Γυρίζοντας από το ολοκαίνουργιο boutique ξενοδοχείο «Marpessa», δημιούργημα του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της Agrino Κωνσταντίνου Πιστιόλα και της συζύγου του Μαριάννας, δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι βάζει στον τουριστικό χάρτη τη μεγαλύτερη πόλη της Αιτωλοακαρνανίας, η οποία «βρέχεται» από τη μεγαλύτερη λίμνη της Ελλάδας!
ΤΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ
Βράδυ Παρασκευής και το «Bistrot 17», ο all day χώρος στο ισόγειο του «Marpessa», σφύζει από ζωή. Αν και νέα άφιξη στην πόλη, οι Αγρινιώτες το έχουν ήδη αγκαλιάσει θερμά. Ως άψογη οικοδέσποινα, η Μαριάννα υποδέχεται τον καθένα προσωπικά, φροντίζει να είναι όλα στην εντέλεια, ενοχλείται όταν κάποιο πιάτο δεν έρχεται στο τραπέζι στο συνηθισμένο του σκεύος. Ο Κωνσταντίνος ανοίγει μπουκάλια με το καινούργιο κρασί από τους οικογενειακούς αμπελώνες, κερνάει τους πάντες, ακούει γνώμες. Λίγη ώρα αργότερα αναλαμβάνει τα decks για να παίξει τις αγαπημένες του μουσικές.
«Γιατί boutique Αγρίνιο με ερωτηματικό;» με ρωτά μισο-αστεία μισο-σοβαρά η Μαριάννα, αναφερόμενη στον τίτλο της συνέντευξης που είχαμε κάνει για το χειμωνιάτικο τεύχος του «αθηνόραμα Travel». Το μυαλό μου γυρίζει πίσω σε εκείνο το πρωινό του περασμένου Νοεμβρίου που συναντηθήκαμε για πρώτη φορά – όχι στο ξενοδοχείο, αλλά στα γραφεία του «α». Το «Marpessa» είχε μόλις ξεκινήσει να λειτουργεί κι εκείνη έπιασε το κουβάρι από την αρχή. Για το πώς ξεκίνησαν όλα –περίπου πριν από μία δεκαετία– από τη διάθεση να περισωθεί ένα διατηρητέο νεοκλασικό αρχοντικό που κατέρρεε στο κέντρο της πόλης, για τις γραφειοκρατικές δυσκολίες που αντιμετώπισαν, για τις εργασίες που ξεκίνησαν τελικά το 2011, για το δυσθεώρητο ύψος της επένδυσης (της τάξεως των 5 εκατομμυρίων ευρώ) αλλά και για τη διακόσμηση, που υπέγραψε η ίδια –ως διακοσμήτρια– μαζί με τη Σοφία Βανταράκη. Ανέφερε κορυφαία ονόματα του design, κοιτάξαμε τις υπέροχες φωτογραφίες του Βαγγέλη Πατεράκη, ενώ έδειχνε πολύ σίγουρη για το δημιούργημα του συζύγου της και της ίδιας – ίσως υπερβολικά σίγουρη, θυμάμαι ότι σκέφτηκα τότε.
Το σαββατοκύριακο που περνώ στο ξενοδοχείο διαλύει εντέλει υποψίες κι ερωτηματικά. Θαυμάσια η αναπαλαίωση του αρχοντικού, πολύ αρμονική η σύνδεση με το νεόδμητο κτίριο που μοιάζει με συνέχειά του, ξεχωριστή αισθητική – τα πάντα έχουν conceptual υπόβαθρο. Στολισμένο με σινιέ έπιπλα και αντικείμενα από γνωστούς οίκους (Baxter, Arflex, BD Barcelona), το λόμπι μόνο λόμπι δεν θυμίζει. Πρόκειται, άλλωστε, για το παλιό σαλόνι του αρχοντικού και ακριβώς αυτή η αίσθηση διατηρείται. Τα παλιά παντζούρια δεν πετάχτηκαν, αλλά αξιοποιημένα με όρους upcycling από τον ντόπιο καλλιτέχνη Δημήτρη Παπατρέχα «αφηγούνται» πλέον το μύθο της Μάρπησσας, κρεμασμένα στους τοίχους των δωματίων του ξενοδοχείου. Τα ίδια τα δωμάτια, τώρα, χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Πιο ατμοσφαιρικά και διαφορετικά μεταξύ τους τα standard στο παλιό κτίριο, πιο άνετα τα executive και οι σουίτες στο καινούργιο κτίριο, όλα σε ξεκούραστες αποχρώσεις, με ανοιχτές ντουλάπες, στρώματα Simmons και ξύλινα έπιπλα σε ύφος σουηδικού νεο-ρετρό. Την εικόνα συμπληρώνει το πλήρως εξοπλισμένο 9 Limnes Hammam & Spa, με γυμναστήριο, θάλαμο τροπικής βροχής και πολλές θεραπείες περιποίησης, ενώ ειδική μνεία αξίζει και στο έμψυχο δυναμικό του ξενοδοχείου. Νέα παιδιά, με εμπειρία στα ξενοδοχειακά, συγκροτούν μια πολύ καλοκουρδισμένη ομάδα σε ένα ξενοδοχείο σαν… έτοιμο από καιρό. Και ας βρίσκεται ακόμη στους πρώτους μήνες λειτουργίας του.
Η ΠΟΛΗ
«Όταν οι άνθρωποι καθόριζαν την απόσταση με το τσιγάρο, όταν ο χρόνος βιώνονταν με τη χάση και τη γιόμιση του φεγγαριού, όταν τη ζωή του Βραχωριού [σ.σ.: η παλιά ονομασία του Αγρινίου] όριζε η σοδειά και η ποιότητα του “ιερού φυτού”, στον τόπο που οι πρώτοι και οι έσχατοι εναπόθεσαν στις λιάστρες τις ελπίδες τους το όταν γίνηκε τώρα μ’ ό,τι η μνήμη και η τύχη περιέσωσε απ’ τα γυρίσματα της ζήσης», γράφει ο καλλιτέχνης Θανάσης Βαλαώρας για την πόλη του. Τα λόγια του διαβάζω στο εσώφυλλο του καταλόγου του εστιατορίου «Ηλιάστρα», που λειτουργεί τα τελευταία χρόνια στις εγκαταστάσεις μιας παλιάς ηλιάστρας –τι άλλο;– του Αγρινίου.
Το δίχως άλλο, η ιστορία της πόλης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την εποχή που τα «εκλεκτά τσιγάρα Αγρινίου» ταξίδευαν σε όλο τον κόσμο. Το σήμερά της είναι αυτό μιας σύγχρονης ελληνικής πόλης, της μεγαλύτερης της Αιτωλοακαρνανίας, με όλα τα... στραβά της (πολυκατοικίες, άναρχη δόμηση) αλλά και κάποια γοητευτικά στοιχεία. Τα τελευταία αποτελούν ως επί το πλείστον δωρεές από τρανές οικογένειες της εποχής, όπως οι Παπαστράτοι, οι οποίοι «δώρισαν» στην πόλη το Αρχαιολογικό Μουσείο (με πολλά ευρήματα από τη νεολιθική εποχή μέχρι την περίοδο της ρωμαιοκρατίας από ανασκαφές που έχουν γίνει σε όλο το νομό) δίπλα στο μεγάλο πάρκο, μιαν ανάσα από το «Marpessa», και την Παπαστράτειο Δημοτική Βιβλιοθήκη, που φιλοξενεί σε ειδική αίθουσα 60 εκθέματα, έργα του Αγρινιώτη γλύπτη Χρήστου Καπράλου.
Αφών Παπαστράτου ονομάζεται και ο πιο κεντρικός δρόμος της πόλης, κατά μήκος και στα κάθετα στενά του οποίου συγκεντρώνεται η περισσότερη κίνηση του Αγρινίου. Καφετέριες και μπαράκια (μια ωραία πιάτσα είναι τριγύρω από τον πεζόδρομο Ηλία Ηλιού προς την εκκλησία της Παναγίας), εμπορικά καταστήματα, κάποια λιγοστά νεοκλασικά που μοιάζουν να «συνθλίβονται» ανάμεσα σε ψηλές πολυκατοικίες, το ιστορικό και πανέμορφο θερινό σινεμά Ελληνίς, το καφεκοπτείο του Αγγελόπουλου να τρυπάει τη μύτη με μυρωδιές από φρεσκοαλεσμένο καφέ, το new age και ντιζαϊνάτο παντοπωλείο-ντελικατέσεν των αδερφών Παπαθανάση αλλά και το πρώτο ΔΗΠΕΘΕ της Ελλάδας – αν πετύχετε κάποια παράσταση να ανεβαίνει, μη διστάσετε!
Η άφιξη του «Marpessa» φαίνεται πως πυροδότησε έναν αναβρασμό στο ξενοδοχειακό σκηνικό της πόλης, με τα ’60s ξενοδοχεία να φρεσκάρονται («Εsperia», «Leto») και κάποια καινούργια να ανοίγουν τα τελευταία πέντε-έξι χρόνια («Αlexander», «Imperial»).
Εκτός από την «Ηλιάστρα» (2641057452) στις παρυφές της πόλης, όπου μπορείτε να δοκιμάσετε πιάτα με βάση το κρέας –μεταξύ των οποίων και κάποια «νεωτερικά», όπως φάβα με κρητικό απάκι σβησμένο σε Αγιωργίτικο ή χοιρινή μπριζόλα μαριναρισμένη σε θυμάρι–, αν έχετε cult διαθέσεις περάστε από την πιτσαρία «Roma» (2641025695) στην κεντρικότατη Χαριλάου Τρικούπη^ είναι κάτι σαν την κηφισιώτικη «Capriciosa» των ’80s, με πιάτα όπως γαρίδες κοκτέιλ και highlight τις υπέροχες ξύλινες καρέκλες του Σκαλιστή (θεωρείται ο τοπικός... Νεονάκης). Κατά τα άλλα, τον τόνο δίνουν απλές ταβέρνες και μεζεδοπωλεία.
Η ΛΙΜΝΗ
Η Τριχωνίδα είναι το «πέλαγος» της Αιτωλίας και ταυτόχρονα ένας από τους σημαντικότερους υγρότοπους της χώρας, ενώ φημίζεται μεταξύ άλλων και για την αθερίνα της. Αξίζει να κάνετε το γύρο της λίμνης, οδηγώντας πότε δίπλα της και πότε ατενίζοντάς την από ψηλά. Υπολογίστε πως η καθαρή (και πλήρως ασφαλτοστρωμένη) διαδρομή κρατά περίπου μία ώρα, ωστόσο η συνολική διάρκεια εξαρτάται από τις στάσεις που θα κάνετε στα περίπου είκοσι χωριά της.
Στα SOS σημειώστε το παραλίμνιο Δογρί, έδρα του Τρίτωνα, του δραστήριου αθλητικού συλλόγου Αγρινίου, που διοργανώνει από πρωταθλήματα wakeboard μέχρι paragliding (μπορείτε βέβαια να κάνετε απλώς σκι ή θαλάσσιο ποδήλατο), ενώ στην ίδια τοποθεσία λαμβάνουν χώρα και άκρως επιτυχημένα lake festivals. Για υπέροχη θέα σκαρφαλώστε μέχρι την πανέμορφη μονή της Μυρτιάς, ενώ στάση για καφέ θα κάνετε στην πλατεία του Θέρμου. Πρόκειται για το περιποιημένο κεφαλοχώρι της Τριχωνίδας, που μπορεί να μη χαρίζει θέα στη λίμνη, έχει όμως σε απόσταση αναπνοής τον αρχαίο Θέρμο, έδρα της πανίσχυρης Αιτωλικής Συμπολιτείας του 4ου αι. π.Χ.
Το μεσημεράκι φροντίστε να σας βρει στο θαυμάσιο «Αλθαία» (2644023133) στο Πετροχώρι, απολαμβάνοντας το καλύτερο πανοραμικό πλάνο της λίμνης (μιλάμε για νερό μέχρις εκεί που φτάνει το μάτι) μαζί με άψογα μπιφτέκια και νόστιμα μαγειρευτά.
«Marpessa», 2641047500, www.marpessa.gr, από € 65.