, έχει σύμβολο την εννιάφωτη λυχνία. Η δεύτερη υποχρεωτική στάση είναι το «Katz’s» στο Lower East Side. Εδώ το 1888 ένας Ρώσος μετανάστης πρωτοέφτιαξε το νεοϋορκέζικο παστράμι, δημιουργώντας ταυτοχρόνως άλλο ένα τοπόσημο για την πόλη. Κι επειδή μιλάμε για τοπόσημα, αξίζει σίγουρα να φάτε το ανυπέρβλητης νοστιμιάς κρέας με το πανέμορφο «μαρμάρωμα» ενδομυϊκού λίπους στο cult «Peter Luger» που δουλεύει από το 1887 στο Brooklyn. Πηγαίνετε με όσο μεγαλύτερη παρέα μπορείτε για να χαρείτε τα θηριώδη steaks δίπλα σε μιλιούνια τουριστών (σαν κι εσάς) και Νεοϋορκέζους επιχειρηματίες. Εξαιρετικό κρέα όμως, παρότι η φήμη του εδράζεται στο ψάρι, σερβίρει και το δικό μας «Milos» – μπορεί να σας τύχει να καθίσετε δίπλα στον Γούντι Άλεν που είναι φανατικός πελάτης. Εδώ θα έχετε την ευκαιρία, εκτός από ολόφρεσκα ελληνικά ψάρια, να δοκιμάσετε και αμερικάνικα διαμάντια, όπως τα περίφημα crab cakes, φανταστικούς αστακούς της Νέας Σκoτίας κι εξαιρετικό big eye τόνο (sushi quality).
ΣΕ ΝΕΑ ΓΚΟΥΡΜΕ ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ
Τώρα πια είμαστε έτοιμοι να κολυμπήσουμε σε βαθύτερα γαστρονομικά νερά που προκαλούν έξαψη. Και πάλι δίνουμε προτεραιότητα στις καθαρόαιμες αμερικανιές, όπου το εναρκτήριο λάκτισμα δίνει το «Momofuku». Ο κορεατικής καταγωγής David Chang συναρπάζει το παγκόσμιο κοινό με την ευτυχή αναρχία των γεύσεών του. Η κουζίνα αποτελεί ένα πρωτόγνωρο fusion πολιτειών υποστηριγμένο από μεγατόνους umami. O David έχει ανοίξει –ζωή να ’χει– 4 ρεστοράν και ένα milk bar στη Νέα Υόρκη. Το πιο γκουρμέ από αυτά, το «Ko», χωράει μόλις 12-14 άτομα και για να βρεις σκαμπό στο μπαρ πρέπει να έχεις ιώβεια υπομονή και να μπαίνεις κάθε πρωί στο σύστημα ηλεκτρονικών κρατήσεων μέχρι να κερδίσεις το λαχείο. Το «Ssam Bar» είναι κάπως πιο εύκολο αλλά και εδώ η αναμονή πλησιάζει το μήνα. Έχω γευτεί την κουζίνα του και ενθουσιάστηκα από το εμβληματικό του πιάτο, τα ψωμάκια ατμού (steamed buns) γεμισμένα με μελωμένη πανσέτα, με κόντρα από φρέσκα στρείδια, hoisin sauce και καυτερό κορεάτικο λάχανο kimtchi. Το εντελώς απρόσμενο στιλ του το συναντάς και σε μια γκανάς κίτρινης κολοκύθας με σοκολάτα σερβιρισμένη με φοβερό αχλάδι τουρσί, αχλάδι σορμπέ και εγγλέζικο τυρί blue Stilton. Μιλάμε μια αποθέωση.
Κολλητός του David, ο Wylie Dufresne είναι ταυτισμένος με τη μοριακή αβανγκάρντ κουζίνα στη Νέα Υόρκη και βραβευμένος με ένα αστέρι Michelin για το «WD ~50». Ο Dufresne είναι άριστος γνώστης των πιο εξελιγμένων μαγειρικών τεχνικών και στο απλό αισθητικά και προσιτό ρεστοράν του συχνάζουν από ζευγάρια μέχρι οικογένειες με παιδιά. Για να καταλάβετε το είδος της μαγειρικής του, σας επισημαίνω το foie-lafel, ένα κυλινδρικό «κεφτεδάκι» από φουαγκρά που κρύβει στο εσωτερικό του ένα coulis από passion fruit. το αεράτο κυβικό ραβιόλι από scrambled eggs με τοσταρισμένο πουρέ αβοκάντο-ουασάμπι και υπέροχα τραγανά κυβάκια πατάτας. ή την έκπληξη ενός βοδινού με μπεαρνέζ, όπου όμως οι ρόλοι αλλάζουν, με το κρέας να μετατρέπεται σε ζωμό με βαθιά νοστιμιά και την κλασική σάλτσα σε νιόκι.
ΤΡΙΑΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΤΕΤΡΑΣΤΕΡΑ
Επειδή, όμως, Νέα Υόρκη σημαίνει νέες ιδέες, αξίζει να δοκιμάσετε το «Blue Hill», που όλα τα υλικά της κουζίνας του προέρχονται από ιδιόκτητη φάρμα. Εκφράζει με ιδιαίτερα γκουρμέ τρόπο (3 στα 4 αστέρια στους «New York Times») όχι απλώς την ανερχόμενη τάση του local food αλλά την απόλυτη έκφρασή της. Αν μάλιστα κάνετε μια αυτοκινητάδα περίπου 45 λεπτών από το Μανχάταν ως το «Blue Hill at Stone Barns», θα φάτε μέσα στην ίδια τη φάρμα, όπου το μενού καθορίζεται από τη συγκομιδή της ημέρας.
Αγγίζοντας τώρα τη φυλή των τριάστερων (by Michelin) ή τετράστερων (by «New York Times»), οφείλουμε να υποκλιθούμε στη ραγδαία άνοδο του «Eleven Madison Park» υπό την καθοδήγηση του Danny Meyer, εμβληματικού εστιάτορα της Αμερικής. Έφερε από το Σαν Φρανσίσκο τον Ελβετό σεφ Daniel Humm, που κατάφερε να δώσει στην παλιομοδίτικη καλή γαλλική κουζίνα εκσυγχρονισμό και αρτίστικη φινέτσα που ενθουσιάζουν. Το «Eleven Madison Park» είναι ούτως ή άλλως ένα εντυπωσιακό εστιατόριο μέσα στο art deco Metropolitan Life Building. Ο Humm σου ζητάει να διαλέξεις ποια υλικά σ’ αρέσουν περισσότερο από τα προτεινόμενα στο μενού και κατόπιν δημιουργεί με αυτά διάφορα πιάτα (από 3 έως και 11) στα οποία η φινέτσα μαγειρεύεται με ακρίβεια χιλιοστού. Ζητήστε για πλάκα μια γευσιγνωσία 5 διαφορετικών πιάτων με θέμα το «ψητό γουρουνόπουλο» και μου λέτε.
Τα τρία εστιατόρια πάντως που έχουν συνδεθεί ιστορικά με την υψηλή γαστρονομία στη Νέα Υόρκη και συνεχίζουν να λάμπουν σήμερα είναι τα «Le Bernardin», «Daniel» και «Jean-Georges». Τo «Le Bernardin» είναι από τα αγαπημένα μου εστιατόρια. Θεωρώ το σέρβις του υποδειγματικό, κορυφαίο, επειδή προσέχει την παραμικρή λεπτομέρεια, φροντίζοντας όμως να παραμένει διακριτικά αόρατο. Όσο για την κουζίνα του, ο Eric Ripert δημιουργεί μάλλον την καλύτερη θαλασσινή γαστρονομία στον κόσμο. φινετσάτη, πρωτότυπη, τολμηρή, με μια θαυμαστή αρμονία που πολλές φορές προκύπτει μέσα από κοντράστ. Από την τελευταία μου επίσκεψη μου έχει μείνει ένας απίστευτος κιτρινόπτερος τόνος, φανταστικό μαστιχωτό λουκούμι σαν καπνιστό προσούτο, με πικάντικη δροσιά ραπανιού daikon, γήινη συμπύκνωση γιαπωνέζικης μελιτζάνας και αέρινη δροσιά αγγουριού, που υποχρεώθηκα να τον βαθμολογήσω με 23/20! Τώρα μάλιστα που ανανεώθηκε το πολύ κλασικό ντεκόρ του είναι ακόμη ωραιότερη η εμπειρία.
Από την άλλη, σίγουρα μια από τις πιο αξιομνημόνευτες γαστρονομικές εμπειρίες της πόλης είναι το «Daniel», όπου ο Λιονέζος κ. Bouloud ανεβάζει διαρκώς τις επιδόσεις του – και μαζί το σουξέ του ρεστοράν του. Είναι το πιο γαλλικό από τα καλά γαλλικά εστιατόρια της Νέας Υόρκης, αλλά παραμένει ταυτόχρονα ανοιχτό στις επιρροές του κόσμου, με μια εξαιρετική ικανότητα να μετατρέπει διαφορετικά γκουρμέ στοιχεία σε γευστικούς συνδέσμους συνθέτοντας ένα αρμονικό σύνολο. Δοκιμάστε την τερίνα του φουαγκρά του μ’ ένα «ναπολεόν» από μους αμυγδάλου και πάστα δαμάσκηνου και θα καταλάβετε τι εννοώ. Θηλυκό, νεοκλασικό και ανανεωμένο με μοντέρνα στοιχεία, το ντεκόρ του «Daniel» by Adam Tihany είναι από τα πιο όμορφα του Μεγάλου Μήλου. Στο «Jean-Georges» αξίζει να πάτε την ώρα που σουρουπώνει για να χαζέψετε μέσα από το τζαμωτό της πανύψηλης σάλας στον Trump Tower του Central Park τον ουρανό ν’ αλλάζει ατμοσφαιρικά τα χρώματά του. Ο Αλσατός Jean-Georges Vongerichten έχει ως αποστολή του να ελαφραίνει την κλασική κουζίνα βρίσκοντας εναλλακτικές στις κρέμες και τις συμπυκνωμένες σος. Θα το νιώσετε παραγγέλνοντας το μενού με τα signature πιάτα του. Ανάμεσά τους υπάρχει ένα που ενσαρκώνει όχι μόνο το μεγαλείο της κουζίνας αλλά και το καταπληκτικό σέρβις του μαγαζιού: πού να πάει το μυαλό σου ότι μια σκορδόσουπα θα μπορούσε να σε συνεπάρει τόσο; Εδώ όμως προτού τη σερβίρουν θεατρικά από μια old fashioned σουπιέρα θα βάλουν στο πιάτο σας μια πυραμίδα από θυμάρι και άλλα μυρωδικά. κι όταν ο σερβιτόρος θα τα περιχύσει με τη σούπα φρέσκου σκόρδου μια καταιγίδα αρωμάτων θα σας τυλίξει. Παρεμπιπτόντως στον ίδιο ανήκει και το very sexy πανασιατικό «Spice Market» στο Meatpacking District. Μετρ της ασιατικής μαγειρικής, ο Jean-Georges διατρέχει την Άπω Ανατολή και γεμίζει με ωραιότατες σπεσιαλιτέ το μενού του προσφέροντας εξαιρετική σχέση ποιότητας-τιμής και παρτίστικη ατμόσφαιρα.
Δεν είναι εύκολο να προτείνεις το «Per Se» του Tomas Keller και αυτό όχι επειδή δεν είναι εξαιρετικό εστιατόριο. Είναι όμως πανάκριβο (τουλάχιστον 700$ το ζευγάρι) και αυτό σε κάνει να το σκέφτεσαι. Προσωπικά προτιμώ να τρώω εκεί μεσημέρι, όταν την αφαιρετικά ντελικάτη σάλα του λούζει το φως και η θέα στο Central Park είναι φανταστική. Τα menu degustation του αλλάζουν κάθε μέρα, οπότε δεν έχει νόημα ν’ αναφερθώ σε συγκεκριμένα πιάτα, ωστόσο έχω ακόμη στην καρδιά μου ένα απίθανο βελουτέ κολοκύθας που «σφυροκοπούσε» τον ουρανίσκο μου με κύματα από παραλλαγές των αρωμάτων της κολοκύθας (πασατέμπος, λάδι κ.ά.).
ΔΥΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑ-ΕΜΠΕΙΡΙΑ
The Mark Η επιτομή του νεο-city hotel, στη γωνία 77ης και Madison Avenue, τάραξε και ταράζει ακόμα τα νερά της νεοϋορκέζικης ξενοδοχειακής σκηνής, για πολλούς λόγους. Το πάντρεμα του κλασικού με το μοντέρνο design που πέτυχε ο Γάλλος διάσημος interior designer Jacques Grange θεωρείται μοναδικό και τον καθιέρωσε αυτόματα στα projects μεγάλης κλίμακας, όπως η αναγέννηση του ιστορικού ξενοδοχείου των 100 δωματίων και των 50 σουιτών. Οι ένοικοί του το βλέπουν περισσότερο σαν το σπίτι τους παρά ως ξενοδοχείο, αφού η αίσθηση της άνεσης που προσφέρει είναι ανεπανάληπτη. Τα δωμάτια μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα μεγάλα, είναι όμως πολυτελή, γαλήνια καταφύγια, με τα έπιπλά τους να έχουν σχεδιαστεί ή επιλεγεί ειδικά, σε τόνους απαλούς, για να δίνουν στο χώρο τον αέρα της παριζιάνικης πολυτέλειας του 1930. Τα κομψά μπάνια είναι καλυμμένα από λευκό και μαύρο μάρμαρο Θάσου, ενώ τα κρεβάτια στρώνονται με τα καλύτερα ιταλικά λινά. Hot spot του ξενοδοχείου είναι το εστιατόριο που επιμελείται ο Jean-Georges Vongerichten, το οποίο καθημερινά, αργά το απόγευμα, υποδέχεται τους beautiful people του Upper East Side για φαγητό, αφού πρώτα έχουν πάρει το ποτό τους στο «Mark Bar». To Τhe Mark είναι μέλος των The Leading Hotels of the World.
25 E. 77th St., nr. Madison Ave.,
212-606-3030, www.lhw.com
Greenwich Hotel Ως ανεπίσημος δήμαρχος της TriBeCa, με δύο εστιατόρια, ένα σινεμά και ένα φεστιβάλ κινηματογράφου, ο Ρόμπερτ ντε Νίρο δεν θα μπορούσε να μην έχει και το δικό του ξενοδοχείο. Μπαίνοντας στο «Greenwich Hotel», ακόμη ένα μέλος των The Leading Hotels of the World, έχεις την αίσθηση ότι δεν ανήκει σε μια γειτονιά του κέντρου της Νέας Υόρκης. Μοιάζει με χειμερινό resort φτιαγμένο από τούβλο, γυαλί και σίδερο. Η ρουστίκ ατμόσφαιρά του, οι «χωριάτικες» λεπτομέρειες, όπως οι σανίδες στα πατώματα των δωματίων, οι vintage Chesterfield καναπέδες, τα χαλιά, οι ανοιχτοί χώροι, το μεγάλο τζάκι, όλα γεννούν συναίσθημα. Η νέα αίσθηση της πολυτέλειας που συμβαδίζει με την οικειότητα βρίσκει εδώ τον ορισμό της. Τα 88 δωμάτιά του είναι όλα διαφορετικά μεταξύ τους, χωρίς ιδιαίτερες πολυτέλειες, με επίπλωση και διακόσμηση επηρεασμένη από διάφορες κουλτούρες. Ουσιαστικά νιώθεις σαν να επισκέπτεσαι το εξοχικό σπίτι ενός πολύ καλού σου φίλου, ζεστό, ειλικρινές, αλλά με το υψηλών προδιαγραφών σέρβις ενός Leading Hotel. Στο ιταλικό εστιατόριό του «Locanda Verde» με τις γιαγιαδίστικες συνταγές, εκτός από τον ίδιο τον Ντε Νίρο, θα συναντήσετε και άλλους διάσημους καλλιτέχνες.
377 Greenwich St., at N. Moore St.
212-941-8900, www.lhw.com
RESTO INFO
Balthazar 80 Spring St., 212-965-1414
Blue Hill 75 Washington Pl., nr. Sixth Ave., 212-539-1776
Carnegie Deli 854 Seventh Ave., at 55th St., 800-334-5606
Daniel 60 E. 65th St., nr. Madison Ave., 212-288-0033
Eleven Madison Park 11 Madison Ave., at 24th St., 212-889-0905
Jean Georges Central Park West, at 60th St., 212-299-3900
Katz’s Delicatessen 205 E. Houston St., at Ludlow St., 212-254-2246
Le Bernardin 155 W. 51st St., nr. Seventh Ave., 212-554-1515
Milos Estiatorio 125 W. 55th St., nr. Sixth Ave., 212-245-7400
Pastis 9 Ninth Ave., at Little W. 12th St., 212-929-4844
Per Se 10 Columbus Cir., 4th fl., at 60th St., 212-823-9335
Peter Luger 178 Broadway, Brooklyn, at Driggs Ave., 718-387-7400
Spice Market 403 W. 13th St., at Ninth Ave., 212-675-2322
WD^50 50 Clinton St., nr. Rivington St., 212-477-2900