Σε μια χρονιά που προδιαγράφεται ιδιαίτερα θετική για τον ελληνικό τουρισμό, η ναυαρχίδα του, η Μύκονος, ξαναβρίσκει το βήμα της στο διεθνές τουριστικό στερέωμα, επαναπροσδιορίζει το προφίλ της και στοχεύει στην υψηλή ποιότητα, δίνοντας παράλληλα έμφαση στο value for money. Γυρίσαμε το νησί, μιλήσαμε με τους επιχειρηματίες-leaders, καταγράψαμε τις νέες αφίξεις και τις αλλαγές στο lifestyle του και καταθέτουμε την άποψή μας για το πού πρέπει να στοχεύσει στο μέλλον.
«Πώς γίνεται να έχω ζήσει 49 χρόνια σ’ αυτόν τον πλανήτη και να μην έχω επισκεφτεί ποτέ τα ελληνικά νησιά; Τόσο όμορφα.Yassou Mykonos. Θα ξανάρθω». Το tweet του Ράσελ Κρόου συνοψίζει το τι μπορεί να κάνει η Μύκονος για τον ελληνικό τουρισμό. Αν η Ακρόπολη είναι το διεθνές σύμβολο της Ελλάδας, η Μύκονος μπορεί να είναι η τουριστική της ψυχή, να κάνει στο άκουσμά της κάθε ξένο να ονειρεύεται ελληνικό καλοκαίρι, θάλασσα, ήλιο, αρχιτεκτονική, διασκέδαση, ξενοιασιά, φιλοξενία… Μπορεί το lifestyle της να μην ταιριάζει σε όλους (και δεν είναι απαραίτητο), όμως κανείς δεν αμφισβητεί ότι το αρχετυπικό αυτό κυκλαδονήσι είναι η ναυαρχίδα του ελληνικού τουρισμού και αυτό της το status πρέπει να διασφαλίσει με κάθε προσπάθεια. Κάθε χώρα χρειάζεται έναν εμβληματικό τουριστικό προορισμό-βιτρίνα, και για την Ελλάδα η Μύκονος είναι αυτό ακριβώς. Δικαίως! Η αισθητική της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της, το κυκλαδίτικο τοπίο, το μοναδικό φως (ο Απόλλωνας γαρ!), οι ομορφότερες παραλίες που βρίσκεις μαζεμένες σε νησί (συγνώμη, Κρήτη!), η συνεχής εξέλιξη του τοπίου της διασκέδασης, το ότι μπορείς τη μια μέρα να χαλαρώσεις μεσούντος του Αυγούστου σε μια ερημική παραλία και την άλλη να παρτάρεις απ’ το μεσημέρι^ τη μία να χαζέψεις ρούχα που δεν βρίσκεις ούτε στην Αθήνα τα μεσάνυχτα και την άλλη να συναντήσεις τους ψαράδες στην αγορά το ξημέρωμα. Εντέλει αυτό το νησί δεν το βαριέσαι ποτέ.
«Έχεις χρόνο για τη Μύκονο και την… άλλη Μύκονο!» λέει το φετινό μότο του Δήμου Μυκόνου κι αυτό απηχεί την αναμφισβήτητη γοητεία που ασκεί στους επισκέπτες της. Όπως μου είπε χαρακτηριστικά η κ. Σούλα Ευθυμίου, ιδιοκτήτρια του ντιζαϊνάτου πολυτελούς ξενοδοχείου «Cavo Tagoo», όταν ρώτησε έναν Άραβα πελάτη τι του αρέσει στη Μύκονο εκείνος απάντησε: «Δεν υπάρχει πρωτόκολλο, σε αντίθεση με το Σεν Τροπέ, όπου πρέπει παντού να ακολουθείς κώδικες». Αυτή η αυτονόητη, αλλά τόσο σπάνια αρετή για έναν τόπο διακοπών μπορεί να αποτελέσει τη βάση για να χτιστεί το προφίλ της Μυκόνου τα επόμενα χρόνια. Την ευκαιρία προσφέρει η νέα ανθρωπογεωγραφία των επισκεπτών της. Παραμένοντας απαραίτητος σταθμός στη διαδρομή των jet setters (οι οποίοι μόλις καταφτάσουν θα ακολουθήσουν την κλασική διαδρομή «N’Ammos - Sea Satin - Catherine’s»), έχει ανοίξει ως προορισμός σε πολλές καινούργιες αγορές. Βραζιλιάνοι, Λιβανέζοι, Κινέζοι, Άραβες και Ινδοί γίνονται αμέσως οπαδοί του laissez-faire και ακριβού lifestyle της, οι Αμερικανοί αρχίζουν να την ξαναπροσεγγίζουν με ιδιαίτερα αυξητικές τάσεις, τα ιδιωτικά αεροσκάφη ξεπέρασαν πέρυσι σε αριθμό εκείνα του «Ελευθέριος Βενιζέλος» κι ο τουριστικός τζίρος έφτασε το 1 δισ. ευρώ, ενώ φέτος αναμένεται αύξηση της τάξης του 15% (που προστίθεται στην περσινή του 6,9%). Πάσχα όπως αυτό που πέρασε «έχει να δει το νησί τέσσερα χρόνια» μας είπε ο Γιώργος Πολυδευκίδης, υπεύθυνος του κεφάτου beach restaurant bar «Solymar» στο Καλό Λιβάδι. Η μείωση των Ελλήνων είναι ορατή, αλλά υπάρχουν δύο όψεις αυτού του νομίσματος. Ο ιδιοκτήτης του αγαπημένου των απανταχού clubbers «Cavo Paradiso» Νίκος Δαχτυλίδης παρατήρησε αυτόν τον Μάιο κατακόρυφη πτώση στις αφίξεις φοιτητών, αλλά ένας από τους leader επιχειρηματίες του νησιού, ο κ. Τάσος Ιωαννίδης, τονίζει ότι «η ελληνική ιντελιγκέντσια πρέπει να συνεχίσει να έρχεται, γιατί είναι αυτή που αγκαλιάζει και διαφημίζει με τον καλύτερο τρόπο ό,τι ποιοτικό συμβαίνει». Οι high-profile Έλληνες βρίσκονται στο νησί, αλλά δεν θα τους δεις να κυκλοφορούν τόσο πολύ έξω, καθώς διαμένουν σε ιδιόκτητα ή φιλικά σπίτια – σε όσα δηλαδή δεν έχουν παραχωρηθεί σε ενοικιαστές από το εξωτερικό. Επιπλέον, δεν θα δεις τα στίφη των weekenders και των κοσμικών που είχαν επιβάλει τη δεκαετία του 2000 την τυπολατρία του φαίνεσθαι – αρκετά με την επίδειξη της επώνυμης τσάντας και το φωνακλάδικο lifestyle!
Αυτή η ανατροπή της αναλογίας «ξένοι-Έλληνες» υπέρ των πρώτων –που πολλοί από τους συνειδητοποιημένους επιχειρηματίες θεωρούν ότι μόνο καλό μπορεί να κάνει– πρέπει να κινητοποιήσει τόσο τις δημοτικές αρχές όσο και την ιδιωτική πρωτοβουλία. Είναι δυνατόν οι καταστηματάρχες στη Χώρα να πληρώνουν € 20 ο καθένας το μήνα ώστε να μη συσσωρεύονται τα σκουπίδια στα σοκάκια; Τι θα σκεφτεί ένας ξένος που θα χτυπήσει το πόδι του και στο Κέντρο Υγείας δεν θα βρει γιατρό να μιλάει αγγλικά, αλλά ούτε ακτινολόγο για να λειτουργήσει το μηχάνημα; Γιατί το αεροδρόμιο «διώχνει» τα ιδιωτικά αεροσκάφη που αναγκάζονται να λειτουργούν σαν ταξί μεταξύ Μυκόνου και Αθήνας; Γιατί δεν αντιμετωπίζεται δραστικά το μέγιστο θέμα της έλλειψης αστυνόμευσης; Όλα αυτά είναι θέματα κρατικού ενδιαφέροντος που πρέπει να επιλυθούν άμεσα, καθώς μάλιστα η Μύκονος πρόκειται να γίνει από του χρόνου home port για αρκετά κρουαζιερόπλοια που θα ξεκινούν από εδώ το ταξίδι τους. Από την άλλη, ένα ζήτημα που πρέπει να εξετάσει κατά κύριο λόγο η ιδιωτική πρωτοβουλία, ενδεχομένως με συντονισμένες συνεργατικές κινήσεις, είναι η σμίκρυνση της σεζόν σε τρεις μήνες. «Το νησί δεν έχει αρκετές διαφορετικού τύπου επιλογές διασκέδασης και ψυχαγωγίας για να κρατήσει τον καλό, τον απαιτητικό κόσμο», αναφέρει ένας συνομιλητής μας όσο κι αν αυτό ακούγεται παράδοξο.
Φέτος, δύο εμβληματικοί χώροι που μαγνητίζουν τους newcomers και repeaters της Μυκόνου γιορτάζουν τα δέκατα γενέθλιά τους. Το βραβευμένο με Χρυσό Σκούφο «Matsuhisa» του «Belvedere», δηλαδή του ξενοδοχείου που έθεσε τα standards στον τομέα της μυκονιάτικης ξενοδοχειακής εστίασης, προσκαλεί από τις 9/7 τον κορυφαίο celebrity chef Nobu Matsuhisa και τρεις executive chefs των ομώνυμων εστιατορίων απ’ όλο τον κόσμο για να συνθέσουν ένα εορταστικό μενού εμπνευσμένο από τα πιάτα που έχουν γράψει ιστορία στη Μύκονο. Σε άλλο τόνο, το «N’Ammos», που έχει γίνει συνώνυμο του luxurious casual beachlife, θα σβήσει κεράκια σε ένα πάρτι με προσκλήσεις, εξακολουθώντας όλη τη σεζόν να αποτελεί το σκηνικό για αυθόρμητες fun καταστάσεις. Τα διπλά αυτά γενέθλια πάντως, που αποδεικνύουν ότι η Μύκονος πέρασε σχεδόν αλώβητη την κρίση χάρη στο international κοινό της, μαζί με ένα γαστρονομικό ρεύμα που επαναφέρει το νησί στις ρίζες του (μποστάνια, ξυλόφουρνοι και ντόπιες πρώτες ύλες παίζουν πολύ πια!), καθώς και τις διαχρονικές φυσικές αρετές του, επιβεβαιώνουν την κατεύθυνση που πρέπει (και θέλει να έχει) η Μύκονος τα επόμενα χρόνια: ένας μοναδικός προορισμός ξεχωριστός από το υπόλοιπο ελληνικό τουριστικό προϊόν για ένα κοινό με υψηλή αγοραστική δύναμη που την προτιμά και την αγαπά πραγματικά.
ΝΕΑ CONCEPTS… ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΜΥΚΟΝΟ
Αν η Μύκονος θέλει να αδράξει την ευκαιρία που της προσφέρουν οι επισκέπτες από τις νέες αγορές, αλλά και να κρατήσει τους παλιούς, πιστούς «εραστές» της, πρέπει να επανεφεύρει τον εαυτό της. Μπορεί οι επισκέπτες να… βρίσκουν τελικά το δρόμο τους στις παραλίες έστω και με την ελλιπέστατη σήμανση, αλλά με το μέσο όρο των τιμών να παραμένει αισθητά ανεβασμένος σε σύγκριση με τα άλλα νησιά (αλλά στα ίδια επίπεδα για τα δεδομένα της Μυκόνου), οι προσδοκίες τους είναι υψηλές. Έτσι, η Μύκονος έχει ανάγκη από νέες ιδέες, από ανθρώπους με γνώση, κοσμοπολίτικη εμπειρία, αλλά και αγάπη για τον τόπο. Βρήκαμε αρκετές απ’ αυτές, με πρώτο και καλύτερο το «Jackie O’» των Μιχάλη Σιγκούνα και Carsten Stehr στη θέση του «Coco». Ο χώρος στην άκρη της παραλίας Super Paradise μεταμορφώθηκε με τον πιο εντυπωσιακό και πιστό στη μυκονιάτικη μυθολογία και τοπιογραφία τρόπο. Μερικά από τα highlights που κάνουν αίσθηση: το ολοκαίνουργιο εκκλησάκι στην είσοδο με εικονοστάσια που έχουν το σχήμα του «Ο» από το λογότυπο του μαγαζιού· η οροφή του μπαρ όπου έχει επικολληθεί άμμος και ξύλα που σχηματίζουν το σκελετός ενός καϊκιού, ώστε από το εστιατόριο να δημιουργείται μια «συνέχεια» προς τη θάλασσα· η εργονομική φροντίδα· τα δεκάδες κρυφά φώτα που μαγεύουν τη νύχτα· τα τραπέζια που θυμίζουν υπερμεγέθη βότσαλα· τα αλά Γκαουντί πάσα με τις σκαφτές παγωνιέρες. Μια ρευστή εικόνα που δένει απόλυτα με τους γύρω βράχους και τη θάλασσα και ορίζει εκ νέου το αιγαιοπελαγίτικο στιλ. Ο σεφ Αθηναγόρας Κωστάκος επιμελείται το φαγητό, ακολουθώντας, όπως μου ανέφερε, «μια καθαρά ελληνική φιλοσοφία με twist». Τα ορεκτικά σερβίρονται σε βαζάκια μαρμελάδας, η χωριάτικη σαλάτα έχει κρίταμο και ξινότυρο, το ζυμωτό ψωμί βγαίνει από ξυλόφουρνο κι ο δύτης που δουλεύει μόνο για το μαγαζί φέρνει στο oyster bar ό,τι πιο φρέσκο.
Στη Λια, το επίσης ολοκαίνουργιο «Liasti» ευθυγραμμίζεται με τη φυσιογνωμία της χαλαρής παραλίας, δημιουργώντας έναν στιβαρό και ταυτόχρονα ειρηνικό όγκο. Τη φιλοσοφία του «Liasti» μου εξηγεί ο σεφ Γιώργος Βενιέρης: «Στη Μύκονο αυτό που θα κερδίσει στο μέλλον και αυτό πρέπει να πουλάμε είναι η Μύκονος και όχι το Λονδίνο. Έτσι εδώ πάμε κόντρα στο τυπικό party restaurant, αναβιώνοντας συνταγές από τα ’50s, τότε που η Μύκονος ήταν ένα εντελώς αυθεντικό νησί». Η «πριμιτίφ» κάρτα περιλαμβάνει ντομάτα του κήπου με τυρί και κάππαρη, πράσα ψητά με λεμόνι και ελληνική τρούφα, γουρουνόπουλο, μακαρονάδα με κιμά και ψάρια με το κιλό στην μπάκα. Όσο για τη μουσική, κόντρα κι αυτή, είναι ένα curated soundtrack από τον συνθέτη ηλεκτρονικής μουσικής Guillaume Sorge.
Τρίτη «παραλιακή» άφιξη, το «Nice ’n’ Easy» στο Καλό Λιβάδι, που όπως και το κολωνακιώτικο πρωτότοκο αδερφάκι του βάζει διά στόματος του ιδιοκτήτη Δημήτρη Χριστοφορίδη τους όρους του «value for money» και της αναζήτησης των καλύτερων βιολογικών και ντόπιων πρώτων υλών – αυτών που ο σεφ Χρήστος Αθανασιάδης χρησιμοποιεί σε πιάτα όπως το exclusive καρπάτσιο από μαγιάτικο με μελάνι χταποδιού βρασμένο στη θάλασσα. Ο χώρος αποκτά, κάτω από τον ήλιο που τρυπώνει ανάμεσα από τα καλάμια, μια ιδιαίτερη ριγέ οπτική υφή, ενώ οι τοιχογραφίες ξένων σταρ και ελληνικών κινηματογραφικών θεμάτων δηλώνουν αιγαιοπελαγίτικο κοσμοπολιτισμό. Σίγουρα ταιριάζει εδώ το live που προγραμματίζεται μέσα στον Ιούλιο με τη Θωμαή Απέργη.
Μεταφερόμαστε στον Πάνορμο, που είναι όλος μια νέα άφιξη με τρία openings και μία ανανέωση, και ποντάρουμε ότι η μποέμ παραλία θα είναι hot spot του φετινού καλοκαιριού! Παρκάροντας το αυτοκίνητο, συναντάμε το «Guilty Beach» που υπόσχεται ένοχες πολυτελείς απολαύσεις (βλ. seafood και σαμπάνια) με member’s only στόχευση. Ακούγεται μεγαλεπήβολο ειδικά αν σκεφτείς ότι στην παραλία επικρατούν χαλαροί ρυθμοί. Το ολόφρεσκο «Adva» (σημαίνει «κύμα» στα αραμαϊκά) και το ανανεωμένο «Panormos Beach Bar» κάνουν την πρωτοφανή και άξια επαίνου κίνηση να παίζουν για κάποιες ώρες την ίδια μουσική ώστε να μην εκνευρίζουν τον κόσμο – θα επιτρέψουμε μια εξαίρεση όταν στο πρώτο θα κάνει τα γενέθλιά του ο David Morales! Στο relaxed σκιερό «Panormos Beach Bar», όπου ένα μακρύ κομμάτι ξύλου «γλιστράει» στον τοίχο σαν φίδι και η χίπικη διακόσμηση προτρέπει σε χαλάρωση στις μαξιλάρες, η μουσική επένδυση ξεκινάει από κλασικό ambient για να φτάσει μέχρι Σαλέα και Στόκα, «ανάλογα με τη διάθεση» όπως μου λέει με χαρακτηριστική άνεση ο Γιώργος Σακλάρας, που είναι ταυτισμένος με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του Πανόρμου. Δύο είναι τα μενού που έχει ετοιμάσει ο σεφ Παναγιώτης Παπανικολάου, ένα κλασικό ελληνικό (βλ. φλογέρες, κεφτεδάκια, καλαμαράκια, ψητές μελιτζάνες κ.ά.) κι ένα δεύτερο με διεθνή κατεύθυνση (βλ. τηγανητά noodles και fajitas), που σερβίρονται τόσο στα σκιερά τραπέζια όσο και στις λευκές μαξιλάρες της παραλίας – το ηλιοβασίλεμα είναι η καλύτερή τους στιγμή. Για εκείνη την ώρα, όταν το καλοκαίρι μπει για τα καλά, αναμείνατε φωτιές στην άμμο και do-it-yourself ψητά λουκάνικα. Στην άκρη του Πάνορμου πάλι, σε μια υπερυψωμένη πλακόστρωτη βεράντα, μόλις άνοιξε το «Kalosta» του Τάσου Βουγά και του Maximiliano Meghi, το οποίο προσφέρει την ορθώς εννοούμενη κουζίνα ταβέρνας σε προσιτές τιμές.
Επιστρέφουμε όμως στη Χώρα, διότι κι εδώ υπάρχουν αξιοσημείωτες νέες αφίξεις. Το «Marechiaro Pizza» των αδερφών Ιωαννίδη στο παλιό «Gola» σερβίρει θέα αφ’ υψηλού και ελαφριά ναπολιτάνικη πίτσα με «υγρή» καρδιά, που έχει στο τσεπάκι την πιστοποίηση από την Associazione Verace Pizza Napoletana. Καθώς ο master pizza maker Guglielmo Vuolo ετοιμάζει μια πίτσα με ντοματίνια τριών χρωμάτων και ο φτιαγμένος με ηφαιστειακή λάβα από Ιταλούς τεχνίτες φούρνος την ψήνει σε 60 δευτερόλεπτα, ο Παβαρότι και η Βασίλισσα Μαργαρίτα (έχει δώσει το όνομά της στην ομώνυμη πίτσα) παρακολουθούν από το μπαρ τα τεκταινόμενα. Μη χάσετε τη λιτή μακαρονάδα με ντομάτα και βασιλικό που έφτιαξε ειδικά για το εστιατόριο ο σεφ Elio Sironi – έχει προσκληθεί παλιότερα για το diner de gala των Χρυσών Σκούφων.
Μέσα στη Χώρα, το «Mamalouka» (στο πρώην «Oasis») καταλαμβάνει θέση αξιοζήλευτη. Στη μεγαλύτερη ίσως αυλή της Χώρας, απ’ όποια από τις δύο εισόδους κι αν μπεις, το πράσινο θα σε αγκαλιάσει αμέσως. Το εστιατόριο του Γιώργου Γεροδήμου (του «Uno con Carne») «πατάει» σε ένα υπέροχο δάπεδο με πολύχρωμα πλακάκια, αποκτά έθνικ χρώματα στο χώρο πίσω από τις καμάρες και πιο κοσμοπολίτικα γύρω από το κεντρικό μπαρ, ενώ με το μενού του υπηρετεί το σύνθημα «Eat local»! Τουτέστιν, ο σεφ Κωνσταντίνος Στάμος φροντίζει να προμηθεύεται ντόπια υλικά για να υποστηρίξει έναν κατάλογο διευρυμένων επιλογών με χορταστικά πιάτα.
Καθώς ο ιαπωνισμός επιμένει δυνατά στο νησί, ο κ. Γεροδήμος αντικαθιστά το «M Ultra Lounge» με το «MM Sakura Sushi», ενώ έτοιμο είναι το καινούργιο sushi bar «Pearl Harbor» (στο παλιό «Bolero») με σεφ τον Andrew από το δημοφιλές «Furin Kazan» του Συντάγματος, κοκτέιλ με σάκε του Δημήτρη Παπαϊωάννου («Pablo» και «Bellini») και, αργά, μουσικές από τον Παύλο Τσώρα του project Sugar House.
Τέλος, τo party feeling, αυτό που έκανε ονομαστό το «Sea Satin» και εν γένει τη Μύκονο, ο Μίμης Φούκας το υπηρετεί πιστά στο νέο του «παιδί», το «Roca Cookery». Αν και εδώ θα δείτε τον Μάικλ Τζόρνταν να αναλαμβάνει χρέη DJ και να παίζει R&B, ο κ. Φούκας μου λέει ότι «ο παλιός καιρός δεν επιστρέφει, γιατί ήταν ψεύτικος. Οι Έλληνες τρώνε και φεύγουν, αλλά όταν υπάρχουν και ξένοι στο μαγαζί τότε γίνεται γλέντι». Ο ίδιος πάντως φροντίζει να δίνει χαρτάκια στους πελάτες για να σημειώσουν τα τραγούδια που τους αρέσουν ή να δίνει οικονομικά προσιτές εναλλακτικές στο μενού: «Εδώ και με € 20 τρως σαν βασιλιάς!».
UPGRADE ΣΤΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ
«Θέλω με κάθε τρόπο οι επισκέπτες μας να αισθάνονται σαν στο σπίτι τους» μου λέει η Χριστιάνα Παπαγεωργίου του εμβληματικού «Santa Marina», και το γεγονός ότι η jet set πελατεία της χτυπάει κάρτα κάθε καλοκαίρι αποτελεί τον καρπό αυτού του ενδιαφέροντος. Παρόλα αυτά η ίδια, όπως και οι ιδιοκτήτες άλλων κορυφαίων ξενοδοχείων, δεν εφησυχάζουν, ανακαινίζοντας τους χώρους, ενισχύοντας τον τομέα της εστίασης, κρατώντας σταθερή την τιμολογιακή πολιτική και προσπαθώντας διαρκώς να προλαβαίνουν τις ανάγκες των επισκεπτών από τις καινούργιες αγορές. Κι όλα αυτά χωρίς να ξεχνούν ότι εξυπηρετούν ένα υψηλών απαιτήσεων κοινό, το καλομαθαίνουν με βίλες και κορυφαίες υπηρεσίες (τετραψήφιου φυσικά τιμήματος), όπως οι Golden και Diamond Villas στο «Cavo Tagoo» ή η μοναδικής θέας «Belvedere Villa» των αδερφών Ιωαννίδη στην οποία έμεινε και ο Ράσελ Κρόου.
Στο «Santa Marina», η ανανέωση έχει ξεκινήσει από την παραλία, όπου φτιάχτηκε ένας νοσταλγικά όμορφος φάρος και τοποθετήθηκαν ξαπλώστρες στο μόλο που προστατεύονται από τζάμι, ενώ ένα επίπεδο πιο πάνω εγκαινιάστηκε το «Bayview Beach Restaurant & Bar». Ο χώρος του εστιατορίου έχει μαροκινά μοτίβα στη διακόσμηση και κουζίνα με επιρροές Άπω Ανατολής, ενώ το bar είναι ένα καταφύγιο εξωτισμού, με τα βαμμένα μαύρα μπαμπού και το βαρύ μαύρο ξύλο της μπάρας να κάνουν απίθανο κοντράστ με το περιβάλλον.
Σε ένα άλλο ξενοδοχείο-ορόσημο, το «Cavo Tagoo», ο σεφ Χρόνης Δαμαλάς βρίσκεται στο τιμόνι για δεύτερη χρονιά: από το πρωί, με πλούσιο σπιτικό πρωινό, μέχρι το βράδυ στο «Kiku», όπου τα μαγικά του κάνει και ο sushi σεφ Σότζι Μορίτα. Τρώγοντας το μεσημέρι πλάι στην πισίνα με τα βυθισμένα decks καταλάβαμε τι εννοούσε ο Δαμαλάς όταν μας έλεγε πως «είναι πολύ χαλαρός εδώ και το απολαμβάνει».
Εστιατορική είναι η ανανέωση και στο ατμοσφαιρικό ξενοδοχείο «Andronikos», όπου ο ιδιοκτήτης Μάρκος Ανδρόνικος δίνει στον σεφ Γιώργο Βενιέρη τον... punk ρυθμό για να διαμορφώσει με off-beat χιούμορ το νέο μενού του βραβευμένου με Βραβείο Ελληνικής Κουζίνας «Lady Finger»: σε ποιον άλλο κατάλογο θα διάβαζες «ψάρι ανάλογα με τον καιρό και μερικές φορές με τη σούπα του»;
Στο έτερο τιμημένο με Βραβείο Ελληνικής Κουζίνας «Bill & Coo Restaurant» του ξενοδοχείου «Bill & Coo», ο Αθηναγόρας Κωστάκος ξεσηκώνει ελληνική επανάσταση: «Δεν είναι δυνατό να αγνοούν οι ντόπιοι τα προϊόντα και την παράδοσή τους. Τους τα λέω από την πρώτη στιγμή που πάτησα το πόδι μου εδώ» μου λέει παθιασμένα και μου περιγράφει τις ιστορίες που αφηγούνται τα τρία menu degustation: «Το άρωμα», «Το άγγιγμα» και «Η εμπειρία».
Τα αδέρφια Τάσος και Νίκος Ιωαννίδης, εκτός από τον πανηγυρικό εορτασμό των δεκάχρονων του «Matsuhisa», έχουν βάλει σε εφαρμογή διάφορα projects στο «Belvedere» στη Χώρα. Ανανεώνουν το γυμναστήριο μεταφέροντας στη Μύκονο το «Holmes» και τους personal trainers του. Στήνουν επίσης δίπλα από την υποδοχή μέχρι τα τέλη Αυγούστου το pop-up βιβλιοπωλείο «Atlantis Bookstore» με curation του Αμερικανού Craig Walzer, ο οποίος μεταφέρει εδώ το πρωτότυπο βιβλιοπωλείο του από την Οία της Σαντορίνης. Επεκτείνονται τέλος στη διάσημη Ψαρρού, όπου η Δόμνα Ιωαννίδου και το αρχιτεκτονικό της γραφείο Concept Boarding (υπεύθυνο για το σχεδιασμό των οικογενειακών projects) μεταμορφώνει σταδιακά το παλιό «Ψαρρού Garden» που είναι τρυπωμένο μέσα στο πράσινο πίσω από το «N’ Ammos». Το μετονομάζουν σε «Seaside Cottage by Belvedere» και το λειτουργούν φέτος πιλοτικά ως bed & breakfast με all-day restaurant από την ομάδα του «Belvedere Club». Οι επόμενες κινήσεις της οικογένειας Ιωαννίδη θα είναι φιλόδοξες και στραμμένες στην απαραίτητη αναδιαμόρφωση του μυκονιάτικου brand που αποτελεί το καινούργιο ζητούμενο.
Αυτό υπηρετούν επίσης το «San Giorgio» (οι δύο ξένοι ιδιοκτήτες του φέρνουν τον αέρα της Ibiza στο ντόπιο κλίμα), το στρατηγικά τοποθετημένο στη Χώρα «Mykonos Theoxenia» με την πατίνα του μοντερνισμού των ’60s στο ιστορικό «Ξενία» του Άρη Κωνσταντινίδη, το «Grecotel Mykonos Blu» στην Ψαρρού με το ανανεωμένο φέτος lobby από τους Γιώργο Γαβαλά και Γιάννη Μουρίκη, και το «Rocabella Hotel» στον Άγιο Στέφανο όπου η Ergon και ο Δημήτρης Σκαρμούτσος φέρνουν προϊόντα Ελλήνων παραγωγών και ελληνικές συνταγές πειραγμένες από τον σεφ στο ντελικατέσεν και το εστιατόριο.
ΟΛΟΗΜΕΡΟ ΜΥΚΟΝΙΑΤΙΚΟ ACTION
Η καλή (μυκονιάτικη) μέρα απ’ το πρωί φαίνεται και το πρωινό στο «Y Not» στον Ορνό φέρει την υπογραφή του Γιώργου Βενιέρη και προσφέρει ενέργεια με chicken curry σάντουιτς, αχλαδόπιτα και λουκουμά των παιδικών μας χρόνων. Σας έμεινε λίγος χώρος για να δοκιμάσετε τα παγωτά του «Casa Dolce» (απέναντι απ’ το Hondos Center), όπου ο Νίκος Κουκιάσας πειραματίζεται με γεύσεις όπως η μελόπιτα, το ρυζόγαλο, το αμυγδαλωτό και το σύκο σε σορμπέ ή γιαούρτι;
Έπειτα απ’ αυτήν τη δροσιστική στάση, κατευθείαν για την παραλία, όπου το ευλογημένο σ’ αυτό τον τομέα νησί δείχνει τα δύο πρόσωπά του. Αν έχεις αντοχή εσύ… και το μέσο σου (και φυσικά προμήθειες σε νερό), προτείνουμε ανεπιφύλακτα τη μικροσκοπική αμμουδερή Τσάγκαρη δίπλα στη Λια, τα Τηγάνια (μικρές παραλίες δέκα-είκοσι ατόμων, με χοντρή άμμο και χαλίκι), την περικυκλωμένη από βραχάκια Φραγκιά και τον Φωκό (από τις ομορφότερες παραλίες, με χοντρή άμμο και ταβερνάκι).
Οι περισσότεροι κατευθύνονται στις οργανωμένες παραλίες όπου φέτος βρήκαμε τα πράγματα λίγο-πολύ τα ίδια. Στο Super Paradise συνεχίζονται τα ονομαστά hi-energy πάρτι του ομώνυμου beach bar, ενώ στο «Pinky Beach» μπορεί να εμφανιστεί ξαφνικά δίπλα από την ξαπλώστρα σου ένας σαξοφωνίστας. Στον Αϊ-Γιάννη το «Hippie Fish» παντρεύει διαφορετικές κουζίνες καλύπτοντας όλα τα γούστα, ενώ στη Φτελιά ένα εντελώς χαλαρό, κοσμικό crowd συντηρεί ένα success story: με τον μη παρεμβατικό στο ξερό τοπίο σχεδιασμό του αρχιτεκτονικού γραφείου K-Studio, το «Alemagou» καυχιέται για την ολιστική προσέγγιση στην beach εστίαση, στην οποία το βασικό λόγο έχει ο σεφ Δημήτρης Κοντόπουλος του αθηναϊκού «Harvest». Μη χάσετε εδώ τις sunset συνάξεις, τα private μπάρμπεκιου πάνω στην παραλία (που εγκαινίασε η Άννα Βίσση) και το πάρτι των Playmen στα μέσα Αυγούστου. Μεταφερόμαστε στον Ορνό και στο «Kuzina Mykonos», όπου ο Άρης Τσανακλίδης συνεχίζει να δημιουργεί πάνω στην ελληνική κουζίνα και το sushi bar συμπληρώνει την αναπαυτική για το μάτι διακόσμηση του χώρου.
Πιο δίπλα στην ίδια παραλία, το «Απέραντο Γαλάζιο» του Τάσου και του… Τάσου Ζουγανέλη, οι οποίοι επιζητούν την απλότητα, την ηρεμία και τη διαφορετικότητα, εκτελεί σωστά τη συνταγή του beachside restaurant bar από νωρίς το πρωί: κρατάει χαμηλά την ένταση της lounge και της ελληνικής έντεχνης μουσικής (ας μιλήσει καλύτερα η θέα που έχει δώσει το όνομά της στο μαγαζί!) και υψηλά τις προσδοκίες λόγω των δυνατών μετεγγραφών του Νίκου Αλούκου στην κουζίνα (δίνει ένα εύρος από τα snacks μέχρι τον αστακό) και του Χρήστου Σαραντάκη στην μπάρα. Στο «Solymar» του Καλού Λιβαδιού η κίνηση ξεκινάει από νωρίς το μεσημέρι λόγω των πολλών ξένων επισκεπτών, ο σεφ Μάριος Τσουρής ανανεώνει την κουζίνα σε μεσογειακές και έθνικ κατευθύνσεις, ενώ τα πάρτι ξεκινούν με τον Αλέξανδρο Χριστόπουλο στις 22/6.
Ευχάριστα αποκαμωμένοι από το τρίπτυχο «ηλιοθεραπεία-φαγητό-μουσική» ίσως να φαίνεται κάπως παράδοξο να ασχοληθούμε με πολιτιστική δραστηριότητα, αλλά η έντονη παρουσία της τέχνης θα έπρεπε να θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ σ’ ένα νησί που συγκεντρώνει ισχυρούς ανθρώπους απ’ όλο τον κόσμο. Είναι πολύ θετική κίνηση η πρώτη Μπιενάλε Μυκόνου (21-23/6), όπου οι καλλιτέχνες θα εκφράσουν το δίπτυχο «Κρίση και Παγανισμός» – πάντως ο Nobuhiro Ishihara θα «τυλίξει» έναν μύλο! Η διοργάνωση θα καταλήξει σ’ ένα διεθνές video film festival στο χώρο του Σινέ Μαντώ, κι αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς αναγνωρίζει «τον ιδιαίτερο εναλλακτικό χαρακτήρα που έχει ήδη κατοχυρώσει τη Μύκονο στο χώρο της πρωτοπορίας», όπως σημειώνει η καλλιτέχνιδα Λυδία Βενιέρη. Ο μοναδικός θερινός κινηματογράφος του νησιού, πάντως, έχει πλήρες πρόγραμμα μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου.
Αφήσαμε για το τέλος της daytime περιήγησης το shopping, αφού αυτό εμπίπτει (και) στην κατηγορία του nightlife! Η βόλτα στα σοκάκια δεν θα ήταν τόσο γοητευτική αν το people watching δεν συνδυαζόταν με χάζι στις βιτρίνες. Η Linea Piu (στο υπέροχο στενό Νικολάου Καλογερά όπου βρίσκεται και η international προδιαγραφών Rarity Gallery), η Louis Vuitton και ο Parthenis στην Αλευκάντρα κρατούν τα παλιά και τα νέα fashion σκήπτρα, ενώ η μπουτίκ του sui generis Δημήτρη Χαλβατζή πλημμυρίζει από τα χρώματα και τις διηγήσεις του σχεδιαστή για τις επώνυμες πελάτισσές του.
Ιδιαίτερο shopping κεφάλαιο είναι το κόσμημα: σταθήκαμε για ώρα στο μικρό μαγαζί του Σπύρου Ακτύπη (στη διασταύρωση Αγίου Σπυρίδωνος και Αγίας Άννης) ακούγοντας τον πρώην διαφημιστή να μας μιλάει για τις παραλίες απ’ όπου μαζεύει τα βότσαλα. Μια προειδοποίηση μόνο: ό,τι σας αρέσει, ειδικά απ’ τα δαχτυλίδια με τα εξαιρετικά δεσίματα δεν το σκέφτεστε δεύτερη φορά, γιατί η φύση (και ο Σπύρος) δεν θα το ξαναφτιάξουν. Επίσης, στην «Dida», η χαμογελαστή και φιλόξενη Λαΐδα συνδυάζει με περίτεχνο τρόπο υφάσματα και χάντρες προκαλώντας σας να φορέσετε τις δημιουργίες της σαν γιακά-περιδέραιο ή στη μέση. Μπαίνοντας ή βγαίνοντας χαϊδέψτε τον Willie το pug της, που έχει το δικό του σπιτάκι μέσα στο μαγαζί! Λίγους μήνες λειτουργίας μετράει και το μοναδικό vintage κατάστημα ρούχων «The Curiosity Shop» στην Αλευκάντρα, που αν το διαβεί ένας λάτρης της μόδας θα ενθουσιαστεί μπροστά στις... ιστορικές Chanel τσάντες και τα Jean-Paul Gaultier κολάν. Περάστε επίσης μια βόλτα από τη «Scala Gallery» στο Ματογιάννι: ο Δημήτρης Ρουσουνέλος, Μυκονιάτης και δραστήριος άνθρωπος που ίδρυσε τη Λέσχη Γαστρονομίας Μυκόνου και διατηρεί την ιστοσελίδα www.mykonosgastronomia.gr, όχι μόνο θα σας προτείνει arty δώρα, αλλά θα σας αποκαλύψει μικρά μυστικά, όπως η ταβέρνα «Πικάντικη Γωνιά» της Ουκρανής Λουντμίλα Ονουφέρκο, η οποία φτιάχνει θεϊκά τουρσιά.
Clubbing με... μέτρο
Ένα «Cavo Paradiso» κι ένα «Paradise Club» δεν φέρνουν την... Ibiza. Κι ας μετακαλούν την αφρόκρεμα του διεθνούς DJ κυκλώματος. Η Μύκονος δεν τα κατάφερε ποτέ να κονταροχτυπηθεί με το «λευκό» νησί των Βαλεαρίδων για τον τίτλο της καλοκαιρινής πρωτεύουσας του clubbing, μάλλον γιατί προσπαθούσε περισσότερο να ικανοποιεί «ελληνάδικα» μουσικά γούστα ή το upper κοινό που δεν συνηθίζει να ιδρώνει στο dancefloor. Έτσι, οι Άγγλοι, οι οποίοι έκαναν την Ibiza αυτό που είναι (σταθερά από τα τέλη της δεκαετίας του ’80) δεν αποτέλεσαν ποτέ target group της Μυκόνου κι αυτό είναι κάπως αργά ν’ αλλάξει, όταν άλλοι ευρωπαϊκοί προορισμοί διεκδικούν πια λίγη από την πίτα της Ibiza. Παράδοξο είναι επίσης ότι η Μύκονος δείχνει να μην έχει μυριστεί το mixology trend που ανθεί στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη: εκτός από τον Πέτρο Παρθένη που συναντήσαμε στο «Cavo Tagoo» και τον πολύ Dale DeGroff που έχει επιμεληθεί τα κοκτέιλ στα εστιατόρια και το «Martini Bar» του «Belvedere», δεν βρήκαμε κάρτες με την υπογραφή γνωστών mixologists.
Πάντως τα δύο mega clubs της Μυκόνου φιγουράρουν και φέτος στη λίστα του DJ Mag – το «Cavo Paradiso» ανεβαίνει δύο θέσεις και βρίσκεται στη 13η θέση, ενώ το «Paradise Club» ντεμπουτάρει στην 33η. Δείχνοντάς μου χαμογελαστός και περήφανος τις φωτογραφίες που απεικονίζουν πώς ένα τυροκομείο του ’50 έφτασε να γίνει ένας hands-in-the-air παράδεισος, ο Νίκος Δαχτυλίδης μάς προετοιμάζει για το official party των 20 χρόνων του «Cavo Paradiso» (19/7) με τον βετεράνο Sven Vath και τον Guy Gerber, για τις χωριστές εμφανίσεις των «τριών Σουηδών» των πρώην Swedish House Mafia, καθώς και για την εκλεκτική βραδιά με τον Carl Craig και την πολλά υποσχόμενη Nina Kraviz (22/7). Το «Paradise Club», από την άλλη, κατάφερε να εξασφαλίσει τον super star Avicii για δύο τρίωρα sets (10/7 και 5/8), σε αποκλειστικότητα μαζί με ελάχιστα άλλα ευρωπαϊκά clubs και φεστιβάλ!
Στη Χώρα, την αισθητή ομοιομορφία και την απουσία clubbing «ανησυχιών» την απαλύνει το «Scarpa», με τη Λευκή, τον Valeron και τον Dino MFU σε DJ rotation να γεμίζουν ασφυκτικά τον μικρό εσωτερικό χώρο με χαρούμενο κόσμο που χορεύει ρυθμικό house πίνοντας αξιοπρεπή κοκτέιλ. Το καθιερωμένο «Jackie O’» στον Γιαλό με τα drag shows και τη λατρεία του για τα gay pop icons, δημιουργεί καταστάσεις after-hours ξεφαντώματος από νωρίς. Στα «Güzel», «Voodoo» και «Rock ’n’ Roll» καλά κρατεί η αμετανόητη mainstream συνταγή, ενώ το «4711», απαντώντας στα ξεπερασμένα «μπουζούκια», μεταφέρει το δοκιμασμένο live clubbing (Διονύσης Σχοινάς, Κώστας Λαϊνάς και DJ Andre σε απενοχοποιημένο interaction) από το Κολωνάκι στην πλατεία Αγίας Μονής. Για εναλλακτικές (βλ. πιο ήσυχες) νύχτες, τρυπώστε στο στενό του «Lola» που έχει καμπαρέ διάκοσμο ή απολαύστε διεθνούς φήμης vocalists και μουσικούς στο «Montparnasse/The Piano Bar» στη Μικρή Βενετία.
ΜΥΚΟΝΟΣ KNOW-HOW
Ξενοδοχεία
Andronikos Hotel, Χώρα, 2289024231
Belvedere Hotel, Χώρα, 2289025122
Bill & Coo, Μεγάλη Άμμος, 2289026292-3-4
Cavo Tagoo, Χώρα, 2289020100
Grecotel Mykonos Blu, Ψαρρού, 2289027900
Leto Hotel, Χώρα, 2289022207
Mykonos Theoxenia, Χώρα, 2289022230
Porto Mykonos, Χώρα, 2289022454
Rocabella Hotel, Άγιος Στέφανος, 2289028930
San Giorgio Hotel, Παράγκα, 2289027474
Santa Marina Resort & Villas, Ορνός, 2289023220
Seaside Cottage by Belvedere, Ψαρρού, 2289025122
Εστιατόρια
Απέραντο Γαλάζιο, Ορνός, 2289027991
Adva, Πάνορμος, 2289023950
Alemagou, Φτελιά, 2289071339
Guilty Beach, Πάνορμος, 6940438600
Hippie Fish, 2289023547
Jackie O’, Χώρα, 2289017968
Kalosta, Πάνορμος, 2289078589
Kuzina Mykonos, Ορνός, 2289026434
Leto Restaurant, Χώρα, 2289022207
Liasti, Λια, 2289072150
Mamalouka, Χώρα, 2289023505
Marechiaro Pizza, Χώρα, 2289023010
Matsuhisa Mykonos, Χώρα, 2289027362
N’Ammos, Ψαρρού, 2289022440
Nice ’n’ Easy, Καλό Λιβάδι, 2289072315
Panormos Beach Bar, Πάνορμος, 2289077184
Pearl Harbor, Χώρα, 6936125116
Roca Cookery, Χώρα, 2289022955
Solymar, Καλό Λιβάδι, 2289071745
Clubs
Cavo Paradiso, Paradise, 2289027205 – 2289026124
Scarpa, Χώρα, 2289023294
Paradise Club, Paradise, 6940794879
Φωτό: Κωνσταντίνος Μυτιληναίος
Περισσότερα για τη Μύκονο μαζί με όλες τις αξιολογημένες προτάσεις διαμονής και φαγητού από τον Alpha Guide εδώ